main menu

Επιλέξτε ετικέτα για εμφάνιση των αντιστοιχων αναρτήσεων. Αρχική Σελίδα

Απενεργοποιημένη Λειτουργία

22 Ιουν 2009

Στον δρόμο για την ...Δαμασκό (μέρος ΙΙΙ)



Η Θεολογία του Παύλου Όλοι σχεδόν οι ερευνητές που ασχολήθηκαν με τον Παύλο, επιδίωξαν να βρουν τις πηγές της σκέψης του και να ανακαλύψουν την προέλευση των διατυπώσεων της διδασκαλίας του, ακολουθώντας τρεις ερμηνευτικούς δρόμους:1. Η σχολή της υπερφυσικής ερμηνείας Η σχολή αυτή αποδέχεται ότι ο Παύλος έκανε λόγω περί του Χριστού ως Θεού, όπως το αποδέχεται η Ορθόδοξη και Ρωμαιοκαθολική εκκλησία. 2. Η φιλελεύθερη σχολή Σε αυτήν είναι διαδεδομένες οι φυσικές ερμηνείες της θεολογίας του Παύλου και απορρίπτεται το υπερφυσικό. Ο Ιησούς Χριστός θεωρείται ένα σημαντικό ιστορικό πρόσωπο, και η εμπειρία του Παύλου που οδήγησε στη μεταστροφή του ήταν μία ψευδαίσθηση. Αρνούμενοι τη θεότητα του Χριστού, αποδέχονται ότι ο Ιησούς δεν ζήτησε να πιστέψουν σε αυτόν, αλλά στο Θεό. 3. Η ριζοσπαστική σχολή Οι οπαδοί της σχολής αυτής αποδέχονται ότι ο Παύλος υπήρξε ο δεύτερος ιδρυτής του Χριστιανισμού και δεν ήταν μαθητής και ακόλουθος της διδασκαλίας του Χριστού. Τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι έρευνες για τις επιρροές του Παύλου είναι τόσα όσα και τα φιλοσοφικά ή θεολογικά ρεύματα με τα οποία ο Παύλος ήρθε σε επαφή: • Ο Ελληνιστικός κόσμος • Ο Ιουδαϊκός κόσμος και η Παλαιά Διαθήκη • Η πρώτη Χριστιανική Εκκλησία • Η προσωπική του εμπειρία από το βίωμα της μεταστροφής του προς τον Χριστιανισμό. Ένα πολύ σημαντικό ζήτημα είναι το εξής:Ο δανεισμός όρων και εκφράσεων του ελληνιστικού κόσμου, που πράγματι χρησιμοποιεί ο απόστολος για να διατυπώσει τη διδασκαλία του, σημαίνει ταυτόχρονα και υιοθέτηση ελληνιστικών ιδεών; Μπορεί να αποδειχθεί κάτι τέτοιο; Οι όροι που επεσήμαναν οι μελετητές πως μοιάζουν ελληνιστικοί, αναφέρονται είτε σε θεολογικά θέματα:Υιός του Θεού, Κύριος, Πλήρωμα της Θεότητας, Εικόνα Θεού, Σωτήρ κ.λπ. είτε σε ανθρωπολογικά ζητήματα:Σώμα, Ψυχή, Νους, Συνείδηση, Καρδιά, Σαρξ, Πνεύμα κ.λπ. Έπρεπε έτσι να διερευνηθεί κατά πόσο οι όροι αυτοί διατήρησαν την σημασία που είχαν πριν τη χρήση τους από τον Παύλο ή αν προσέλαβαν κάποια νέα, Παύλεια, έννοια.Το γενικό πλαίσιο των επιχειρημάτων που διατυπώνουν οι υπέρμαχοι της ελληνιστικής μορφής της διδασκαλίας του Παύλου είναι ότι οι όροι αυτοί διατήρησαν την προηγούμενη έννοιά τους καθώς: • Ο Παύλος μιλούσε την Ελληνική γλώσσα και ανήκε στη διασπορά, και • Έδρασε σε μια περιοχή, όπου οι Μυστηριακές Θρησκείες, τα Γνωστικά συστήματα ανθούσαν, όπως και οι φιλοσοφίες των Στωικών, των Επικούριων κ.λπ. Διατυπώνουν την υπόθεση μιας σημαντικής ελληνιστικής επιρροής στο σχήμα Σαρξ-Πνεύμα, την οποία προσέλαβε ο Παύλος κατά την περιοδεία του ως απαραίτητη για τη διάδοση του Χριστιανικού μηνύματος στα έθνη. Επίσης διαπιστώνουν την επιρροή του ελληνιστικού μυστικισμού σε ιδέες που προβάλουν την αντίληψη της μεταμόρφωσης και της θεοποίησης του ανθρώπου, ως αποτέλεσμα της επελεύσεως του θείου πνεύματος, μια θεώρηση που απέχει πολύ από τις ιουδαϊκές αντιλήψεις.Στον αντίποδα αυτών των απόψεων, εκείνοι που θεωρούν δεδομένη είτε την ιουδαϊκή επίδραση, είτε την πρωτοτυπία των διδασκαλιών του Παύλου, ισχυρίζονται ότι, τουλάχιστο τα Γνωστικά κείμενα, είναι μεταχριστιανικής προέλευσης και έχουν υποστεί την επίδραση χριστιανικών πηγών. Ως αρχικό σημείο κατανόησης του Παύλου θέτουν την Εσχατολογία του και το περιβάλλον του, δηλ. τον ιουδαϊσμό και την πρώτη Εκκλησία. Ο απόστολος, όντως, χρησιμοποιεί χωρία, γεγονότα και όρους από την Παλαιά Διαθήκη, τα οποία μεταφέρει στη νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε. Οι προφητείες και οι προσδοκίες της Π.Δ. εκπληρώνονται στο πρόσωπο του Χριστού και την εγκαθίδρυση της Εκκλησίας. Για τον Παύλο οι διάφορες φάσεις της ζωής του Χριστού, και ειδικά ο θάνατος του, η ταφή, και η Ανάστασή του, λαμβάνουν χώρα "κατά τας Γραφάς", ενώ διάφορα γεγονότα της Βίβλου ερμηνεύονται τυπολογικά από τον ίδιο. Ασφαλώς, η άποψη ότι ο Παύλος θεωρούσε τον Χριστιανισμό ως συνέχεια της Ιουδαϊκής θρησκείας δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή. Ο Παύλος έδωσε μια παγκοσμιότητα στη Χριστιανική θρησκεία, άγνωστη στον Ιουδαϊσμό, και αρκετές θέσεις του μέσα στις επιστολές έρχονται σε αντίθεση προς το πνεύμα του Νόμου και της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και των ιουδαϊκών αποκαλύψεων. Στις ιουδαϊκές αποκαλύψεις δεν υπάρχει διδασκαλία περί της συμμετοχής του Μεσσία στη δημιουργία, μια ιδέα, που βρίσκουμε συχνά στον Παύλο (Α' Κορ. 8:6, Κολ. 1:16), ούτε βρίσκονται ίχνη εξιλαστήριου και αντιπροσωπευτικού θανάτου του Μεσσία.Αυτό όμως δεν σημαίνει και πρόσληψη της ελληνιστικής σκέψης. Αντίθετα, η πεποίθησή του ότι ο Χριστιανισμός είναι μια νέα θρησκεία, τον κράτησε μακριά από το γράμμα του "Νόμου" αλλά και από το μυθολογικό πλαίσιο των ελληνιστικών θρησκειών.Για το λόγω αυτό, η σωτηρία του Παύλου είναι πρακτικής μορφής, και απαιτεί πίστη. Στο θέμα αυτό η ελληνική επίδραση δεν μπορεί παρά να είναι μόνο φραστική-επιφανειακή. Η Παύλεια Σωτηρία είναι απαλλαγή από την αμαρτία και επιτυγχάνεται με το βάπτισμα (Τίτ. 3:5), τη χάρη του θεού (Εφεσ. 2:5, και με την πίστη του ατόμου (Εφεσ. 2:8).Αντιθέτως, στο ελληνιστικό περιβάλλον, π.χ. ο Αντίγονος Α' ή ο Πτολεμαίος Α', εξαιτίας της σωτηρίας κάποιας πόλης, ονομάστηκαν "Σωτήρες". Το ίδιο έγινε αργότερα με Ρωμαίους ανώτατους λειτουργούς και μάλιστα με τον αυτοκράτορα που παρουσιάζεται σαν σωτήρας του κόσμου, που εισάγει μια νέα σωτήρια εποχή για όλη την ανθρωπότητα. Επίσης, με την όλο και εντονώτερη αναζήτηση της σωτηρίας από το άτομο, κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, Σωτήρες ονομάζονταν και εκείνοι που, σαν τον Επίκουρο, με τη διδασκαλία τους υπόσχονταν την εσωτερική απελευθέρωση. Όσο για τους όρους πνεύμα, ψυχή, σαρξ, ο Παύλος έδειχνε να εξαρτάται από την μετάφραση των εβδομήκοντα καθώς με τον όρο πνεύμα αποδίδει το εβραϊκό ruah, εμπλουτισμένο με τη Χριστιανική, προσωπική του πείρα. Ο Παύλος χρησιμοποιεί τον όρο "πνεύμα" για να δηλώσει το ανθρώπινο πνεύμα, αυτό που ο Έλληνας θα ονόμαζε "ψυχή". Όμως στον Παύλο (πρβλ. Α' Κορ. 15:44 εξ.) ο "ψυχικός" άνθρωπος είναι ο άνθρωπος χωρίς το Πνεύμα Θεού, ο άνθρωπος της λογικής και της φυσικής θρησκείας, σε αντίθεση με τον "πνευματικό" άνθρωπο. Αλλά και σε άλλα ζητήματα, όπως είναι το "υιός θεού", βλέπουμε πως οι ελληνιστικοί "υιοί θεού" δεν υψώθηκαν στη θεότητα μέσω της ευσέβειας και της πίστεως, ούτε από τη δύναμη της πίστης μιας κοινότητας, αλλά ανακηρύχθηκαν έτσι είτε από αυτοκρατορικά διατάγματα, είτε από δική τους αξίωση. Επίσης, στις ελληνιστικές θεότητες υπάρχει μια πλήρη μεταμόρφωση της ανθρώπινης φύσης μέσα στο Θείο ώστε τίποτε δεν απομένει από τον αρχικό άνθρωπο πέρα από την εξωτερική εμφάνιση. Στον Παύλο όμως η ανθρώπινη ύπαρξη του Χριστού τονίζεται ενάντια σε κάθε Δοκητική πεποίθηση (Ρωμ. 1:3, Α' Κορ. 15:3-4, Γαλ. 4:4, Ρωμ. 8:3-4, Α'. Τιμ. 3:16, Β' Κορ. 5:15, Τίτ. 2:14).Έτσι, ο χριστιανισμός του Παύλου έμεινε πιστός στη βιβλική ιστορική προοπτική της ιστορίας και είναι δύσκολο να συνδεθεί η διδασκαλία του με κάποιο μυστικιστικό, υπερβατικό σωτηριολογικό μύθο, όπως συμβαίνει στις Μυστηριακές Θρησκείες και στο Γνωστικισμό, όπου, μετά την απόρριψη της ιστορίας και της παράδοσης, η θρησκευτική φαντασία δούλεψε ελεύθερα μέσα στο χώρο του άγνωστου μεταφυσικού. Στον Παύλο, το υπερβατικό χριστολογικό δόγμα σχετίζεται, σε κάθε σημείο του, όχι μόνο ουσιαστικά μ' αυτό που ήταν ο ιστορικός Ιησούς αλλά και με τη συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα των χρόνων εκείνων.Έχουν γραφεί πολλές μελέτες για διατυπωθούν απόψεις περί μιας επανίδρυσης του χριστιανισμού από τον Παύλο επειδή η μεσσιανική εσχατολογία των Ευαγγελίων οδηγείται σε μια επεξεργασμένη και εξελιγμένη χριστολογία. Ο Χριστιανισμός όμως δεν μπορούσε να μείνει αδιάφορος μπροστά στην πραγματικότητα της εποχής που ήταν η καταπίεση της Ρώμης, όπως εκφράζονταν ιδίως στην αυτοκρατορική λατρεία, και στη μάταιη προσπάθεια του ιουδαϊκού επαναστατικού μεσσιανικού κινήματος να βρει διέξοδο.Το όλο ζήτημα φαίνεται να παραμένει βιβλικό και ιουδαϊκό μέχρι τέλους: στόχος είναι παντού ο νέος κόσμος του Θεού, η καινή κτίση, η κυριαρχία του Θεού πάνω στον κόσμο, η βασιλεία του Θεού. Απλώς, για την Εκκλησία, ήρθε η κατάλληλη στιγμή για να αποκαλυφθούν όσα ήταν αληθινά: • Η θεολογία του Παύλου απαντά στην Γνωστική κοσμολογία με τη συμμετοχή του Χριστού στη δημιουργία του κόσμου. Δεν χωρίζει η δημιουργία από τη σωτηρία. Ο Σωτήρας του κόσμου είναι ο αγαθός και καλοπροαίρετος Δημιουργός και όχι ο απολυταρχικός Καίσαρας. • Η σύνδεση της προΰπαρξης του Ιησού με μεγάλους σταθμούς στην ιστορία του Ισραήλ, εκτός των άλλων, τονίζει και τα εξής: η εμφάνιση του Ιησού Χριστού δεν είναι κάτι πρωτοφανές στην ιερή ιστορία αλλά μια πράξη που έχει σωτηριολογικά προηγούμενα στην ιστορία τού λαού του Θεού. • Η κένωση και ταπείνωση του Χριστού ταυτίζει τον θείο κόσμο με τους καταδυναστευμένους και καταπιεσμένους. Η "εξουσία" του Χριστού δεν μοιάζει με την εξουσία του Καίσαρα αφού είναι διάκονος και βασιλεύει με τη διακονία της αγάπης • Η επάνοδος του Χριστού εκτός άλλων θα αποτελέσει και την τελική νίκη κατά των εχθρών της ανθρωπότητας ένας από τους οποίους είναι και ο θάνατος που σε όλη την ιουδαϊκή Αποκαλυπτική φιλολογία είναι ταυτόσημος προς την καταπίεση, τα βάσανα και την απόγνωση του λαού του Θεού από τους διάφορους κατακτητές. Η Εκκλησία δέχεται ότι δεν είναι δυνατόν να διαχωριστεί το υπερφυσικό από την ίδια την πορεία της. Ισχυρίζεται ότι ο απόστολος Παύλος είπε για τον Χριστό πράγματα, πέρα (και όχι αντίθετα) από τους λόγους, που ο ίδιος ο Χριστός είπε για τον εαυτό του και από όσα οι Ευαγγελιστές έγραψαν για τον Χριστό. Επίσης πιστεύει ότι για να λεχθεί κάτι γνήσιο και ορθό πέρα από τους ευαγγελικούς λόγους και πάνω από τις ανθρώπινες νοητικές δυνάμεις, είναι απαραίτητη η προσωπική μετοχή στον Χριστό. Οι διαβεβαιώσεις "ζώ δε ούκέτι έγώ, ζή δέ έν έμοί Χριστός" και "δοκώ δέ κάγώ πνεύμα Θεού έχειν" δείχνουν την πεποίθηση της Εκκλησίας ότι μόνο βιώνοντας την αλήθεια μπορεί κανείς να μιλήσει γι? αυτήν.Σχετικά με τη γλώσσα του Παύλου, ο Χριστιανισμός αποδέχεται ασφαλώς τη χρήση της εποχικής γλώσσας, ισχυρίζεται όμως ότι γίνεται με σαφή συνείδηση ότι δεν υπάρχει αναλογία ή αντιστοιχία μεταξύ του εγγενούς περιεχομένου των παραπάνω φιλοσοφικών όρων και της αλήθειας, που επιθυμούσαν με αυτούς να δηλώσουν.Για το λόγω αυτό έπρεπε να εξηγηθεί ότι η βασιλεία του Θεού δεν είναι κοσμική βασιλεία, όπως την κατανοούσαν οι Εβραίοι και οι Ρωμαίοι, ότι η μακαριότητα είναι κάτι άλλο και δεν έχει σχέση με τρίτο ή πέμπτο όροφο του ουρανού, ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από το μηδέν και ο άνθρωπος κατ' εικόνα Θεού και δεν είναι ο άνθρωπος "γένος" του Θεού, όπως το εννοούσαν οι στωικοί.Παρά τη γνωριμία του με την ελληνική παιδεία, οι ρίζες της ζωής και της σκέψεως του Παύλου παραμένουν πάντοτε εβραϊκές. Αν αντιπαραβάλλουμε τη σκέψη του με εκείνη ενός άλλου ελληνιστή Ιουδαίου, του Φίλωνα, θα δούμε πως ο τελευταίος, ενώ παραμένει ένας ευσεβής και πιστός Ιουδαίος, προβαίνει στην ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης με σχήματα πλατωνικά και μετα - πλατωνικά, τα οποία αποδέχεται ως απόλυτη αλήθεια.Ο Παύλος δεν ακολουθεί τον ίδιο δρόμο. Η όλη θρησκευτική του τοποθέτηση είναι βασικά εβραϊκή, αφού εκεί βρίσκονται πραγματικά οι ρίζες του. Από την άποψη αυτή ότι και αν γνωρίζει ή χρησιμοποιεί από τον μη ιουδαϊκό κόσμο, δεν είναι ικανό να αλλοιώσει ουσιαστικά τη θρησκευτική νοοτροπία του.Ένα γεγονός και μόνο είναι αυτό που φαίνεται να αλλοιώνει πραγματικά τη σκέψη του: η συνάντησή του με τον Ιησού Χριστό, που δεν είναι μόνο "μωρία" για τους Έλληνες, αλλά και "σκάνδαλο" για τους Ιουδαίους. Ο Παύλος κατανοείται καλύτερα μόνον ως πρωτότυπος στοχαστής, που δίνει τόσο στις εβραϊκές όσο και στις ελληνικές κατηγορίες και λέξεις νέο περιεχόμενο και σημασία, εμπνευσμένα από το γεγονός του Χριστού και την εμπειρία της Εκκλησίας. Η θεώρηση του κόσμου και της ιστορίας γίνεται πλέον από τη σκοπιά του αναστημένου Χριστού και τον οδηγεί σε μια αναθεώρηση της ελληνικής "σοφίας". Οι Επιστολές Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι τα πρώτα γραπτά μνημεία της Καινής Διαθήκης και αποτελούν έργα περιστασιακά, γράφτηκαν δηλαδή για να απαντήσουν σε διάφορα ερωτήματα που έθεταν οι νεοϊδρυθείσες εκκλησίες στον απόστολο. Κατά τη συγγραφή των επιστολών του ακολουθεί ο Παύλος τους ισχύοντες κανόνες της ελληνικής επιστολογραφίας (προοίμιο που περιέχει τον αποστολέα, παραλήπτη και χαιρετισμό - ανάπτυξη του θέματος - τελικοί χαιρετισμοί) και προσθέτει στο τέλος ιδιόχειρο χαιρετισμό προς δήλωση της γνησιότητας της επιστολής (Ρωμ. 16:22, Α' Κορ. 16:21, Γαλ. 6:11, Κολ. 4:18, Β' Θεσ. 3:17, Φιλ. 19).Η διάταξη των επιστολών του Παύλου στον κανόνα της Καινής Διαθήκης έγινε ανάλογα με την έκταση τους. Πρώτη δηλ. τοποθετήθηκε η προς Ρωμαίους, που είναι η μεγαλύτερη (16 κεφάλαια) και τελευταία η προς Φιλήμονα (25 στίχοι): • προς Ρωμαίους • προς Κορινθίους Α' • προς Κορινθίους Β' • προς Γαλάτας • προς Εφεσίους • προς Φιλιππησίους • προς Κολοσσαείς • προς Θεσσαλονικείς Α' • προς Θεσσαλονικείς Β' • προς Τιμόθεον Α' • προς Τιμόθεον Β' • προς Τίτον • προς Φιλήμονα • προς Εβραίους (η επιστολή αυτή, συνήθως ακολουθεί μετά από την ομάδα των 13 επιστολών του Παύλου) Οι 14 παύλειες επιστολές, για τις οποίες οι Πράξεις των Αποστόλων δίνουν ένα πολύτιμο ιστορικό πλαίσιο, αποτελούν ένα μεγάλο τμήμα της Καινής Διαθήκης. Οι επιστολές αυτές σημαδεύουν το αποστολικό έργο του Παύλου στην "ειδωλολατρική" γη.Η χρονολογική τοποθέτηση των επιστολών του Παύλου στη διάρκεια της ζωής και της ιεραποστολικής του δράσης είναι δυνατή από τις πληροφορίες των ίδιων των επιστολών σε συνδυασμό προς αντίστοιχες πληροφορίες των Πράξεων ή από τη συσχέτιση τους με γεγονότα της ιστορίας: • Οι Α' και Β' επιστολές προς Θεσσαλονικείς γράφτηκαν στην Κόρινθο περίπου από το 50-52 μ.Χ σύμφωνα με τους υπολογισμούς των μελετητών. • Η Επιστολή προς Φιλιππησίους γράφτηκε στην Έφεσο γύρω στο 52-56, ενώ κατ' άλλους στη Ρώμη γύρω στο 60-62 μ.Χ. • Η Επιστολή προς Γαλάτες γράφτηκε στην Έφεσο κάπου ανάμεσα στο 52 έως το 55 μ.Χ. • Οι επιστολές Α' και Β' προς Κορινθίους, γράφτηκαν, η "Α'" στην Έφεσο (ομοφωνία απόψεων) και "Β'" στη Μακεδονία ή στους Φιλίππους ή στην Έφεσο, από το 55-57 μ.Χ. • Η Επιστολή προς Ρωμαίους γράφτηκε στην Κόρινθο το 57 μ.Χ. • Η Επιστολή προς Κολοσσαείς γράφτηκε στην Έφεσο κατά το 52-55 ή στη Ρώμη το 60-62 μ.Χ. • Η Επιστολές προς Φιλήμονα γράφτηκε στην Έφεσο κατά το 52-55 ή στη Ρώμη το 60-62 μ.Χ. • Η Επιστολή προς Εφεσίους γράφτηκε στην Έφεσο το 54-55 ή στη Ρώμη το 60-62 μ.Χ. • Οι Α' και Β' επιστολές προς Τιμόθεον γράφτηκαν, η "Α'" στη Μακεδονία ή στη Νικόπολη το 63-44, και η "Β'" στη Ρώμη το 65-67 μ.Χ. • Η επιστολή προς Τίτον, γράφτηκε στους Φιλίππους το 63-64 μ.Χ. Τα τρία τελευταία κείμενα, θέτουν και ένα φιλολογικό πρόβλημα: προϋποθέτουν τουλάχιστο τη χρήση ενός γραμματέα, που τους έδωσε τη σφραγίδα του δικού του ύφους παρ' όλη την εξάρτηση από τη σκέψη του Παύλου.Η περίπτωση της προς Εβραίους επιστολής είναι διαφορετική. Αν και η αρχαία παράδοση τη συνδέει πάντα με το παύλειο σύνολο, ο συντάκτης της έχει μια φιλολογική προσωπικότητα και μια πρωτοτυπία σκέψεως καθαρά διάφορες από τις αντίστοιχες του Παύλου. Ωστόσο το κείμενο πρέπει να είναι προγενέστερο του 70 μ.Χ., γιατί φαίνεται ότι αγνοεί την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και το τέλος της λατρείας του ναού και ίσως γράφτηκε στη Ρώμη.Οι επιστολές του Παύλου μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ανάλογα με τους παραλήπτες τους ως εξής: • Επιστολές που απευθύνονται σε μια συγκεκριμένη εκκλησία (Α'-Β' Κορ, Α'-Β' Θεσ, Φιλιπ., Κολ.) • Επιστολές που απευθύνονται σε μια ομάδα εκκλησιών και ονομάζονται "εγκύκλιες επιστολές" (Εφεσ., και ίσως η Ρωμ.) • Επιστολές που απευθύνονται σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο (Α'-Β'Τιμ, Τιτ., Φιλημ). • Επιστολές γράφτηκαν τον καιρό που ο Παύλος ήταν φυλακισμένος: Αυτές είναι οι 4 "επιστολές της αιχμαλωσίας" (Εφεσ., Φιλ., Κολ., Φιλημ.) και η Β' Τιμ. • Οι τρεις επιστολές Α'- Β' Τιμ. και Τίτ. που απευθύνονται σε ποιμένες των εκκλησιών ονομάζονται από το 18ο αιώνα και ύστερα "Ποιμαντικές". Η αυθεντικότητα των Ποιμαντικών Επιστολών Σύμφωνα με την επιγραφή τους οι ποιμαντικές επιστολές συνεγράφησαν από τον ίδιο τον Παύλο και αυτό δέχεται και η αρχαία παράδοση. Παρόλα αυτά, κατά τους νεώτερους χρόνους, σοβαροί ερευνητές αμφισβήτησαν τη γνησιότητά τους, είτε συνολικά είτε εν μέρη. Οι διάφορες απόψεις συνοψίζονται ως εξής: • Αμφισβήτηση της Α' προς Τιμόθεον για την οποία προτείνεται η λύση της κατασκευής της με βάση τις γνήσιες Β' προς Τιμόθεον και προς Τίτον επιστολές. • Απόρριψη της γνησιότητας όλων των ποιμαντικών επιστολών, τοποθετώντας τη συγγραφή τους στην τρίτη δεκαετία του 2ου αι. μ.Χ. ή και αργότερα. • Αναγνώριση στο κείμενο της Β' προς Τιμόθεον, αποσπασμάτων από γνήσιες επιστολές του Παύλου. • Αναγνώριση, κατά βάση, της γνησιότητας όλων των ποιμαντικών επιστολών, αλλά με την ύπαρξη προσθηκών από άλλες γνήσιες επιστολές του Παύλου. • Αναγνώριση των ποιμαντικών επιστολών ως γνήσιες, με την προσθήκη παρεμβολών από τους παραλήπτες προφορικών λόγων του Παύλου που αρχικά θα γράφονταν στα περιθώρια των χειρογράφων. • Αναγνώριση, κατά βάση, της γνησιότητας των ποιμαντικών επιστολών με ενσωμάτωση από τον ίδιο τον Παύλο τμημάτων από κείμενα που ανάγονται στον ελληνιστικό Ιουδαϊσμό. Σήμερα, το σύνολο σχεδόν των ορθοδόξων και καθολικών ερευνητών υποστηρίζουν τη γνησιότητα των ποιμαντικών επιστολών, κυρίως με τη μορφή της "θεωρίας του γραφέως".Αυτό σημαίνει πως αν ληφθούν υπόψη: • η δεύτερη και αυστηρότερη αιχμαλωσία του Παύλου στη φυλακή • οι συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων στις φυλακές της Ρώμης • ο συνωστισμός που επικρατούσε • οι κακές συνθήκες φωτισμού κ.λπ., είναι μάλλον απίθανο να έγραψε ο ίδιος τόσο μεγάλες επιστολές χωρίς τη βοήθεια κάποιου γραφέα ο οποίος ανέλαβε το καθήκον αυτό βάση οδηγιών που λάμβανε από τον ίδιο τον Παύλο.Αυτό σημαίνει ότι, συνέτασσε λιγότερο ή περισσότερο ελεύθερα το κείμενο, με βάση τις οδηγίες του αποστόλου, φέρνοντας εις πέρας ένα έργο επίπονο και μακροχρόνιο, το οποίο είναι φυσικό να απέκτησε εν μέρη το προσωπικό ύφος του γραφέα. Έτσι εξηγούνται οι παρεκκλίσεις γλώσσας και ύφους που συναντάμε στις επιστολές. Τέλος, έγινε δεκτό ότι το κείμενο πρέπει να το ενέκρινε, να το διόρθωνε και να το υπέγραφε ο ίδιος ο Παύλος και με τον τρόπο αυτό ερμηνεύεται η ομοιότητα με το παύλειο ύφος. http://www.agpaulou.gr/

