Η απροσωπόληπτη αγάπη, η ανυπόκριτη, η ανιδιοτελής, η ανεξαίρετη, η απροϋπόθετη! Να συναντάς στο πρόσωπο του κάθε άλλου τον ίδιο τον Χριστό! Αυτό το κάθε, είναι που καθηλώνει τα φτερά σου! Αυτό το κάθε, είναι που κάνει την αγάπη τέλεια, που έξω εκβάλει τον φόβο και τους αστερίσκους που το καθώς και το πρέπει σου, βάζουν δίπλα σε κάθε ελάχιστο των αδελφών Του! Θυσιάζεσαι ναι! Αλλά για ποιόν; Για τον οικείο σου μόνο, τον φίλο τον…ατσαλάκωτο, τον καθαρό που μοσχομυρίζει…Για τον άλλον τον πληγιασμένο, τον βρώμικο με τα κουρελιασμένα ρούχα, που σου ζητά ένα δίφραγκο κάτι να φάει και μια αγκαλιά λίγο να ελπίσει;
Διαβάζοντας
πάλι το γαλαζοπράσινο βιβλίο, με την γερόντισσα Γαλακτία όλους να τους θωρεί
Χριστούς, και όλους να τους αγκαλιάζει
με της στοργής τα φτερά, δίχως να νοιάζεται μη τη λερώσουν οι λάσπες από τα
χοιροστάσια της αποδημίας τους, θυμηθήκαμε ένα περιστατικό που μας διηγήθηκε ένας
φιλομόναχος και φιλόθεος αδελφός, που δεν χάνει ευκαιρία να βρεθεί σε αυλές
καστρομονάστηρων και αγιασμένων βράχων, που ο κόσμος και ο χρόνος δεν κατόρθωσε
να νοθεύσει αξίες και αρετές. Νήψη και ησυχία, παράδοση Θεία και Ευαγγέλιο
ορθάνοιχτο αδιαλείπτως, στα μέρη που συχνάζει ο αδελφός μας ο Ανδρέας! Σαν
διψασμένο ελάφι τρέχει στις πηγές του ζωντανού νερού να δροσιστεί! Δεν θα
ξεδιψάσει ποτέ του όμως, γιατί βιώνει στο μεδούλι του, εκείνο του Θεολόγου Γρηγορίου το αιώνιο ρητό!
Ο Θεός διψά να τον διψάμε!
-Είχα
πάει την προηγούμενη εβδομάδα στην Μαριάμ! Η καλή μου η γεροντισούλα! Μόνο να
την κοιτάς, σου φτάνει! Εκπλήττουσα τη οράσει, δροσίζουσα τοις ρήμασι! Σαν
άγγελος εωθινός αδελφέ μου! Πόσο την αγαπάω! Με το που με βλέπει, τι χαρά που
κάνει! Καλώς τον Ανδρέα τον πρωτόκλητοοοοο! Αντιλαλούν οι βράχοι! Συνήθως
πηγαίνουμε από πρωί και καθόμαστε ως το σούρουπο, να κάνουμε κανένα διακόνημα,
να χαρούμε σαν παιδιά! Προχθές που λες, είχε μια λιακάδα λαμπριάτικη! Καθόμασταν
με την γερόντισσα στην απλωταριά με τα κλήμα και την ακούγαμε να μας μιλά! Όλο
υπομονή να κάνετε μας έλεγε! Όλα τα νικά και όλα τα αγιάζει! Ξαφνικά βλέπει από
μακριά έναν άλλον αδελφό που πάρκαρε το αμάξι του και ερχόταν προς το μέρος μας! Βρε τι έγινε!
Άρχισε να χοροπηδά σαν μικρό παιδί η Γερόντισσα!
-
Καλώς τον Βασίλη, καλώς τον! Ο Βασίλης ο Ντεφινές! Έλα Βασιλάκη μου, έλα καμαράκι μου! Πόσο καιρό έχω να τον δω!
Ειλικρινά
δεν την είχα ξαναδεί έτσι την Μαριάμ! Τώρα βέβαια που το σκέφτομαι μονίμως έτσι
είναι! Αλλά ο ενθουσιασμός της, με έκανε να σκεφτώ ότι αυτός ο Βασίλης ο
Ντεφινές που ερχόταν, θα ήταν κάποιος σπουδαίος! Τον πήρε μια γερή αγκαλιά η
Μαριάμ και εκείνος απολάμβανε την αγάπη της όλο χαρά!
-Εγώ σας αφήνω λίγο τώρα παιδιά μου! Καθίστε
να μιλήσετε! Να πάω λίγο στα ζωντανά να τους βάλω τροφή! Και έρχομαι ξανά!
-Να
πάτε γερόντισσα με την ησυχία σας! Είπα…γιατί ένιωσα εκείνη τη στιγμή πολύ
τυχερός! Σκέφτηκα ο πονηρός…Για να κάνει έτσι σαν… παλαβή με τον που τον είδε η
Γερόντισσα, βάλε με νου σου, τι πνευματικό κελεπούρι έχουμε εδώ! Θα βάλω το…ψυχογραφικό
να καταγράψει…Περίμενα που λες να μας πει θαυμάσια και πρωτάκουστα…Ξεκινά ο Βασίλειος
να μιλά…σοκ! Ό,τι του ερχόταν έλεγε στην κυριολεξία! Άσχετα! Πνευματικότητα υπό
του μηδενός! Τα χάσαμε! Προς στιγμήν
απογοητευτήκαμε! Μα μόλις αργότερα ξεμακρύναμε, ήρθε η ωφέλεια και οι
πνευματικοί δρόσοι κρουνηδόν! Καταλαβαίνεις έτσι; Η γερόντισσα όλους τους αγαπάει
το ίδιο! Όπως καλοδέχεται τον μορφωμένο και λαλίστατο, έτσι ακριβώς αγκαλιάζει
και τον αμόρφωτο! Κοιτά σαν τον Κύριο μέσα στην καρδιά του άλλου! Καθρέφτης ο
καθένας, να κατοπτρίζει τον Χριστό! Αυτό είχα να σου πω! Δεν είναι αυτό θαυμάσιο;
Μέσα
στη φωτεράδα της ψυχής τους να λουστούμε και εμείς! Να μιμηθούμε, την Μαριάμ,
την Γαλακτία μας, εκείνους που βιώνουν
στο έπακρο κάθε Ευαγγελική λαλιά! Μεγάλη εντολή η απροσωπόληπτη αγάπη! Κάθε
καλό στον αδελφό καλό προς τον Χριστό! Κάθε αμαρτία προς τον αδελφό, εις
Χριστόν αμαρτία! (Α΄ Κορ. 8- 12) Ανοιχτή η αγκαλιά, ανοιχτός ο Ουρανός!
Νώντας
Σκοπετέας
(Εκδ.
ΘΕΟΜΟΡΦΟΥ Ι.Μ.ΜΟΡΦΟΥ)