main menu

Επιλέξτε ετικέτα για εμφάνιση των αντιστοιχων αναρτήσεων. Αρχική Σελίδα

Απενεργοποιημένη Λειτουργία

26 Νοε 2010

Του Αγίου Νίκωνος του μετανοείτε , προστάτου και φωτιστού της Μάνης ....

Κυριακή στην μανιάτικη εκκλησία του Νικόβου...στον Ταξιάρχη της Μάνης στα πόδια του περήφανου Ταϋγέτου...Ο ιερέας κάνει απόλυση...Γυναίκες με κατάνυξη και το βλέμμα πάντα στραμμένο στο τέμπλο, στις εικόνες της Παναγιάς Βρεφοκρατούσας και του οικήτορα Αρχαγγέλου να ξεθηκαρώνει το σπαθί, επαναλαμβάνουν και αυτές μαζί με τον παπά τα λόγια στην απόλυση...Δεν γνωρίζουν οτι αυτό κανονικά δεν επιτρέπεται…Μα το θεωρούν μια δική τους προσευχή, μια γλυκιά συνήθεια, μια ευλαβή ανεκτίμητη κληρονομιά, μια δική τους μυσταγωγία...Τα ξέρουν όλα απ’  έξω! Δεν κάνουν επίδειξη! Τα λόγια τούτα κουβαλούν πάνω τους αμέτρητες Κυριακές και γιορτάδες, που τις συνάντησαν ακριβώς στο ίδιο σημείο να στέκουν...Ασταμάτητα σταυροκοπιούνται  στο άκουσμα κάθε Αγίου που εξαιρέτως μνημονεύει ο παπάς μαζί με της αυτής ημέρας τους τιμημένους...Μικρό παιδί, στέκομαι και  παρατηρώ τα πρόσωπά τους!Σαν να φωτίζονται ιδιάιτερα μόλις ακούγεται το: Του Αγίου Νίκωνος του Μετανοείτε , προστάτου και φωτιστού της Μάνης...Σήμερα λοιπόν, που την μνήμην επιτελούμεν  του  προστάτης της αδούλωτης αυτής γης, τον ξαναανακαλύπτουμε ως Ταπεινό Γίγαντα, στις σελίδες του βλογημένου κυρ-Φώτη του Κόντογλου ...