Στον δρόμο για την ...Δαμασκό (μέρος ΙΙ)

(συνέχεια απο προηγ.ανάρτηση )
Η πρώτη αποστολική περιοδεία Τα γεγονότα της πρώτης αποστολικής περιοδείας που αποτελεί την πρώτη μεγάλη εξόρμηση του χριστιανισμού έξω από τα όρια της Παλαιστίνης, περιλαμβάνονται στα κεφ. 13 και 14 των Πράξεων των Αποστόλων και περιγράφουν πώς ο Παύλος και ο Απόστολος Βαρνάβας, συνοδευόμενοι από τον ανεψιό του Βαρνάβα, Ιωάννη-Μάρκο (ο συγγραφέας του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου), ξεκινούν για την δύσκολη αποστολή. Στην Πέργη, ο Ιωάννης Μάρκος, για άγνωστους λόγους εγκατέλειψε την περιοδεία.Το ταξίδι αυτό αρχίζει από την Αντιόχεια και περιλαμβάνει την Κύπρο, την Πέργη της Παμφυλίας, την Αντιόχεια της Πισιδίας και πόλεις της Λυκαονίας (ή Νότιας Γαλατίας), όπως το Ικόνιο, τα Λύστρα και τη Δέρβη. Μάλιστα στην περιοχή της Γαλατίας, οι κοινότητες που ιδρύονται περιλαμβάνουν χριστιανούς εξ Ιουδαίων και εξ εθνικών, οι οποίοι αρχικά συνυπάρχουν και συζούν αρμονικά, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.Η μέθοδος που ακολούθησαν ήταν να απευθύνονται πρώτα στους Ιουδαίους στις συναγωγές. Όπως ήταν φυσικό, οι ομιλίες άρχιζαν πάντοτε από την Παλαιά Διαθήκη και τονιζόταν ότι οι προφητείες για την έλευση του Μεσσία πραγματοποιήθηκαν πλέον στο πρόσωπο του Ιησού, τον οποίο όμως η ανώτατη θρησκευτική ηγεσία των Ιεροσολύμων παρεξήγησε και καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο με τη συνεργασία των ρωμαίων. Όμως ο Χριστός αναστήθηκε, εμφανίστηκε στους μαθητές του, και τους έδωσε εντολή να κηρύξουν τα γεγονότα αυτά σε όλα τα έθνη, ξεκινώντας από τους Ιουδαίους.Μετά από την εχθρότητα που συνάντησαν από μέρους των Ιουδαίων, στράφηκαν προς τους εθνικούς, συνήθως μέσω των εθνικών που ήταν προσύλητοι στον Ιουδαϊσμό. Σε όλη την πορεία του ο Παύλος είχε αρκετούς συνεργάτες που προέρχονταν από Ελληνικές πόλεις ή ήταν ελληνιστές Ιουδαίοι: • ο Τιμόθεος, από μητέρα "Ιουδαία πιστή" και Έλληνα πατέρα (Πράξ. 16:1) • ο Τίτος, πιθανώς Έλληνας της Αντιόχειας (Γαλ. 2:3) • ο Τρόφιμος (Πράξ. 21:29) • ο Φιλήμων (Φιλήμ. 1) • ο Σώπατρος (Πράξ. 20:4) ή Σωσίπατρος (Ρωμ. 16:20) • ο Γάιος (Πράξ. 19:29) • ο Αρίσταρχος (Πράξ. 19:29) • ο Σεκούνδος (Πράξ. 20:4) • ο Ονήσιμος (Φιλήμ. 10) • ο Στεφανάς (Α' Κορ. 1:16) • ο Επαφρόδιτος, (Φιλ. 2:25) και φυσικά ο Ευαγγελιστής Λουκάς (Κολ. 4:24).Αν και δεν έγινε δυνατό να δημιουργηθούν πολλές κοινότητες κατά το πρότυπο της Εκκλησίας της Αντιόχειας, όπου η πλειοψηφία των πιστών ήταν Ιουδαίοι, δημιουργήθηκαν όμως χριστιανικές κοινότητες αποτελούμενες κατά το μεγαλύτερο μέρος από εθνικούς. Από την άποψη αυτή, η περιοδεία στέφθηκε από επιτυχία. Πολλές Εκκλησίες οργανώθηκαν (Πράξ. 14:23), αν και αυτό έγινε κάτω από διωγμούς και αρκετούς κινδύνους των Αποστόλων (Β' Τιμ. 3:11).Ασφαλώς, η δημιουργία Εκκλησιών με τη συμμετοχή πολλών εθνικών αποτελεί σπουδαία επιτυχία της αποστολής του Παύλου, αποτέλεσε όμως και αιτία αναταραχής από την μεριά κάποιων ιουδαϊζόντων, οι οποίοι απαιτούσαν από τους εξ εθνών προσήλυτους να περιτέμνονται πριν ενταχθούν στην Εκκλησία.Αυτή η αναταραχή οδήγησε στην πρώτη Αποστολική Σύνοδο. Η Αποστολική Σύνοδος Μετά την αποστολή του Βαρνάβα και του Παύλου από την εκκλησία της Αντιόχειας στην πρώτη αποστολική περιοδεία, επέστρεψαν και πάλι στο Ιεραποστολικό τους κέντρο την Αντιόχεια και αφού συγκέντρωσαν την εκκλησία, τους διηγήθηκαν όσα έκανε ο Θεός μ' αυτούς και ότι άνοιξε και στους εθνικούς την πόρτα της πίστεως.Ο Παύλος και ο Βαρνάβας παρέμειναν στην Αντιόχεια για αρκετό καιρό με τους άλλους χριστιανούς (Πράξ. 13:1 - 14,28). Αυτή την περίοδο ήρθαν από την Ιουδαία στην Αντιόχεια μερικοί χριστιανοί που δίδασκαν τους πιστούς πως αν δεν περιτέμνονται, όπως ακριβώς προστάζει ο νόμος του Μωυσή, δεν μπορούν να σωθούν. Μια τέτοια διδασκαλία των ιουδαϊζόντων προκάλεσε την αντίδραση του Παύλου και του Βαρνάβα και έτσι δημιουργήθηκε αναστάτωση και συζήτηση μεγάλη ανάμεσα στις δύο μερίδες. Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης ήταν να ανέβουν ο Παύλος και ο Βαρνάβας και μερικοί άλλοι από τους χριστιανούς της Αντιόχειας στα Ιεροσόλυμα, για να λύσουν το ζήτημα που δημιουργήθηκε με τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους:"γενομένης δε στάσεως και ζητήσεως ουκ ολίγης τω Παύλω και τω Βαρνάβα προς αυτούς, έταξαν αναβαίνειν Παύλον και Βαρναβάν και τινας άλλους εξ αυτών προς τους αποστόλους και πρεσβυτέρους εις Ιερουσαλήμ περί του ζητήματος τούτου" (Πράξ. 15:2). Αναχώρησαν έτσι από την εκκλησία της Αντιόχειας και όταν έφθασαν στην Ιερουσαλήμ "παρεδέχθησαν από της εκκλησίας και των αποστόλων και των πρεσβυτέρων" (Πράξ. 15:4), και μετά την υποδοχή, συγκροτήθηκε η Σύνοδος των Ιεροσολύμων, η γνωστή ως Αποστολική Σύνοδος.Σημαντικά πρόσωπα στη συζήτηση της Συνόδου ήταν οι Πέτρος, Βαρνάβας, Παύλος και Ιάκωβος. Στην προς Γαλατάς επιστολή (2:1-14), ο Παύλος μάλιστα αναφέρεται στις κατ' ιδίαν διαβουλεύσεις που είχε με τους αποστόλους, όπου τόνισε την απ' ευθείας κλήση του στο αποστολικό αξίωμα από τον Χριστό και τόνισε ότι "ουδέ Τίτος ο σύν εμοί, Έλλην ών, ηναγκάσθη περιτμηθήναι".Ο πρόδεδρος της Συνόδου, Ιάκωβος (ο Αδελφόθεος), συμφωνώντας με τους Πέτρο, Βαρνάβα και Παύλο, και βασισμένος στην προφητεία Αμώς 9:11-12, πρότεινε "μη παρενοχλείν τοις από των εθνών επιστρέφουσιν επί τον Θεόν" (Πράξ. 15:19) και τη λήψη σχετικής αποφάσεως. Η απόφαση της Συνόδου συνιστά να μην επιβληθεί κανένα άλλο βάρος στους εξ εθνών χριστιανούς παρά:"απέχεσθαι ειδωλοθύτων καί αίματος καί πνικτού καί πορνείας" (Πράξ. 15:28-29) Αποφασίστηκε να διαβιβάσουν την απόφαση με επιστολή στους εξ εθνών χριστιανούς της Αντιόχειας, της Συρίας και της Κιλικίας, και η μεταφορά της ανατέθηκε "τώ Παύλω καί Βαρνάβα, Ιούδαν τον επικαλούμενον Βαρσαββάν καί Σίλαν, άνδρας ηγουμένους εν τοίς αδελφοίς" (Πράξ. 15:22), από τους οποίους οι δύο τελευταίοι είχαν εντολή να μεταφέρουν όσα συζητήθηκαν και "διά λόγου" (Πράξ. 15:27). Η δεύτερη αποστολική περιοδεία H δεύτερη περιοδεία του Παύλου, πραγματοποιείται μετά την Αποστολική Σύνοδο και συμπίπτει με τη νέα εποχή που αρχίζει στις σχέσεις Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Αρχίζει από την Αντιόχεια με τη συνοδεία του Σίλα και όχι του Βαρνάβα τη φορά αυτή, ο οποίος με τον ανεψιό του Ιωάννη Μάρκο αναλαμβάνει νέα αποστολή στην Κύπρο.Μετά από επίσκεψη στις Εκκλησίες της Λυκαονίας με την προσθήκη στη συνοδεία του Τιμοθέου, που τον παραλαμβάνει στα Λύστρα, πηγαίνει στη Φρυγία και στη Γαλατική χώρα και στη συνέχεια στην Τρωάδα, από όπου ύστερα από ένα όραμα έρχεται στη Μακεδονία:"Και στον Παύλο φάνηκε κατά τη νύχτα ένα όραμα: Ένας άνδρας Μακεδόνας στεκόταν όρθιος, παρακαλώντας τον και λέγοντας: Διάβα στη Μακεδονία, και βοήθησέ μας." (Πράξ. 16:9) Στο σημείο αυτό προστίθεται στη συνοδεία και ο Λουκάς, ο οποίος στη διήγηση των Πράξεων περιγράφει από το σημείο αυτό και εξής τα γεγονότα σε πρώτο πρόσωπο πληθυντικού αριθμού (τα λεγόμενα ημείς εδάφια των Πράξεων).Καθώς ο Παύλος ήθελε να ιδρύσει Εκκλησίες σε μεγάλα κέντρα επιρροής, σχεδίαζε να επισκεφθεί την Έφεσο, εμποδίστηκε όμως "από το Άγιο Πνεύμα". Έτσι κατευθύνθηκε προς τις μεγάλες πόλεις της Βιθυνίας στον Βορρά. Πιθανώς οι εξ εθνών Εκκλησίες της βόρειας Γαλατίας, στις οποίες απηύθυνε την Προς Γαλατάς Επιστολή, να ιδρύθηκαν καθ' οδών. Τα σχέδια του εμποδίστηκαν άλλη μία φορά και κατευθύνθηκε βορειοανατολικά προς την Τρωάδα, από την οποία, έπειτα από ένα όραμα, πέρασε διά θαλάσσης στην Μακεδονία.Ο Παύλος φτάνει δια μέσου της Αμφιπόλεως και της Απολλωνίας στη Θεσσαλονίκη, την οποία αναγκάζεται λόγω των διωγμών να εγκαταλείψει γρήγορα, για να μεταβεί στη Βέροια (όπου μένει για μικρό χρονικό διάστημα, πάλι για τους ίδιους λόγους). Ίδρυσε όμως τις Εκκλησίες των Φιλίππων, της Θεσσαλονίκης και της Βέροιας και έτσι, στους Φιλίππους της Μακεδονίας ιδρύεται η πρώτη επί ευρωπαϊκού εδάφους Εκκλησία που, όπως φαίνεται από τις επιστολές του Παύλου, του είναι ιδιαίτερα προσφιλής.Κατόπιν, από τη Βέροια αναγκάστηκε να φύγει για την Αθήνα. Ο συγγραφέας των Πράξεων παραθέτει ομιλία του Παύλου στην Πνύκα και αναφέρει δύο ονόματα, τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη και τη Δάμαρι μεταξύ των πενιχρών καρπών της επισκέψεως αυτής. H ιεραποστολική δράση του Παύλου στην Αθήνα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιτυχία. Το αντίθετο θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς. Ο Λουκάς έχει συνείδηση των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν εκεί και των δυσχερειών που περικλείει το θέμα Ευαγγέλιο - Ελληνισμός. Γενικά παρατηρεί, ότι οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν τον Παύλο με σκεπτικισμό και με τη φράση "ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου". Το κήρυγμα περί της αναστάσεως των νεκρών φαίνεται να υπήρξε, κατά τον Λουκά, η κύρια πέτρα του σκανδάλου για τους Αθηναίους φιλοσόφους. Στην ομιλία του όπως παραδίδεται στις Πράξεις, ο Παύλος προσπάθησε να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός ακροατηρίου με φιλοσοφική παιδεία, τελικά όμως, στην Αθήνα δεν ιδρύθηκε Εκκλησία.Ο επόμενος σταθμός της περιοδείας είναι η εμπορική πόλη της Κορίνθου όπου γνώρισε τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, ένα ανδρόγυνο Εβραίων, οι οποίοι ήταν επίσης σκηνοποιοί. Είχαν φθάσει πρόσφατα στην Κόρινθο από την Ρώμη, έπειτα από ένα διάταγμα του αυτοκράτορα Κλαυδίου, με το οποίο απελάθηκαν οι Εβραίοι από την πρωτεύουσα. Στην Κόρινθο ο Παύλος παρέμεινε ενάμιση χρόνο κοντά στους Ακύλα και Πρίσκιλλα και έγραψε τις δύο επιστολές προς Θεσσαλονικείς.Στις Πράξεις αναφέρεται ένα επεισόδιο, κατά το οποίο ο Παύλος παρουσιάστηκε στον ανθύπατο Γαλλίωνα. Το στοιχείο αυτό είναι σημαντικό για την χρονολόγηση του βίου του Παύλου, διότι βάσει μιας επιγραφής, η οποία ανακαλύφθηκε στους Δελφούς, ο Γαλλίων ανέλαβε αυτό το αξίωμα το 51 μ.Χ.Από την Κόρινθο μαζί με τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα φεύγουν για την Έφεσο, από την οποία επισκέπτεται την Καισαρεία της Παλαιστίνης και ίσως για λίγο και τα Ιεροσόλυμα, για να ξαναγυρίσει στην Αντιόχεια, όπου δεν μένει πολύ και ούτε επανέρχεται. Η τρίτη αποστολική περιοδεία Ο Παύλος την εποχή αυτή είχε πλέον ιδρύσει Εκκλησίες στην Μικρά Ασία και στην Ελλάδα με ένα σημαντικό κέντρο στην Κόρινθο και είχε αρχίσει να εργάζεται στην επίσης σημαντική Έφεσο. Ακολούθησε μια περίοδος σταθεροποίησης.Μετά την επιστροφή του στην Αντιόχεια και αφού παρέμεινε εκεί ένα διάστημα, ο Παύλος έφυγε για τη Γαλατική χώρα και τη Φρυγία για να στηρίξει τις εκκλησίες που είχε ιδρύσει κατά την προηγούμενη περιοδεία του. Κατόπιν, περιόδευσε στη δυτική περιοχή της Βιθυνίας και κατέληξε στην Έφεσο, το ορμητήριο της τρίτης περιοδείας του, στην οποία έφτασε διά ξηράς μέσω της περιοχής της Φρυγίας. Την εποχή αυτή πρέπει να ίδρυσε Εκκλησίες στις Κολοσσές, στην Ιεράπολη και στην Λαοδίκεια.Από την Έφεσο, ο Παύλος επισκέπτεται τη Μικρά Ασία και την Ελλάδα. Κατά το διάστημα αυτό γράφονται πιθανώτατα στην Έφεσο, όπου φυλακίζεται ο Παύλος, όλες ή μερικές από τις λεγόμενες "επιστολές της αιχμαλωσίας" (προς Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα, Εφεσίους), αν και η παράδοση τις τοποθετεί στο χρονικό διάστημα της φυλακίσεως του Παύλου στη Ρώμη μετά μια πενταετία.