Ο Σταύρος ο χαμάλης …Στην όψη θηριώδης και στην ψυχή παιδί .Τα λάτρευε όλα του τα βλαστάρια …Επτά γέννησε η γυναίκα του …Τα δυο δεν άντεξαν και πέταξαν μικρά για τον ουρανό .Βλέπεις εκείνα τα χρόνια ήτανε συνηθισμένο , με την πείνα και τις στερήσεις . Ο Σταύρος όμως πάντα τα θυμότανε και τα μνημόνευε στα ψυχοχάρτια που έγραφε αναστενάζοντας βαθιά …και όποτε τον ρωτάγανε πόσα παιδιά είχε εκείνος απαντούσε :-Επτά !!!Πέντε στην γη και 2 κει πάνω… και σήκωνε το κεφάλι του να τα ψάξει τα αγγελούδια του …την Λευτερίτσα και τον Πολυχρόνη του .
Ο Σταύρος ο χαμάλης …έτσι τον ξέρανε όλοι ..θαρρείς και αυτό ήτανε το επώνυμό του μα εκείνος το χε για παράσημο …Ό,τι δουλειά υπήρχε την έκανε χαρούμενα . Κυρίως αυτή του αχθοφόρου με το μικρό του καροτσάκι στο λιμάνι …Χρόνια ολάκερα χωρίς σταματημό σήκωνε τα βάρη των άλλων δίχως βαρυγκόμια αγιάζοντας έτσι τον ιδρώτα του … Το μόνο του παράπονο ήτανε που το μικρό σπιτάκι με τα τρία δωμάτια και την αυλή ήταν πολύ μακριά από την εκκλησιά του Άγιου Σπυρίδωνα που τόσο τον ευλαβούνταν. Έπρεπε να περπατήσει μισή ώρα και βάλε για να φτάσει στον Άγιο …Αξημέρωτα έπρεπε να ξεκινήσει για να ακούσει τον αγαπημένο του εξάψαλμο …Σπάνια τα κατάφερνε , όχι γιατί αργούσε να ξυπνήσει …κάθε άλλο …από τις τέσσερις ξυπνούσε και μετάνοιζε μπροστά στο εικονοστάσι , μα ήτανε βλέπεις και πέντε παιδιά που όλο και αρρώσταιναν , ήτανε και η γυναίκα του η Αργυρώ που ήθελε τις Κυριακές και τις Γιορτές να πηγαίνουν όλοι μαζί στην Εκκλησιά και δεν ήθελε να της χαλά το χατίρι .
Έτσι λιγοστές ήτανε οι φορές που ο Σταύρος τα κατάφερνε να ακούσει τον εξάψαλμο στον Άγιο Σπυρίδωνα ή και στην Ενορία τους.
Μα και όταν έτσι ήταν τα πράγματα πριν φτάσουν τον είχε πει μπροστά στις εικόνες τους …Και πάντα κοιτάζοντας μια χάρτινη του Αγίου Σπυρίδωνος που χε ψηλά με παράπονο του έλεγε : Άγιε μου Σπυρίδωνα ούτε σήμερα τα κατάφερα ,μα ξέρεις εσύ πόσο σε αγαπώ ξέρεις πόσο σε δίψασε η ψυχή μου …Αξίωσε μας Άγιε κάποτε ν αποκτήσουμε μια κάμαρη έστω, δίπλα στο καμπαναριό σου!