....Στς 26 Νοεμβρίου, γιορτάζεται π τν ρθόδοξη κκλησία μας μνήμη το γίου Νίκωνος "το Μετανοετε". Τν επανε "Μετανοετε", πειδ λεγε συχν στος νθρώπους ν μετανοήσουνε, πως κανε γιος ωάννης Πρόδρομος.
Πατρίδα του τανε κάποια χώρα το Πόντου πο τ λέγανε Πονεμωνιακή. Γεννήθηκε τν καιρ πο βασίλευε στν Κωνσταντινούπολη Νικηφόρος Φωκς. Ο γονιο του τανε πλούσιοι, μ χι μοναχ στ λικ πλούτη μ κα στ πνευματικά. Γι τοτο τν ναθρέψανε "ν παιδεί κα νουθεσί Κυρίου". Κα ν τ λλα τ δέρφια του κα ο φίλοι του τανε παραδομένοι στς διασκεδάσεις κα στ πποδρόμια, Νίκων γαποσε τ θρησκεία, κ' τανε ταπεινς κα φρόνιμος σ λα, λιγόφαγος, πλς στος τρόπους, σεμνολόγος, φυλάγοντας τ μάτια του ν μν μπε μέσα του σαρκικς πειρασμς πο χαλ τν γνότητα τς νεότητος.
Μι μέρα τν στειλε πατέρας του, πο εχε πολλ κτήματα, ν πιστατήσει πάνω στος ργάτες πο δουλεύανε σ' ατά, κα σν εδε τν κόπο κα τν δρτα πο χύνανε ατο ο νθρωποι, τόσο λυπήθηκε ψυχή του, πο παράτησε παρευθς κα τ κτήματά του κα τος γονιούς του κα τν πατρίδα του κ' φυγε χωρς ν γνωρίζει πο πηγαίνει, φο γι' ατν λη οκουμένη τανε το Θεο, κατ τ λόγο πο λέγει "το Κυρίου γ κα τ πλήρωμα ατς". φο πέρασε πολλος τόπους πο δν τν ξερε κανένας, φταξε σ' να βουν πο τανε τ σύνορο νάμεσα στν Πόντο κα στν Παφλαγονία κα πο εχε κ' να μοναστρι λεγόμενο Χρυσ Πέτρα. Σν εδε τ μοναστρι Νικήτας, νοιωσε μεγάλη χαρά. Κι' Θες φώτισε τ γέροντα γούμενο, πο τανε γιος νθρωπος, κα βγκε στν πόρτα κα καλωσόρισε τν Νικήτα κα τν γκαλίασε σν πατέρας τ γυιό του κα τν κάλεσε μ τόνομά του. O Νικήτας σν κουσε τ γέροντα ν τν φωνάζει μ τόνομά του χωρς ν τν χει δε ποτέ, φτεροκόπησε καρδιά του κα μπκε μαζ μ τν γούμενο στν κκλησία, κα τν δια ρα τν κούρεψε μοναχ μ τόνομα Νίκων.
π κείνη τν μέρα ξέχασε λότελα πι πς ζε σ τοτον τν κόσμο. Τ μέρα δούλευε στν πηρεσία πο τν βαλε γέροντάς του, κα τ νύχτα δν κοιμότανε, λλ γρυπνοσε μ προσευχ κα μ δάκρυα, γι ν μν φήσει ν μολευθε νεανικ ψυχή του π κανέναν σχημο διαλογισμ κι' π τν πονηρι πο μπαίνει τόσο εκολα στν ψυχ το νθρώπου. Ο λλοι δελφοί της μονς τν γαπήσανε πολύ, γιατί τανε περηφάνευτος, προς κα καλοκάγαθος.
Δώδεκα χρόνια ζησε μέσα στ μοναστρι τς Χρυσς Πέτρας. Στ μεταξ πατέρας του χάλασε τν κόσμο γι ν τν βρε, πλν μάταια κοπίασε. πειδ μως δν παψ ν τν ψάχνει, γιος παρακάλεσε τ γέροντά του ν τν φήσει ν φύγει π τ μοναστρι, πως κ' γινε. Μ σν πέρασε τ ποτάμι Παρθένι, γύρισε κ' εδε στν ντικριν κροποταμι τν πατέρα του μ τ λλα παιδιά του κα μ τ συνοδεία του, κα σν τν γνώρισε γέρος, ρχισε ν κλαίγει κα ν φωνάζει στν Νικήτα ν τν λυπηθε κα ν γυρίσει στ σπίτι τους, κ' θελε ν πέσει στ ποτάμι. Μ τν μποδίσανε ο δικοί του, γιατί εχε φουσκώσει τ ρεμα του π τ πολλ νερ πο κατέβασε. Κι' μακάριος Νίκων, σφίγγοντας τν καρδιά του, γύρισε κατ τν πατέρα του κα γονάτισε κα τν προσκύνησε, κ' στερα στριψε πάλι κα τράβηξε τ δρόμο του.
Πέρασε π βουν ρημα, π κρεμνος κα καταβόθρες. Τ ροχα του τανε λερ κα τριμμένα, τ πόδια του ξυπόλητα. Βαστοσε μοναχ να ραβδ κ' να σταυρό.
Τρία χρόνια γυροβολοσε τσι στ βουν πο τανε λημέρια τν λστν, κ' τρωγε χορτάρια. Πολλς φορς τν συναπαντούσανε ατο ο φονηάδες κα τν κλωτσούσανε. Μ σν εδανε πς στν κακία τους ποκρινότανε μ γάπη κα μ ταπείνωση, τν γαπήσανε κι' ατο κα τν τιμούσανε σν γιο.
Σν περάσανε τρία χρόνια πο ζησε πάνω στ βουνά, ποφάσισε ν κατέβει στς πολιτεες κα ν κηρύξει τ Εαγγέλιο κα τ μετάνοια. τανε τότε ς 36 χρονν, κατ τ 959 μ.X. φο πέρασε βιαστικ τ μέρη τς νατολς, μπαρκάρησε σ' να καράβι γι ν πάγη στν Κρήτη, στ 961 μ.X., πειδ ο ραβες εχανε λλαξοπιστήσει τος χριστιανος μ τ σπαθί.
Μ τ βοήθεια το Θεο μπόρεσε κα τος γύρισε στν πίστη το Χριστο, κ' στερα π φτ χρόνια φυγε π τν Κρήτη κα πγε στν πίδαυρο στ μέρη το Δαμαλ, κ' κε κήρυξε τ μετάνοια κ' σωσε ψυχές.
π τν Δαμαλ μπκε σ' να καΐκι γι ν πάγη στν θνα. Μαζ μ τ καΐκι πο μπκε γιος, ταξίδευε κ' να λλο γι τν θνα, κα περνώντας π τ Σαλαμνα βγήκανε ο νατες ν πάρουνε νερό. Ατ τ νησ τανε ρημο π τος κουρσάρους. O γιος επε στος καπετάνιους ν μ φύγουνε κόμα π τ Σαλαμνα, γιατί θ πάθουνε. O νας καπετάνιος ποχε τλλο τ καΐκι δν τν κουσε κ' φυγε, μ κενος ποχε μέσα τν γιο πόμεινε. Μ τ καΐκι πο κανε πανι τ πιάσανε ο κουρσάροι πρν φτάξει στν θνα.
Σν φτασε γιος σ' ατν τν ρχαία πολιτεία, πο ταν λλη φορ φημισμένη στν κόσμο πλν τότε τανε καταντημένη να χωριό, ρχισε τ κήρυγμα κ' φερε πολν καρπό, γιατί ο θηναοι τανε θεοφοβούμενοι. π τν θνα πγε στν Εβοια, κα μαζεύθηκε κόσμος πολς ν τν κούσει. Κα μ τν χλοβοή, να παιδ πο εχε νεβε στ κάστρο μαζ μ τν λλον κόσμο, παραπάτησε κ' πεσε, κα βάλανε τς φωνς κ' γινε μεγάλη σύγχυση κ' ο γονιο το παιδιο καταριόντανε τν γιο. Μ κενος δν ταράχθηκε, λλ τος επε συχα: "Τ παιδ ζε, δν πέθανε". Κι' λήθεια τ παιδ σηκώθηκε πάνω γελαστ σν ν πήδηξε π τ μπιντένι, κι' ο γονιοί του κι' λος κόσμος πέσανε κα προσκυνούσανε τν γιο, κα τ παιδ τος λεγε πς σν γλύστρησε κα βρέθηκε στν γέρα, εδε κενον τν καλόγερο πο φώναζε "Μετανοετε" ν πετ κα ν τ πιάνει στν γκαλιά του ς πο τ κατέβασε μαλακ στ γ.
στερα π τν Εριπο, πγε στς Θβες, κι' π κε στ βουν Κιθαιρνα, πο τ λέγανε τότε ρος τς Μυουπόλεως, κ' κε σκήτεψε μέσα σ' να σπήλαιο, κοντ στ μέρος πο βρίσκεται τ μοναστρι, πο χτισε σιος Μελέτιος στερα π χρόνια, κι' ατς νατολίτης. π κε πγε στν Κόρινθο, στ ργος, στ Ναύπλιο, κι' π' που περνοσε ναβε στς καρδις τν πόθο τς θρησκείας κ' κανε πολλ θαύματα, προπάντων γιαινε ρρώστους νθρώπους.