Για όλη την περιοδο αυτή οι Πράξεις δίνουν ελλιπείς πληροφορίες, τις οποίες τελικά αντλούμε από τις επιστολές του Παύλου. Για παράδειγμα, δεν αναφέρονται στις Πράξεις οι κίνδυνοι που πέρασε ο Παύλος και μαρτυρούνται στα Α' Κορ. 15:32 ή Β' Κορ. 1:8-10 και η σωτηρία του από βέβαιο θάνατο με την αυτοθυσία των Ακύλα και Πρίσκιλλας (Ρωμ. 16:3-4). Τα περιστατικά που περιγράφονται ("εθηριομάχησα", "το απάκριμα του θανάτου", "τον εαυτών τράχηλον υπέθηκαν") ίσως σημαίνουν σημαίνουν, μία ή και δύο φυλακίσεις του Παύλου στην Έφεσο.Αναφέρονται πάντως κάποια σημαντικά γεγονότα όπως η ύπαρξη κάποιων αιρέσεων στην Έφεσο, όπως οι αγνοούντες το Άγιο Πνεύμα πρώην οπαδοί του Ιωάννη του Βαπτιστή (Πράξ. 19:2), οι Ιουδαίοι που έκαναν εξορκισμούς στο όνομα του Ιησού (19:13), όπως και μια αναταραχή που προκλήθηκε από κάποιον αργυροχόο που λεγόταν Δημήτριος, επειδή πολλοί μεταστρέφονταν από τα κυρήγματα του Παύλου και έτσι υπήρχε κίνδυνος να μείνουν χωρίς δουλειά οι τεχνίτες που ζούσαν από τις πωλήσεις ομοιωμάτων του ναού της Άρτεμης στην Έφεσο (Πράξ. 19:23-41).Από τη δραστηριότητα του Παύλου κατά το διάστημα της περιοδείας αυτής ξεχωρίζουν οι σχέσεις του με την Εκκλησία της Κορίνθου, που προκαλούν τα επανειλημμένα του ταξίδια εκεί και την αλληλογραφία (Α και Β επιστολές προς Κορινθίους).Η αλληλογραφία του με την Κόρινθο αποκαλύπτει τις μεγάλες δυσκολίες οι οποίες μπορούσαν να ανακύψουν. Ο Παύλος είχε την πρόθεση να κηρύξει στην Τρωάδα, αλλά είχε τόση αγωνία για την Κόρινθο, ώστε έφυγε για την Μακεδονία, ελπίζοντας να συναντηθεί με τον Τίτο κατά την επιστροφή του. Τον συναντά τελικά μάλλον στους Φιλίππους καθώς εκείνος επέστρεφε φέρνοντας καλά νέα και ότι η επιστολή είχε θετικά αποτελέσματα. Με αισθήματα μεγάλης ανακούφισης ο Παύλος έγραψε την Β' επιστολή προς Κορινθίους η οποία διαπνέεται από το θέμα της συμφιλίωσης. Ένα άλλο θέμα της Β' προς Κορινθίους είναι ο έρανος για τους φτωχούς της Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ ως ένα δώρο το οποίο ο Παύλος θεωρούσε σύμβολο τής ενότητας μεταξύ των εξ Ιουδαίων και των εξ εθνών Εκκλησιών. Ήταν άλλωστε πραγματικότητα, το συνεχιζόμενο πρόβλημα που δημιουργούσε μια ομάδα η οποία υποστήριζε πως οι εξ εθνών χριστιανοί της Γαλατίας έπρεπε να περιτιμηθούν και να τηρούν τον Νόμο. Το πρόβλημα αυτό προβάλλεται στην Προς Γαλατάς Επιστολή.Από τις προϋποθέσεις και το περιεχόμενο των επιστολών προς Κορινθίους, διαφαίνεται η φύση των προβλημάτων που προκάλεσε στον εκεί Ελληνισμό το κήρυγμα του Χριστιανισμού. Η ατομοκρατία που χαρακτηρίζει τους Έλληνες στην ιστορική τους ζωή δημιουργεί προβλήματα στην ενότητα της Εκκλησίας της Κορίνθου με τις διαιρέσεις πού παρουσιάζονται εκεί. Η ροπή προς τη "γνώση" και τη "σοφία" συνδυασμένη με την ατομοκρατία υποχρεώνει τον Παύλο να τονίσει τη "μωρία του σταυρού", να αντιπαρατάξει στην ανθρωποκεντρική ελληνική σοφία τη "σοφία του Θεού" και να θέσει την αγάπη που "οικοδομεί" παραπάνω από τη γνώση που "φυσιοί".Όλα αυτά μαζί με μια ηθική εμπνευσμένη από την ιδέα του "σώματος", στην εκκλησιολογική του σημασία, και της αναστάσεως των νεκρών απηχούν την πρώτη προσπάθεια του Χριστιανισμού να προσαρμόσει τον Ελληνισμό σε μια θρησκεία ιουδαϊκής προελεύσεως και τις δυσκολίες πού είχε η προσπάθεια αυτή.Κατά το χρονικό αυτό διάστημα και μάλιστα κατά την τρίτη επίσκεψη του Παύλου στην Κόρινθο όπου έμεινε τρεις μήνες, γράφεται και η Προς Ρωμαίους επιστολή, ένα βαθύτατα θεολογικό κείμενο, που αποκαλύπτει μεταξύ άλλων την τοποθέτηση του Παύλου στο ζήτημα της ακριβούς θέσεως των εθνικών στον κορμό του Χριστιανισμού. Από την άποψη αυτή το κείμενο ενδιαφέρει άμεσα τη σχέση Χριστιανισμού και Ελληνισμού στους πρώτους χρόνους. Ίσως ο Παύλος επεδίωκε να δημιουργήσει κάποιο έρεισμα που θα του επέτρεπε να χρησιμοποίηση τη Ρώμη ως βάση για μια εξόρμηση προς δυσμάς.Κατόπιν και ενώ είχε σκοπό να αναχωρήσει με πλοίο για την Ιερουσαλήμ, την τελευταία στιγμή αποκαλύφθηκε σχέδιο δολοφονίας του Παύλου, από τους Ιουδαίους και έτσι αποφασίσθηκε η μετάβαση στην Ιερουσαλήμ "διά Μακεδονίας" (Πράξ. 20:3). Πριν φτάσει στην Ιερουσαλήμ έμεινε μερικές ημέρες στην Καισάρεια όπου κάποιος προφήτης που λεγόταν Άγαβος, προέβλεψε τη σύλληψη του Παύλου στα Ιεροσόλυμα, όπου τελικά πήγε ο Παύλος συνοδευόμενος από χριστιανούς της Καισάρειας και έτσι έληξε η τρίτη αποστολική περιοδεία. Η τελευταία επίσκεψη στα Ιεροσόλυμα και η πρώτη φυλάκιση στη Ρώμη Ο λόγος για τον οποίο ο Παύλος επέμεινε να πάει στην Ιερουσαλήμ εκθέτοντας τον εαυτό του σε θανάσιμο κίνδυνο δεν είναι γνωστός. Σίγουρα όμως θα πρέπει να ήταν μεγάλης σπουδαιότητας, για να κάνει αυτό το ταξίδι την εποχή που κατάστρωνε μεγαλόπνοο σχέδιο για επίσκεψη στη Ισπανία (Ρωμ. 15:24) και ενώ γνώριζε τις διαστάσεις που είχε λάβει η επιθετικότητα των Ιουδαίων (Πράξ. 20:3).Τελικά, αυτό που φοβόταν και άφηνε να εννοηθεί στο τέλος της Προς Ρωμαίους Επιστολής συνέβη και η περιπέτειά του κατέληξε στη σύλληψη και φυλάκισή του στην Καισάρεια και κατόπιν στη μεταφορά του στη Ρώμη.Η αρχή των συμβάντων έγινε με την εμφάνιση του Παύλου στο Ναό των Ιεροσολύμων η οποία ξεσήκωσε σφοδρές αντιδράσεις από τη μεριά των Ιουδαίων (Πράξ. 21:27 εξ.) οι οποίοι του επιτέθηκαν και τον ξυλοκόπησαν κατηγορώντας τον ότι δίδασκε ενάντια στον ιουδαϊκό λαό και τον μωσαϊκό Νόμο.Τελικά, και ενώ κινδύνευε σοβαρά η ζωή του, συνελήφθη (εν μέρει για να σωθεί η ζωή του από τον όχλο καθώς ήταν Ρωμαίος πολίτης) και τελικά διασώθηκε με τον τρόπο αυτό από τη ρωμαϊκή φρουρά της πόλης. Πριν την είσοδό τους στο στρατόπεδο, ο Παύλος παρακάλεσε το χιλίαρχο να του επιτρέψει να μιλήσει στο πλήθος. Το αίτημά του έγινε δεκτό οπότε ο απόστολος αναφέρθηκε στην καταγωγή του, στον Γαμαλιήλ, στην αφοσίωσή του προς την πατρώα θρησκεία, τη μεταστροφή του και την εντολή του Χριστού να κηρύξει το ευαγγέλιο (Πράξ. 21:37 εξ.). Όμως οι Ιουδαίοι αρνούνταν να ακούσουν περισσότερα και ζητούσαν τη θανάτωσή του, οπότε ο διοικητής μετέφερε τον Παύλο στο στρατόπεδο όπου ήταν ασφαλής ώστε την επόμενη ημέρα να μεταφερθεί προ του Μεγάλου Συνεδρίου για να απολογηθεί.Μπροστά στο Συνέδριο, ο Παύλος επανέλαβε όσα είχε πει στο πλήθος την προηγούμενη ημέρα αλλά τα λεγόμενά του έφεραν αναταραχή και ο Παύλος επέστρεψε και πάλι στο στρατόπεδο.Στο μεταξύ, ο ανεψιός του Παύλου έμαθε πως υπήρχε σχέδιο εξόντωσης του αποστόλου. Έτσι οργανώθηκε η μεταφορά του και με συνοδεία ισχυρής φρουράς οδηγήθηκε στην Καισάρεια, στην έδρα του ρωμαίου Επιτρόπου της Ιουδαίας, Φήλικα (Πράξ. 23:12-35). Εκεί κρατήθηκε ο Παύλος με την εντολή όμως να του παρασχεθεί άνεση και άδεια να βλέπει τους δικούς του ανθρώπους.Τελικά έμεινε φυλακισμένος στην Καισαρεία επί 2 χρόνια, οπότε τον Φήλικα διαδέχθηκε ο Επίτροπος Φήστος (Πράξ. 24:27). Οι Ιουδαίοι προσπάθησαν να πείσουν τον Φήστο να στείλει τον Παύλο στα Ιεροσόλυμα, με την κρυφή σκέψη να τους είναι πιο εύκολο να τον εξοντώσουν. Ο Φήστος διέταξε νέα δίκη του Παύλου, όπου παραβρέθηκαν εκπρόσωποι της ιουδαϊκής ηγεσίας. Καθώς ο Παύλος κατάλαβε πως σκοπός του Φήστου ήταν να ικανοποιήσει τους Ιουδαίους, επικαλέστηκε το δικαίωμα της εφέσεως που είχε κάθε ρωμαίος πολίτης ώστε να δικασθεί στη Ρώμη.Αναχώρησε τελικά για τη Ρώμη στα τέλη του φθινοπώρου. Ένα ναυάγιο όμως ανάγκασε τους επιβάτες να παραμείνουν επί τρεις μήνες στην Μάλτα, με αποτέλεσμα να φθάσουν στη Ρώμη την άνοιξη. Τις λεπτομέρειες του ταξιδιού προς τη Ρώμη, μας δίνουν οι Πράξεις στα κεφ. 27-28. Στη Ρώμη, έμεινε με ελαφρά δεσμά επί δύο χρόνια σε κατοικία "εν ιδίω μισθώματι", με φύλαξη στρατιώτη, περιμένοντας την εκδίκαση της υποθέσεώς του. Εξακολουθούσε όμως να κυρήττει στους επισκέπτες του για τη βασιλεία του θεού "μετά πάσης παρρησίας ακωλύτως" (Πράξ. 28:30-31).Σε αυτό το σημείο τελειώνει και η διήγηση των Πράξεων, χωρίς ο Λουκάς να μας πληροφορεί για την έκβαση της φυλακίσεως του αποστόλου. Μένουν έτσι τα γεγονότα που περιγράφονται στις Ποιμαντικές επιστολές ώστε να εξαχθούν τα συμπεράσματα για το βίο του Παύλου από το τέλος των Πράξεων και μετά. Η τέταρτη αποστολική περιοδεία και το μαρτύριο του Παύλου Είναι αλήθεια ότι τα γεγονότα της ζωής του Παύλου μετά την πρώτη φυλάκισή του στη Ρώμη, είναι αρκετά δύσκολο να καθοριστούν, σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο από τα μέχρι τότε συμβάντα. Για τους περισσότερους ερευνητές πάντως, οι ευνοϊκές συνθήκες διαβίωσης του υπόδικου Παύλου στη Ρώμη, προδικάζουν και την έκβαση της φυλάκισής του η οποία, το πιθανότερο, έληξε με την αθώωση και την αποφυλάκισή του, όπως άλλωστε δέχεται και η αρχαία εκκλησιαστική παράδοση.Έτσι, η επιθυμία του Παύλου να επισκεφθεί και να κηρύξει στην Ισπανία (Ρωμ. 15:24-28) ήταν πλέον δυνατό να πραγματοποιηθεί. Έτσι, ο Παύλος και οι συνεργάτες του περιόδευσαν στο νότιο τμήμα της, καθώς και στο νότιο τμήμα της Γαλατίας και μετά επέστρεψαν στη Ρώμη.Η αισιοδοξία που εκφράζεται στις επιστολές προς Φιλιππησίους, Φιλήμονα και Εβραίους καθώς και οι υποσχέσεις που δίδονται προς τους παραλήπτες τους ότι σύντομα θα τους επισκεφθεί (Φιλιπ. 2:19-24, Φιλήμ. 22, Εβρ. 13:23), δηλώνουν ότι ο Παύλος επιθυμούσε να μεταβεί και πάλι στην Ανατολή για να συναντήσει αγαπημένα του πρόσωπα, να στηρίξει τις εκκλησίες που είχε ιδρύσει και να επιλύσει τα προβλήματά τους. Μετά την επιστροφή του από την Ισπανία, ο Παύλος δεν παρέμεινε για πολύ στη Ρώμη αλλά αναχώρησε με προορισμό την Ιερουσαλήμ. Φθάνοντας όμως στην Κρήτη, ο ίδιος και οι συνεργάτες του πληροφορήθηκαν ότι η κατάσταση στην Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ δεν ήταν καλή, αλλά επικρατούσε αναρχία μετά τον ξαφνικό θάνατο του Επιτρόπου Φήστου. Πράγματι, ο ιστορικός Ιώσηπος μας πληροφορεί γι αυτό το γεγονός, το οποίο δημιούργησε κενό ρωμαϊκής εξουσίας για πολλούς μήνες. Έτσι, γράφει ο Ιώσηπος, ο νέος επίτροπος, Αλβίνος, όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του βρήκε την Ιουδαία σε κατάσταση αταξίας. Με δεδομένη την κατάσταση αυτή, ο Παύλος έκρινε πως δεν ήταν κατάλληλη η στιγμή για μια επίσκεψη στην περιοχή. Βέβαια η εξέλιξη των γεγονότων ήταν τέτοια που δεν θα κατάφερνε ποτέ πια να επισκεφθεί την Ιερουσαλήμ.Σύμφωνα με τις Ποιμαντικές Επιστολές (Α' και Β' Τιμ. και Τίτ.) ο Παύλος έκανε ένα ακόμη ταξίδι στην Ανατολή και συγκεκριμένα στην Μ. Ασία, την Κρήτη, τη Μακεδονία και την περιοχή του Ιλλυρικού, ενώ κατά τη Β' Τιμ. καταλήγει και πάλι στη Ρώμη όπου φυλακίζεται για δεύτερη φορά. Οι συνθήκες όμως αυτή τη φορά ήταν τελείως διαφορετικές αφού ο Παύλος μπήκε στη φυλακή (Β'Τιμ. 2:9). Πάντως του επιτράπηκε να δέχεται επισκέψεις φίλων και συνεργατών, όπως π.χ. του Ονησιφόρου (Β' Τιμ. 1:16-18), του Ευβούλου, του Λίνου, του Πούδη, της Κλαυδίας και άλλων (4:21), αλλά και του Λουκά καί του Τυχικού (4:11-12).Από τη φυλακή αυτή έγραψε τη Β' προς Τιμόθεον επιστολή (Β'Τιμ. 4:21), η οποία αποτελεί το κύκνειο άσμα του, αφού η δεύτερη αυτή φυλάκιση κατέληξε στο μαρτυρικό του θάνατο. Η αγωνιώδης έκκληση του Παύλου προς τον Τιμόθεο, που βρισκόταν στην Έφεσο (Β'Τιμ. 4:9-21), ώστε να πάει στη Ρώμη και να τον συναντήσει, δείχνει πως ο απόστολος δεν μαρτύρησε αμέσως μετά τη μεταφορά του στη Ρώμη, αλλά αφού πρώτα πέρασε μερικούς μήνες στη φυλακή, και μετά από κανονική δίκη ως ρωμαίος πολίτης.Σύμφωνα με την παράδοση, ο Παύλος αποκεφαλίσθηκε χωρίς προηγουμένως να βασανισθεί, καθώς ο νόμος απαγόρευε τους βασανισμούς για τους ρωμαίους πολίτες. Με τον τρόπο αυτό, έληξε η πολυτάραχη αποστολική πορεία του Παύλου, μιας κατά γενική ομολογία, από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες στην ιστορία της Εκκλησίας. (συνεχίζεται... ) http://www.agpaulou.gr/

