main menu

Επιλέξτε ετικέτα για εμφάνιση των αντιστοιχων αναρτήσεων. Αρχική Σελίδα

Απενεργοποιημένη Λειτουργία

13 Ιουν 2015

Ευχαριστώ πολύ ! Πάντων ένεκεν ! (Αληθινή Ιστορία για την ανάπαυση της αιώνιας ψυχής.)



Ούτε το κατάλαβε πως έφτασε από το Πέραμα στο Κερατσίνι... Ελάχιστα του φάνηκε πως περπάτησε …Δεν του κόλλαγε ύπνος με τίποτα …Προσπάθησε να ηρεμήσει από την ένταση , από την κούραση από την θλίψη που ξαφνικά τον αντάμωσε …Δεν τα κατάφερε και πάλι …Έτσι μόλις αχνοχάραξε βγήκε έξω και ξεκίνησε για την αγαπημένη τους βόλτα  …Αποζητούσε  μόνο να ανασάνει για λίγο , να ξεπνεύσει το γιατί που θρόνιασε μέσα του και δεν τον άφηνε σε ησυχία …Θύμισες , φωνές παιδικές , αγκαλιές στοργικές με ένα γιατί μπλεγμένα …Σταματούσε ολοένα και έστρεφε ψηλά το βλέμμα , όχι για να δει τον ουρανό τον καθαρό , τον ανοιξιάτικο μα για να στείλει ξανά το γιατί του ψηλά …Σ ΄Εκείνον που αγάπησε από μικρό παιδί , που ως τώρα μόνο δοξολογούσε  , μόνο ευχαριστούσε για όλα …και τα καλά και τα δυσκολεμένα …Μα για αυτό εδώ , όσο κι αν προσπάθησε δεν τα κατάφερε να στείλει ευχαριστώ και δόξα Σοι ψηλά …Ένα γιατί μονάχα  έφευγε από μέσα του τούτες τις ώρες , τούτες τις μέρες και πέταγε ψηλά …Έψαχνε να βρει μια  απάντηση , να νιώσει  πως υπήρχε λόγος και αιτία , σχέδιο σωτηρίας , πρόνοια πατρική …Και έπειτα έρχονταν εκείνες οι θύμισες που γλύκαιναν για λίγο τον πόνο και ύστερα γίνονταν παράπονο και πάλι απορία  …Μην ήτανε θυμός ;  -Όχι δεν είναι θυμός , δεν είναι  ! Προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό του πως δεν ήταν θυμός μα δεν τα κατάφερνε όποτε σήκωνε το βλέμμα …Κύριε ήταν μόνο 19 χρονώ ! Η Κατερίνα μας η μονάκριβη η ανεψιά μου ! Κόρη του αδελφού μου , δική μου κόρη …Εγώ την μεγάλωσα , την διάβαζα , την καμάρωνα …Έμεινα μόνος,  μα είχα και εγώ ένα παιδί , ένιωθα του γονιού την αγωνία , τη χαρά , τον ενθουσιασμό από τα νιάτα της …Να μην έμπαινε ποτέ σε εκείνο το αμάξι …Να την προλάβαινα , να την έπαιρνα μαζί μου στην βόλτα μας την αγαπημένη …Πέραμα –Κερατσίνι με τα πόδια …Να μου πει ξανά τα νέα της , τα όνειρά της , να την ορμηνέψω,  να την παρακινήσω πάντα να κοιτά ψηλά και να δοξολογεί Εσένα για όλα !


-Πάντων ένεκεν έτσι θείε ; Η φωνή της ακούστηκε μέσα του …
 Ούτε το κατάλαβε πως έφτασε από το Πέραμα στο Κερατσίνι …Στο λιμανάκι στάθηκε και πάλι …Έκλεισε τα μάτια , πήρε βαθιές  αναπνοές… Τον διέκοψε μια χαρούμενη δυνατή φωνή …
-Πατριώτη καλημέρα ! Τώρα τα φερα ! Διάλεξε πριν εξαφανιστούν ! Μυλοκόπι που σαλεύει  ,ζωντανό είν ακόμα ! Να διες τα μάτια του, ολόφρεσκο ,πρωινό –πρωινό !  Για σούπα για ψητό όπως θέλεις !
-Συγγνώμη!  δεν σε άκουσα …έχω αλλού τον νου μου …
-Και γω που νόμιζα πως έχω φωνή καμπάνα ! Λέω έχω ψαράκι διαλεχτό που μοσχοβολάει θάλασσα ! Δεν θα ξαναβρεις τέτοιο ψάρι …Πάρε αυτό και θα με θυμηθείς ! Να,  ένα οχτακόσια , βαριά -βαριά  ! Θα βγάλει μια σούπα αριστούργημα  ! Πάρε το  πατριώτη ! Να μου κάνεις και σεφτέ ! Άντε να βγει το μεροκάματο …

Τι να το κάνω το ψάρι σκέφτηκε μέσα του ! Αλλά και πάλι , αυτός ο άνθρωπος αγώνα κάνει ! Ας το πάρω …για την ψυχή της Κατερινούλας ! Να το πάω στην Κυρά –Βασιλικούλα με τα έξι  παιδιά  που μένει δίπλα μας  …Θα το ευχαριστηθεί πολύ η καψερή ! Αυτοί  κι αν δίνουν  μάχη για να τα φέρουν βόλτα  !
–Εντάξει βάλτο να το πάρω αδελφέ  !
-        Έτσι ντε να σε χαρώ !  Τέτοιο ψαράκι ολόφρεσκο  να το αφήσεις ….αμαρτία απ το Θεό  !
Έκανε όντως  μεγάλη χαρά η Κυρά –Βασιλικούλα !Δεν της είπε κουβέντα ! Μόνο της άφησε το μεγάλο ψάρι και έφυγε !
Στάθηκε εκείνη στην πόρτα και τον γέμισε  με αμέτρητες  ευχές και γαλήνεψε έπειτα από τόσο καιρό ! Δεν φανταζόταν πως ένα ψάρι θα κατάφερνε να απαλύνει τον πόνο του τόσο …Μετά από μέρες δεν έστειλε γιατί στον Ουρανό και δάκρυα απαράκλητα , μα ένα χαμόγελο , έστω μελαγχολικό …

-Βοήθησε Κύριε να καταλάβουμε το σχέδιό Σου ! Ανάπαυσε την Κατερίνα μας !