φο πέρασε λον τν Μωριά, κ' φταξε ς τ Μάνη, πρε πάλι τ δρόμο γι ν γυρίσει στ Σπάρτη, π' που εχε περάσει. Μ πρν πάγει στ Σπάρτη, μπκε σ' να σπήλαιο πο βρισκότανε σ κάποιο ρημο μέρος πο τ λέγανε "Μρον" κα κειτότανε ρρωστος κα θερμιασμένος. Σ λίγες μέρες μαθεύτηκε τ καταφύγιό του κα μαζεύθηκε κόσμος πολς σ κενο τ σπήλαιο γι ν πάρει τν ελογία του, κα πολλο ρρωστοι περιμένανε τ γιατρειά τους π τν ρρωστον.
Σν σηκώθηκε π τν ρρώστια, πγε στ μύκλι, κ' πειδ κείνη λη τν περιφέρεια τ ρήμαξε τ θανατικ π λοιμικ ρρώστια κ' εχε πιάσει τν κόσμο φόβος κα τρόμος, μαζεύθηκε πολς λας κα πήγανε κα τν παρακαλέσανε ν πάγει στ Σπάρτη. γιος τος επε πς θ παρακαλέσει τ Θε ν πάψει τν ργή του, κα πς θ καθίσει στ Σπάρτη ς πο ν πεθάνει.
Σηκώθηκε λοιπν κα πγε στ Σπάρτη, κα σν μπκε στν πολιτεία, πς σν φανερωθε λιος σκορπ κα χάνεται ντάρα, τσι κα σν φάνηκε γιος παψε τ θανατικό, κι' κόσμος ξεκουράσθηκε π τν γωνία κα πεσε σ μετάνοια.
π τότε δν φυγε πι π τ Σπάρτη γιος, κ' πολιτεία τούτη γινε δεύτερη πατρίδα του. χτισε μία μεγάλη κκλησία στόνομα το Σωτρος, πο βρεθήκανε τ θεμέλιά της κοντ στ κάστρο τς ρχαίας Σπάρτης, κι' ατ διαβόητη πολιτεία πο τανε ξακουσμένη στν κόσμο γι τν παλληκαριά της, καταστάθηκε καθέδρα τς Χριστιανοσύνης μ ρχοντά της τν προν κ' μερον μαθητ το Κυρίου πο δίδαξε στν κόσμο τν πνευματικ νδρεία κα τν ερήνη. Στ μεταξ βαφτιζόντανε ο βραοι, πο πήρχανε πολλο σ' ατ τ μέρη, κα πλήθαινε πίστη το Χριστο.
λλ ρθε κα γι τν γιο Νίκωνα μέρα ν πληρώσει, σν νθρωπος κι' ατός, τ "κοινν χρέος το θανάτου", κι' ρρώστησε. Μάζεψε λοιπν γύρω στ κλινάρι του τ πνευματικ τέκνα του, κα τ ελόγησε κα τος επε πς σιμώνει τ τέλος του, κι' φο τος δωσε πολλς συμβουλς κα τος στερέωσε στν λπίδα το Χριστο, επε "Κύριε ησο Χριστ Θεός, ες χερας σου παρατίθημι τ πνεμα μου" κα παρέδωσε τν καθαρ ψυχ του σ' κενον πο γι' ατν πόφερε τόσους κόπους. Κοιμήθηκε στ 998 μ.X., στς 26 Νοεμβρίου, σ λικία 75 χρονν.
Τ σκήνωμα γίνηκε προσκύνημα. λας τ τριγύρισε κα βούιζε πως κάνουνε ο μέλισσες γύρω στ κουβέλι. λοι θέλανε ν πνε κοντ στ λείψανο, κα πολλο παίρνανε π ελάβεια κάποιο πργμα π πάνω του, λλος να κομμάτι ροχο, λλος λίγες τρίχες, λλος κοβε να κομμάτι π τ ζώνη του ν τάχουνε γι φυλαχτό. δεσπότης μ λο τ ερατεο κηδέψανε τ τίμιο σκνος, πο τανε βαλμένο μέσα σ θήκη κριβ κι' ναβρυσε γιο μύρο, κα πολλο ρρωστοι γιάνανε, τυφλοί, στηθικοί, δρωπικοί, παράλυτοι κι' λλοι πο βασανιζόντανε π διάφορες ρρώστιες. Γι' ατ κα τ πολυτίκιό του λέγει:
"Χαίρει χουσα Λακεδαίμων
θείαν λάρνακα τν Σν λειψάνων
ναβρύουσαν πηγς τν άσεων
κα διασζουσαν πάντας κ θλίψεως
τος Σο προστρέχοντας, Πάτερ κ Πίστεως.
Νίκων σιε, Χριστν τν Θεν κέτευε
δωρήσασθαι μν τ μέγα λεος".
νας εσεβς ρχοντας, λεγόμενος Μαλακηνός, τόσον γαποσε τν γιο Νίκωνα, πο δν θελε ν ζήσει χωρς ν βλέπει τν ψη του. Φώναξε λοιπν να ζωγράφο κα το παράγγειλε ν ζωγραφίσει τν γιο, μ πειδ ζωγράφος δν τν εχε δε ποτέ, Μαλακηνς στόρησε μ λόγια σο μποροσε στ ζωγράφο τί λογς τανε φυσιογνωμία του. ζωγράφος πγε στ ργαστρι του κ' πιασε ν κάνει τν εκόνα, λλ κοπίασε πολ χωρς ν μπορέσει ν τν πιτύχει τν γιο πως τανε. K' κε πο καθότανε στενοχωρημένος, βλέπει ν μπαίνει νας καλόγερος κοντός, νηστεμένος, μ μαλλι μαρα κι' νακατεμένα, μ μαρα χτένιστα γένια, μ' να κουρελιασμένο παλιοράσο κα ν βαστ να ραβδ μ' να σταυρ στν κρη, πο τν δωσε στ ζωγράφο ν τν φιλήσει. στερα τν ρώτησε γιατί εναι στενοχωρημένος. Σν το επε ζωγράφος τν ατία, το λέγει καλόγερος: "Κοίταξε μέ, δελφέ, κα ζωγράφισε τν εκόνα, γιατί ατς πο στορίζεις μοιάζει μ μένα σ λα". Σν τν κοίταξε καλ ζωγράφος πόρησε, πειδ τανε διος πως τν εχε περιγράψει Μαλακηνός. Γύρισε λοιπν τ πρόσωπό του κατ τ σανίδι πο ζωγράφιζε ν δε ν μοιάζει μ τ πρόσωπο, πο κανε, κα βλέπει πς εχε τυπωθε καλόγερος πο το μιλοσε. Τν πιασε φόβος κα φώναξε "Κύριε λέησον", κα σν γύρισε ν τν ξαναδε, δν εδε τίποτα.
πως τν εδε ζωγράφος, τσι εναι ζωγραφισμένος γιος Νίκων στς εκόνες πο βρεθήκανε κανωμένες π παλιος γιογράφους. πι παλι εκόνα του βρίσκεται στ μοναστρι το σίου Λουκ τς Λειβαδις στορημένη μ ψηφιά, μ τν παριστάνει μ μαλλι χτενισμένα. Φαίνεται μως πς πι σωστ παραστήσανε τ φυσιογνωμία του ο ζωγράφοι πο τν ζωγραφίσανε σ κκλησίες πο βρίσκονται κοντ στ μέρη τς Σπάρτης, πως εναι στ Παληομονάστηρο τς Κρίτσοβας, ζωγραφισμένος στ 1267, στν Παναγία τ Χρυσαφίτισσα στ Χρύσαφα, στν γιο Νικόλαο τς ναβρυτς, στν κκλησι τν Εσοδίων τς Θεοτόκου στ χωρι Περπαινή, κι' λλο.
Μία π τς πι παλαις κα μαστορικς εκόνες του εναι κα κείνη πο βρκα στν Περίβλεπτο το Μυστρ τν καιρ πο δούλευα γι ν καθαρίσω κα ν στερεώσω τς παλις τοιχογραφίες. Βρίσκεται κοντ στ μικρ τν πόρτα πο μπαίνει κανένας στν κκλησιά. γιος εναι ζωγραφισμένος πως τν στορίζει τ συναξάρι του, μ βουλιασμένα τ μάγουλά του π τν κακοπάθηση, μ ζωηρ μάτια, μ μαρα μαλλι νακατεμένα κι' χτένιστα κα μ μαρα γένια. τσι τν γράφει κι' Διονύσιος κ Φουρν στν "ρμηνεία τν ζωγράφων": "Νέος στρογγυλογένης, μακρότριχος, χων τς τρίχας γριωμένας". Λέγοντας "νέος" θέλει ν πε μαυρομάλλης.
Από το βιβλίο του Φώτη Κόντογλου : «Γίγαντες ταπεινοί» εκδόσεις Ακρίτας