Στον δρόμο για την ...Δαμασκό (μέρος Ι)

Η Εβδομάδα που ξεκίνησε θα είναι αφιερωμένη στους δύο στύλους της εκκλησίας . Στους Κορυφαίους των Κορυφαίων...Στους...πρωτόθρονους των Αποστόλων ...Πέτρο και Παύλο .
Ο Απόστολος Παύλος (Ταρσός, Κιλικία αρχές 1ου αι. (5-15 μ.Χ.) ? Ρώμη 66-68; μ.Χ.), συγγραφέας των μισών περίπου από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, αναγνωρίσθηκε ως ισαπόστολος και άγιος, και ήταν μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της πρώιμης εποχής του χριστιανισμού, υποστηρικτής της παγκοσμιότητας της διδασκαλίας του Ιησού. Για τον λόγω αυτό πήρε το όνομα "Απόστολος των εθνών" και των εθνικών, εκείνων δηλαδή που δεν ανήκουν στον λαό και στη θρησκεία των Εβραίων.Λεγόταν και Σαύλος (Σαούλ) (βλ. Πράξ. 7:58, 8:1 κ.ά.) κατά τη γνωστή τότε συνήθεια των Ιουδαίων της διασποράς να φέρουν εκτός από το ιουδαϊκό όνομα και ένα ομόηχο ελληνικό ή ρωμαϊκό. Καταγωγή και παιδεία Εκτός από την Καινή Διαθήκη, δεν υπάρχουν άλλες αξιόπιστες πηγές για τον βίο του Παύλου. Μέσα από διάφορα χωρία, είναι δυνατόν να εξάγουμε συμπέρασμα για το περίγραμμα του βίου του Αποστόλου Παύλου πριν από τη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό:"Άνθρωπος ειμί Ιουδαίος Ταρσεύς" (Πράξ. 21:39), "γεγεννημένος εν Ταρσώ της Κιλικίας, ανατεθραμμένος δε εν τη πόλει ταύτη (Ιερουσαλήμ) παρά τους πόδας Γαμαλιήλ, πεπαιδευμένος κατά ακρίβειαν του πατρώου νόμου, ζηλωτής υπάρχων του Θεού" (Πράξ. 22:3), "ω λατρεύω από προγόνων εν καθαρά συνειδήσει" (Β' Τιμ. 1:3)."Περιτομή οκταήμερος, εκ γένους Ισραήλ, φυλής Βενιαμίν, Εβραίος εξ Εβραίων", "Φαρισαίος υιός Φαρισαίου", "κατά ζήλον διώκων την εκκλησίαν, κατά δικαιοσύνην την εν νόμω γενόμενος άμεμπτος" (Φιλιπ. 3:5.6, Πράξ. 23:6, πρβλ. και Β' Κορ. 11:22, Ρωμ. 11:1)."Και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων" (Γαλ. 1:14).Και "την βίωσίν μου την εκ νεότητος την απ' αρχής γενομένην εν τω έθνει μου εν Ιεροσολύμοις ίσασι πάντες Ιουδαίοι, προγινώσκοντές με άνωθεν, ότι κατά την ακριβεστάτην αίρεσιν της ημετέρας θρησκείας έζησα Φαρισαίος" (Πράξ. 26:4.5) και "ότι καθ' υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και επόρθουν αυτήν" (Γαλ. 1:13).Επιπλέον, λέει, Ρωμαίος "εγώ δε και γεγέννημαι" (Πράξ. 22:28), καθώς κληρονόμησε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη από τον πατέρα του. Έτσι, ο Απόστολος Παύλος, όπως ο ίδιος λέει, γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας, από γονείς Ιουδαίους της φυλής Βενιαμίν (Ρωμ. 16:1, Φιλιππ. 3:5). Ο πατέρας του ήταν Ρωμαίος πολίτης το οποίο μπορεί να σημαίνει ότι προερχόταν από τα ανώτερα στρώματα του πληθυσμού της Κιλικίας και ίσως ήταν Φαρισαίος ως προς τις θρησκευτικές προτιμήσεις.Αν λάβουμε υπόψη ότι στο Πράξ. 7:58, κατά τον λιθοβολισμό του πρωτομάρτυρα διακόνου Στεφάνου, αναφέρεται ως "νεανίας", ενώ στην Φιλήμ. 9 η οποία γράφτηκε περί το τέλος του 61 με αρχές του 62 μ.Χ. (ή έστω στα 52-55 μ.Χ.), αυτοαποκαλείται "πρεσβύτης", είναι δυνατόν να υπολογίσουμε ότι το έτος γέννησής του ήταν κάπου ανάμεσα στο 5-15 μ.Χ.Το εβραϊκό όνομα του αποστόλου, ήταν Σαούλ (Σαύλος) αλλά για τους συμπολίτες του εκτός της Συναγωγής ήταν ο Παύλος (Paulus).Η εκπαίδευση και η ανατροφή του υπήρξε αυστηρά ραββινική και εβραϊκή. Η κοινή Εβραϊκή ήταν η γλώσσα που μιλούσαν στο σπίτι του και γι αυτό μετέπειτα στην Ιερουσαλήμ μιλά "τη Εβραΐδι διαλέκτω" (Πράξ. 22:2). Αλλά και οι παραθέσεις που κάνει στις επιστολές του, μολονότι βασίζονται στην μετάφραση των Εβδομήκοντα, δείχνουν γνώση και του Εβραϊκού κειμένου, άρα και της αρχαίας Εβραϊκής.Από το χωρίο Πράξ. 23:16 ("ακούσας δέ ο υιός τής αδελφής Παύλου [...]"), μαθαίνουμε περί ενός ανιψιού του Παύλου, γιου της αδελφής του. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ίσως η αδελφή του ήταν εγκατεστημένη στην Ιερουσαλήμ και έτσι είχε έναν επιπλέον λόγο να μεταβεί εκεί όπου έγινε τελικά μαθητής του Γαμαλιήλ.Καθώς μαθήτευσε κοντά στον σημαντικό αυτό διδάσκαλο, έγινε κάτοχος, όσο λίγοι, της Ιουδαϊκής θεολογίας, ενώ το ύφος του, η θεολογική του μέθοδος και η χρήση της Γραφής παρουσιάζουν τον Παύλο ως αυστηρό αλλά και αγνό, ραβίνο, γνώστη όλων των επίμαχων ζητημάτων του ιουδαϊκού Νόμου και ικανό χειριστή της ραβινικής διαλεκτικής. Ο ίδιος ομολογεί αργότερα ότι υπήρξε πολύ επιμελής και μάλιστα "περισσότερος ζηλωτής των πατρικών παραδόσεων" και διέπρεπε μεταξύ των συνομηλίκων (Γαλ. 1:14, Πράξ. 26:4). Αναφερόταν συχνά στα προνόμια και τη θεία κλήση του Ισραήλ (Ρωμ. 3:1.2, 9:4.5, 15:8) και αρκετά νωρίς απόκτησε βαθιά συνείδηση της διαφοράς ανάμεσα στον ιουδαϊκό και τον εθνικό κόσμο, ενώ απόκτησε αντίληψη για τη σημασία του Νόμου για τη ζωή του Ισραηλίτη και την απολύτρωση του Ισραήλ.Όλα αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι ο Απόστολος Παύλος δεν γνώριζε τη θρησκευτικότητα και τη θρησκεία των εθνικών, ή τη Μυθολογία τους και τις δημόσιες θρησκευτικές γιορτές του ελληνορωμαϊκού κόσμου.Ο Στράβων μας πληροφορεί ότι η Ταρσός στα χρόνια του Παύλου ήταν ανώτερη από την Αθήνα και την Αλεξάνδρεια στα γράμματα, και ήταν έδρα πολλών στωικών φιλοσόφων. Στην πόλη αυτή ο Παύλος διδάχθηκε την ελληνική γλώσσα και ήρθε σε επαφή με τη σκέψη και τη ζωή του ελληνισμού.Αν και δεν είναι δυνατόν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για την γνώση του επάνω στους εθνικούς ποιητές, εντούτοις υπάρχουν 3 αποσπάσματα τα οποία ο ίδιος παραθέτει:• "φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί" (Α' Κορ. 15:33), στίχος από τη Θαΐδα του Μενάνδρου, του Αθηναίου κωμικού ποιητή του 3ου αιώνα π.Χ. • "Κρήτες αεί ψεύσται, κακά θηρία, γαστέρες αργαί" (Τίτ. 1:12), χωρίο που πιθανόν προέρχεται από το "Περί χρησμών" απολεσθέν σύγγραμμα του Επιμενίδη (7ος π.Χ. αιώνας) και επανέλαβε αργότερα ο Καλλίμαχος (3ος π.Χ. αιώνας) στον ύμνο του προς τον Δία. • "Του γαρ και γένος εσμέν" (Πράξ. 17:28), τμήμα από στίχο που έγραψε ο Άρατος ο Σολεύς από την Κιλικία (3ος π.Χ. αιώνας). Είναι πάντως πιθανό, οι δύο πρώτες παραθέσεις να είχαν τον χαρακτήρα παροιμίας στην εποχή του Παύλου. Η τρίτη παράθεση όμως, είναι δυνατόν να αποτελέσει τεκμήριο κάποιας, περιορισμένης έστω, γνώσης των "θύραθεν" ποιητών. Επιπλέον όμως, καθώς ο Παύλος μαθήτευσε στον Γαμαλιήλ για τον οποίο το Ταλμούδ αναφέρει ότι ήταν γνώστης της ελληνικής φιλολογίας, και καθώς ο Παύλος μετά τη στροφή του προς το Χριστιανισμό επέστρεψε στην Ταρσό (Πράξ. 9:30, 11:25, Γαλ. 1:21), σε αυτή την περίοδο μπορεί να απέκτησε κάποιες γνώσεις επάνω στην ελληνική φιλολογία και φιλοσοφία.Εκτός από τη θεωρητική μόρφωση που έλαβε, έμαθε και την τέχνη του σκηνοποιού ώστε να εξασφαλίζει τα προς το ζην με ένα χειρωνακτικό επάγγελμα όπως και οι περισσότεροι ραββίνοι. Πιθανόν δηλ. να έπλεκε ύφασμα που χρησίμευε για σκηνοποιία καθώς η Ταρσός όπως και όλη η Κιλικία, όπως μαρτυρά ο λατινικός όρος Cilicium (=ύφασμα από τρίχα κατσίκας), ήταν τόπος κατασκευής τέτοιων υφασμάτων. Εξωτερική περιγραφή Όπως ο ίδιος ο Παύλος αναφέρει, ενώ τα πλήθη αναγνώριζαν το μέγεθος και τις ικανότητες του πνεύματός του:"ότι αι μέν επιστολαί, φησί, βαρείαι καί ισχυραί" (Β' Κορ. 10:10) και "ην ο ηγούμενος του λόγου" (Πράξ. 14:2), εν τούτοις η εξωτερική του εμφάνιση υπολείπετο:"η δέ παρουσία του σώματος ασθενής" (Β' Κορ. 10:10) Ώς προς τη σωματική υγεία του αποστόλου, έχουμε τις εξής αναφορές: • "εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί" (Β' Κορ. 12:7) • "η γάρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται" (Β' Κορ. 12:9) και • "οίδατε δέ ότι δι' ασθένειαν τής σαρκός ευηγγελισάμην υμίν τό πρότερον" (Γαλ. 4:13). Η ασθένειά του πρέπει να ήταν μάλλον επώδυνη ώστε ο απόστολος να παραδεχθεί:"Περί τούτου τρίς παρεκάλεσα τον Κύριον διά να απομακρυνθή απ' εμού" (Β' Κορ. 12:8) Κάποιοι υποστήριξαν πως ίσως ο "σκόλοψ" να σχετίζεται με χρόνια ασθένεια των ματιών, στηρίζοντας την εικασία τους στο:"ότι ει δυνατόν τούς οφθαλμούς υμών εξορύξαντες άν εδώκατέ μοι" (Γαλ. 4:15) Άλλοι πάλι αναζήτησαν την ασθένειά του ανάμεσα σε εκείνες που ήταν δυνατό να δημιουργούν αποστροφή προς τρίτους (π.χ. δερματικά έλκη και πυόρροια), στηριγμένοι στο:"καί τόν πειρασμόν μου τόν εν τή σαρκί μου ουκ εξουθενήσατε ουδέ εξεπτύσατε" (Γαλ. 4:14) Είναι όμως γενονός ότι τα στηρίγματα για μια σοβαρή διερεύνηση του προβλήματος του Παύλου είναι μάλλον ασθενή.Ένα άλλο ζήτημα που έθεσαν διάφοροι ερευνητές ήδη από τους αρχαίους χρόνους ήταν το θέμα της αγαμίας του Παύλου. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρείας και ο Ευσέβιος υποστήριξαν ότι ο Παύλος είχε παντρευτεί και ίσως ήταν σε χηρεία, στηριγμένοι στα Α' Κορ. 7:7-8:"θέλω δέ πάντας ανθρώπους είναι ως καί εμαυτόν• αλλ' έκαστος ίδιον χάρισμα έχει εκ Θεού, ός μέν ούτως, ός δέ ούτως. Λέγω δέ τοίς αγάμοις καί ταίς χήραις, καλόν αυτοίς εστιν εάν μείνωσιν ως καγώ." Πάντως η έκφραση "έκαστος ίδιον χάρισμα έχει" ταιριάζει περισσότερο σε άγαμο παρά σε κάποιον που βρισκόταν σε χηρεία. Ο Παύλος ως διώκτης του Χριστιανισμού Ούτε οι επιστολές, ούτε οι Πράξεις μας βεβαιώνουν ότι ο Παύλος είχε συναντήσει τον Ιησού κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του. Η δήλωση στο Β' Κορ. 5:16:"ει δέ καί εγνώκαμεν κατά σάρκα Χριστόν αλλά νύν ουκέτι γινώσκομεν" δεν φαίνεται να στηρίζει μια τέτοια άποψη. Οι ερμηνείες που έχουν δοθεί επάνω στο χωρίο αυτό είναι αρκετές. Για τη λύση της αναφοράς "εγνώκαμεν κατά σάρκα [...] αλλά νύν ουκέτι γινώσκομεν", έχουν προταθεί τα εξής: • Είτε αναφέρεται στο "εγνώκαμεν" το παθητό σώμα του Χριστού το οποίο πλέον δεν είναι έτσι στον Χριστό ως Σωτήρα (ανθρωπότητα-θεότητα, για τους Χριστιανούς που δέχονται ως Θεό τον Ιησού Χριστό) • Είτε αναφέρεται ο Παύλος στα προ της μεταστροφής του γεγονότα, οπότε αναγνώριζε τον Σωτήρα μόνο ως Ιησού Ναζωραίο και όχι ως Χριστό. • Είτε αποδοκιμάζει τη λανθασμένη πίστη ότι ο Χριστός ήταν σωτήρας μόνο του Ισραήλ λόγω της "κατά σάρκα" συγγένειας με τους Ιουδαίους, ενώ δεν θα έπρεπε να είναι έτσι. Ξεκινώντας πάντως από το γεγονός ότι αναφέρει, όχι "Ιησούν" αλλά "Χριστόν", κάνει πιθανότερο η αναφορά αυτή να γίνεται στο πρόσωπο του Χριστού ως Σωτήρα και όχι ως ανθρώπου τον οποίο γνώρισε σε κάποια κατ' ιδίαν συνάντηση.