Άλλαξαν μέσα του πολλά μετά την χθεσινή βόλτα…Σαν να νιωθε μια θαλπωρή συνέχεια , μια ξαφνική ζεστασιά που δεν τον άφηνε να απελπίζεται , μα μόνο με προσευχή  και αγαλλίαση γέμιζε την καρδιά του …

Λίγες μέρες ύστερα περπατώντας στις ανηφορικές  γειτονιές  με την  πνοή και το χρώμα της θάλασσας κάπου στο βάθος να ομορφαίνουν τον κόσμο του , αναπολούσε τα χρόνια που κύλησαν κι αυτά που αγάπησε  ...Μα ήταν διαφορετικές  τώρα οι θύμισες…αλλιώτικα χαρούμενες …

-Ξάδελφε !  Βρε καλώς τον ! Πως απ τα λημέρια μας ;
-Γειά σου Θόδωρα αδελφέ μου ! Έτσι έναν περίπατο κάνω , να θυμηθώ τα παλιά , τα παιδικά μας , τα ανέμελα !
-Ωραίες εποχές ! Και τώρα καλά είναι ! Ευτυχώς κρατήσαμε εμείς ! Δεν μας σκέπασαν κι ακόμα οι πολυκατοικίες ! Είναι κι η θάλασσα που πάντα θα μας ομορφαίνει, έστω κι αν την κατάντησαν έτσι  !
-Ναι όμορφα είναι πάντα εδώ !Με τις αυλές , τις λεμονίτσες σας !  Συνοικίες το όνειρο  !
-Μακάρι να μπορούσαμε να το βλέπαμε όλοι σαν όνειρο …μα είναι κι οι δυσκολίες , κι η ανεργία κι η φτώχεια που το κάνουν καμιά φορά εφιάλτη… Αφού τα ξέρεις …Όλοι οι Περαμιώτες τα βλέπουμε εκτός απ τα παιδιά …Αυτά μπορούν και ονειρεύονται …Δόξα τω Θεώ ! Γερά να ναι μόνο ! Θα κάτσεις να σε κεράσω ένα τσίπουρο;
-Μετά χαράς  Θόδωρά μου ! Μην σε βάζω σε φασαρία όμως ! Έχεις και τα κουτσούβελα  !
-Σπουδαία τα λάχανα!  Άλλωστε η Λένη και τα παιδιά  έχουνε πάει σε κάτι γενέθλια μιανού συμμαθητή της μικρής …Ευκαιρία να ηρεμήσει και λίγο η γειτονιά ! Δεν μπορείς να φανταστείς τι γίνεται εδώ κάθε απόγευμα τώρα που καλοκαίριασε ! Δεν σταματάνε ως που να νυχτώσει για τα καλά !Μήπως και μεις τα ίδια δεν κάναμε !

Έφερε το τσίπουρο και  φιστίκια αράπικα  ο Θοδωρής ! Μαζί από παιδάκια στο Πέραμα, ξαδέλφια αγαπημένα …Τα μανιατάκια ! Έτσι τους λέγανε σαν γυρνούσαν όλες τις γειτονιές παίζοντας κλέφτες και αστυνόμους !
-Θυμάσαι  βρε ξάδελφε που μας είχανε χάσει ένα Σαββατόβραδο ; Που μας ήρθε να πάμε Κερατσίνι με τα πόδια τόσο δα πιτσιρίκια  ; Τι λαχτάρα που τους κάναμε !!
-Αν θυμάμαι ! Χθες είχα πάει την βόλτα μας ! Είναι η αγαπημένη μου ! Την έκανα και με την Κατερινούλα την συγχωρεμένη !
-Η Κατερινούλα μας  ! είπε ο Θόδωρας και σώπασε ! Ήθελα να στο πω …Ξέρεις πάνε κανα δυο βράδια που την είδα στον ύπνο μου την Κατερίνα μας !
-Αλήθεια ; Εγώ δεν έχω αξιωθεί να την δω ! Πες μου Θόδωρα πως την είδες ;
-Χαρούμενη πολύ ήταν, και όλο φως  ! Συνέχεια  χαμογελούσε ! Μα μου πε κάτι περίεργο για σένα  που δεν το κατάλαβα …Ήθελα μάλιστα να ρθω να σε βρω για να στο πω …Ξέρεις πιστεύω πολύ στις ψυχούλες , πως είναι εδώ μαζί μας , κοντά μας …απλά δεν μπορούμε να τις δούμε εμείς με τα μάτια μας !
-Πες μου σε παρακαλώ τι σου είπε ;
- Να , εκεί που την έβλεπε έτσι να λάμπει και να γελά  , γυρίζει και μου λέει : Να πεις στον θείο μου τον Γιώργη ότι το έλαβα το ψαράκι του και τον ευχαριστώ πολύ ! 
Δεν κατάλαβα τι ήθελε να πει με αυτό μα … Ξάδελφε τι έπαθες ; Είσαι καλά ; Τι συμβαίνει ; Δεν έπρεπε να στο πω ! Μα νόμισα πως θα χαρείς που είναι καλά η Κατερινούλα μας !
-Όχι ! δεν είναι …δεν είναι στενοχώρια ! Σ ευχαριστώ Θόδωρα ! Να ξερες τι μου είπες ..να ξερες μόνο ! Ο πανταχού παρών ! Η ελεημοσύνη ! Μια σκέψη έκανα , δεν την είπα σε κανέναν  και πήγε πάνω ! 
Σκέψου τα τόσα  γιατί μου , πόσο Τον έχουν πικράνει …
 

Δεν πολυκαταλάβαινε ο Θοδωρής τον ξάδελφό του ! Μόνο όταν εκείνος ξεκίνησε να του αφηγείται  την ιστορία  με το ψάρι , σείστηκε η ψυχή του ,  τον αγκάλιασε σφιχτά και ο Γιώργης   έκλαψε πάνω του για ώρα πολύ   …
Όχι από λύπη μα από λύτρωση ευχαριστιακή  που ανέβηκε ψηλά και σκέπασε σαν νεφέλη φωτεινή όλα τα θλιμμένα γιατί που κάποτε  σκοτείνιασαν τον Ουρανό του ! Σήκωσε τότε ξανά το βλέμμα του και είπε δυνατά :
-Πάντων ένεκεν Κατερίνα μου ! Πάντων ένεκεν !

Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα απο εκπομπή με τίτλο : Από εμάς περιμένουν ...
Διασκευασμένη σε διήγημα αληθινή Ιστορία από προφορική διήγηση
Γέροντος Νίκωνος Αγιορείτου Νεοσκητιώτου
(ομιλία :  η ζωή μετά την ζωή )









1 Ιουν 2015

Της ψυχής η αλμύρα… ( Αληθινή ιστορία για τον αγώνα της ψυχής )


