main menu

Επιλέξτε ετικέτα για εμφάνιση των αντιστοιχων αναρτήσεων. Αρχική Σελίδα

Απενεργοποιημένη Λειτουργία

14 Ιουν 2010

Ο Άγιος Παναγής Μπασιάς ...ένας πολύτιμος Άγιος ..


Ο άγιος Παναγής γεννήθηκε το 1801 στην Κεφαλληνία από ευγενή οικογένεια, ενώ από μικρό παιδί φανέρωσε ζωηρή ευφυΐα και μεγάλη αγάπη για την ανάγνωση των ιερών βιβλίων. Όταν πέθανε ο πατέρας του υποχρεώθηκε να αναλάβει την προστασία της μητέρας του και της αδελφής του και άρχισε να ασκεί το επάγγελμα του δασκάλου, παρά το νεαρόν της ηλικίας του. Σύντομα όμως παραιτήθηκε για να αποφύγει συμβιβασμούς υπό την πίεση των Αρχών της αγγλικής κατοχής , ως προς την πίστη του και τα πατριωτικά του αισθήματα, και άσκησε το επάγγελμά του ιδιωτικά, μέχρι την ημέρα που αποφάσισε να κόψει κάθε δεσμό με τον κόσμο εγκαταλείποντας την οικογένειά του και την σταδιοδρομία του και γινόμενος μοναχός στην Μονή της Παναγίας των Βλαχερνών στην νήσο Δίο. Μετά από τις επίμονες παρακλήσεις της μητέρας του επέστρεψε στο Ληξούρι, χωρίς ωστόσο να απαρνηθεί την ασκητική βιοτή που διήγε σε όλη του την ζωή, κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος σε ηλικία τριάντα πέντε ετών και έκτοτε αφιερώθηκε ολόκληρος στην υπηρεσία της Εκκλησίας, με την καθημερινή σχεδόν τέλεση της θείας Λειτουργίας, με το κήρυγμα και κυρίως με το παράδειγμα των ευαγγελικών αρετών του. Στεκόταν στην εκκλησία ως στύλος προσευχής, και όταν έβγαινε το έκανε για να μοιράσει ελεημοσύνες, να επισκεφθεί δεινοπαθούντες ή να φέρει πίσω στο ποίμνιο παραστρατημένες ψυχές. Αρνήθηκε πάντα να διορισθεί σε κάποια ενορία, προκειμένου να αποφύγει τους βιοτικούς περισπασμούς και τις πιέσεις των κατακτητών, και εγκαταστάθηκε στο μονύδριο του Αγίου Σπυρίδωνος, απ’ όπου για πενήντα χρόνια μοίραζε σε όλο τον λαό της Κεφαλληνίας τους θησαυρούς που έκρυβε στην καρδιά του. Ακολουθώντας το παράδειγμα του αγίου Γερασίμου και του αγίου Άνθιμου του Τυφλού , ο παπα-Μπασιάς δίδασκε και διέδιδε την χάρη του Θεού στον λαό, δίχως ωστόσο να εγκαταλείπει το ερημητήριό του. Πήγαινε επίσης να λειτουργήσει σε όλα τα εξωκκλήσια που ήσαν διεσπαρμένα γύρω από το Ληξούρι, όπου μόλις γινόταν γνωστή η έλευσή του συναζόταν πλήθος πιστών. Είχε πουλήσει τα υπάρχοντα της οικογένειάς του και μοίραζε όλους τους πόρους του στους πτωχούς που θεωρούσε παιδιά του. Όταν ερχόταν στην πόλη, τον ακολουθούσε πάντα ένα σμάρι φτωχών γυναικών στις όποιες έδινε ό,τι είχε και δεν είχε, σε σημείο που να στερείται ο ίδιος τροφής. Ως νέος άγιος Νικόλαος, γνώριζε ποιά οικογένεια είχε ιδιαίτερη ανάγκη και παρενέβαινε για να την στηρίξει ή να στερεώσει την πίστη της στον Θεό. Η αγάπη του για τον πλησίον ήταν ανάμεικτη μάλιστα με τόλμη και συχνά έμπαινε σε ένα μαγαζί, άνοιγε το ταμείο και έπαιρνε ό,τι έκρινε αναγκαίο για τις ελεημοσύνες του. Μία ήμερα, ένας φούρναρης αρνήθηκε να τού δώσει αυτό που ζητούσε και η ζύμη του έμενε λιπανάβατη. Ο άγιος Παναγής είχε αποκτήσει το χάρισμα της προορατικότητος και της προφητείας, το οποίο χρησιμοποιούσε για να διορθώνει ψυχές. Σε εκείνους που επρόκειτο να πεθάνουν σύντομα με βίαιο τρόπο συνέστηνε να πάνε να εξομολογηθούν ή προειδοποιούσε με υπαινιγμούς όσους έμελλαν να διαπράξουν κάποιο σοβαρό αμάρτημα. Μία βροχερή νύχτα, συναντώντας στον δρόμο κάποιον που πήγαινε να αμαρτήσει, τού φώναξε: «Αμαρτία, αμαρτία, γύρισε σπίτι σου!» Μιαν άλλη φορά, μία μάνα που μόλις είχε χάσει τους δυο γιους της τον ένα πίσω άπό τον άλλο, έπεσε σε απόγνωση και εξεγέρθηκε κατά του Θεού. Ο άγιος ιερέας έτρεξε στο σπίτι της και καθώς εκείνη αρνιόταν να τού ανοίξει βρίζοντας τον, άνοιξε την πόρτα κάνοντας το σημείο του σταυρού. Όταν μπήκε στην σάλα, όπου βρίσκονταν τα πορτραίτα των δυο πεθαμένων, τα πρόσωπα