16 Νοε 2010

Σαράντα λειτουργίες ...ν΄ανοίξουν οι πόρτες του ουρανού...


Στο υπέροχο βιβλίο «Ιωάννης της Κροστάνδης», (έκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου), διαβάζουμε για το Ιερό Σαρανταλείτουργο, κατά την διάρκεια της νηστείας των Χριστουγέννων, υπέρ υγείας ζώντων και υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων αδελφών μας:
«Στην Θεία Λειτουργία τελείται το μυστήριο τής αγάπης. Και ή αγάπη στην ουσία της είναι μεταδοτική. Ή αγάπη, ιδιαίτερα ή θεία, σπεύδει να σκορπίσει το φώς της, την χαρά της όλους... Και συμπληρώνει: ώ αγάπη τελειότατη! ώ αγάπη, πού τα πάντα αγκαλιάζεις! Ώ αγάπη ισχυρότατη! Τί να προσφέρουμε σαν ευγνωμοσύνη στον Θεό για την αγάπη Του προς εμάς; Ή αγάπη αυτή βρίσκεται στην θυσία τού Χριστού, πού προσφέρεται για την άπελευθέρωσι όλων από κάθε κακία...».
Και ό μακαριστός π. Παΐσιος, σχετικά με την ανάγκη προσευχής για τούς κεκοιμημένους, έλεγε: «...να αφήνετε μέρος τής προσευχής σας για τούς κεκοιμημένους. Οι πεθαμένοι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα (για τούς εαυτούς τους). Οι ζωντανοί μπορούν... Να πηγαίνετε στην εκκλησία λειτουργία, δηλαδή πρόσφορο, και να δίνετε το όνομα τού κεκοιμημένου, να μνημονευθή από τον ιερέα στην προσκομιδή. Επίσης, να κάνετε μνημόσυνα και τρισάγια. Σκέτο το τρισάγιο, χωρίς Θεία Λειτουργία, είναι ελάχιστο.
Το μέγιστο, πού μπορούμε να κάνουμε για κάποιον, είναι το Σαράντα Λείτουργο. Καλό θα είναι να συνοδευθή και με ελεημοσύνη. Αν έχεις ένα νεκρό, ό όποιος έχει παρρησία στον Θεό, και τού ανάψεις ένα κερί, αυτός έχει υποχρέωση να προσευχηθεί για σένα στον Θεό.
Αν πάλι, έχεις ένα νεκρό, ό όποιος νομίζεις ότι δεν έχει παρρησία στον Θεό, τότε, όταν τού ανάβεις ένα αγνό κερί, είναι σαν να δίνης ένα αναψυκτικό σε κάποιον πού καίγεται (από δίψα ). Οι άγιοι δέχονται ευχαρίστως την προσφορά του κεριού και είναι υποχρεωμένοι να προσευχηθούν γι' αυτόν πού το ανάβει. Ο Θεός ευχαρίστως το δέχεται...». (Μαρτυρίες προσκυνητών, Ζουρνατζόγλου Νικ.)
Για την ωφέλεια από τα Ιερά Σαρανταλείτουργα και τα μνημόσυνα, αξιομνημόνευτο είναι και το περιστατικό πού ακολουθεί από το βιβλίο «Θαύματα και αποκαλύψεις από την Θεία Λειτουργία», (έκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου).
«Κάποιος άρχοντας από την Νικομήδεια αρρώστησε βαριά και, βλέποντας πώς πλησιάζει στον θάνατο, κάλεσε την γυναίκα του για να τής εκφράσει τις τελευταίες του επιθυμίες: Την περιουσία μου να την μοιράσεις στους φτωχούς και τα ορφανά. Τούς δούλους να τούς ελευθερώσεις. Αλλά στους ιερείς δεν θέλω να δώσεις χρήματα για λειτουργίες. Σ' αυτή του την μεγάλη θλίψη ό ετοιμοθάνατος επικαλέστηκε με πίστη την ευχή τού άββά Ησαΐα, ενός άγιου μοναχού πού ασκήτευε κοντά στην Νικομήδεια, και αμέσως -ώ τού θαύματος!- έγινε καλά. Σηκώθηκε λοιπόν και πασίχαρος έτρεξε στον όσιο. Εκείνος τον καλοδέχτηκε, δοξάζοντας τον Θεό για το μεγάλο θαύμα.
-Θυμάσαι, παιδί μου, τον ρώτησε, ποιά ώρα συνήλθες από την αρρώστια;
-Την ώρα πού επικαλέστηκα την ευχή σου, απάντησε εκείνος. Ό όσιος, με τον φωτισμένο του νου, γνώριζε τί είχε λεχθεί στην διάρκεια τής αρρώστιας του και ξαναρώτησε:
-Άφησες, παιδί μου, χρήματα στους ιερείς, να λειτουργούν για την σωτηρία τής ψυχής σου;
-Όχι, γέροντα. Τί θα είχα να ωφεληθώ αναπαύσεως χους άφηνα κάτι; Δεν θα πήγαινε χαμένο; -Μην το Λες αυτό. Ό άδελφόθεος Ιάκωβος γράφει: «Ασθενεί τις έν ύμίν; προσκαλεσάσθω τούς πρεσβυτέρους της εκκλησίας, και προσευξάσθωσαν έπ' αυτόν άλείψαντες αυτόν έλαίω έν το ονόματι του Κυρίου και ή ευχή της πίστεως σώσει τον κάμνοντα, και έγερεί αυτόν ό Κύριος· καν αμαρτίας ή πεποιηκώς, άφεθήσεται αύτώ». Να Λοιπόν πού οι ευχές των ιερέων είναι αποτελεσματικές, για όποιον τις ζητάει με πίστη. Δώσε τώρα κι εσύ ένα ποσό, για Λειτουργίες, και θα Λάβεις από τον Θεό την πρέπουσα πληροφορία.
Έτσι κι έκανε. Έδωσε χρήματα σ' έναν ιερέα για να του κάνει σαρανταλείτουργο, και γύρισε στον σπίτι του. Όταν συμπληρώθηκαν οι Λειτουργίες, μετά από σαράντα μέρες, κι ενώ σηκωνόταν από τον ύπνο, βλέπει ξαφνικά ν' ανοίγουν οι πόρτες του σπιτιού του και να μπαίνουν σαράντα άνδρες έφιπποι, λαμπροί και αγγελόμορφοι, είκοσι από δεξιά και είκοσι από αριστερά. -Κύριοι μου, φώναξε έκπληκτος ό άρχοντας, πώς μπήκατε σε σπίτι ανθρώπου αμαρτωλού;
-Εμείς οι σαράντα, πού βλέπεις, του απάντησαν εκείνοι, αντιπροσωπεύουμε τις λειτουργίες πού έγιναν για σένα στον φιλάνθρωπο Θεό. Μάς έστειλε Εκείνος, για να σε συνοδεύσουμε μέχρι την εκκλησίας. Πήγαινε μέσα χαρούμενος, χωρίς δισταγμό. Να, με τα πρεσβυτικά χέρια συμπληρώθηκαν οι σαράντα λειτουργίες, πού έγιναν για να ενωθεί ό Χριστός μαζί σου και να κατοικήσει στην καρδιά σου.
Ύστερα από' αυτά, ό άρχοντας μοίρασε την περιουσία του σε ευλαβείς ιερείς, για να γίνουν λειτουργίες «υπέρ αφέσεως των αμαρτιών αυτού», διακηρύσσοντας πώς οι θείες λειτουργίες και οι αγαθοεργίες μπορούν να ανεβάσουν την ψυχή του ανθρώπου από τα καταχθόνια στα επουράνια.
πηγή :ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ "ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ"
ΚΟΥΦΑΛΙΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