Φωτ.αρχείο.Θωμά Στ.Γκίνη.
 Ο Παπά –Γιάννης από τας Σέρρας ,   ο απλός και ταπεινός ο ολιγογράμματος και πράος , ο ησύχιος και σοφός κατά Θεόν …Πενήντα τρία ολόκληρα χρόνια διακόνησε , συμπόνεσε , παρηγόρησε , έκλαψε μετά κλαιόντων και χάρηκε με τις χαρές κάθε αδελφού του –συγχωριανού του , στον τόπο των γονιών και των παππούδων του,  τον βουνήσιο τον ελατοστολισμένο που δεν τον αποχωρίστηκε σχεδόν ποτέ του  …Ακόμα και στα βαθιά γεράματα όταν του λεγαν τα παιδιά του να τον πάρουν έστω για  λίγο καιρό να ξεχειμωνιάσει στην μεγάλη την πρωτεύουσα εκείνος τους απαντούσε : -Και να λείψω την Κυριακή από την Εκκλησία μου ; Και μόνο κτητικότητα δεν φανέρωνε εκείνο του μου , μα όλη του την στοργή και την έννοια για τον λατρευτό του οίκο , που τον φρόντισε και τον παρέδωσε στολίδι ουράνιο 
στον νέο εφημέριο που ήρθε και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο χωρίο τους …Να αγαπάς τον Κύριο και  την Εκκλησία μας!  του είπε μόνο και σώπασε συγκινημένος εκείνη την πρώτη και τελευταία  Κυριακή που λειτούργησαν μαζί …Δεν θέλησε να μπλέκεται στα πόδια του …Μόνο μια γωνιά στο ιερό , απέναντι από την Αγία πρόθεση  ήθελε ,  να κάθεται εκεί με κλειστά τα μάτια και να νιώθει τα θροΐσματα τα Αγγελικά , να οσφραίνεται τις ευωδίες που ανέβαιναν στον Θόλο του κόσμου  … Τον  καρτέραγαν οι επίτροποι , όρθρου βαθέος να  αργοσύρει  τα βήματά του ως το δεξί κλίτος , να ασπαστεί τον Αρχηγό Μιχαήλ το ταξιαρχούδι του  και έπειτα από λίγο να κλίνει ευλαβικά  τον γέρικο κορμό του στην Τράπεζα , το μνημείο το κενό της Αναστάσεως …
-Παπά –Γιάννη την ευχούλα σου !
Περνούσαν όλοι μετά την απόλυση  από κοντά του και με αυτά τα ανυπόκριτα λόγια του έδιναν τα πολυτίμητα βραβεία της καρδιάς τους , ευχαριστώντας τον για όλα αυτά που τους έδειξε όχι με τα λόγια του μα με την ζωή του την παραδομένη στο θέλημα του εν υψίστοις Πατρός…
Την ημέρα της κοίμησής του  όλοι το ίδιο του είπαν δίνοντάς του τον τελευταίο ασπασμό στα χέρια του , που ευλογώντας  αγκάλιαζαν το ασημωμένο ευαγγέλιο…
-Παπά –Γιάννη την ευχούλα σου !
Τρείς μέρες πέρασαν …Τρείς μέρες που όλο το χωριό προσευχόταν όπως τους είχε διδάξει ο παππούλης τους …Δεν ξέχασαν ότι εκείνος δεν άφησε κανέναν λησμονημένο …Αμέτρητα σαρανταλείτουργα για ψυχούλες , και μνημόσυνο ατελεύτητο ..Ειδικά στις πρώτες σαράντα μέρες …Βοήθεια λαχταράνε   ! Έτσι τους έλεγε …Μην τους ξεχνάμε ποτέ ! Έχουν μεγάλο αγώνα ! Από εμάς περιμένουν ! Έτσι και εκείνοι του ανταπόδιδαν το ελάχιστο από όλα αυτά που δίχως αντάλλαγμα και βαρυγκόμια τους χάρισε σε όλη του την Χριστοφόρα  ζωή…
Στο τριμέρι του γέμισε και πάλι η Εκκλησιά ! Και έπειτα όλοι πάνω απ το μνήμα του  …σε ένα μακρύ τρισάγιο που μοιαζε με νεκρώσιμη !  
Στο σπίτι σιωπηλές η Άννα και η Γεωργία οι γειτόνισσες , ετοίμαζαν τους καφέδες και το κέρασμα για όλους . Ο Γιαννάκης το μικρότερο παπαδογγόνι ήταν μαζί τους …Κοιμόταν το πρωί και τον άφησαν πίσω να μην τον ξυπνήσουν …Τριγύριζε και κείνος και αναρωτιόταν που πήγαν όλοι …
-Στην εκκλησία στον παππού πήγαν του είπαν …Όπου να ναι θα ρθουν
-Και μένα γιατί δεν με πήραν μαζί ; παραπονέθηκε ψευτοκαλαίγοντας εκείνος …
Αφού έχει ήλιο σήμερα , δεν βρέχει ..Και αφού  ο παππούς πέθανε ! Τον είδα που κοιμόταν στην Εκκλησία !
- Καλά –καλά του είπαν μέσα στη φούρια τους οι γυναίκες …Γιαννάκη για πήγαινε κάτω να δεις ποιος χτυπάει χαρά μου …Μήπως άρχισαν να έρχονται !  
Κατέβηκε ο μικρούλης την σκάλα και κοντοστάθηκε πριν την πόρτα …
-Παππού !!! Τι κάνεις εσύ εδώ ; Δεν πέθανες ;
-Γιαννάκη μου να έχεις την ευχή μου !
-Δεν πέθανες παππού; Ρώτησε ξανά  ο μικρός με την μακάρια αθωότητά του , με την παιδική του αφέλεια …Αφού σε είδα προχθές ! Γιατί στάζουν παππού τα ρούχα σου;  … Λιακάδα έχει σήμερα! δεν βρέχει …Σε κατάβρεξε κανείς ; 
Τα ράσα του παπα-Γιάννη , το καλιμαύχι του , το πετραχήλι του , τα γένια του , το πρόσωπό του ,έσταζαν συνέχεια…Στα πόδια του μια μικρή λιμνούλα άρχισε να σχηματίζεται …
-Δεν είναι νερό αυτό παιδάκι μου ! Είναι ιδρώτας ! Πες σε όλους παιδί μου τώρα που θα ρθουν , πως τους  ευχαριστώ πάρα πολύ ! Τώρα λυτρώθηκα , τώρα γλίτωσα μετά από τρείς ολόκληρες μέρες που τυραννήθηκα ! Ιδρώτας είναι παιδί μου από την αγωνία μου , μήπως και δεν τα καταφέρει   η ψυχή μου να ανέβει   ! Σας ευχαριστώ πολύ ! Να το πεις σε όλους αυτό !
Σαν φως που έσβησε χάθηκε από μπροστά του ..
Ο Γιάννης το παπαδογγόνι ,  έξι χρονώ τότε , μεγάλος άντρας σήμερα δεν ξέχασε ποτέ του όλους εκείνους που έσκυψαν στην λιμνούλα της αγωνίας  και έφεραν έπειτα το δάχτυλό τους  στο στόμα …
Γεύτηκαν την αλμύρα της καρτερίας του Παραδείσου , κατανόησαν τον αγώνα του χωρισμού της ψυχής εκ του σώματος  , ήλπισαν με άληστο τρόπο  στην αληθινή ζωή …
Θυμάται ακόμη τους περισσότερους  που τότε μονολογούσαν:
 -Αν δυσκολεύτηκε και ο Παππούλης μας ,  τότε πόσο πολύ πρέπει να προσπαθήσουμε εμείς!  Πόσο πρέπει να αγωνιστούμε από εδώ  …
Παπά –Γιάννη  πρέσβευε υπέρ ημών !  


Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από την εκπομπή με τίτλο : Από εμάς περιμένουν ...
Διασκευασμένη σε διήγημα  αληθινή Ιστορία από προφορική διήγηση
Γέροντος Νίκωνος Αγιορείτου Νεοσκητιώτου
(ομιλία :  η ζωή μετά την ζωή )


29 Μαΐ 2015

Από εμάς περιμένουν …( 3 λόγοι ψυχών με φωνή που μας μιλούν ...)