Πάντως αυτό δεν σημαίνει και απουσία του Παύλου από τα Ιεροσόλυμα κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του Ιησού Χριστού (το 30-33 μ.Χ.). Αντιθέτως, κατά το διάστημα αυτό, ο "νεανίας" Παύλος (Πράξ. 7:58) βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, όπου είχε συνάψει στενές σχέσεις με την ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία και μάλιστα με τον ίδιο τον αρχιερέα - πρόεδρο του Μεγάλου Ιουδαϊκού Συνεδρίου (Πράξ. 9:1), λαμβάνοντας ενεργό ρόλο στο διωγμό εναντίον των ιουδαίων χριστιανών.Τον μετά μανίας διωγμό των χριστιανών από τον Παύλο ομολογεί ο ίδιος (Γαλ. 1:13, Α'Κορ. 15:9, Φιλιπ. 3:5 εξ.), ενώ το επιβεβαιώνει και ο Λουκάς στις Πράξεις (8:3, 9:1-2, 26:9-11), ο οποίος μάλιστα αναφέρει ότι δεν αρκέσθηκε μόνο στο διωγμό των χριστιανών της Ιουδαίας, αλλά ζήτησε την άδεια και την βοήθεια του αρχιερέα, για να μεταβεί στη Δαμασκό με σκοπό να συλλάβει και τους εκεί μεταστραφέντες ιουδαίους και να τους οδηγήσει στην Ιερουσαλήμ ώστε να δικασθούν και να τιμωρηθούν (Πράξ. 9:1-2). Το μίσος του Παύλου εναντίον των ομοεθνών του χριστιανών πήγαζε, αφ' ενός μεν από τον μέχρι φανατισμού ζήλο του υπέρ της ιουδαϊκής θρησκείας (Φιλιπ. 3:5-6, Πράξ. 26:4 εξ., Γαλ. 1:13 εξ.) αφ' ετέρου δε από την αγάπη του προς το ιουδαϊκό έθνος, το οποίο είχε επιλεγεί από τον Θεό να επιτελέσει σπουδαίο έργο στην ιστορία της Θείας Οικονομίας (Ρωμ. 9-11). Επιπλέον, σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι ο Ιησούς είχε καταδικασθεί σε σταυρικό θάνατο ως σφετεριστής του μεσσιανικού αξιώματος, ενώ κατέλυσε διάφορες διατάξεις του μωσαϊκού νόμου και προέβλεψε την καταστροφή του ναού. Μεταστροφή στο Χριστιανισμό Για το γεγονός της μεταστροφής του Παύλου προς το Χριστιανισμό, εκτός από τις αναφορές στις επιστολές (Γαλάτ. 1:13 εξ., Α' Κορ. 11:1, 15:8, Φιλιππ. 3:12, Έφεσ. 3:3), υπάρχουν και τρεις παράλληλες διηγήσεις στις Πράξεις (9:1-29, 22:3-21, 26:9-21).Σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες που μάλλον έχουν πηγή τον ίδιο τον Παύλο, έγινε χριστιανός όχι από την πειθώ κάποιου Αποστόλου ή κήρυκα της νέας πίστης, αλλά απ' ευθείας, από τον ίδιο τον Χριστό ο οποίος τον κάλεσε στο ευαγγελικό έργο και στο αποστολικό αξίωμα.Ο ίδιος ομολογεί (Γαλ. 1:15) ότι, ο Θεός τον προόριζε για απόστολο του Ευαγγελίου "εκ κοιλίας μητρός του", και μετέτρεψε το ζήλο του για τον Νόμο, σε ζήλο για τη διάδοση του Ευαγγελίου.Στην Προς Γαλάτες Επιστολή του ο Παύλος επιβεβαιώνει την εντύπωση που δημιουργείται από το αντίστοιχο χωρίο στις Πράξεις των Αποστόλων, ότι δηλαδή μεταστράφηκε έπειτα από μία εμφάνιση του Χριστού καθ' οδόν προς την Δαμασκό. Η δική του αφήγηση είναι πραγματικά σύντομη:"ότε δε ευδόκησεν ο Θεός, ο άφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού, αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν έμοί ίνα εύαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν" (Γαλ. 1:15-16). Η περιγραφή του γεγονότος αυτού γίνεται με εκτενέστερο τρόπο στα τρία σημεία των Πράξεων που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Αν και είναι αδύνατον να διασαφηνιστεί τι ακριβώς συνέβη, επίκεντρο του γεγονότος ήταν ασφαλώς το όραμα του Ιησού εν δόξη. Αυτό έπεισε τον Παύλο ότι ο Ιησούς ανέστη εκ νεκρών και ανελήφθη ως Κύριος στους ουρανούς. Ήταν επίσης απόδειξη για τον Παύλο ότι κακώς είχε σταυρωθεί και κατά συνέπεια δεν ίσχυε η κατά τον Νόμο κατάρα του Θεού.Το γεγονός της μεταστροφής Πράξ. 9:3-18 3. Και καθώς πορευόταν, πλησίαζε στη Δαμασκό, και ξαφνικά άστραψε γύρω του φως από τον ουρανό• 4. και πέφτοντας κάτω στη γη, άκουσε μια φωνή να του λέει: Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις; 5. Και είπε: Ποιος είσαι, Κύριε; Και ο Κύριος είπε: Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις• 6. Εκείνος δε τρέμοντας, και ενώ έγινε έκθαμβος, είπε: Κύριε, τι θέλεις να κάνω; Και ο Κύριος του είπε: Σήκω, και μπες μέσα στην πόλη, και θα σου λαληθεί τι πρέπει να κάνεις. [...] 8. Και ο Σαύλος σηκώθηκε από τη γη• και είχε ανοιχτά μάτια του, όμως δεν έβλεπε κανέναν• και χειραγωγώντας τον, τον έφεραν μέσα στη Δαμασκό. [...] 10. Υπήρχε δε κάποιος μαθητής στη Δαμασκό, που ονομαζόταν Ανανίας [...] [...] 13. Και ο Ανανίας αποκρίθηκε: Κύριε, από πολλούς άκουσα γι' αυτόν τον άνδρα, όσα κακά έκανε στους αγίους σου στην Ιερουσαλήμ• 14. κι εδώ έχει εξουσία από τους αρχιερείς να δέσει όλους όσους επικαλούνται το όνομά σου. 15. Και ο Κύριος του είπε: Πήγαινε, δεδομένου ότι αυτός είναι ένα εκλεκτό σκεύος σε μένα, για να βαστάξει το όνομά μου μπροστά σε έθνη και βασιλιάδες, και τους γιους Ισραήλ• [...] 17. Και ο Ανανίας πήγε και μπήκε μέσα στο σπίτι• και αφού έβαλε επάνω του τα χέρια, είπε: Σαούλ, αδελφέ, ο Κύριος, ο Ιησούς που φάνηκε σε σένα στον δρόμο, στον οποίο ερχόσουν, με απέστειλε για να ξαναδείς, και να γίνεις πλήρης Πνεύματος Αγίου. 18. Κι αμέσως έπεσαν από τα μάτια του κάτι σαν λέπια, και ξαναείδε αμέσως• και καθώς σηκώθηκε, βαπτίστηκε. Είναι αλήθεια ότι η κλήση του Παύλου από τον Χριστό έγινε στην πιο ακατάλληλη στιγμή της ζωής του, κατά την εποχή που εδίωκε την Εκκλησία. Για το λόγω αυτό είναι δύσκολο να βρεθούν ορθολογικές αιτίες που να στηρίζουν τη μεταστροφή του αποστόλου. Ασφαλώς, στα κείμενα της Καινής Διαθήκης οι Ιουδαίοι όπως ο Παύλος, δικαίως θεωρούνται περισσότερο προετοιμασμένοι για την αποδοχή του Ευαγγελίου από τους εθνικούς. Κι όμως, αυτοί ήταν που σταύρωσαν τον Μεσσία και δίωξαν τους Αποστόλους ενώ και οι εθνικοί δεν υστέρησαν καθόλου σε διωγμούς κατά της Εκκλησίας. Είναι έτσι δύσκολο να στηριχτεί η μεταστροφή του Παύλου σε μια σταδιακή προετοιμασία του κόσμου για το Ευαγγέλιο, σε μια εποχή μάλιστα, που ο Παύλος μιλά για "έχθρα" του κόσμου απέναντί του.Μετά το γεγονός της κλήσης του, ο Παύλος οδηγήθηκε στη Δαμασκό και στο σπίτι του Ανανία, ο οποίος ειδοποιήθηκε από τον Χριστό και θεράπευσε τον Παύλο από την τύφλωσή του. Ακολούθησε η βάπτιση του από τον Ανανία και κατόπιν ξεκινά η ιεραποστολική δράση του. Η εμφάνιση του Χριστού στον Παύλο Ασφαλώς τα ζητήματα πίστης σε θαύματα δεν μπορούν να βρουν λύση ανάμεσα σε ανθρώπους που τα αποδέχονται και σε εκείνους που δεν τα αποδέχονται. Στην προσπάθεια πάντως να εξηγηθεί αυτό που είδε ο Παύλος στο δρόμο για τη Δαμασκό, δεν υπάρχει άλλο δρόμος παρά να μελετήσουμε τις εσωτερικές μαρτυρίες του κειμένου. Έτσι, το επιχείρημα ότι ο Παύλος είδε κάποια εσωτερική οπτασία, ο ίδιος δεν το αποδέχεται. Για εκείνον δεν επρόκειτο για μια υποκειμενική αντίληψη, αλλά για γεγονός ιστορικό και αντικειμενικό και αυτό συνάγεται από τα χαρακτηριστικά και τη σημασία, τα οποία αποδίδει σε αυτό. Διακρίνει την εμφάνιση εκείνη από άλλες αποκαλύψεις και οπτασίες που του συνέβησαν, ακόμα και από αυτή την αρπαγή του μέχρι τον τρίτο ουρανό, για την οποία αμφιβάλλει, αν ήταν με το σώμα ή χωρίς αυτό (Β' Κορ. 12:2). Και είναι βέβαιος ότι στο δρόμο για τη Δαμασκό υπήρξε σωματική εμφάνιση του αναστημένου Χριστού αφού την συναριθμεί με τις υπόλοιπες που έγιναν στους αποστόλους πριν από την Ανάληψη (Α' Κορ. 15:5-8). Στο αποστολικό έργο Μετά τη μεταστροφή του, τη βάπτιση και την κατήχησή του από τον Ανανία στη Δαμασκό, ο Παύλος "ευθέως εν ταις συναγωγαίς εκήρυσσεν τον Ιησούν ότι ούτος εστίν ο υιός του Θεού" (Πράξ. 9:20), πράγμα το οποίο προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Ιουδαίων της Δαμασκού, οι οποίοι μετά "ικανάς ημέρας [...] συνεβουλεύσαντο ανελείν αυτόν" (στ. 23). Οι Ιουδαίοι χριστιανοί όμως φυγάδευσαν τον Παύλο. Δεν επιστρέφει τότε στην Ιερουσαλήμ, αλλ' αναχωρεί για την Αραβία και το βασίλειο των Ναβαταίων, νότια της Δαμασκού, πιθανώς δια λόγους ασφαλείας, και κατόπιν επέστρεψε στη Δαμασκό, όπου άσκησε το αποστολικό του έργο για τρία χρόνια. Σύμφωνα με τις Πράξεις, η εχθρότητα των Ιουδαίων τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την πόλη (9:23-25), αν και στην περίπτωση αυτή, στη δίωξή του έλαβε ενεργά μέρος και ο εθνάρχης Αρέτας (ή Αρέθας), βασιλιάς των Ναβαταίων (Β' Κόρ. 11:32-33).Μετά την τριετή παραμονή του στην περιοχή της Δαμασκού, ο Παύλος έρχεται στην Ιερουσαλήμ για να γνωρίσει τον Πέτρο (Γαλάτ. 1:18). Εκεί συναντά και τον Ιάκωβο, "τον αδελφόν του Κυρίου". Οι Πράξεις επίσης μας πληροφορούν ότι ο Βαρνάβας συνόδευσε τον Παύλο κατά τη γνωριμία του με τους χριστιανικούς κύκλους της Ιερουσαλήμ, επειδή όπως ήταν φυσικό, υπήρχαν επιφυλάξεις για τον νέο προσήλυτο.Σε 15 ημέρες εγκαταλείπει την Ιερουσαλήμ, αφού η γενική επιφυλακτικότητα κυρίως εκ μέρους των ελληνιστών, Ιουδαίων χριστιανών, τους οποίους καταδίωξε πριν από τη μεταστροφή του ο Παύλος, ανάγκασε τους χριστιανούς των Ιεροσολύμων να τον φυγαδεύσουν, και πιθανόν μέσω της Καισαρείας, επιστρέφει στην πατρίδα του την Ταρσό οπού και έμεινε (Πράξ. 9:26-30). Πράγματι, ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να φανταστεί ποια έκπληξη θα δημιούργησε στο συγγενικό του περιβάλλον αυτή η τεράστια αλλαγή του Παύλου, ο οποίος πήγε στην Ιερουσαλήμ για να σπουδάσει και επέστρεψε ως χριστιανός.Δυστυχώς, η περίοδος δράσης του Αποστόλου "εις τα κλίματα της Συρίας και Κιλικίας" (Γαλάτ. 1:21) μας είναι τελείως άγνωστη.Αργότερα στην Ταρσό, τον αναζήτησε ο Βαρνάβας και τον έφερε στην Αντιόχεια για να ενισχύσει το έργο της εκεί Εκκλησίας. Οι Πράξεις (11:30, 12:25) μνημονεύουν ένα ταξίδι του Παύλου και του Βαρνάβα στα Ιεροσόλυμα προκειμένου να φέρουν βοήθεια από την Εκκλησίας της Αντιόχειας προς τους χριστιανούς της Ιουδαίας, κατά την περίοδο του λιμού που "εγένετο επί Κλαυδίου Καίσαρος".Σε μια λειτουργική σύναξη στην Αντιόχεια, ο Βαρνάβας και ο Παύλος "αφωρίσθησαν" και "απελύθησαν" από τη χριστιανική κοινότητα για ένα σημαντικό αποστολικό έργο μεταξύ των εθνικών. (συνεχίζεται ...)