Τον εξάψαλμο με τα χρόνια τον έμαθε απ έξω …Και έτσι ο Σταύρος τον ζούσε στην κάθε δύσκολη μέρα του και την αγαπούσε πολύ αυτήν την προσευχή ..Θες γιατί είχε ακούσει πως όσο κρατά ο εξάψαλμος θα κρατήσει και η τελική κρίση ..Θες γιατί έβρισκε πάντα μέσα στα λόγια εκείνα τα άγια , παρηγοριά σε ό,τι του σφιγγε την ψυχή …Λες και είχε γραφτεί γι αυτόν ..τι κι αν δεν ήξερε πολλές από τις λέξεις του …κάθε φορά που έφτανε να πει το : ἵνα τὶ Κύριε ἀπωθεῖς τὴν ψυχήν μου, ἀποστρέφεις τὸ πρόσωπόν σου ἀπ' ἐμοῦ; πτωχός εἰμι ἐγὼ καὶ ἐν κόποις ἐκ νεότητός μου, ὑψωθεὶς δὲ ἐταπεινώθην καὶ ἐξηπορήθην γέμιζαν τα μεγάλα του μάτια δάκρυα που κύλαγαν ασταμάτητα όπως τα χρόνια …
Ο Σταύρος έμεινε μόνος με την Αργυρώ του το στήριγμά του … …Τα παιδιά τους πήραν δρόμους όμορφους κάναν οικογένειες και ξενιτεύτηκαν …Τον πατέρα και την μάνα τους φρόντιζαν και τίποτα δεν τους έλειπε μα δεν τα κατάφεραν να τους πάρουνε και μαζί τους . Έμεινε ο Σταύρος εκεί στο σπίτι τους , μεγάλος πια μα όχι λυπημένος …τα κατάφερνε άλλωστε ακόμα καλά στα πόδια …Έτσι σχεδόν κάθε μέρα ξεκίναγε αχάραγα για τον Άγιο …και έφτανε πολλές φορές πριν απ τον Παπά και τον περίμενε στα σκαλοπάτια …Πως τον χαιρότανε αυτόν τον ζήλο του ο Παππούλης …- Άντε Κυρ Σταύρο του έλεγε τα κατάφερες και σήμερα πρώτος να ρθεις ! και έλεγε στον ψάλτη να του δίνει καμιά φορά να διαβάζει τον εξάψαλμο …μα τις περισσότερες ο Σταύρος κρυβόταν σε καμιά γωνιά του μεγάλου ναού και δεν τον έβρισκαν …ήθελε ν ακούσει ακίνητος με τα μάτια κλειστά τα λόγια που τόσο είχε αγαπήσει…
Ανήμερα του Σταυρού αρχές του 90 με γλυκό σταφύλι και δροσερό νερό υποδέχτηκαν παιδιά και εγγόνια στην ασβεστωμένη τους αυλή …Πόσο ευτυχισμένος ένιωθε και έλεγε από μέσα του συνέχεια αυτό που από τον Εξάψαλμο ένοιωθε πως ταίριαζε στην περίσταση : Εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον, καὶ πάντα τὰ ἐντός μου τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον αὐτοῦ. Εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον, καὶ μὴ ἐπιλανθάνου πάσας τὰς ἀνταποδόσεις αὐτοῦ. -Πλημμύρισε η αυλή από αγγελούδια ! έλεγε και ξανάλεγε αντικρύζοντας τα εγγόνια του …Τρία από αυτά είχαν πάρει τα όνομά του μα δεν τα ξεχώριζε από τα άλλα ούτε καν τον Σπυράκο τον πιο μικρό απ όλα που χε πάρει τα όνομα του αγαπημένου του Αγίου …Γι αυτό και κείνη την ημέρα με την γυναίκα του είχαν αγοράσει και στα πέντε του παιδιά από μια όμορφη εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνος . Τις είχε παραγγείλει από καιρό να αγιογραφηθούν και τώρα ήρθε ο καιρός να πάρουν τις θέσεις τους στα σπιτικά των παιδιών του , που καμάρωνε γιατί το καθένα τους είχε προκόψει στα γράμματα και γίνανε όλοι τους μεγάλοι και τρανοί …Ένα μικρό κουτάκι με κορδέλα βάλανε μπροστά του…-Δεν σας έχω πει πως δεν θέλω δώρα; Μου φτάνει που σας έχω όλους εδώ …-Άνοιξέ το παππού φώναξαν με μια φωνή τα εγγόνια του …Ένα κλειδί και μια κάρτα ήτανε μέσα …Την πήρε με χέρια που έτρεμαν και διάβασε δυνατά : Στον πατέρα και στην μάνα ! Οδός Σωτήρος !Δίπλα στο καμπαναριό !
-Ένα μικρό διαμέρισμα δίπλα στον Άγιο Σπυρίδωνα για σένα και την μάνα Πατέρα! …Για να μην κουράζεσαι …ν ακούς τον εξάψαλμο κάθε μέρα και τις καμπάνες που τόσο αγαπάς …ήταν το λιγότερο που μπορούσαμε να κάνουμε μιας και δεν θέλετε να ρθείτε μαζί μας … Περίμεναν όλοι την αντίδρασή του …Έσκυψε το κεφάλι και έμεινε έτσι για λίγο ανέκφραστος …Έκανε έπειτα τον Σταυρό του αργά και είπε με σπασμένη φωνή :
εἰσελθέτω ἐνώπιόν σου ἡ προσευχή μου κλῖνον τὸ οὖς σου εἰς τὴν δέησίν μου…Αυτό νόμιζε ότι ήταν το μόνο ταιριαστό εκείνη την άγια ώρα …ο Σταύρος ο χαμάλης …που λάτρευε να λέει τον εξάψαλμο ...
απόσπασμα απο ραδιοφωνική εκπομπή του εν τω φωτί Σου οψόμεθα φώς με τίτλο : " αυτοί που αγαπούν να λένε τον εξάψαλμο "