Λόγος Πρώτος 
Είμαι ψυχή , έχω φωνή και σου μιλώ …
Καρτερώ τον κόμπο των ματιών σου σαν με θυμάσαι , τον στεναγμό της καρδιάς σου τον σύμπονο…
Δρόσος και ανάπαυση και Φως !
Ω τι Φως Ουρανού σαν με ανεβάζεις πιο ψηλά στις ηλιακτίνες απ τον θανατηφόρο βυθό τον σκοτασμένο  !
Καρτερώ τα μνήσθητι και τα ανάπαυσόν σου , αναδεμένα με του κομποσκοινιού τις αγρύπνιες σου τις μεσονυκτικές !
Καρτερώ τις γροθιές σου τις σημαδεμένες απ τις μετάνοιες , στο λιβανισμένο ζυμάρι της μνήμης , στου Πλαστουργού το πλάσιμο , τα ξυλοσκάλιστα μερίσματα  στην ανάγλυφη θύμηση , το ψιχουλάκι μου στην προσκομιδή και στο απόπλυνον το λυτρωτικό  …
Καρτερώ το δίδραχμο του στερήματός σου , σαν μελισόκερο ιλαρό , του κάθε ελάχιστου αδελφού σου την παρηγοριά που προσφέρεις ,
 μπουκιά και στάλα …
Είμαι ψυχή , έχω φωνή και σου μιλώ …
Δεν μετρώ τον χρόνο , δεν υπάρχει χθες και σήμερα εδώ , μήτε αύριο …
Μόνο το αιώνιο και η Ανάσταση που στα σίγουρα θα ρθει …
Ως τότε από σένα περιμένω …Μην με ξεχνάς ! 
Μην με σκεπάζεις με της λήθης το χώμα το ξερό …
Θυμήσου με τις μέρες τις πασίχαρες και τις δυσκολεμένες , στα Ψυχοσάββατά μας τα μοσχοβόλιστα  με ελπίδα ,
στις Μέρες του Κυρίου της Ανάστασης τις μέρες ,
 στα μεγαλυνάρια της Αειμακάριστης Κυράς , 
στα εσπερινά και στα ορθρινά τα ψυχοχάρτια…   
Είμαι ψυχή , έχω φωνή και σου μιλώ …
Μη με ξεχνάς έστω κι αν δεν με γνώρισες ποτέ ! 
Αν δεν υπήρχα ο μακρινός σου πρόγονος εγώ , 
δε θα στεκες τώρα πάνω από το μνήμα μου το ξεθωριασμένο …
Βάλε με στην προσευχή σου , στην αλμύρα των ματιών σου !
Κράτα μου το φως αναμμένο , να θωρώ να μην φοβάμαι !
Τράβα με ψηλά , να λευτερωθώ , να ανασάνω τον Θεό !
Λύτρωσέ με ..Ανάπαυσέ με !
Από σένα περιμένω !
Είμαι ψυχή , έχω φωνή και σου μιλώ …
Και προσδοκώ !
Μην με ξεχνάς !


Λόγος Δεύτερος 

Είμαι ψυχή έχω φωνή και σου μιλώ!
Τα δάκρυά σου τα σύμπονα προσμένω , όχι το θρήνο και τον κοπετό σου ,
τις άναρθρες κραυγές σου πάνω από το  άψυχο σώμα μου και το σταυρό στο κοιμητήρι …
Τι να τα κάνω τα ατέλειωτα τα μοιρολόγια , τις λιγοθυμιές , το μαυροφόρεμά σου ;
Και ενώ περιμένω συνέχεια να σε υποδεχτώ στης Μάνας Εκκλησιάς τις δεήσεις , να ικετεύεις και συ για μένα και να παρακαλάς τον λυτρωτή για την συγχώρεση και την  ανάπαυσή μου , εσύ σταμάτησες να έρχεσαι γιατί λες ότι πενθείς ! Δεν είναι πένθος αυτό! Με το Θεό τα βάζεις και τον κατηγορείς και τον ρωτάς γιατί …
Ταράζεις τα νερά του ποθητού μου λιμανιού ! 
Κλαίω που δεν με παρηγορείς ! Οι στεναγμοί σου έρχονται και με συναντούν και σκοτεινιάζουν το φως μου …
Είμαι ψυχή έχω φωνή και σου μιλώ!
Νιώσε πως είμαι εδώ μαζί σου,  στης χαρμολύπης σου τις προσευχές , στις μνημονεύσεις σου , στις Λειτουργιές ..
Δεν είναι χρέος σου το μαύρο , το πένθος και η οιμωγή ! Αυτά τα κάνουν εκείνοι που δεν γνωρίζουν τα μεγαλεία του Θεού , που τους νοιάζει μόνο του κόσμου το φρόνημα !
Χρέος σου είναι η μνήμη , η ευχή και το έλεος και η ενάρετη ζωή σου !
Δεν το εξοφλείς με της απελπισιάς το σκοτάδι την οργή και τα μόνιμα  κλαμμένα μάτια!
Για λίγο χωριστήκαμε ! Τα χρόνια τα εδώ μπορείς να τα μετρήσεις !
Το αιώνιο δεν μετριέται ! Μπορείς ωστόσο να το ζήσεις μόνο αν το ζητήσεις και αγωνιστείς να το κερδίσεις !
Τότε χαρά θα αισθανθώ , θα ωφεληθώ  , θα αναπαυθώ !
Είμαι ψυχή έχω φωνή και σου μιλώ!
Και καρτερώ ! Μη με ξεχνάς !
Χάρισε μου το Φως !
Διψάω τον Παράδεισο !




Λόγος Τρίτος
Είμαι ψυχή έχω φωνή και σου μιλώ!
Ήρθε ο καιρός για να σου πω το ευχαριστώ !
Πως την καρτέραγα τη στιγμή της λύτρωσης !
Αχνό ήταν το Φως τόσους καιρούς !
Μα λίγο-λίγο σαν έπεφταν πάνω του τα δάκρυα της μετανοίας σου , σαν της παρηγοριάς οι ευχές ,  των ελεηθέντων από τα σπλάχνα των οικτιρμών σου  τρυπούσαν  το ημίφως , όλο και ξεθάμπωνε η ακτίνα της Δικαιοσύνης .
Κι έτσι δάκρυ το δάκρυ ανέβαινα , μέχρι που μια Κυριακή μ άρπαξε του σπλαχνικού Πατέρα το ροζιασμένο χέρι και μ έβγαλε στο Αιώνιο Φως , να μην το θολώνει τίποτα πια !
Δρόσος και κουφισμός απ τον δικό σου αγώνα , την δέηση την άπαυστη , την ικεσία την γεμάτη υπομονή και ελπίδα !
Είμαι ψυχή έχω φωνή και σου μιλώ !
Σ ευχαριστώ που δεν με ξέχασες ! Που θυμήθηκες εκείνο το δυσωπώ που με σπαραγμό σου φώναξα τότε στο τελευταίο αντάμωμά μας !
Συνέχισε όμως να παρηγορείς τις ψυχούλες !
Ακούγονται κι άλλων οι φωνές που σου μιλούν !
Αμέτρητες είναι κι αγωνίζονται να ανέβουν στον  καθάριο φωτισμό  του Πανοικτίρμονος Θεού !    



Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από το βιβλίο "Δάκρυ στο Εγώ" 
και την εκπομπή με τίτλο
Από εμάς περιμένουν ( 3 μέρη)


17 Μαΐ 2015

Ζωή μετά …( Αληθινή Ιστορία για την αθάνατη ψυχή)


 
Όμορφη η αγάπη …νικά τον πόνο …είναι μεγαλύτερη απ τον Θάνατο !
Τα λεγε όλα τούτα ο Διαμαντής , τα σκόρπιζε στους γύρω πονεμένους , σε όλους αυτούς που ο πόνος τους ήτανε ακόμα νωπός , το δάκρυ τους αστέγνωτο …
Ένιωθε πως είχε χρέος να παρηγορεί με όλα εκείνα που πίστευε και τα άκουγε από μικρό παιδί , στα ιερά των εκκλησιών , στα κατηχητικά σχολειά , στους έμπειρους τους Γεροντάδες , τους ταπεινούς και απλούστατους που συντρόφευαν κάθε του βήμα στη ζωή …
Και ήθελε και παρακαλούσε τον Κύριο πάντα στις προσευχές του , να τον αξιώνει και να τον συναριθμεί,  όχι στους ακροατές του νόμου Του,  μα στους μακάριους ποιητές του…
 
Νωρίς –νωρίς στεφανώθηκε ως Άγιος Μάρτυρας , καλώς  αθλήσας … Ευλογήθηκε απ τον Κύριο από της δρόσου του ουρανού άνωθεν και από της πιότητος της γης , να συμπορεύεται με μια γυναίκα , την Ρηνούλα του , αμπέλι γλυκόκαρπο , που στάλαζε όλο στοργή και υπομονή στο κοινό ποτήρι της αγάπης τους … Και να αποκτήσουν τρία   τεκνία τον Χαρίλαο ,τον Λυκούργο και τον Εφραίμ , νιόφυτα λιόδεντρα με ρίζες αρετής , βυθισμένες  γερά σε χώμα εύφορο  , ποτισμένες από νάματα και αγιάσματα των θαυμασίων του Θεού .  
Όμορφη η αγάπη …νικά τον πόνο …είναι μεγαλύτερη απ τον Θάνατο !
Κι ήρθε η ώρα του βιώματος ..Αυτή που δίχως να το χει καταλάβει , παρακαλούσε τον Κύριο να στείλει χρόνια τώρα …
Η δοκιμασία των ποιητών …Και η Ρηνούλα τρυφερό λουλούδι στα χέρια του Πατέρα Θεού  , μέρα με την μέρα  να μαραίνεται και το όνειρο στιγμή με τη στιγμή  να φτάνει προς το τέλος …
Διάγνωση , βουβός αναστεναγμός , λυγμός κρυμμένος βαθιά… Δείλιασε για πρώτη του φορά …Να ναι η τελευταία ! ευχόταν κάθε φορά που αντίκριζε τα σημάδια του Θανάτου πάνω στο αγαπημένο σώμα της …-Θαρσείτε ! Εγώ νενίκηκα τον κόσμο ! μονολογούσε τότε,  αναζητώντας εκεί που δεν φαινόταν,  τον συναντιλήπτορα , τον συμπαραστάτη του Παντελεήμονα  Χριστό , που ποτέ του  δεν μέμφθηκε για το νωρίς …
Δυο χρόνια ένιωσε το στεφάνι να βλασταίνει  αγκάθια , πληγές και τύποι μαρτυρίας …Και έπειτα ο αποχαιρετισμός  ο πρόσκαιρος και ο λυγμός , που ανέβηκε επιτέλους και γοργοπέταξε προς τις γειτονιές του Παραδείσου .
Έγινε εκείνος τώρα και μάνα , κυρίως για τον μικρότερο ανθό τους , το Εφραιμάκι  τους ,  που το χανε τάξει , μιας και άργησε λίγο να ρθει , στον Άγιο των Αμώμων και γιόρταζε την ίδια μέρα με την μανούλα του…Στην πρώτη ανάμνηση Μαγιού μετά το φευγιό , βίωσε ανείπωτα την χαρμολύπη ο Διαμαντής ..Γιορτή και μελαγχολία , ευχές και μνήσθητι αναδεμένα …
Στο κομποσχοίνι του , στο πρόσφορό του , στα σπλάχνα των οικτιρμών του πάντα η μορφή της να χαμογελά …Να ρχοταν έτσι ένα βράδυ και στο όνειρό μου !  ευχόταν συνέχεια ..Μόνο μια φορά Κύριε ! να παρηγορηθεί η καρδιά μου …
Τον ξύπνησε αλαφιασμένος ο μικρός εκείνο το ξημέρωμα Κυριακής …
Θα φοβήθηκε σκέφτηκε ...Άλλωστε μικρούλης είναι ακόμα , μόλις οκτώ χρονώ …
-Έλα αγοράκι μου τι συμβαίνει ; Έλα ξάπλωσε εδώ  μαζί μου , μην φοβάσαι , όνειρο ήτανε !
-Μπαμπά ! Είδα την μαμά ! Αλήθεια σου λέω !
Έστειλε ο Κύριος παρηγοριά σκέφτηκε μέσα του ο Διαμαντής , σε αυτόν που το χει πιότερο ανάγκη  …
-Πώς ήτανε παιδάκι μου ; Πού την είδες ;
-Μπαμπά ήταν ψηλά , με λουλούδια , δέντρα και σπίτια ..Ένα ήταν δικό της !
-Είχε βουνά ;
  -Όχι , όλα ίσια ήτανε !
- Είχε ήλιο ;
-Δεν είχε ήλιο μα ήταν όλα πολύ φωτεινά ! Και έβλεπα πολλούς ανθρώπους !
-Τι λέγανε ;
-Δεν τους άκουγα …Μιλάγανε μα δεν τους άκουγα τους άλλους…Ξέρεις μπαμπά η μανούλα δεν είχε σημάδια στην κοιλίτσα  της !
 Ήξερε ο Διαμαντής πως στην άλλη ζωή δεν θα έχουμε πάνω μας τίποτα από τις πληγές και τις ατέλειές μας και του έκανε τόση εντύπωση αυτό που άκουγε από τον γιό του μέσα στη νύχτα …   
-Την είδες ;
-Όχι εκείνη μου το είπε !
-Πως ήταν τα μαλλιά της;
-Δεν ξέρω …δεν μπορούσα να δω καλά …ήταν πολύ φωτεινό το πρόσωπό της !  
Προσπαθούσε να απομακρύνει εκείνη την ώρα, κάθε λογισμό αμφιβολίας που τον κυρίευε σε κάθε  λέξη του μικρού Εφραίμ…Σκεφτόταν όμως πως καμιά φορά η ανάγκη  για παραμυθία φτιάχνει εικόνες , πλάθει και τα όνείρατα …Τον διέκοψε τότε ξανά η ψιθυριστή φωνή του γιού του …
-Μπαμπά η γιαγιά η Σταυρούλα  , είναι πιο ψηλή από τον παππού τον Χαρίλαο  ;