17 Ιουν 2009

Tα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός …

Εκείνο τον καιρό περπατών­τας ο Ιησούς κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας είδε δύο αδέλφια, τον Σίμωνα πού λεγόταν Πέτρος και τον αδελφό του, τον Ανδρέα, να ρίχνουν τα δίχτυα στη θάλασ­σα· γιατί ήσαν ψαράδες. Και τους λέγει: Ελατέ κοντά μου και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων. Και αυτοί αμέσως άφησαν τα δί­χτυα και τον ακολούθησαν. Πηγαίνοντας πιο πέρα είδε άλ­λους δυο αδελφούς, τον Ιάκωβο, τον γιο του Ζεβεδαίου και τον αδελφό του τον Ιωάννη, μέσα στη βάρκα, μαζί με τον πατέρα τους τον Ζεβεδαΐο, να διορθώνουν τα δίχτυα· και τους εκάλεσε. Και αυ­τοί αμέσως άφησαν τη βάρκα και τον πατέρα τους και τον ακολού­θησαν.
Και περιώδευσεν ο Ιησούς όλη τη Γαλιλαία διδάσκον­τας στις συναγωγές των Ιουδαίων και κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού και θερα­πεύοντας κάθε αρρώστια και κάθε ανικανότητα ανάμεσα στο λαό. Ματθ. δ΄ 18-23) )
Όταν ήρθε η ώρα να αρχίσει ο Χριστός μας την δημόσια δράση Του διάλεξε τους μαθητές και συνεργάτες Του, διάλεξε τους Αποστόλους Του, που θα έστελνε στα έθνη για να κηρύξουν το Ιερό Ευαγγέλιο και να βαπτίσουν τους πιστούς στο όνομα του Πατρός και του Υιού και τυ Αγίου Πνεύματος.. Δεν διάλεξε σοφούς, ούτε πλούσιους και ισχυρούς, για να επιβάλλουν τη Θεία Διδασκαλία Του στους Λαούς της γης. Διάλεξε απλούς, άσημους, αγράμματους και ανίσχυρους συνεργάτες και σε αυτούς ανάθεσε το σπουδαίο αυτό έργο. Και αυτό γιατί η Διδασκαλία του Κυρίου, το Ιερό Ευαγγέλιο δηλαδή, είναι Θεού Σοφία και δύναμη και δεν χρειάζεται την δύναμη και τη σοφία την ανθρώπινη. Από τους ψαράδες της Γαλιλαίας διάλεξε ο Χριστός, τους πρώτους μαθητές Του, τα αδέρφια Ανδρέα και Πέτρο, παιδιά του Ιωνά και τα επίσης αδέρφια Ιάκωβο και Ιωάννη, παιδιά του Ζεβεδαίου. Ελάτε, ακολουθήστε με και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων, τους είπε. Και αυτοί αμέσως άφησαν πλοιάρια, δίκτυα και άλλα σύνεργα της ψαρικής, και τον πατέρα τους ο Ιάκωβος με τον Ιωάννη και τον ακολούθησαν για να γίνουν ψαράδες που θα ψαρεύουν μέσα στο τρικυμισμένο πέλαγος του κόσμου, ανθρώπινες ψυχές, με τα πνευματικά δίχτυα που θα τους έδινε ο Χριστός, για να τις οδηγούν στο ακύμαντο και ασφαλές λιμάνι της Βασιλείας του Θεού. Και τους τέσσερις αυτούς πρώτους μαθητές Του, τους βρήκε την ώρα που εργάζονταν και τους κάλεσε. Εργατικούς ανθρώπους διάλεξε ο Κύριος για μαθητές του, γιατί ο Θεός ευλογεί την τίμια εργασία. Και ο ίδιος εργάζεται συνεχώς και ο Χριστός εργάζονταν σαν μαραγκός στο εργαστήρι του Ιωσήφ, οι Αγιοι Απόστολοι εργάζονταν. Εργατικούς μας θέλει και μας ο Θεός και όχι οκνηρούς , γιατί η όποια τίμια εργασία δεν είναι ντροπή, αλλά αρετή, ενώ ντροπή και αμαρτία είναι η τεμπελιά. Εντύπωση μας κάνει η υπακοή και η αποφασιστικότητα των τεσσάρων ψαράδων της θάλασσας της Γαλιλαίας στην πρόσκληση του Κυρίου, να τον ακολουθήσουν και να γίνουν ψαράδες ανθρώπινων ψυχών. Αφησαν πλοία δίκτυα οικογένειες και Τον ακολούθησαν χωρίς ενδοιασμούς και υπολογισμούς, χωρίς ταλαντεύσεις και υποχωρήσεις. Βέβαια γνώριζαν τον Ιησού, αλλά το ότι αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν χωρίς να τον ρωτήσουν που θα πάνε και με τι θα ασχοληθούν είναι θαυμαστό γεγονός. Η ανταπόκριση των μαθητών του Κυρίου είναι ανάγκη να παραδειγματίσει και όλους εμάς γιατί καλεί κι εμάς ο Χριστός να τον ακολουθήσουμε. Δεν μας λέει να αφήσουμε την δουλειά μας, να εγκαταλείψουμε την οικογένειά μας και να Τον ακολουθήσουμε. Αντίθετα μας λέει να αγαπάμε και να φροντίζουμε τους γονείς μας, τον σύζυγο ή την σύζυγο και τα παιδιά μας και να εργαζόμαστε τίμια και φιλότιμα και να προκόβουμε με τον ιδρώτα μας. Από την στιγμή της βάπτισής μας είμαστε καλεσμένοι από τον Χριστό να τον ακολουθήσουμε, να τηρήσουμε τις εντολές Του, να εφαρμόσουμε αυτά που μας διδάσκει η Εκκλησία στην καθημερινή μας ζωή. Γιατί όταν μας μιλάει ο Ιερέας και μας συμβουλεύει, όταν κηρύττει τον λόγο του Θεού και μας γνωρίζει ποιος είναι ο δρόμος της Σωτηρίας ή όταν μελετούμε τον Θείο Λόγο, είναι σαν να μας μιλάει ο ίδιος ο Χριστός, που μας καλεί να τον ακολουθήσουμε, να μιμηθούμε την άγια ζωή Του. Ποια στάση παίρνουμε στο κάλεσμα αυτό του Κυρίου; Θα ανταποκριθούμε θετικά σαν χριστιανοί στην κλήση του Χριστού ή θα την αγνοήσουμε λέγοντάς Του έχε με παρατημένον; Του π.Θωμά Παππά Πρωτοπρεσβυτέρου - Διδασκάλου

16 Ιουν 2009

Ο Απόστολος των Ελλήνων ...