ζωντάνεψαν και βγάζοντας πιστόλι αλληλοσκοτώθηκαν. Ο άγιος Παναγής αποκάλυψε τότε στην μητέρα τους ότι είχαν ερωτευθεί την ίδια γυναίκα και θα πέθαιναν με τον τρόπο αυτό αν δεν παρενέβαινε ο Θεός να αποτρέψει ένα μεγαλύτερο κακό. Μιαν άλλη φορά πάλι, μπήκε σε ένα σπίτι όπου έβραζε το τσουκάλι γιατί περίμεναν επισκέψεις και το αναποδογύρισε, επειδή είχε προηγουμένως προσέλθει ένας φτωχός και τον είχαν διώξει με άδεια χέρια. Αυτά όμως τα άφθονα χαρίσματα του Θεού δεν δόθηκαν στον παπα-Μπασιά δίχως να τον ταλαιπωρεί «σκόλοψ τη σαρκί» (Β’ Κορ. 12, 7). Δέκα περίπου χρόνια μετά την χειροτονία του προσβλήθηκε από νευρασθένεια η οποία τον έκανε να χάνει τον έλεγχο του εαυτού του: έβγαζε κραυγές, ξύριζε τα γένια και τα μαλλιά του, πετούσε έξω ό,τι έβρισκε μπροστά του. Όταν συνήλθε μετά από έξι μήνες, απέδωσε την ασθένεια στην αμαρτωλότητά του. Εν συνεχεία παρόμοιες κρίσεις επαναλαμβάνονταν κάθε δύο ή τρία χρόνια και προς το τέλος της ζωής του κάθε χρόνο. Τελικά έμεινε καθηλωμένος στο κρεβάτι τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του. Δεν στερήθηκε ωστόσο τα χαρίσματα της προορατικότητος και παραμυθίας των ψυχών, ενώ ο λαός δεν έχασε επ’ ουδενί την αγάπη και την αφοσίωση του σ’ αυτόν. Απεναντίας, όλοι όσοι υπέφεραν από τα βάσανα και τις θλίψεις της ζωής ή βρίσκονταν σε δυσκολίες γνώριζαν πως η πόρτα του δωματίου του ήταν πάντα ανοικτή και ο άγιος ιερέας δεν έπαυσε να είναι ο πόλος έλξης και το κέντρο του εκκλησιαστικού βίου της Κεφαλληνίας. Είχε αποκτήσει τόσο κύρος, ώστε συχνά παρενέβαινε δραστήρια για να διορθώσει τις αδικίες ή να επιτιμήσει τους υπεύθυνους για ανήθικες πράξεις και πάντα εισακουόταν ως η φωνή Θεού. Αφού σήκωσε με υπομονή και ευχαριστίες στον Θεό τον σταυρό της μακράς και ταπεινωτικής του ασθένειας —την οποία ορισμένοι θεωρούσαν ένα είδος «δια Χριστόν σαλότητος»— ο άγιος Παναγής εκοιμήθη εν Κυρίω στις 7 Ιουνίου 1888. Για δύο ημέρες και δύο νύχτες οι πιστοί προσέρχονταν να προσκυνήσουν το σκήνωμα του και η τιμή του δεν έπαυσε να αυξάνει αυθόρμητα, όχι μόνο στην Κεφαλληνία, αλλά και σε όλη την Ελλάδα, κυρίως μετά την ανακομιδή των λειψάνων του το 1976 . Πηγή του εξαιρετικού κειμένου που ακολουθεί : http://varalis.blogspot.com/ Πώς να μιλήσεις για ήρωες στην εποχή της δόξας του τίποτα; Πριν λίγες μέρες θυμηθήκαμε τον παπά Παναγή τον Μπασιά, τον άγιο Παϊσιο τον Κεφαλλονίτη. Ήταν στα 1801 που γεννήθηκε από ευγενή οικογένεια, ενώ από μικρό παιδί φανέρωσε ζωηρή ευφυΐα και μεγάλη αγάπη για την ανάγνωση Όταν πέθανε ο πατέρας του υποχρεώθηκε να αναλάβει την προστασία της μητέρας του και της αδελφής του και άρχισε να ασκεί το επάγγελμα του δασκάλου. Σύντομα όμως παραιτήθηκε για να αποφύγει συμβιβασμούς υπό την πίεση των Αρχών της αγγλικής κατοχής , ως προς την πίστη του και τα πατριωτικά του αισθήματα, και άσκησε το επάγγελμά του ιδιωτικά, μέχρι την ημέρα που αποφάσισε να κόψει κάθε δεσμό με τον κόσμο εγκαταλείποντας την οικογένειά του και την σταδιοδρομία του και γινόμενος μοναχός στην Μονή της Παναγίας των Βλαχερνών στην νήσο Δίο. Μετά από τις επίμονες παρακλήσεις της μητέρας του επέστρεψε στο Ληξούρι, χωρίς ωστόσο να απαρνηθεί τον δρόμο της άσκησης που διήγε σε όλη του την ζωή, κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος σε ηλικία τριάντα πέντε ετών και έκτοτε αφιερώθηκε ολόκληρος στην υπηρεσία της Εκκλησίας, με την καθημερινή σχεδόν τέλεση της θείας Λειτουργίας, . Στεκόταν στην εκκλησία ως στύλος προσευχής, και όταν έβγαινε το έκανε για να μοιράσει ελεημοσύνες, να επισκεφθεί αυτούς που είχαν ανάγκη . Αρνήθηκε πάντα να διορισθεί σε κάποια ενορία, προκειμένου να αποφύγει τους περισπασμούς που θα γεννούσε μια τέτοια θέση αλλά και τις πιέσεις των κατακτητών. Εγκαταστάθηκε