12 Νοε 2010

Οι Άγιοι κυκλοφορούν ανάμεσά μας ...

....Ο πατήρ Χερουβείμ ήταν φιλακόλουθος, ευλαβής, καλοσυνάτος, πράος, και με ταπεινό το φρόνημα. Συγχρόνως, ήτο και αφανής εργάτης, από το 1960 και εντεύθεν, της προφορικής ευχής, το "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με", επηρεασμένος, κυρίως, από το τότε κυκλοφορηθέν βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού». Μετά, όμως, απ’ το 1968 και με τη μελέτη του βιβλίου «Γνόφος αγνωσίας», άρχισαν σιγά σιγά να τον καταλαμβάνουν κάποια πρωτόγνωρα γι’ αυτόν πνευματικά σκιρτήματα που τον γέμισαν από ουράνια ευτυχία. Ήσαν τα πρώτα θεϊκά ενεργήματα του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά του, χωρίς όμως να μπορεί να τα αξιοποιήσει έτι περισσότερον, και μάλιστα πνευματικά, λόγω ελλείψεως καταλλήλου απλανούς οδηγού. Δυστυχώς στο Άγιον Όρος δεν είχε μεταβεί, και έτσι δεν ήξερε πώς να μπορέσει περισσότερο πνευματικά να καλλιεργήσει την ευχή. Ο Θεός, όμως, τον αξίωσε να δεί δύο από τα παιδιά του οικονόμους της Θείας Χάριτος, δηλαδή λειτουργούς του Υψίστου. Πριν από τρία περίπου χρόνια, ο πατήρ Χερουβείμ συλλειτουργούσε μαζί με τους δύο υιούς του, τον πατέρα Γεώργιο και τον πατέρα Ιωάννη, ανήμερα της ονομαστικής του εορτής, στις 8 Νοεμβρίου, στον ιερό ναό της ενορίας του. Κατά την διάρκειαν της Θείας Λειτουργίας και στην Μικρά Είσοδο, εντελώς απροσδόκητα εμφανίστηκε να προπορεύεται ένας αστραφτερός και ολόλαμπρος διάκονος κρατώντας με το δεξί του το χέρι ένα χρυσό θυμιατό και με το αριστερό ένα κερί που έβγαζε αντί για φλόγα, φως χιλίων κηρίων, χιλίων βάτ. Από όλο το εκκλησίασμα μόνο καμιά δεκαριά χριστιανοί έβλεπαν το εξαίσιο αυτό θέαμα, μεταξύ των οποίων ήταν και ο κύριος Ιωάννης Παπαευθυμίου. Ο αστραφτερός αυτός διάκονος με την πάλλευκη στολή και τη συγχρόνως πιτσιλισμένη από αίματα εφαίνετο ότι συλλειτουργούσε μεν, με τους τρείς ιερείς, τον πατέρα με τους δυό γιούς, χωρίς όμως να κάνει εκφωνήσεις. Την εμφάνιση αυτού του αγγέλου, εκτός από τον κύριο Παπαευθυμίου, την είδαν και μερικοί άλλοι χριστιανοί, όχι περισσότεροι από δέκα. Ο αστραφτερός αυτός διάκονος είχε πάντοτε το κεφάλι σκυμμένο και στο πρόσωπό του διεκρίνετο μεγάλος σεβασμός και δέος προς τα φρικτά τελούμενα της Θείας Λειτουργίας, της επί γης Θείας Λειτουργίας. Στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα στάθηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη με το ολοφώτεινο κερί πάντοτε στο χέρι του. Στη Μεγάλη Είσοδο και πάλι μπροστά με το χρυσό θυμιατήρι, σαν τα δικά μας τα θυμιατά, αλλά χρυσό και το παράδοξο αυτό κερί στο άλλο του το χέρι. Όταν ο πατήρ Χερουβείμ έφτασε στον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων και είπε «τα σα εκ των σών» ο ουράνιος αυτός διάκονος έσκυψε μέχρι το έδαφος. Δεν γονάτισε, απλώς διπλώθηκε στα δύο και σκέπασε το πρόσωπό του με το οράριο, το οποίον κρατούσε με τα δύο του δάκτυλα, έτσι το κρατούμε το οράριο από δώ, και το έβαλε μπροστά στα μάτια του. Στο «Εξαιρέτως της Παναγίας» δε σηκώθηκε αλλά παρέμεινε σκυφτός μέχρι που τελείωσαν οι ιεροψάλτες τον υπέροχον αυτόν ύμνον, «Άξιον Εστίν ως αληθώς μακαρίζειν Σε την Θεοτόκον». Όταν σηκώθηκε, το πρόσωπό του ήταν τόσο φωτεινό και τόσο λαμπερό, που ο κύριος Παπαευθυμίου, ο Ιωάννης, όπως και οι άλλοι, όχι όλοι, μερικοί, όχι παραπάνω από δέκα, δεν μπορούσαν να το ατενίσουν, γι’ αυτό έκλεισαν τα μάτια τους, όλοι τους. Όταν τα ξαναάνοιξαν, ο αστραφτερός αυτός διάκονος με τη χρυσή πάλλευκη στολή και την πιτσιλισμένη από αίματα είχε εξαφανιστεί. Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, το μοίρασμα του αντιδώρου και τις πολλές ευχές που δέχτηκε ο πατήρ Χερουβείμ, τον πλησίασε ο κύριος Γιάννης μαζί με τους άλλους και τον ρώτησαν «ποιος ήταν ο ολόλαμπρος αυτός ουράνιος διάκονος;». Κατάλαβαν ότι ήταν ουράνιος γιατί ξαφνικά εμφανίστηκε και ξαφνικά εξαφανίστηκε. Στην αρχή, το αρνήθηκε ο καημένος και έλεγε ένα πλήθος από δικαιολογίες, τους έλεγε ότι ήταν φαντασία τους, ότι ήταν πλάνη τους, ότι κείνο, ότι ήταν αυτό, αλλά εκείνοι, όμως, επέμεναν διότι έδωσαν λεπτομέρειες από την εμφάνιση αυτού του ουρανίου διακόνου. Οι μάρτυρες ήσαν αυτόπτες διότι πολλές φορές βρέθηκαν να τσιμπούν τον εαυτό τους εάν ονειρεύονται, ή εάν κοιμούνται, ή εάν πλανώνται, έτριβαν τα μάτια τους, και έτσι λοιπόν αυτή την πραγματικότητα αναγκάστηκε στο τέλος να την παραδεχθεί. - Ναι, τους είπε, ήτανε … ο Άγιος Λαυρέντιος, διάκονος και μεγαλομάρτυρας της του Χριστού Εκκλησίας, τον οποίον τιμώ ιδιαιτέρως, διότι, πριν από είκοσι χρόνια, στη μνήμη του, είχα σωθεί από βέβαιο θάνατο, στις 10 Αυγούστου του 1982. Σας παρακαλώ και εντέλλομαι να κρατήσετε το στόμα σας κλειστό μέχρι που να πεθάνω. Ακόμα και στους δύο υιούς μου τους ιερείς, που δεν αντελήφθησαν σήμερα τίποτα από την παρουσία του Αγίου Λαυρεντίου, και σ’ αυτούς δεν θα πείτε τίποτα. Να όμως που ο πατήρ Χερουβείμ, κάτω από κάποιες ιδιαίτερες συνθήκες, το ομολόγησε σε μένα τον ανάξιο, με πολλή ταπείνωση, συντριβή και δάκρυα, γιατί θεωρώντας τον εαυτόν του ελεεινό και τρισάθλιο, εν τούτοις καταξιώθηκε τοιαύτης τιμής από τον προστάτη του, τον Άγιο Λαυρέντιο। απόσπασμα απο μαγν.ομιλία του π.Στεφάνου Αναγνωστοπούλου πηγή:agia-barbara blogspot.com

4 Νοε 2010

Χίλια έτη, σαν μια μέρα ...