Κόμπος στο λαιμό του αυτή η ερώτηση … Ο μικρός ήταν μωρό ακόμα μόλις εκείνοι κοιμήθηκαν…Αποκλείεται να τους θυμόταν …Μα μήπως του είπαν τίποτα τα μεγάλα παιδιά ή είχε δει καμιά φωτογραφία ή ακόμα –ακόμα μήπως είχε ακούσει ποτέ να λέγεται κάτι τέτοιο από τον ίδιο για τους γονιούς του …Όντως η μάνα του ήταν πολύ ψηλή για την εποχή της …και ξεπερνούσε σε ύψος τον πατέρα του … 
-Που τους είδες παιδί μου αυτούς ;
-Η μαμά με πήγε στο σπίτι τους !
-Τι φορούσαν ;
-Άσπρα ρούχα !
-Τι παπούτσια ;
-Δεν φαινόντουσαν …Ήταν πολύ μακριά τα ρούχα τους ! Ο Παππούς ο Χαρίλαος ήταν πιο φωτεινός !
-Έλα μωρό μου κοιμήσου τώρα …έχουμε να ξυπνήσουμε αύριο ! Κυριακή ξημερώνει ! Θα πάμε στην  Εκκλησία με τα αδέλφια σου!  
-Να μείνω να κοιμηθώ εδώ μαζί σου ;
-Ναι , να μείνεις μα μόνο για απόψε ,  εντάξει ;
-Ναι το υπόσχομαι ! είπε ο μικρός και κούρνιασε στην μεριά που κοιμόταν η μανούλα του ...
-Μπαμπά ! ακούστηκε ύστερα από λίγο η φωνή του ξανά …
-Ήταν και ένα μικρό παιδάκι μαζί με τον παππού και την γιαγιά …
-Πως ήταν ;
-Ήταν πιο μικρό από μένα , με μαύρα μαλλάκια και με δέρμα σαν το δικό μου …μελανούρι …που με λες …Μπαμπά με πιστεύεις έτσι δεν είναι ; Δεν τα βγάζω απ το μυαλό μου όλα αυτά ! Αλήθεια είναι !
-Ναι αγόρι μου καλό ! Αλήθεια είναι ! Τώρα πια σε πιστεύω !
Κοιμήσου τώρα ψυχή μου να ξεκουραστείς  ! Κι αν ξανάρθει η μανούλα πες της σε παρακαλώ πως την αγαπώ ως τον ουρανό !
-Εκεί που είναι δηλαδή ! είπε με μια γλυκύτατη αφέλεια ο νυσταγμένος μικρούλης   …
-Ναι εκεί που είναι ! ψέλισε ύστερα από λίγο στο κοιμισμένο του αγγελούδι  ο Διαμαντής !   Με τον παππού , την γιαγιά και…  με τον θείο σου τον Λυκούργο   …το μικρό παιδάκι , τον αδελφό μου που δεν θυμήθηκα ούτε και εγώ …Κοιμήθηκε στην κατοχή από πνευμονία …πιο μικρός και από εσένα ήτανε ! Την αλήθεια λες παιδί μου ! Συγχώρα με που αμφέβαλλα ! Πάντα ακροατής ήμουν ! Και ήρθες εσύ να μου μηνύσεις  πως μετά τη ζωή υπάρχει και πάλι ζωή !
Καλό ξημέρωμα παιδί μου !
Ανάσταση ξημερώνει !  
Καλή αντάμωση Ρηνούλα μου !
Να με προσμένεις και μένα ! Ντυμένη στα λευκά …







Νώντας Σκοπετέας .
Απόσπασμα από εκπομπή με τίτλο :
 Ξημερώνει Ανάσταση ( 4 μέρη)
Διασκευασμένη σε διήγημα Αληθινή Ιστορία , από ομιλία του π.Νίκωνος Αγιορείτου Νεοσκητιώτου  με θέμα : η ζωή μετά την ζωή .



30 Απρ 2015

Εδώ κατεβαίνει η …Ζωή ( Αληθινή Ιστορία για την αληθινή Ζωή )