στο μονύδριο του Αγίου Σπυρίδωνος, απ’ όπου για πενήντα χρόνια μοίραζε σε όλο τον λαό της Κεφαλληνίας τους θησαυρούς που έκρυβε στην καρδιά του. Πήγαινε επίσης να λειτουργήσει σε όλα τα εξωκκλήσια που ήσαν διεσπαρμένα γύρω από το Ληξούρι, όπου μόλις γινόταν γνωστή η έλευσή του συναζόταν πλήθος πιστών. Είχε πουλήσει τα υπάρχοντα της οικογένειάς του και μοίραζε όλους τους πόρους του στους πτωχούς που θεωρούσε παιδιά του. Όταν ερχόταν στην πόλη, τον ακολουθούσε πάντα ένα σμάρι φτωχών γυναικών στις όποιες έδινε ό,τι είχε και δεν είχε, σε σημείο που να στερείται ο ίδιος τροφής. Γνώριζε ποιά οικογένεια είχε ιδιαίτερη ανάγκη και παρενέβαινε για να την στηρίξει ή να στερεώσει την πίστη της στον Θεό. Η αγάπη του για τον πλησίον ήταν ανάμεικτη μάλιστα με τόλμη και συχνά έμπαινε σε ένα μαγαζί, άνοιγε το ταμείο και έπαιρνε ό,τι έκρινε αναγκαίο για τις ελεημοσύνες του. Ο άγιος Παναγής είχε αποκτήσει το χάρισμα της προορατικότητος και της προφητείας, το οποίο χρησιμοποιούσε για να διορθώνει ψυχές. Δέκα περίπου χρόνια μετά την χειροτονία του προσβλήθηκε από νευρασθένεια η οποία τον έκανε να χάνει τον έλεγχο του εαυτού του: έβγαζε κραυγές, ξύριζε τα γένια και τα μαλλιά του, πετούσε έξω ό,τι έβρισκε μπροστά του. Όταν συνήλθε μετά από έξι μήνες, απέδωσε την ασθένεια στις αμαρτίες του. Εν συνεχεία παρόμοιες κρίσεις επαναλαμβάνονταν κάθε δύο ή τρία χρόνια και προς το τέλος της ζωής του κάθε χρόνο. Τελικά έμεινε καθηλωμένος στο κρεβάτι τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του. Δεν στερήθηκε ωστόσο τα χαρίσματα της προορατικότητος και ανακούφισης των ψυχών, ενώ ο λαός δεν έχασε επ’ ουδενί την αγάπη και την αφοσίωση του σ’ αυτόν. Απεναντίας, όλοι όσοι υπέφεραν από τα βάσανα και τις θλίψεις της ζωής ή βρίσκονταν σε δυσκολίες γνώριζαν πως η πόρτα του δωματίου του ήταν πάντα ανοικτή και ο άγιος ιερέας δεν έπαυσε να είναι ο πόλος έλξης και το κέντρο του εκκλησιαστικού βίου της Κεφαλληνίας. Είχε αποκτήσει τόσο κύρος, ώστε συχνά παρενέβαινε δραστήρια για να διορθώσει τις αδικίες ή να επιτιμήσει τους υπεύθυνους για ανήθικες πράξεις και πάντα εισακουόταν ως η φωνή Θεού. Αφού σήκωσε με υπομονή και ευχαριστίες στον Θεό τον σταυρό της μακράς και ταπεινωτικής του ασθένειας —την οποία ορισμένοι θεωρούσαν ένα είδος «δια Χριστόν σαλότητος»— ο άγιος Παναγής ¨κοιμήθηκε" στις 7 Ιουνίου 1888. Για δύο ημέρες και δύο νύχτες οι πιστοί προσέρχονταν να προσκυνήσουν το σκήνωμα του και η τιμή του δεν έπαυσε να αυξάνει αυθόρμητα, όχι μόνο στην Κεφαλληνία, αλλά και σε όλη την Ελλάδα, κυρίως μετά την ανακομιδή των λειψάνων του το 1976. Γιατί είναι πολύτιμος ο π. Παναγής, ο άγιος; Γιατί ακόμα και τα κόκαλά του μιλάνε για την συνάντηση που είχε, για την χάρη, την ζωή για αυτό που φεύγει μέσα από τα χέρια μας και συμβαίνει όταν εμείς δεν είμαστε… Μας κάνει και σκεφτόμαστε τους λάθους στόχους μας και κυρίως μας έμαθε ότι η πίστη είναι ένας χορός που τον μαθαίνει κανείς χορεύοντας… Αλλοιώς μπορεί να τα συζητά για χρόνια πολλά στις τηλεοράσεις και στα πάνεl την ώρα που η ζωή του χάνεται, ανεπιστρεπτί για πάντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε τα σχόλιά σας εδώ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...
Βαπτίστηκες και αναγεννήθηκες ... Μετανόησες κάτω από πετραχήλι και ξαναβαπτίστηκες ... Μετέλαβες τα άχραντα μυστήρια και ένιωσες ξανά βαπτισμένος εις το όνομα του τρισυπόστατου Θεού ... Υπάρχει ακόμα ένα βάπτισμα το τέταρτο κατά σειρά .. το βάπτισμα της ομολογίας ...στο αίμα της Πίστης ... Άραγε πόσοι από εμάς θα το αγαπήσουμε ; Τον Αναστάντα Θεό ας ομολογήσουμε ...Και ας πληρώσουμε το τίμημα της Ομολογίας ...όχι το αντίτιμο της απωλείας ...! Καλό Παράδεισο ! ( Νώντας Σκοπετέας. 2009)