Ζούσε σ' ένα κοινόβιο ένας ευλαβής μονάχος ο οποίος κάποτε ακούγοντας τον στίχο του ψαλτηρίου «Χίλια έτη, Κύριε, ως η ημέρα η εχθές ήτις διήλθε και φυλακή εν νυκτί» (Ψαλ. 89 στ. 3), δεν μπορούσε να καταλάβει τον στίχο κι επειδή σ' αυτό το δεν υπήρχε κανένας έμπειρος διδάσκαλος να το βοηθήσει, έκανε επίμονη προσευχή στον Κύριον να του αποκαλύψει την έννοια του στίχου. Πράγματι ο Κύριος άκουσε το θέλημά του φοβούμενου αυτόν. Μια ήμερα μετά τον όρθρο, αφού έφυγαν οι αδελφοί στα κελιά τους, αυτός έμεινε να προσευχηθεί –κατά την συνήθεια του- στην εκκλησία.
Τότε βλέπει ξαφνικά έναν πολύ ωραίο αετό να πετά πάνω από το κεφάλι του μέσα στο ναό! Ξαφνιάστηκε, εντυπωσιάσθηκε και χάρηκε πολύ από την ωραιότητα του και θέλησε να τον πιάσει. Ο αετός απομακρυνόταν λίγο -λίγο και ο μοναχός τον ακολουθούσε. Δεν πετούσε ψηλά όπως οι άλλοι αετοί. Ακολουθώντας τον ο μοναχός, βγήκε από την εκκλησία, βγήκε από το μοναστήρι κι έφθασε σ' ένα δάσος.
Εκεί εισήλθε σ' έναν απόκρυφο τόπο κι άρχισε ο αετός να ψέλνει μια μελωδία γλυκύτατη και αγγελική, ώστε ο μοναχός -απορροφημένος από την γλυκιά ψαλμωδία- ξέχασε όλα τα του κόσμου και με τον νου και την καρδιά του βρισκόταν στον παράδεισο. Με την χάρη του Θεού δεν αισθανόταν κόπωση, πείνα, δίψα, πόνους, κρύο ή άλλες ανάγκες του σώματος. Αισθανόταν μέσα του τόση αγαλλίαση, ώστε επί... τριακόσια χρόνια άκουγε ευφραινόμενος την αγγελική ψαλμωδία διότι άγγελος Κυρίου ήταν ο φαινόμενος ωσάν αετός! Μετά ό άγγελος υψώθηκε στους ουρανούς, ενώ ό μοναχός επανερχόμενος στον εαυτό του από αυτή την «θεωρία», επέστρεψε στο μοναστήρι, νομίζοντας ότι μία μόνον ώρα πέρασε από τότε που έφυγε από την μονή. Φθάνοντας εκεί, ο πορτάρης τον ρώτησε από που είναι….Τότε αυτός απόρησε, διότι δεν είδε αυτόν που γνώρισε ως πορτάρη και του είπε με φυσικό τρόπο:
- Εγώ είμαι ο τάδε μοναχός. Δεν με γνωρίζεις ; Ο πορτάρης νόμιζε ότι ο επισκέπτης του θα έχασε τα μυαλά του και του είπε:
Πήγαινε στον δρόμο σου, γιατί εμείς δεν έχουμε τέτοιο μοναχό. Εσένα δεν σε είδα καμιά φορά ούτε μπήκες ποτέ σ' αυτό το μοναστήρι!
Τότε ο μοναχός ταραγμένος, του είπε όλα τα τυπικά του κοινοβίου και τα ονόματα των αδελφών. Κατόπιν πηγαίνοντας στον ηγούμενο και λέγοντας όλα 'αυτά, αυτός συγκέντρωσε τους πατέρες, αλλά από αυτούς κανέναν δεν γνώριζε. Τότε ο μοναχός τους είπε με απορία:
-Θαυμάζω κι εξίσταμαι πατέρες, πώς έγινε αλλαγή για μία μόλις ώρα που απουσίασα από εδώ, ώστε ν' αλλάξουν τα πάντα, ώστε να μη γνωρίζω κανέναν από εσάς κι εσείς να μη γνωρίζετε εμένα!
Μάρτυς μου ό Θεός, ότι δεν πέρασε παρά μία ώρα που εξήλθα από το μοναστήρι, αφού προηγουμένως διαβάσαμε την ακολουθία του όρθρου.
Ο Γέροντας ανέτρεξε στον κώδικα του μοναχολογίου, αναζητώντας τα ονόματα των πατέρων που ανέφερε ο άγνωστος μοναχός. Εξετάζοντας προσεκτικά τον κώδικα του μοναχολογίου -όπου ήσαν γραμμένα όλα τα ονόματα των αδελφών- διάβασε τα ονόματα που του είπε ο μοναχός και κατάλαβε με τρόμο, πώς είχαν περάσει... τριακόσια ολόκληρα χρόνια! Τότε άρχισε να ρωτά τον μοναχό τι είδους άνθρωπος είναι και τι αγαθά έργα στην ζωή του έκανε, για να μάθει πώς αξιώθηκε από τον Θεόν τέτοιας χάριτος.
Αυτός του είπε: Δεν γνωρίζω καμιά αρετή στον εαυτό μου, παρά μόνον ότι είχα υπακοή στους προεστούς της μονής, τέλεια αγάπη προς όλους και δεν σκανδαλιζόμουν ποτέ και από τίποτε. Είχα πολλή αγάπη στην Παναγία Δέσποινα και κάθε μέρα διάβαζα μπροστά στην εικόνα Της τους χαιρετισμούς.
Κατόπιν διηγήθηκε την εμφάνιση του αετού και την ιστορία στο δάσος και οι πατέρες τον αγκάλιαζαν τον καταφιλούσαν ως έναν κατά κυριολεξία ουράνιο και όχι επίγειο άνθρωπο, διότι και τα λόγια του ουράνια και θεία. Ο ηγούμενος του είπε:
-Δόξαζε τον παντοδύναμο Θεόν, ο οποίος σε αξίωσε μιας τέτοιας θαυμαστής οπτασίας, την οποία δεν είδε άλλος με αυτό τον τρόπο σ' αυτό τον παράλογο κόσμο. Έζησες κάτι από την χαρά και την γλυκύτητα του παραδείσου!.. Άλλα γνώριζε, αδελφέ μου τριακόσια χρόνια πέρασαν και όχι μία ώρα όπως σου εφάνη!..
Τόση χαρά κι ευφροσύνη θα αισθάνονται οι άγιοι στον παράδεισον -όντες μπροστά στον θρόνο της Αγίας Τριάδος- ώστε να περνούν χίλια χρόνια σαν ΜΙΑ μέρα!
Ακούγοντας αυτά ο μοναχός δόξασε τον Θεόν έκλαψε από χαρά και ζήτησε να κοινωνήσει των αχράντων Μυστηρίων। Λαμβάνοντας τ' άχραντα Μυστήρια, είπε: «Νυν απολύεις τον δούλον Σου, Δέσποτα...» και αμέσως παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Θεού.
ΡΟΗ ΧΑΡΙΣΜΑΤΩΝ ΣΕΡΒΩΝ KAI ΡΟΥΜΑΝΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ.
ΕΚΔΟΣΗ 2004
ΜΑΝΟΛΗΣ ΜΕΛΙΝΟΣ

3 Νοε 2010

Το Άγιο Όρος μέσα μας… ( I ) (δέκα συνέχειες)