Βράδυ Σαββάτου …Άνοιξη έξω ! Τα παράθυρα στο ταξί ανοιχτά !- Ησυχίες …μονολογεί ο Στάθης και δυναμώνει λίγο το ραδιόφωνο …Έχει αφιέρωμα σε τραγούδια που μιλούν για Σαββατόβραδα …Ακούει τον στίχο του Λειβαδίτη και τραγουδάει και εκείνος : Σαββάτο βράδυ μου έμορφο ίδιο Χριστός Ανέστη, ένα τραγούδι του Τσιτσάνη κλαίει κάπου μακριά. Πάει κι απόψε τ’ όμορφο τ’ όμορφο τ’ απόβραδο, από Δευτέρα πάλι πίκρα και σκοτάδι. Αχ, να `ταν η ζωή μας Σαββατόβραδο κι ο Χάρος να `ρχονταν μια Κυριακή το βράδυ.
Εκείνο  το Αχ …του έμεινε του Στάθη και σαν να τον μελαγχόλησε …Την έχει συνηθίσει την μοναξιά μέσα στο ταξί …Δέκα χρόνια εδώ μέσα …Πόσα Αχ…Πόσα Σαββατόβραδα …Πόσα χιλιόμετρα …Πόσες ψυχές καθισμένες πίσω του και δίπλα του …Πόσες Ιστορίες …Τις ωραιότερες τις έχει ακούσει τέτοιες ώρες , απόβραδο Σαββάτου …Θυμάται κάποιες που τον έκαναν να γελάσει , να στενοχωρηθεί …Θλίψεις , απογοητεύσεις , ενθουσιασμοί , αγωνίες , αποχωρισμοί , ανταμώματα …Έμαθε να αισθάνεται , να νιώθει , να καταλαβαίνει από τα ελάχιστα εδώ μέσα …Και τις περισσότερες φορές μετά από τόσα χρόνια πλέον δεν λάθευε …Συνέχισε να ανεβαίνει την Αλεξάνδρας …Τον σταμάτησε ένα παλικάρι με μια βαλίτσα …-Αεροδρόμιο ! του είπε μόλις μπήκε και κάθισε στην θέση του συνοδηγού …
-Για που με το καλό; τoν ρώτησε ο Στάθης
-Άστα αδελφέ ! Γυρίζω στα ξένα …Καλά ήταν τώρα το Πάσχα εδώ με τους δικούς μου …Τώρα ξανά του χρόνου τα Χριστούγεννα και βλέπουμε  ! Σουηδία πάω ! Εκεί ζω τρία χρόνια τώρα …Δουλεύω ερευνητής στο Πανεπιστήμιο !
- Σε πληρώνουν καλά ;
-Δεν παραπονιέμαι ! Μα τι τα θες …Τα αφήνω όλα πίσω μου ….Οικογένεια , φίλους , την αρραβωνιαστικιά μου …
-Ε θα ρθει και αυτή μην ανησυχείς …Θα την βρείτε την άκρη ή θα γυρίσεις και εσύ πίσω αν βρεθεί κάτι καλό κι εδώ …                     - Μακάρι ! είπε ο νέος και αναστέναξε …
-Έλα βρε μην κάνεις έτσι …Όλα καλά θα πάνε ! είπε ο Στάθης και δυνάμωσε το τραγούδι  που έπαιζε εκείνη την ώρα
-Τις Κυριακές θα με ζητάς στις εκκλησιές. Τα Σαββατόβραδα θα ψάχνεις στο λιμάνι...
-Όχι και  λιμάνι …αεροδρόμιο είπε ο Στάθης για να σπάσει την μελαγχολία του τραγουδιού …Γέλασε κιόλας μα δεν τα κατάφερε καθόλου να μεταδώσει ευθυμία στον …πελάτη του. Φτάσανε σχετικά γρήγορα
-Καλή αντάμωση αγόρι μου ! του είπε .
 -Εύχομαι όλα να πάνε κατ ευχήν ! Και μην μασάς ! Δύναμη και αισιοδοξία !
-Σ ευχαριστώ πολύ , να σαι καλά ! είπε εκείνος  και μπήκε μέσα βιαστικά . Στάθηκε έπειτα ο Στάθης  στον σταθμό , στην πιάτσα των ταξί και περίμενε έπειτα την σειρά του να πάρει νέα κούρσα …Δεν πέρασε πολύς χρόνος και καταλαβαίνει να ανοίγει το πορτ μπαγκάζ …έπειτα η πίσω πόρτα …Μπήκε μια νέα κοπέλα όλο χαμόγελο !
-Χριστός Ανέστη ! Χαίρετε ! Καλλιθέα πάμε ! του είπε δυνατά και χαρούμενα  και εκείνος φχαριστήθηκε πολύ …Τέτοιους πελάτες ήθελε πάντα ..Ζωντανούς , σπιρτόζους …
-Καλησπέρα όμορφή μου κοπελιά ! Αληθώς Ανέστη βρε ! Βέβαια! Κι  η μάνα μου το λέει ως της Αναλήψεως και εγώ την πειράζω …
-Να μην την πειράζετε κύριε ! Να της απαντάτε τόσο όμορφα όσο και σε μένα είπε εκείνη και χαμογέλασε πάλι …
-Φωτίστηκε το ταξί βρε κορίτσι μου ! Τι άγγελος είσαι εσύ ! και να με συγχωρείς μην νομίσεις τίποτα άλλο μα να …μου έφτιαξες την διάθεση με το που μπήκες , γιατί πριν λίγο  είχαμε κλάματα εδώ μέσα …Θα μου πεις εκείνος έφευγε , εσύ έρχεσαι …πώς να μην είσαι χαρούμενη …αν και έτσι όπως σε νιώθω εσύ πάντα με το χαμόγελο θα είσαι !
Κάτι κατάλαβε εκείνη και ξαναχαμογέλασε …
-Σε ζάλισα όμως με την πολυλογία μου …
-Κάθε άλλο κύριε …
-Στάθης !
 Kύριε Στάθη ! Εμένα με λένε Σοφία ! Α!  γιορτάζουμε και κοντινά  …17 Σεπτέμβρη εγώ  , 20 εσείς  ! Ναι!  
-Ναι έχεις  δίκιο ! – Που τα ξέρεις εσύ όλα τούτα τα αγιωτικά βρε κοπέλα μου …Αλλά πάλι τι λέω …εδώ με χαιρέτησες και μου πες Χριστός Ανέστη …Θα σαι της εκκλησίας !
-Του Παραδείσου!  του είπε εκείνη και πάλι χαμογέλασε φωτεινά …
-Από πού μας έρχεσαι Σοφάκι μου ;
-Από Αγγλία κύριε Στάθη ! Από Σκωτία συγκεκριμένα ..Εκεί σπουδάζω, σχεδόν τελειώνω δηλαδή  …
-Και δεν σου λείπει η Ελλάδα μας;
 - Βέβαια και μου λείπει …Αλίμονο  ! Γι αυτό και έρχομαι όσο μπορώ πιο συχνά να βλέπω και τους γονείς μου και την αδελφούλα μου την μικρή …
-Καταγωγή από πού έχεις ; Eγώ είμαι Πελοποννήσιος , βουνήσιος , Αρκάς ,κάτω απ το αυλάκι που λένε !
 –Εμένα οι γονείς μου είναι θαλασσινοί …Ο μπαμπάς Λευκαδίτης και η μαμά Παριανή…
- Και εσένα ποιος τόπος σου αρέσει περισσότερο Σοφία μου ; -Και οι  δυο είναι πανέμορφοι και ευλογημένοι  …Φανερωμένη από τη μια Εκατονταπυλιανή από την άλλη ! Μόνο που από την Λευκάδα έχω περισσότερες αναμνήσεις …Εκεί κιόλας ετοιμάζεται τώρα ο πατέρας μου να κάνει και μια επιχείρηση με ενοικιαζόμενα δωμάτια…Στην Πάρο πάλι , είναι όμορφα αλλά έχουμε κάτι μπλεξίματα με κάτι περιουσιακά …καταλαβαίνετε …Μάλιστα τώρα τούτες τις μέρες θα πάει η Μητέρα μου στην Πάρο να τα ξεκαθαρίσει …
-Δεν πας και εσύ μαζί της …Καλοκαίριασε κιόλας …να κάνετε και κανένα μπάνιο …
-Μπορεί να γίνει κι έτσι είπε η Σοφία που κοίταζε συνέχεια έξω από το ανοιχτό της παράθυρο …
-Έντεκα και είκοσι  η ώρα …είπε ο Στάθης …τώρα όλοι οι νέοι ξεπορτίζουν ..εσύ θα πας καμιά βολτούλα απόψε;
 -Δεν νομίζω …άλλωστε Κυριακή ξημερώνει ! Ανάσταση ! Έχουμε Εκκλησία αύριο ! Εσείς δεν θα πάτε  ;
 -Δύσκολα Σοφία μου ! Αν και παραπονιέται η δική μου η μάνα …μα βλέπεις είναι και το ταξί …Τέσσερις  το πρωί θα παραδώσω… Να μου πεις σε ποια ενορία θα είσαι να ρθω να σε βρω!  της είπε γελώντας
-Που ξέρετε μπορεί να γίνει και έτσι κύριε Στάθη …Στα φανάρια θα στρίψετε δεξιά και θα πάρετε την Αγίων Πάντων ...Θα βρούμε την οδό,  είναι δίπλα στο Χαροκόπειο στο πρώτο στενό  …
