
Στο μισοσκόταδο της γωνιάς δίπλα στο προσκυνητάρι της Αγίας του Θεού στέκεται όρθιος και σιγοψέλνει την μικρή παράκληση και θρηνεί και στενάζει …με τα μάτια κλειστά και την ζέστη του Αυγούστου να αγκαλιάζει την ελπίδα την άσβεστη πως αυτή η ψιθυριστή φωνή θα φτάσει στον Φιλάνθρωπο Θεό. Και έπειτα θα γονατίσει να νοιώσει την Αναστημένη χαρά των θλιβομένων να περνά σαν δροσερό αεράκι απ το πλάι ,ταχυνή βοήθεια …να αισθανθεί εκείνο το νεύμα το ποθούμενο, να σιγουρευτεί πως δεν θα παραβλεφθούν οι μέσα του κλαυθμοί και τα δάκρυα κι οι στεναγμοί …

(νώντας σκοπετέας /Εν τω φωτί Σου οψόμεθα Φως)