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας Νεκταρία Καραντζή

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας  Νεκταρία Καραντζή
Τον θαυμάσιον μύστην Χριστού υμνήσωμεν , Μηλεσίου το κλέος και των Γερόντων φωνή , την βοήθειαν ημών και διόρασιν ˙ Τον αναπαύσαντα σοφώς τας ψυχάς των ασθενών , του πνεύματος συνεργεία . Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην ,επικαλέσωμεν άπαντες. // Nώντας Σκοπετέας 27-11-2013 Απολυτίκιο με την ευκαιρία της επισήμου Αγιοκατατάξεως του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου . Σημ: Το απολυτίκιο δεν περιέχεται σε αναγνωρισμένη ακολουθία , αλλά είναι προϊόν ευλαβείας και απέραντης ευγνωμοσύνης , προς τον Μεγάλο Άγιο του Θεού , στην μεγάλη η μέρα της Αγιοκατατάξεώς του .

Ουράνια Συντροφιά...

Ουράνια Συντροφιά...
Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...". Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε...". Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. "Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής", είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει. -Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ. Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω: -Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: "Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου". Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν: -Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό. Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...", διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές. Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα: -Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και "βρέχει επί δικαίους και αδίκους". Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσουμε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη. -Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! -Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα./Γ.Πορφύριος

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...
Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερ­μηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία. ~Φώτης Κόντογλου~