(συνέχεια της προηγ.ανάρτησης )Μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ήμερα της Πεντηκοστής, ο απόστολος μας, όπως ψάλλει κι ο ιερός υμνογράφος, αφού «διεπέτασε το ιστίον του Πνεύματος, ως κύμα γαληνόν πραέω πνεύματι κινούμενον, πάσαν επλούτισε την γήν του ενθέου κηρύγματος». Ο Ανδρέας υπήρξε ο κατ' εξοχήν απόστολος των Ελλήνων. Η Σκυθία, δηλαδή η σημερινή νότιος Ρωσία, η Ελληνική Βιθυνία, ο Πόντος, η Θράκη, η Μακεδονία, η Ήπειρος κι η Αχαΐα ποτίστηκαν πλούσια με τον τίμιο ιδρώτα του Πρωτοκλήτου. Αλλά κι η Εκκλησία του Βυζαντίου, που απετέλεσε κι αποτελεί το κέντρο της Ορθοδοξίας, από τον απόστολο μας ιδρύθηκε. Εδώ ο Ανδρέας εγκατέστησε πρώτο επίσκοπο τον απόστολο Στάχυ κι αυτού διάδοχος είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης. Σε μια του περιοδεία, αναφέρεται από την παράδοση, πως ο άγιος μας πήγε και στην Κύπρο . Το καράβι, που τον μετέφερε στην Αντιόχεια από την Ιόππη, λίγο πριν προσπεράσουν το γνωστό ακρωτήρι του αποστόλου Ανδρέα και τα νησιά, που είναι γνωστά με το όνομα Κλείδες, αναγκάστηκε να σταματήσει εκεί σ' ένα μικρό λιμανάκι, γιατί κόπασε ο άνεμος. Τις μέρες αυτές της νηνεμίας τους έλειψε και το νερό. Ένα πρωί, που ο πλοίαρχος βγήκε στο νησί κι έψαχνε να βρει νερό, πήρε μαζί του και τον απόστολο. Δυστυχώς πουθενά νερό. Κάποια στιγμή, που έφτασαν στη μέση των δύο εκκλησιών, που υπάρχουν σήμερα, της παλαιάς και της καινούργιας, που 'ναι κτισμένη λίγο ψηλότερα, ο άγιος γονάτισε μπροστά σ' ένα κατάξερο βράχο και προσευχήθηκε να στείλει ο Θεός νερό. Ποθούσε το θαύμα, για να πιστέψουν όσοι ήταν εκεί στον Χριστό. Ύστερα σηκώθηκε, σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τον βράχο και το θαύμα έγινε. Από τη ρίζα του βράχου βγήκε αμέσως μπόλικο νερό, που τρέχει μέχρι σήμερα μέσα σ' ένα λάκκο της παλαιάς εκκλησίας κι απ' εκεί προχωρεί και βγαίνει από μια βρύση κοντά στη θάλασσα. Είναι το γνωστό αγίασμα. Το ευλογημένο νερό, που τόσους ξεδίψασε, μα και τόσους άλλους, μυριάδες ολόκληρες, που το πήραν με πίστη δρόσισε και παρηγόρησε. Και πρώτα-πρώτα το τυφλό παιδί του καπετάνιου. Ήταν κι αυτό ένα από τα πρόσωπα του καραβιού που μετέφερε ο πατέρας. Γεννήθηκε τυφλό και μεγάλωσε μέσα σε ένα συνεχές σκοτάδι. Ποτέ του δεν είδε το φως. Δένδρα, φυτά, ζώα αγωνιζόταν να τα γνωρίσει με το ψαχούλεμα. Εκείνη την ήμερα, όταν οι ναύτες γύρισαν με τα ασκιά γεμάτα νερό κι εξήγησαν τον τρόπο που το βρήκαν στο νησί, ένα φως γλυκιάς ελπίδας άναψε στην καρδιά του δύστυχου παιδιού. Μήπως το νερό αυτό, σκέφτηκε, που βγήκε από τον ξηρό βράχο ύστερα απ' την προσευχή του παράξενου εκείνου συνεπιβάτη τους, θα μπορούσε να χαρίσει και σ' αυτόν το φως του που ποθούσε; Αφού με θαυμαστό τρόπο βγήκε, θαύματα θα μπορούσε και να προσφέρει. Με τούτη την πίστη και τη βαθιά ελπίδα ζήτησε και το παιδί λίγο νερό. Διψούσε. Καιγόταν απ' τη δίψα. Ο απόστολος, που ήταν εκεί, έσπευσε κι έδωσε στο παιδί ένα ποτήρι γεμάτο από το δροσερό νερό. Όμως το παιδί προτίμησε, αντί να δροσίσει με το νερό τα χείλη του, να πλύνει πρώτα το πρόσωπο του. Και ώ του θαύματος! Μόλις το δροσερό νερό άγγιξε τους βολβούς των ματιών του παιδιού, το χρόνιο σκοτάδι άρχισε να διαλύεται. Κι ένα φώς, ιλαρό φώς, άρχισε να λούζει τα γύρω πράγματα... — Πατέρα, πατέρα, άρχισε να φωνάζει το παίδι πότε ψαχουλεύοντας και πότε τρέχοντας να βρει τον πατέρα. Κι ο καπετάνιος που τρόμαξε απ' τις φωνές του παιδιού τρέχει κι αυτός προς το μέρος που ακουόταν η φωνή. Στο αντίκρυσμα του παιδιού του σταμάτησε, έσκυψε κι άνοιξε την αγκαλιά του. — «Παιδί μου, τι σου συμβαίνει»; ρώτησε με τρόμο ο πατέρας. — «Βλέπω! Πατέρα μου, βλέπω! Για κοίτα με, βλέπω τη θάλασσα, τους ανθρώπους, τα πανιά του καραβιού μας που φουσκώνουν. Πατέρα, το ευλογημένο νερό που μου έδωκε εκείνος ο παππούλης, για να πιώ και να πλυθώ, αυτό μου χάρισε ό,τι ποθούσαμε. Το φως μου, πατέρα...» Ύστερα από μικρή διακοπή που πέρασε μέσα σε δάκρυα κι αναφυλλητά ευγνωμοσύνης ο καπετάνιος σηκώθηκε κι είπε: — «Παιδί μου, πάμε να βρούμε τον παππούλη που λες, για να τον ευχαριστήσουμε για ό,τι μας χάρισε!». — «Όχι εμένα, είπε ο απόστολος που πλησίασε. Τον Χριστό να ευχαριστήσουμε όλοι. Αυτός μας έδωκε το νερό. Αυτός γιάτρεψε και το παιδί. Αυτός είναι ο αληθινός Θεός, που έγινε άνθρωπος κι ήρθε στον κόσμο για να μας σώσει!» Κι ο απόστολος, που τον κοίταζαν όλοι με θαυμασμό, άρχισε να τους μιλά και να τους διδάσκει τη νέα θρησκεία. Το τέλος της ομιλίας πολύ καρποφόρο. Όσοι τον άκουσαν πίστεψαν και βαφτίστηκαν. Την αρχή έκανε ο καπετάνιος με το παιδί του, που πήρε και το όνομα Ανδρέας. Κι ύστερα όλοι οι άλλοι επιβάτες και μερικοί ψαράδες που ήσαν εκεί. Πίστεψαν όλοι στον Χριστό που τους κήρυξε ο απόστολος μας και βαφτίστηκαν. Φυσικά το θαύμα της θεραπείας του τυφλού παιδιού, ακολούθησαν κι άλλα, κι άλλα. Στό μεταξύ ο άνεμος άρχισε να φυσά και το καράβι ετοιμάστηκε για να συνεχίσει το ταξίδι του. Ο απόστολος, αφού κάλεσε κοντά του όλους εκείνους που πίστεψαν στον Χριστό και βαφτίστηκαν, τους έδωκε τις τελευταίες συμβουλές του και τους αποχαιρέτησε. Έτσι στο ευλογημένο νησί οργανώθηκε ακόμη μια ομάδα, μια εκκλησία πιστών στον ένα αληθινό Θεό. Αργότερα, μετά από χρόνια, κτίστηκε στον τόπο αυτόν που περπάτησε και άγιασε με την προσευχή, τα θαύματα και τον ιδρώτα του ο Πρωτόκλητος μαθητής, το μεγάλο μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, που με τον καιρό είχε γίνει παγκύπριο προσκύνημα. Κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητές απ' όλα τα μέρη της Κύπρου, ορθόδοξοι και ετερόδοξοι κι αλλόθρησκοι ακόμη, συνέρρεαν στο μοναστήρι, για να προσκυνήσουν τη θαυματουργό εικόνα του αποστόλου, να βαφτίσουν εκεί τα νεογέννητα παιδιά τους και να προσφέρουν τα πλούσια δώρα τους σε χρήμα ή σε είδη, για να εκφράσουν τα ευχαριστώ και την ευγνωμοσύνη τους στον θείο απόστολο. Κολυμβήθρα Σιλωάμ ήταν η εκκλησία του για τους πονεμένους. Πλείστα όσα θαύματα γινόντουσαν εκεί σε όσους μετέβαιναν με πίστη αληθινή και συντριβή ψυχής. Σε όλους τους ναούς του μαρτυρικού νησιού θα βρούμε την αγία εικόνα Του και το όνομά Του είναι το πιο συνηθισμένο μεταξύ των κατοίκων (Ανδρέας ή Αδρεανή - Ανδρούλα) και το πιο διαδεδομένο. Για λόγους που μόνο ο Κύριος γνωρίζει, εδώ και μερικά χρόνια - από το 1974 — το άγιο μοναστήρι μαζί με όλη την Καρπασία, τη Μεσαορία και τη Βόρειο Κύπρο έχει περιέλθει στην κυριαρχία του πιο βάρβαρου εισβολέα, του Τούρκου. Οι ευλογημένες εκκλησίες που βρίσκονται στα μέρη αυτά μένουν κανονικά αλειτούργητες. Κι οι καμπάνες σώπασαν από τότες να κτυπούν και να καλούν τους πιστούς σε συναγερμό ψυχής... Το αγίασμα όμως που βγήκε απ' τη γη ύστερα από την προσευχή του μεγάλου αποστόλου Ανδρέου μένει και συνεχίζει το κελάρυσμά του. Συνεχίζει το κελάρυσμά του και περιμένει την άγια ώρα, που οι πιστοί του νησιού, πλυμένοι καί καθαρισμένοι μέσα στα δάκρυα μιας ειλικρινούς μετάνοιας, θα αξιωθούν ελεύθεροι και πάλι να επισκεφθούν το όμορφο μοναστήρι για να ψάλουν τα ευχαριστήρια στον Κύριο για τη λύτρωση τους από τα δεινά της πικρής δοκιμασίας και να πιουν και να δροσίσουν τα χείλη από το γλυκό νερό. Ο Θεός να δώσει, με τη βοήθεια των πρεσβειών του αγίου αποστόλου Ανδρέου, μα καί των άλλων αγίων της Κύπρου , η μέρα αυτή να έρθει το γρηγορώτερο. Το τέλος του αποστόλου υπήρξε ανάλογο της ιστορίας του. Μαρτύρησε στις Πάτρες, όπου είχε φτάσει, για να μεταδώσει κι εδώ το μήνυμα της λυτρώσεως και να σκορπίσει το φως του Χριστού. Η επίσκεψη του από την πλευρά αυτή έφερε πολλούς καρπούς. Σε λίγες μέρες το κήρυγμα του μαζί με τα πολλά του θαύματα συγκλόνισε κυριολεκτικά τα θεμέλια της ειδωλολατρίας στην Αχαΐα. Ανάμεσα στους πρώτους, που πίστεψαν, ήταν αυτός ο ίδιος ο ανθύπατος1 της πόλεως, ο Λέσβιος όπως λεγόταν, που είχε αρρωστήσει άξαφνα βαριά και τον είχε γιατρέψει ο απόστολος μας. Το παράδειγμα του ανθύπατου έσπευσαν ν' ακολουθήσουν κι άλλοι ειδωλολάτρες. Μα το πράγμα έγινε γνωστό στη Ρώμη. Ο αυτοκράτορας Νέρων λύσσαξε απ' το κακό του κι έδωσε εντολή να αντικατασταθεί αμέσως ο Λέσβιος από κάποιο Αιγεάτη, πολύ φανατικό ειδωλολάτρη και πολύ σκληρό. Ο Πρωτόκλητος έχοντας συνοδό τον Λέσβιο συνεχίζει καθημερινά τα κηρύγματα του και τις θαυματουργικές του θεραπείες. Πλήθη λαού απ' όλη την Αχαΐα τα παρακολουθούν με ενδιαφέρον και πολλοί κάθε μέρα πυκνώνουν τις τάξεις των πιστών. Μέσα σ' αυτούς προστίθενται τώρα κι η σύζυγος του Αιγεάτη, η Μαξιμίλλα, ο αδελφός του Στρατοκλής, σοφός μαθηματικός, κι άλλοι πολλοί από τους συγγενείς του και τη συνοδεία του. Έτσι λεγόντουσαν κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους οι Ρωμαίοι άρχοντες, που διοικού σαν μια από τις επαρχίες του κράτους. Ο ανθύπατος Αιγεάτης, αν και είδε τη γυναίκα του Μαξιμίλλα να σώζεται από βέβαιο θάνατο με την επέμβαση του Πρωτοκλήτου, αν και είδε τον αδελφό του Στρατοκλή, που τον εκτιμούσε τόσο, να προσχωρεί στη νέα πίστη, εν τούτοις ο ίδιος έμεινε ασυγκίνητος. Κάτι περισσότερο. Πείσμωσε με τη γυναίκα του κι αξίωσε απ' αυτή να αρνηθεί τον Χριστό. Η Μαξιμίλλα όμως δεν δέχτηκε ν' ακούσει. - Προτιμώ, του είπε, να χωριστώ από σένα παρά από τον Χριστό μου. Κι αυτός, τυφλωμένος απ' το πάθος του, διατάσσει να συλλάβουν τον Πρωτόκλητο και να τον ρίξουν στη φυλακή. Για να εκβιάσει δε περισ σότερο την αφοσιωμένη στον Χριστό γυναίκα, την απειλεί πως, αν δεν επιστρέψει στη θρησκεία των πατέρων της, την ειδωλολατρία, θα βασα νίσει τρομερά τον γέροντα απόστολο και στο τέλος θα τον σταυρώσει. Ανήσυχη η Μαξιμίλλα τρέχει στη φυλακή, για να μεταφέρει στον απόστολο τις απειλές του συζύγου της. Τρέμει η καλή γυναίκα, μήπως πάθει κανένα κακό ο ευεργέτης και σωτήρας της. — Μη φοβάσαι, κόρη μου, για τη ζωή μου, της είπε ο Πρωτόκλητος. Κράτησε σταθερά την πίστη σου. Θα 'ναι τιμή και εύνοια του Θεού σε μένα ν' αξιωθώ να φύγω απ' τον κόσμο αυτό κατά τον ίδιο τρόπο, που έφυγε ο Λυτρωτής μας. Άς κάμει, ό,τι θέλει ο Αιγεάτης. Άς με κάψει στη φωτιά. Άς με κατακάψει με τα μαχαίρια. Άς με καρφώσει στον Σταυρό. «Ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς». Ο Στρατοκλής, που βρισκόταν εκεί, λούστηκε στο κλάμα. - Μην κλαις, του είπε ο απόστολος. Κάποια μέρα θα φύγουμε από τον κόσμο αυτό. «Ούκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν». Πρόσεξε μόνο τον σπόρο του Ευαγγελίου, που έσπειρα στην καρδιά σου. Κράτησε τον προσεκτικά και σπείρε τον κι εσύ παρακάτω. Τα λόγια του αποστόλου τόνωσαν το θάρρος της Μαξιμίλλας και του Στρατοκλή κι ατσάλωσαν τη θέληση τους ν' αγωνιστούν ως το τέλος. Ο Αιγεάτης ξαναφώναξε τη γυναίκα του και προσπάθησε με λόγια γλυκά και κολακευτικά να την μεταπείσει από την πίστη του Χριστού. — Είμαι έτοιμος να κάμω το καθετί για την αγάπη σου, της είπε. Άν πεισθείς να αφήσεις τον Χριστό, θα σ' έχω βασίλισσα στο σπίτι μου. Αλλιώς θα καρφώσω σ' ένα σταυρό τον γέρο, που σου πήρε τα μυαλά, και θα σκοτώσω κι εσένα. Η απάντηση της Μαξιμίλλας υπήρξε αληθινά ηρωϊκή. — Προτιμώ χίλιες φορές τον θάνατο παρά τη ζωή μ' ένα ειδωλολάτρη σαν και σένα. Τα λόγια της ηρωίδας χριστιανής άναψαν τον θυμό του συζύγου της, που έδωκε εντολή να βασανίσουν σκληρά τον άγιο και στο τέλος να τον υψώσουν πάνω σ' ένα σταυρό, που είχε το σχήμα του γράμματος Χ και που είχε στηθεί στο «χείλος της θαλάσσιας αμμουδιάς». Πάνω στον Σταυρό αυτό, που ήταν φτιαγμένος από ξύλα ελιάς, έδεσαν τα χέρια και τα πόδια του αποστόλου, χωρίς να τον καρφώσουν. Κι αυτό έγινε, γιατί ο Ανθύπατος ήθελε να κρατήσει πολύν καιρό τον άγιο στη ζωή, για να τον βασανίσει. Από μια θάλασσα, την όμορφη θάλασσα της Γαλιλαίας, κάλεσε ο Κύριος τον μεγάλο Ψαρά να τον ακολουθήσει για να γίνει μαθητής του και να ψαρεύει ανθρώπους. Από μια άλλη θάλασσα κοντά, τη θάλασσα της ιστορικής πόλεως των Πατρών, κάλεσε και πάλι ο Χριστός τον μαθητή κι απόστολο του Ανδρέα, ύστερα από σκληρή εργασία σποράς του λόγου του, να μεταπηδήσει στην ουράνια πατρίδα μας, για να λάβει τον άφθαρτο στέφανο της δικαιοσύνης. Ο απόστολος έφυγε από τον κόσμο αυτό σε ηλικία 80 περίπου χρόνων. Οι χριστιανοί της Αχαΐας θρήνησαν βαθιά τον θάνατο του. Ο πόνος τους έγινε ακόμη πιο μεγάλος, όταν ο ανθύπατος Αιγεάτης αρνήθηκε να τους παραδώσει το άγιο λείψανο του, για να το θάψουν. Ο Θεός όμως οικονόμησε τα πράγματα. Την ίδια μέρα, που πέθανε ο άγιος, ο Αιγεάτης τρελλάθηκε κι αυτοκτόνησε. «Θάνατος αμαρτωλών πονηρός. Οι χριστιανοί τότε με τον επίσκοπο τους τον Στρατοκλή, πρώτο επίσκοπο των Πατρών, παρέλαβαν το σεπτό λείψανο και το 'θαψαν με μεγάλες τιμές. Αργότερα, όταν στον θρόνο του Βυζαντίου ανέβηκε ο Κωνστάντιος, που ήταν γιος του Μ. Κωνσταντίνου, μέρος του ιερού λειψάνου μεταφέρθηκε από την πόλη των Πατρών στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκε στον ναό των αγίων Αποστόλων «ένδον της Αγίας Τραπέζης». Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου φαίνεται πως απέμεινε στις Πάτρες. Όταν όμως οι Τούρκοι επρόκειτο να καταλάβουν την πόλη το 1460, τότε ο Θωμάς Παλαιολόγος, αδελφός του τελευταίου αυτοκράτορας Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου και τελευταίος Δεσπότης του Μοριά, πήρε το πολύτιμο κειμήλιο και το μετέφερε στην Ιταλία. Εκεί εναποτέθηκε στον ναό του αγίου Πέτρου της Ρώμης, όπου έμεινε μέχρι του 1964. Την 26η του Σεπτέμβρη του έτους αυτού αντιπροσωπεία του πάπα Παύλου μετέφερε από τη Ρώμη τον πολύτιμο θησαυρό και τον παρέδωσε στον νόμιμο κάτοχο, την Εκκλησία των Πατρέων.Στή μνήμη του μεγάλου αποστόλου ας κλίνει τακτικά με ευλάβεια το γόνυ της ψυχής κάθε Ελληνική καρδιά. Είναι ένας απ' τους αποστόλους που αγάπησαν την πατρίδα μας κι αγωνίστηκαν να της μεταδώσουν το ανέσπερο φως του Χριστού. Το μήνυμα του δε «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν» ας γίνει και για μας σύνθημα ζωής. «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν» φωνάζει και σ' εμάς ο Πρωτόκλητος μαθητής. Ο Χριστός ήταν και είναι ο μοναδικός Σωτήρας και Λυτρωτής των ανθρώπων. Έτσι τον γνωρίσαμε εμείς. Έτσι θα τον γνωρίσετε κι εσείς, αν τον αναγνωρίσετε Αρχηγό και Κύριο σας κι αν βάλετε το θέλημα και τον νόμο του οδηγό στη ζωή σας. Ναί! αν βάλετε το άγιο θέλημα και τον νόμο του οδηγό και σύντροφο στη ζωή σας. Γιατί ο Χριστός ήταν κι είναι «χθες και σήμερον ο Αυτός και εις τους αιώνας». Το σωστικό αυτό μήνυμα ας αγκαλιάσουμε με πίστη φλογερή όλοι ανεξαίρετα όσοι ποθούμε να δούμε στον μαρτυρικό αυτό τόπο καλύτερες μέρες. Ό,τι γκρεμίζει η αμαρτία ανορθώνει και ξαναφτιάχνει μόνο μια ειλικρινής μετάνοια. Με μια γνήσια μετάνοια και συντριβή ψυχής ας καταφύγουμε και πάλι όλοι στον Σωτήρα Χριστό κι ας του ζητήσουμε να συγχωρήσει κι εμάς όπως κάποτε τους Νινευίτες και να μας ξαναδώσει τη λευτεριά μας. Και θα μας ακούσει ο Κύριος. Οπωσδήποτε θα μας ακούσει. Μας το βεβαιώνει με τα άγια λόγια Του: «Επικάλεσαί με, μας λέγει, εν ημέρα θλίψεώς σου και εξελούμαί σε και δοξάσεις με». Παιδί μου, όπου και να 'σαι, φώναξε με στον πόνο σου. Και εγώ θα σε ακούσω .... πηγή :www.orthodox-answers.gr

Ο Πρώτος εκλεκτός ...