Οκτώβριος 2010

Μέρος Ι
Αυτήν την φορά η παρέα είχε τέσσερις φιλαγιορείτες .Ανήμερα του Σταυρού 27 Σεπτεμβρίου με το «παλαιό»ημερολόγιο ξεκινήσαμε στις 6 ½ το πρωί από Ουρανούπολη ,με πρώτο μας προορισμό το μοναστήρι της Διονυσίου . Στο καραβάκι, την Αγία Άννα αρχίσαμε να συζητάμε για το πρόγραμμα που θα ακολουθούσαμε όλες τις ημέρες της παραμονής μας στο Άγιο Όρος .Συγχρόνως θαυμάζαμε την ευλάβεια όλων όσων πριν καθίσουν στις θέσεις τους έβαζαν μετάνοια και προσκυνούσαν την μεγάλη εικόνα της Αγίας με την Παναγιά μικρή στην αγκαλιά της .Θαρρείς πως από την πρώτη στιγμή ακόμη και στο καραβάκι ,πριν διαβείς καν την πρώτη σου πύλη το Όρος κυριαρχεί στις αισθήσεις σου…Περάσαμε από όλα τα ενδιάμεσα μοναστήρια και βάλαμε νοερώς μετάνοια σε όλες τις φωτοβόλες συνοδείες που ανταμώσαμε στις προηγούμενες οδοιπορίες μας …Δοχειάρι , Ξενοφώντος, Παντελεήμονος, Ξηροποτάμου , Σιμωνόπετρα , Γρηγορίου... Μπήκαμε στο μοναστήρι και δεν αντικρύσαμε κανέναν . Η ώρα 9 ακριβώς και όλοι ήταν στο καθολικό όπου συνεχιζόταν η αγρυπνία του Σταυρού . Δεν θέλαμε να χάσουμε λεπτό …Αποθέσαμε πρόχειρα τα πράγματά μας και μπήκαμε μέσα .Την Θεία λειτουργία τελούσε ο ηγούμενος της μονής Γέροντας Πέτρος .Η χαμηλότατη στάθμη της φωνής του μαρτυρούσε για ακόμη μια φορά πως στο Όρος δεν χωρά καμιά επίδειξη φωνητικών δυνατοτήτων καθώς όλοι και όλα υμνολογούν ήσυχα απλά και ανεπιτήδευτα τον Δεσπότη πάντων .Πήραμε αντίδωρο και άρτο ποτισμένο με το γλυκό νάμα και στην συνέχεια ανεβήκαμε στο αρχονταρίκι …Εκεί μετά το συνηθισμένο αγιορείτικο κέρασμα ,λουκούμι και ρακί μας τακτοποίησαν στο δωμάτιο δίπλα στον εξώστη με την μαγευτική θέα ακριβώς απέναντι από το καθιστικό με την βιβλιοθήκη για τους επισκέπτες …-Ξέρετε το θαύμα που έγινε εδώ στο μπαλκονάκι πριν χρόνια ; μας ρώτησε ένας από τους υπόλοιπους προσκυνητές ενώ καθόμασταν στο πασίγνωστο μπαλκονάκι της Διονυσίου… Πριν από λίγα χρόνια ένας δόκιμος ή νέος μοναχός ,δεν θυμάμαι καλά ,βρισκόταν ένα χειμωνιάτικο βράδυ εδώ μέσα στην βιβλιοθήκη και τακτοποιούσε ,λίγο πριν κλειδώσει… Από το παράθυρο διέκρινε την φιγούρα ενός μοναχού να περπατάει εδώ που βρισκόμαστε και βγήκε έξω να δει ποιος ήταν θεωρώντας όπως ήταν φυσικό ότι ήταν κάποιος αδερφός από την συνοδεία …Βγαίνοντας αμέσως από την μοναδική πόρτα είδε τον μοναχό μπροστά στα μάτια του να εξαφανίζεται στο κενό !!!! Έντρομος και φοβούμενος τις γνωστές πλάνες του μισόκαλου , ειδοποίησε τον πρώτο αδερφό του που συνάντησε και εκείνος ο οποίος ήταν πολλά περισσότερα χρόνια από αυτόν στην Μονή τον καθησύχασε λέγοντάς του να μην ανησυχεί μιας και ο Τίμιος Πρόδρομος πολλές φορές επισκέπτεται την Μονή τους την οποία και αγαπά ιδιαιτέρως μιας και είναι ο προστάτης της … Θαυμάσαμε όχι μόνο το μεγαλείο της πίστης μας μα και την φυσικότητα και την σιγουριά με την οποία απάντησε ο μεγαλύτερος μοναχός …Ο Τίμιος Πρόδρομος ήταν …..Μιας και το πρωί ξυπνήσαμε από τις 5 ξεκουραστήκαμε μέχρι το μεσημέρι και έπειτα πήραμε το δρόμο για το κοιμητήριο της μονής …Ω Θεέ μου τι ανεπανάληπτη γαλήνη …πόση ομορφιά μπορεί να χωρέσει σε ένα μέρος που κάποιοι αποφεύγουν ως μακάβριο !!! Στην είσοδό του ο εξαίρετης μεγαλοπρέπειας τάφος του Αγίου Νήφωνος Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ο οποίος ασκήτεψε ως απλός μοναχός στην Μονή Διονυσίου 5 αιώνες πριν . Εκεί μετέβη από το Βατοπαίδι ως άγνωστος και αυτοονομαζόμενος Νικόλαος και του ανατέθηκε το διακόνημα του βουρδουνάρη. …. Στην Ιερά Μονή του Διονυσίου υπήρχε μια συνήθεια, σύμφωνα με την οποία ο προσερχόμενος για να καταταγεί στις τάξεις των μοναχών, έπρεπε να δοκιμασθεί σ αυτό το διακόνημα, του βουρδουνάρη ,δηλαδή να περιποιείται και να φροντίζει τα μουλάρια της Μονής, για όσο καιρό θα το έκρινε σκόπιμο ο Προεστώς. Επίσης έπρεπε να κόβει ξύλα και να κάνει κάθε είδους κοπιαστική και ταπεινωτική εργασία. Αν σ’ αυτά τα διακονήματα αναδεικνυόταν άξιος, υπάκουος και υποτακτικός, θα μπορούσε να αναριθμηθεί στην Αδελφότητα. Ο Νικόλαος επιτελούσε τα καθήκοντα αυτά με τέλειο τρόπο, ζούσε ταπεινά, με την προσευχή και τη θεωρία του Θεού. Ενώ όμως εκείνος υπηρετούσε στη Μονή στα διακονήματα του αρχαρίου, ήλθαν από την Κωνσταντινούπολη απεσταλμένοι του βασιλιά και τον ζητούσαν, για να τον ανεβάσουν πάλι στον Οικουμενικό θρόνο, αλλά επειδή δεν μπόρεσαν να τον βρουν, αναχώρησαν. Ωστόσο, εκείνη την εποχή, πολλοί κουρσάροι λυμαίνονταν τα Μοναστήρια και κατέσφαζαν τους μοναχούς. Γι’ αυτό και οι πατέρες είχαν βίγλες, στις οποίες παρέμεναν τις νύκτες με βάρδιες, για να φυλάνε τη Μονή. Έβαλαν λοιπόν να φυλάξει βίγλα και τον Νικόλαο, τον νεοφερμένο μοναχό. Εκεί ο άγιος Νήφων, μέσα στην ησυχία της νύκτας, επιδόθηκε στην προσευχή και στη Θεωρία του Θεού. Τότε κάποιοι μοναχοί ενάρετοι, που αγρυπνούσαν κι αυτοί στην προσευχή, είδαν πάνω στη κορυφή της βίγλας μια φλόγα φωτιάς να ανεβαίνει προς τον ουρανό. Αλλά και ο αδελφός που ήταν μαζί με τον Άγιο στη βίγλα, ξύπνησε και είδε τον Νικόλαο μέσα σε πύρινη φλόγα, μέσα σ’ ένα εξαίσιο φως, και κατατρόμαξε. Έντρομος τότε σύρθηκε προς το Μοναστήρι και διηγήθηκε σε όλους το φοβερό θέαμα. Το ίδιο έκαναν και οι μοναχοί που αγρυπνούσαν, ανέφεραν και αυτοί τα ίδια στον Προεστώτα της Μονής, Συνάχθηκε τότε όλη η Αδελφότητα και έκανε δέηση στον Άγιο Θεό να τους φανερώσει ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που είχε τέτοια σημεία αγιότητας. Και ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση τους και τους το φανέρωσε με τον εξής τρόπο: Ο Ηγούμενος της Μονής είδε όραμα ότι βρέθηκε μέσα στο Ναό και εκεί του παρουσιάστηκε ο Τίμιος Πρόδρομος και του είπε αυστηρά: -Μέχρι πότε θα έχετε τον Οικουμενικό Πατριάρχη βουρδουνάρη; Σύναξε όλη την Αδελφότητα και πηγαίνετε να προϋπαντήσετε τον πατριάρχη Νήφωνα. Πηγαίνετε να του αποδώσετε την τιμή που αξίζει στην αρχιερωσύνη του, προτού να ζημιωθείτε εσείς με τη συμπεριφορά που κρατάτε απέναντι του. Έντρομος ο Ηγούμενος τον ρώτησε ποιόν εννοεί και ο Τίμιος Πρόδρομος του απάντησε: -Τον Νικόλαο, τον δόκιμο, εννοώ. Φθάνει πια η τόση ταπείνωσή του, με την οποία και οι Άγγελοι κατεπλάγησαν! Ξύπνησε τότε ο Ηγούμενος και έμεινε εκστατικός από την αποκάλυψη που του έκαμε ο Τίμιος Πρόδρομος. Χτύπησε βιαστικά το σήμαντρο και συνάχθηκαν όλοι οι αδελφοί. Συντετριμμένος τους διηγήθηκε το όραμα που είδε και οι αδελφοί αντιλήφθηκαν και θαύμασαν το μέγεθος της ταπεινώσεως που είχε τόσο καιρό καταθέσει ο Πατριάρχης στο «βουρδουναριό» και σε όλες τις ταπεινές εργασίες της Μονής. Αμέσως λοιπόν, χωρίς να χάσουν καιρό, βγήκαν έξω όλοι οι πατέρες μαζί με τον Ηγούμενο, κρατώντας στα χέρια τους αναμμένες λαμπάδες και θυμιατά, για να προϋπαντήσουν τον Πατριάρχη που ερχόταν από τη βοσκή με τα μουλάρια φορτωμένα καυσόξυλα. Όταν τους είδε ο πατριάρχης Νήφων με τα θυμιατά και τις λαμπάδες να τον περιμένουν σε παράταξη, έπεσε κάτω από την πολλή του ταπείνωση και έβρεχε με δάκρυα το έδαφος. Τότε ο Ηγούμενος του έβαλε μετάνοια, τον προσκύνησε, ασπάσθηκε τα άγια του χέρια, και του είπε: -Φθάνει πια, Οικουμενικέ Πατριάρχη και φωστήρα των ψυχών μας, η τόση σου υπομονή. Φθάνει πια η τόση ταπείνωση σου, που εμείς οι ευτελείς, χωρίς να ξέρουμε σου επιβάλαμε. Συγχώρεσέ μας. Και όλοι οι αδελφοί έπεσαν στα πόδια του και του ζητούσαν συγνώμη, και μάλιστα εκείνοι που εν αγνοία τους τον είχαν λυπήσει περισσότερο. Έτσι απέδωσαν στον μεγάλο αυτόν φωστήρα και διδάσκαλο της ταπείνωσης την πρέπουσα τιμή και δόξα. Στον τόπο μάλιστα όπου έγινε η υποδοχή, έκτισαν αργότερα ένα γραφικό προσκυνητάρι, για να θυμίζει την εσχάτη ταπείνωση του μεγάλου αυτού Αγίου της ορθόδοξης Εκκλησίας, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα. (Η στολή της Θεότητος, εκδ. «Ετοιμασία», Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 2006) Ακριβώς δίπλα στον Τάφο του Αγίου Νήφωνος εκατοντάδες κάρες αγιασμένων εγκαταβιωσάντων στην μονή μοναχών ,παραπέμπουν στην καθαρτήρια για τον νου και την ψυχή μνήμη του Θανάτου . Μεγάλες μορφές της Αγιορείτικης πρόσφατης ιστορίας αναπαύονταν κάτω από τα ευσκιόφυλλα δέντρα του κοιμητηρίου … Ανάμεσά τους ο παπάς του αναβιωτή του ησυχασμού και «μέγα πρυτάνεως της νοεράς προσευχής» γέροντος Ιωσήφ του ησυχαστού ,παπά Χαράλαμπος προηγούμενος της Μονής και ο Μέγας Διορατικός και σοφότατος Γέροντας Θεόκλητος Διονυσιάτης. Προσκυνήσαμε όλους τους τάφους και αρχίσαμε να αφηγούμαστε ιστορίες αγιορειτών αγγέλων εν σώματι …Πέρασαν έτσι δίχως να το καταλάβουμε τρείς ολόκληρες ώρες …Από τις πλέον ψυχωφελείς στην μέχρι τώρα ζωή μας .Μετά τον εσπερινό και το Απόδειπνο , η τράπεζα με το άλαδο λόγω της ημέρας φαγητό η προσκύνησις των αγίων λειψάνων …Μεταξύ των τόσων αγίων και το χέρι του Τιμίου Προδρόμου προκαλεί δέος ιερότατο ,κατάνυξη απερίγραπτη …. Ενώ προσπαθούσαμε να καταγράψουμε μέσα μας τις τόσες θαυμαστές εικόνες και τα αγιορείτικα βιώματα της πρώτης μας ημέρας ,καθισμένοι με τον Παναγιώτη και τον Γιάννη στην είσοδο της μονής αγναντεύοντας τα ευλογημένα γαλάζια του Θεού ,ο Μιχάλης μας κάλεσε με σχεδόν ….επιτακτικό ύφος μέσα στο μοναστήρι . Εκεί ένας μοναχός θα ξεναγούσε μια ομάδα ρώσων προσκυνητών στην έκθεση κειμηλίων της Μονής .Πήγαμε μαζί του μιας και αυτός προθυμοποιήθηκε να εκτελέσει χρέη μεταφραστή . Μπροστά στα μάτια μας φανερώθηκαν θησαυροί ανεκτίμητης αξίας μα κυρίως σημασίας .Το κάθε τι εκεί κουβαλούσε μια μακραίωνη ιστορία και αναρίθμητες ιερές στιγμές . Λειτουργικά αντικείμενα όπως πατριαρχικά δισκοπότηρα ,άμφια όπως ο σάκος του Αγίου Νήφωνος ,παρέσερναν τον νου σε ενδοξότατες εποχές θρησκευτικής μεγαλοπρέπειας και φλογερής πίστης . Λίγο πριν κοιμηθούμε για βράδυ καθίσαμε στην βιβλιοθήκη των προσκυνητών και συζητούσαμε για οτιδήποτε μπορούσε να δυναμώσει την πίστη μας .Σταματήσαμε απότομα μόλις μπήκε ένας πατέρας με τον μικρό του γιό περίπου 10 ετών . Τα σημάδια από τις χημειοθεραπείες στον μικρό ήταν εμφανή . Συνεχίσαμε εμφανώς σαστισμένοι να κουβεντιάζουμε μην θέλοντας να αιωρείται αυτό που νιώθαμε ….Ανάμικτα δηλαδή συναισθήματα αμηχανίας απορίας θαυμασμού και φόβου μιας και όλοι έχουμε μικρά παιδιά ….Κάποιος θέλησε να τον ξορκίσει και πλησίασε προς το μέρος τους …-Πώς σε λένε αγάπη μου ;- Απόστολο . -Παίζεις μπάλα Αποστόλη μου ;-Βεβαίως είναι μεσοεπιθετικός συμπλήρωσε ο πατέρας του …Κουβέντιασαν αρκετή ώρα και στο τέλος ο φίλος μας έδωσε στον μικρό μια εικονίτσα του Αγίου Ιούδα του Θαδδαίου …Ξέρεις παιδί μου αυτός ο Άγιος έχει μεγάλη παρρησία στον Χριστό μας …Ζήτα του αυτό που θέλεις και αυτός θα βοηθήσει …Το μικρό αγγελούδι πήρε την εικόνα του Αγίου και την κράτησε με τα δυο του τα χέρια …Το βούρκωμά του μαρτυρούσε πειστικότερα από οτιδήποτε άλλο το πόσο ανάγκη έχουμε ο ένας τον άλλο , και όλοι μαζί τον Έναν Άγιο και Κύριον... (συνεχίζεται… )
Νώντα Σκοπετέα -Το Άγιο Όρος μέσα μας 

Το Άγιο όρος μέσα μας ....( ΙΙ )

-->
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010
ΜΕΡΟΣ ΙΙ
Λίγο μετά τις 3 και αρκετά ….καθυστερημένοι μπήκαμε στο καθολικό για την ακολουθία του μεσονυκτικού και των ωρών ….Μα πώς τα καταφέρνουν οι Μοναχοί και βρίσκονται πάντα σχεδόν μισή ώρα πριν στα στασίδια τους …δεν κοιμούνται καθόλου;….Λογισμοί και ερωτήματα που οι απαντήσεις τους προσδιορίζουν το μοναχικό ιδεώδες και ατενίζουν την ποθητή και για εμάς κλίμακα των αρετών τους …Κλήση και Κλίση ….Αν ο Θεός δεν θέλει κανείς δεν θα περιβληθεί το μοναχικό ράσο μέχρι την τελευταία του ανάσα ….
Ακολουθούσε όπως πάντα το «σπαστό» πρόγραμμα της Διονυσίου με δίωρη ξεκούραση και γύρω στις 6 ½ ο όρθρος και η Θεία Λειτουργία , στο παρεκκλήσι της αριστερής εισόδου του καθολικού της Διονυσίου εκεί όπου είναι τοποθετημένη η εικόνα της Παναγίας των Χαιρετισμών φτιαγμένη απο κερί και μαστίχα..
Σύμφωνα με επιγραφή που βρίσκεται σε ασημένια πλάκα στο πίσω μέρος της, η εικόνα αυτή δωρήθηκε από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό στον όσιο Διονύσιο κτήτορα της μονής κατά την επίσκεψή του στην Τραπεζούντα, είναι δε εκείνη με την οποία ο Πατριάρχης Σέργιος στα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως κατά την πολιορκία της από τους Σκύθες το 626 μ.χ. Μπροστά της μετά τη θαυματουργική νίκη των Βυζαντινών ψάλθηκε για πρώτη φορά ο Ακάθιστος Ύμνος. Το 1592 την έκλεψαν Αλγερινοί πειρατές, αλλά μεγάλη τρικυμία, τρομερό όνειρο και φοβερό θαύμα που είδε ο αρχηγός τους τούς έκαναν να την επιστρέψουν στο μοναστήρι. Η εικόνα είχε θρυμματίσει το κιβώτιο όπου την είχαν κρύψει και είχε πλημμυρίσει από μύρο. Μερικοί πειρατές συγκλονισμένοι από το θαύμα έμειναν στο μοναστήρι, όπου βαπτίστηκαν και έγιναν μοναχοί. Το 1767 την έκλεψε σπείρα λωποδυτών από την Δαλματία, στο δρόμο όμως της επιστροφής έγιναν αντιληπτοί από Έλληνες βοσκούς, που τους την πήραν και την μετέφεραν στη Σκόπελο. Οι δημογέροντες του νησιού αρνήθηκαν να επιστρέψουν την εικόνα στους Διονυσιάτες μοναχούς που ήρθαν, για να την πάρουν. Μετά τρεις μήνες το νησί τιμωρήθηκε με πανώλη και οι Σκοπελίτες επέστρεψαν μετανοημένοι την εικόνα στο μοναστήρι αφιερώνοντας σ αυτό και ένα μετόχι στο νησί τους.
Η εικόνα είναι μικρών διαστάσεων με πολύ αμαυρωμένο και δυσδιάκριτο το σχέδιο . Αλήθεια πόσες στρωτές μετάνοιες να έχουν γίνει μπροστά της ….ίσως να ναι ισάριθμες με τους κόκκους της άμμου της θαλάσσης …ακόμα και τόσες όμως να χουν προσφερθεί … «ουδέν τελούμεν άξιον ων δέδωκας ημίν…»
Ξαφνικά ένας μοναχός έρχεται στο δεξί στασίδι μπροστά από της είσοδο του κυρίως ναού και ανοίγει πάνω του έναν παχύ φάκελο .Παίρνει από μέσα του μερικά χαρτιά και με ένα κερί στέκεται μπροστά στην εικόνα του Χριστού και αρχίζει να διαβάζει ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων …το ίδιο κάνουν και άλλοι μοναχοί αλλά και δόκιμοι . Σε κάθε γωνιά του πρόναου με το κατανυκτικό ημίφως ,μπροστά στις εικόνες , στις εισόδους , παντού αντηχούν χαμηλόφωνες δεήσεις υπέρ υγείας και θείου φωτισμού και ικεσίες υπέρ αναπαύσεως των ψυχών …αυτή η διαδικασία διήρκεσε πάνω από μία ώρα …ύστερα ο ίδιος μοναχός πήρε τον φάκελο και τον ξαναπήγε στο ιερό του παρεκκλησίου …. Ατετε, κα δοθήσεται μν, ζητετε, κα ερήσετε, κρούετε, κα νοιγήσεται ….η γλυκύτατη επιμονή της πίστης μας που ξεδιπλώνεται τόσο παραστατικά μπροστά στα μάτια όλων των προσκυνητών ακατάπαυστα .Στο αντίδωρο προσήλθαμε όλοι με μια πρωτόγνωρη κατάνυξη την οποία όξυνε η ιερή επιμονή κάποιου μοναχού ο οποίος με θαυμαστό ζήλο μας τόνιζε ότι δεν θα΄ πρεπε να χουμε βάλει τίποτα στο στόμα μας ,ούτε μια σταγόνα νερό έστω …υπερβολές για κάποιους άλλους ,μα για εμάς υποχρέωση ιερή και μια απειροελάχιστη θυσία ενώπιον του Ζώντος Θεού. Κατευθυνθήκαμε προς την Τράπεζα …δίπλα μου ένας πατέρας με τον μικρούλη του ….-Πόσες φορές έχει έρθει τον ρωτάω , πιθανολογώντας με …σιγουριά ότι θα ταν η πρώτη μιας και ο μικρός δεν ξεπερνούσε τα 7…-Είναι η δωδέκατη φορά που έρχεται στο Όρος …τον φέρνω από 5 ετών εννοείται έχω ευλογία γι αυτό από τον πνευματικό μου …-Έπρεπε να το είχες καταλάβει μου είπε κάποιος αδερφός ..δεν είδες με πόση ευλάβεια κοινώνησε χθες και τι όμορφα που κάνει τις στρωτές ; Άρχισα να φαντάζομαι το μέλλον αυτού του παιδιού …με τέτοιες μνήμες δεν θα μπορούσε παρά να ναι πλημμυρισμένο από Χριστό και ευλογία …
Κατεβήκαμε βιαστικά στον αρσανά της Διονυσίου αφού πριν ευχαριστήσαμε για την αβραμιαία φιλοξενία όλους τους Διονυσιάτες πατέρες …Αρκετός κόσμος περίμενε το καραβάκι ερχόμενο από Καυσοκαλύβια…Η μικρή του καθυστέρηση δεν θα μπορούσε παρά να σταθεί ευεργετική …Ένας μοναχός με το ταγάρι του και το χιλιομπαλωμένο του ράσο μας μιλούσε διαρκώς για όλα αυτά που κάνουν το περιβολάκι της Παναγιάς μας τόσο θελκτικό για τις ψυχές μας ….μας μιλούσε διαρκώς …δίχως να βγάλει ούτε μια κουβέντα ….-Ελάτε να δείτε πόσα ψάρια φώναξε κάποιος ….Ατρόμητα κολύμπαγαν μπροστά στα μάτια μας .-Όλα εδώ είναι γαληνεμένα ψιθύρισε ένας άλλος …Ο μόνος φόβος που υπάρχει στο Όρος είναι αυτός του Θεού …Μπήκαμε στο καράβι για την Δάφνη .Προορισμός μας οι Καρυές και το Σεράι ,η σκήτη του Πρωτοκλήτου Μαθητή και του Καθηγητή της Ερήμου.(συνεχίζεται ...)Νώντα Σκοπετέα -Το Άγιο Όρος μέσα μας 

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...
Βαπτίστηκες και αναγεννήθηκες ... Μετανόησες κάτω από πετραχήλι και ξαναβαπτίστηκες ... Μετέλαβες τα άχραντα μυστήρια και ένιωσες ξανά βαπτισμένος εις το όνομα του τρισυπόστατου Θεού ... Υπάρχει ακόμα ένα βάπτισμα το τέταρτο κατά σειρά .. το βάπτισμα της ομολογίας ...στο αίμα της Πίστης ... Άραγε πόσοι από εμάς θα το αγαπήσουμε ; Τον Αναστάντα Θεό ας ομολογήσουμε ...Και ας πληρώσουμε το τίμημα της Ομολογίας ...όχι το αντίτιμο της απωλείας ...! Καλό Παράδεισο ! ( Νώντας Σκοπετέας. 2009)

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας Νεκταρία Καραντζή

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας  Νεκταρία Καραντζή
Τον θαυμάσιον μύστην Χριστού υμνήσωμεν , Μηλεσίου το κλέος και των Γερόντων φωνή , την βοήθειαν ημών και διόρασιν ˙ Τον αναπαύσαντα σοφώς τας ψυχάς των ασθενών , του πνεύματος συνεργεία . Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην ,επικαλέσωμεν άπαντες. // Nώντας Σκοπετέας 27-11-2013 Απολυτίκιο με την ευκαιρία της επισήμου Αγιοκατατάξεως του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου . Σημ: Το απολυτίκιο δεν περιέχεται σε αναγνωρισμένη ακολουθία , αλλά είναι προϊόν ευλαβείας και απέραντης ευγνωμοσύνης , προς τον Μεγάλο Άγιο του Θεού , στην μεγάλη η μέρα της Αγιοκατατάξεώς του .

Ουράνια Συντροφιά...

Ουράνια Συντροφιά...
Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...". Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε...". Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. "Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής", είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει. -Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ. Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω: -Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: "Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου". Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν: -Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό. Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...", διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές. Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα: -Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και "βρέχει επί δικαίους και αδίκους". Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσουμε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη. -Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! -Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα./Γ.Πορφύριος

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...
Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερ­μηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία. ~Φώτης Κόντογλου~