Το μικρό αφιέρωμα στους Αγίους Αποστόλους συνεχίζεται σήμερα με αυτόν που πρώτος απο όλους άφησε τα πάντα για να ακολουθήσει Εκείνον ...
Μορφή βιβλική. Φυσιογνωμία προνομιούχος και διαλεχτή. Πρώτος απ' όλους τους αποστόλους γνώρισε τον Ιησού, αλλά και πρώτος κλήθηκε να τον ακολουθήσει, γι' αυτό και Πρωτόκλητος. Το όνομα του το ιερό κατέχει ιδιαίτερη θέση στην ψυχή των Ελλήνων. Αυτός είναι ο Ανδρέας ο Πρωτόκλητος μαθητής του Χριστού κι ο ένας απο τους αποστόλους του Έθνους μας. Ο Ανδρέας καταγόταν απο την Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας κι ήταν γιος του Ιωνά κι αδελφός του πρωτοκορυφαίου αποστόλου Πέτρου. Το επάγγελμα του ήταν ψαράς. Ήταν όμως απο τις ευγενικές εκείνες ψυχές, που μελετούσαν τους προφήτες και περίμεναν με λαχτάρα την εκπλήρωση των υποσχέσεων του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Ο Ανδρέας μαζί με τον Ιωάννη τον ευαγγελιστή υπήρξαν στην αρχή μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου. Κάποια μέρα μάλιστα, που βρισκόντουσαν στις όχθες του Ιορδάνη κι ο Πρόδρομος τους έδειξε τον Ιησού και τους είπε «ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την άμαρτίαν του κόσμου», οι δύο απλοϊκοί εκείνοι ψαράδες συγκινήθηκαν τόσο πολύ, που χωρίς κανένα δισταγμό κι επιφύλαξη αφήκαν αμέσως τον δάσκαλο τους κι ακολούθησαν τον Ιησού. Τον ακολούθησαν με προθυμία και ζήλο κι έμειναν κοντά του εκείνη την ήμερα. Τί είδαν και τί άκουσαν όλες εκείνες τις αξέχαστες ώρες; Χωρίς άλλο λόγια άγια και θεία. Ρήματα ζωής αιωνίου. Λόγια, που τους συνεπήραν την ψυχή και τους έκαμαν να πιστέψουν πως στ' αλήθεια ο Ιησούς ήταν Εκείνος που περίμεναν. Ο Μεσσίας. Ο Σωτήρας και Λυτρωτής των ανθρώπων. Τον ενθουσιασμό και την ικανοποίηση τους από την επικοινωνία κι επαφή τους με τον Κύριο την βλέπουμε απο την ενέργεια του Ανδρέα. Μόλις χωρίστηκαν απο τον Ιησού, έτρεξε να συναντήσει τον μεγαλύτερο αδελφό του Πέτρο και να του πει με χαρά: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν (ο εστί μεθερμηνευόμενον Χριστός)• και ήγαγεν αυτόν προς τον Ιησούν». Πόση καλωσύνη. Πόση ευγένεια ψυχής! Πόση αγάπη! Δεν κράτησε μόνος τη χαρά του. Έσπευσε να τη μοιραστεί με τον αδελφό του. Κι είχε δίκαιο! Κείνος που γεύτηκε το μέλι του Ευαγγελίου δεν μπορεί να το τρώει μόνος του. Η πραγματική χάρη, όταν φωτίσει την ψυχή, βάνει τέρμα στο πνευματικό μονοπώλιο, λέει κι ένας μεγάλος ιεραπόστολος του περασμένου αιώνα. Η περίπτωση αυτή είναι ένα έξοχο παράδειγμα αδελφικής αλληλεγγύης και πνευματικότητας. Τα αδέλφια μας, οι γονείς μας, οι συγγενείς μας, οι οικείοι μας πρέπει να 'ναι για μας πρόσωπα προσφιλή. Πρόσωπα, με τα οποία να' μαστε έτοιμοι να μοιραστούμε κάθε στιγμή και τη χαρά και τη λύπη μας. Σ' αυτούς θα πούμε τον καλό τον λόγο. Θα δώσουμε το χριστιανικό έντυπο. Θα τους καλέσουμε σε μια χριστιανική συγκέντρωση. Θα τους πούμε σε μιαν επίσκεψη: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν». Αδελφοί μας! Ελάτε στον Χριστό. Αυτός είναι η χαρά. Αυτός η ζωή και το φως. Αυτός η ειρήνη του κόσμου. Μη σας σκανδαλίζουν μερικά έκτροπα, που βλέπετε γύρω σας. Μη σας σκανδαλίζει η ζωή μερικών, που αυτοκαλούνται χριστιανοί και θέλουν τάχατες να δείχνουν και τον δρόμο στους άλλους. Εσείς κοιτάτε μόνο τον Χριστό. Αυτός και μόνο αυτός στον κόσμο τούτο δίνει τη χαρά και την ειρήνη. Το μαρτυρεί η ζωή όλων των απλών, των αληθινών χριστιανών. Το βεβαιώνει η ζωή και το παράδειγμα του μεγάλου αποστόλου μας. Ύστερα απο το επεισόδιο, που αναφέραμε, τόσο ο Ανδρέας, όσο κι ο Πέτρος κι ο Ιωάννης ξαναγύρισαν στα πλοία τους κι έπιασαν πάλι τη δουλειά τους. Δεν είχε έρθει ακόμη η ευλογημένη ώρα να αρχίσει ο Κύριος το έργο του. Αυτό έγινε λίγες μέρες αργότερα. Εκεί στη λίμνη της Γεννησαρέτ οι δύο αδελφοί καταγίνονταν να ρίψουν τα δίκτυα τους στη θάλασσα, όταν τους ξαναβρήκε ο Ιησούς και τους κάλεσε να τον ακολουθήσουν. «Δεύτε οπίσω μου», τους είπε, «και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Κι αυτοί «ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ». «Ευθέως», χωρίς καμιά χρονοτριβή, χωρίς καμιά αναβολή τον ακολούθη σαν. Στήν περίσταση αυτή έμοιασαν με τον σοφό και συνετό εκείνο έμπορο της ευαγγελικής περικοπής, που ζητούσε να βρει και ν' αγοράσει μαργαριτάρια. Κι όταν βρήκε κάποτε ένα σπουδαίο και «πολύτιμον μαργαρίτην», έσπευσε να πωλήσει όλα όσα είχε και να τον αγοράσει. Αυτό έκαμαν κι οι δύο αδελφοί. Ο Ανδρέας ακολούθησε τον Κύριο πιστά και πρόθυμα μέχρι τέλους. Κατά το διάστημα αυτό της μαθητείας του δύο απο τα πολλά επεισόδια καταδεικνύουν την ιδιαίτερη θέση, που είχε ανάμεσα στούς άλλους μαθητές και κοντά στον Ιησού. Το πρώτο συνέβηκε στην έρημο. Τα πλή θη, που είχαν πληροφορηθεί πως ο Κύριος βρισκόταν εκεί, μαζεύτηκαν απ' όλα τα μέρη γύρω, για να ζητήσουν τις ευεργεσίες του και ν' ακούσουν τη διδασκαλία του. Κόντευε να δύσει ο ήλιος και κανένας δεν έλεγε να φύγει. Κάποια στιγμή ο Ιησούς φώναξε κοντά του τον Φίλιππο και τον ρώτησε: «Απο πού και με τι χρήματα θα αγοράσουμε ψωμιά, για να φάγουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι;» Ο Κύριος φυσικά γνώριζε τι θα έκαμνε. Το είπε όμως αυτό, για να δοκιμάσει τον Φίλιππο και τους άλλους μαθητές. Κι αυτός από μέρους και των άλλων μαθητών γεμάτος αμηχανία απήντησε: «Διακοσίων δηναρίων άρτοι ουκ αρκούσιν αυτοίς ίνα έκαστος αυτών βραχύ τι λαβή». Διακοσίων δηναρίων ψωμιά δεν φτάνουν, όχι για να χορτάσουν, αλλά για να πάρει ο καθένας μια μπουκιά. Τη στιγμή εκείνη πετάχτηκε ο Ανδρέας κι είπε. «Κύριε, είναι εδώ ένα παιδάκι, που έχει πέντε κριθαρένια ψωμιά και δύο ψαράκια» (Ιωάν. ς', 9). Φυσικά πέντε κριθαρένια ψωμιά και δύο ψαράκια δεν είναι τίποτα για τόσο κόσμο. Μα εσύ. Κύριε, μπορείς να τα ευλογήσεις και τότε, ω, ναί! Τότε μπορούν να φάνε όλοι οι άνθρωποι και να περισσέψουν. Πρόσωπο με παρρησία και με μια λανθάνουσα πίστη στον Χριστό μας παρουσιάζει το επεισόδιο αυτό τον Ανδρέα. Πρόσωπο με πλατιά καί μεγάλη καρδιά μας τον παρουσιάζει το δεύτερο επεισόδιο. Συγχρόνως όμως και άνθρωπο με τόλμη, που δεν διστάζει να πάρει μια μεγάλη απόφαση και ν' αναλάβει συνάμα και τις ευθύνες του. Αφορμή γι' αυτό το επεισόδιο έδωκαν μερικοί συμπατριώτες μας Έλληνες. Ήταν οι μέρες του Πάσχα, του τελευταίου Πάσχα του Κυρίου μας. Μέσα στα πλήθη, που μαζεύτηκαν στα Ιεροσόλυμα από τα διάφορα μέρη του κόσμου, ήταν κι αυτοί. Ασφαλώς ήταν άνθρωποι που είχαν προσηλυτισθεί στον ιουδαϊσμό. Η πνευματική θρησκεία του Ισραήλ τους είχε τραβήξει μέσα στήν καρδιά τους βαθύ τον πόθο να τον γνωρίσουν. Πλησίασαν λοιπόν τον Φίλιππο - ίσως το ελληνικό του όνομα τους έδωκε το θάρρος- και του ζήτησαν να τους οδηγήσει στον Χριστό. Ο Φίλιππος όμως έσπευσε να ζητήσει τη γνώμη του Ανδρέα. Γιατί του Ανδρέα; Γιατί ήταν συμπατριώτης του κι ήξερε την παρρησία του. Αλλά και γιατί ο Ανδρέας ήταν γνωστός σαν ο άνθρωπος με τη μεγάλη καρδιά και το θέμα θα το αντίκρυζε όχι με τη στενή ιουδαϊκή αντίληψη, πως ο Χριστός ήλθε κι ανήκε μόνο στους Ιουδαίους, αλλά καί στους άλλους ανθρώπους. Και πραγματικά η στάση του δικαίωσε τη φήμη του. Ο Ανδρέας, σαν έμαθε από τον Φίλιππο το περιστατικό, χωρίς να χάσει καιρό, πήρε τους Έλληνες και μαζί μ' αυτόν τους έφερε στον Χριστό (Ιωάν. ιβ', 20-22). Τι φανερώνει και το επεισόδιο αυτό; Τη μεγάλη, την πλατιά του καρδιά, μα και την οικειότητα του προς τον Χριστό. Ευτυχείς όλοι εκείνοι που μιμούνται τον Πρωτόκλητο και βοηθούν κι άλλες ψυχές να πλησιάσουν και να γνωρίσουν τον Κύριο. Η ζωή του Πρωτοκλήτου κατά τα τρία χρόνια της μαθητείας είναι η ίδια με τη ζωή των άλλων μαθητών. Αχόρταγα κι αυτός μαζί με τους άλλους αποστόλους ρουφούσε από το στόμα του θείου Διδασκάλου τα «ρήματα της αιωνίου ζωής». Μαζί του περιέτρεχε την Άγια Γη κι έβλεπε τις ευεργεσίες και τα θαύματα του. Βαθιά ήταν η συγκίνηση του για την υποδοχή, που ο περιούσιος λαός επεφύλαξε στον Κύριο μας «πρό εξ ημερών του Πάσχα». Πιο βαθιά η θλίψη του για τη σύλληψη του Διδασκάλου του και για όσα ακολούθησαν αυτή. Η επίσκεψη του Κυρίου όμως κατ' αυτή την ήμερα της Αναστάσεως Του κι ενώ πια είχε βραδυάσει κι οι πόρτες του σπιτιού ήταν κλειστές «δια τον φόβον των Ιουδαίων» ξανάφερε στην ψυχή του τη χαρά και την ελπίδα. Ο Ανδρέας παρευρέθηκε στην Ανάληψη κι έλαβε μέρος στην εκλογή του Ματθία. Μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ήμερα της Πεντηκοστής, ο απόστολος μας, όπως ψάλλει κι ο ιερός υμνογράφος, αφού «διεπέτασε το ιστίον του Πνεύματος, ως κύμα γαληνόν πραέω πνεύματι κινούμενον, πάσαν επλούτισε την γήν του ενθέου κηρύγματος».
συνεχίζεται ....

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...
Βαπτίστηκες και αναγεννήθηκες ... Μετανόησες κάτω από πετραχήλι και ξαναβαπτίστηκες ... Μετέλαβες τα άχραντα μυστήρια και ένιωσες ξανά βαπτισμένος εις το όνομα του τρισυπόστατου Θεού ... Υπάρχει ακόμα ένα βάπτισμα το τέταρτο κατά σειρά .. το βάπτισμα της ομολογίας ...στο αίμα της Πίστης ... Άραγε πόσοι από εμάς θα το αγαπήσουμε ; Τον Αναστάντα Θεό ας ομολογήσουμε ...Και ας πληρώσουμε το τίμημα της Ομολογίας ...όχι το αντίτιμο της απωλείας ...! Καλό Παράδεισο ! ( Νώντας Σκοπετέας. 2009)

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας Νεκταρία Καραντζή

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας  Νεκταρία Καραντζή
Τον θαυμάσιον μύστην Χριστού υμνήσωμεν , Μηλεσίου το κλέος και των Γερόντων φωνή , την βοήθειαν ημών και διόρασιν ˙ Τον αναπαύσαντα σοφώς τας ψυχάς των ασθενών , του πνεύματος συνεργεία . Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην ,επικαλέσωμεν άπαντες. // Nώντας Σκοπετέας 27-11-2013 Απολυτίκιο με την ευκαιρία της επισήμου Αγιοκατατάξεως του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου . Σημ: Το απολυτίκιο δεν περιέχεται σε αναγνωρισμένη ακολουθία , αλλά είναι προϊόν ευλαβείας και απέραντης ευγνωμοσύνης , προς τον Μεγάλο Άγιο του Θεού , στην μεγάλη η μέρα της Αγιοκατατάξεώς του .

Ουράνια Συντροφιά...

Ουράνια Συντροφιά...
Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...". Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε...". Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. "Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής", είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει. -Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ. Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω: -Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: "Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου". Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν: -Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό. Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...", διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές. Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα: -Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και "βρέχει επί δικαίους και αδίκους". Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσουμε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη. -Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! -Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα./Γ.Πορφύριος

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...
Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερ­μηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία. ~Φώτης Κόντογλου~