Δεν άργησαν να φτάσουν έξω από την Πολυκατοικία …
-Εδώ κατεβαίνω κύριε Ευστάθιε ! του είπε ! Τι σας οφείλω;
-Τριάντα πέντε ευρώ είναι μάτια μου …
- Αχ δεν έχω τόσα μαζί μου ! Θα με περιμένετε να ανέβω και να σας τα φέρω αμέσως ;Στον δεύτερο μένουμε !
-Να μην βιαστείς καθόλου ! Με την ησυχία σου ..Να χαιρετήσεις τους δικούς σου πρώτα και έπειτα κατεβαίνεις …Να εγώ  θα παρκάρω να κάνω και ένα διάλειμμα να ξεπιαστώ λίγο !
-Εντάξει επιστρέφω αμέσως ! είπε η Σοφία και μπήκε στην πυλωτή …
Ο Στάθης  κατέβηκε και στάθηκε όρθιος με την πλάτη στο ταξί …Κοντεύει δώδεκα σκέφτηκε …Ξημερώνει Κυριακή , Ανάσταση που είπε και η Σοφούλα …Τι καλό κορίτσι …Χαρά που θα κάνουν τώρα οι δικοί της …Κοίταξε προς τα πάνω να δει κανένα διαμέρισμα πιο φωτεινό από τα υπόλοιπα…Περίεργο είπε ..Στον δεύτερο όλα σκοτεινά είναι …Μα πάλι μπορεί να κοιμούνται και οι άνθρωποι τέτοια ώρα …Λες να τους κάνει έκπληξη ; Το ραδιόφωνο σήμανε την ώρα ..Δώδεκα ακριβώς …Άντε βρε Σοφάκι ..είπαμε …Πέρασε τέταρτο …Ρε μπας και …Μα τι λέω αυτό το αγγελούδι να με κορόιδεψε ..αποκλείεται ! Αλλά μήπως της συνέβη τίποτα την ώρα που ανέβαινε …Και η βαλίτσα της …δεν πήρε τίποτα μαζί της …Την ξέχασε …Άνοιξε το πορτ μπαγκάζ και ξαφνιάστηκε …Δεν είχε τίποτα μέσα …Μα πως αφού στο αεροδρόμιο θυμόταν ότι άνοιξε ..Για ποιο λόγο θα το άνοιγε το κορίτσι …
-Περίεργα  πράγματα μας ξημέρωσε τούτη η Κυριακή ! είπε δυνατά  και κατευθύνθηκε προς την Πολυκατοικία …Κοίταξε το κουδούνι  που έγραφε δεύτερος …Πάτησε  μια φορά , και ξανά πιο παρατεταμένα …Μια φωνή βαριά γυναικεία ακούστηκε …  
-Ποιός είναι;
- Ναι,  με συγχωρείτε που ενοχλώ …Μήπως είναι εύκολο να μου κατεβάσετε τα χρήματα ;
-Ποια χρήματα , ποιος είστε; Να βγω λίγο στο μπαλκόνι γιατί δεν σας ακούω και καλά
Τραβήχτηκε προς τα πίσω  ο Στάθης και ύψωσε τα μάτια στον δεύτερο …Βγήκε μια γυναίκα γύρω στα πενήντα ,απορημένη κάπως του φάνηκε …
- Εσείς χτυπήσατε ; ρώτησε …τι θέλετε; …
- Εγώ είμαι ο ταξιτζής που έφερα την κόρη σας πριν λίγο από το αεροδρόμιο …και έκανε νεύμα δείχνοντας το παρκαρισμένο του ταξί…
-Ποια κόρη μου Κύριε φέρατε;
- Αστεία μου κάνετε τώρα …είπε ο Στάθης προσπαθώντας να κρύψει τον εκνευρισμό του ..Ε αυτό πια παραπάει ! Κλείσαμε εικοσάλεπτο κυρία μου που  περιμένω ..Αν δεν έχετε τα χρήματα δεν πειράζει,  εσείς να στε καλά …δεν θα πεθάνουμε κιόλας …αλλά μην με ταλαιπωρείτε κι εμένα ! μεροκάματο βγάζω…τι μεροκάματο,  νυχτοκάματο…
-Δεν σας καταλαβαίνω κύριε !
–Δεν με καταλαβαίνετε; ωραία !   Λέτε σας παρακαλώ στην Σοφία να βγει λίγο έξω να της πω;
 Στο άκουσμα αυτό η γυναίκα  ταράχτηκε και ξέσπασε σε λυγμούς …Ένας άντρας βγήκε τότε και εκείνη όρμησε στην αγκαλιά του …Μίλησε τότε αυτός :
-Τι συμβαίνει άνθρωπέ μου ..Τί θες , ποιος είσαι ;
- Άντε πάλι τα ίδια ! Το αγώι μου θέλω Χριστιανέ μου ..Τριάντα πέντε ευρώ …Μην με δουλεύετε ! Είπαμε αν δεν έχετε, χαλάλι σας
Ο άντρας μπήκε μέσα και ξαναβγήκε μόνος του
-Δεν  καταλαβαίνω τι μου λέτε … για ποιο αγώι μιλάτε; …
-Αεροδρόμιο –Καλλιθέα με την κόρη σας την Σοφία,  που μόλις επέστρεψε από Αγγλία ! Καταλάβατε τώρα; …
-Τι λες άνθρωπέ μου … είπε και έβαλε και αυτός τα κλάματα…
-Τι συμβαίνει , πείτε μου , έπαθε κάτι η Σοφία τώρα που ανέβηκε; …Παναγία μου το κορίτσι ! είπε ο Στάθης και μπήκε ξανά στην πυλωτήΆρχισε να χτυπά συνέχεια το κουδούνι μέχρι που του άνοιξαν …Ανέβηκε τρέχοντας από τα σκαλοπάτια και χτύπησε με το χέρι του την πόρτα …
-Σοφία , κορίτσι μου είσαι καλά ; Άνοιξέ μου ανησυχώ ! Δεν είναι για τα λεφτά …ξέχνα τα …κερασμένα …μα γιατί κλαίνε οι άνθρωποι…
Άνοιξε η πόρτα και ο άντρας με τα κλαμένα  μάτια τον άφησε να μπει
-Πες μου άνθρωπέ μου …Που την ξέρεις εσύ την Σοφία μας ;…
-Σας είπα κύριε πριν λίγο την έφερα από το αεροδρόμιο… Σαράντα λεπτά απόσταση κάναμε   …μου είπε , επειδή δεν είχε τόσα χρήματα ότι θα ανέβαινε για να μου τα φέρει …καταλαβαίνετε …γι αυτό και σας ανησύχησα …μα εσείς γιατί κλαίτε ; τι σας είπα και σας τάραξα τόσο;
Η γυναίκα κουλουριασμένη σε έναν καναπέ έκλαιγε με αναφιλητά και ο άντρας δεν άρθρωνε λέξη …τον κοιτούσε με τόση έκπληξη…Γύρισε απότομα ο Στάθης και νιώθει τα πόδια του να κόβονται …Σε ένα τραπεζάκι εκεί κοντά  , ένας δίσκος με κόλλυβα μνημόσυνου και δίπλα του μια φωτογραφία μιας νέας κοπέλας …
-Για σταθείτε , αυτή είναι η Σοφία …ή μήπως η αδελφή της ;
 -Ναι κύριε,  η Σοφία μας είναι είπε ο άντρας ..η κόρη μας …αύριο έχουμε το μνημόσυνο για τα δύο  της χρόνια …
-Με κοροϊδεύετε ! Με κοροϊδεύετε ! Δεν είναι αλήθεια …μου κάνετε πλάκα ! Σοφία ! Σοφία !Κορίτσι μου που είσαι;
Φώναζε σαν τρελός  ο Στάθης και άρχισε να πηγαίνει από δωμάτιο σε δωμάτιο . Να ανοίγει πόρτες , να κοιτάει κάτω από τραπέζια και κρεβάτια , ακόμα και μέσα σε ντουλάπες   …
Γύρισε έπειτα και τους κοίταξε κατάματα !
-Με περνάτε για τρελό έτσι ;  Πριν λίγο σας λέω ήμασταν μαζί ! Και μιλάγαμε συνέχεια …Πάλι δεν με πιστεύετε; Να σας πως κάτι άλλο τότε  …Αν τα βγάζω όλα τούτα από το μυαλό μου, πως ξέρω ότι εσείς είστε Λευκαδίτης και ετοιμάζετε επιχείρηση με ενοικιαζόμενα δωμάτια; Τώρα μου τα λεγε το κορίτσι …
Ο άντρας σωριάστηκε και αυτός στον καναπέ …
-Και εσείς που είστε η μάνα της ..έτσι δεν είναι  ;
- Ναι! είπε εκείνη με σβησμένη την φωνή …εγώ είμαι η μανούλα της …
-Πως ξέρω για εσάς ότι ετοιμάζεστε τώρα μέσα στην βδομάδα να πάτε στην Πάρο , για να κανονίσετε τα περιουσιακά σας ;Ποιος θα μου λεγε  τέτοιες λεπτομέρειες ;
 -Χριστέ μου είπε εκείνη και αγκάλιασε τον άντρα της …
 
Έκατσε σε μια καρέκλα ο Στάθης και κοίταζε την κορνίζα με την γελαστή φωτογραφία ..Εκείνο το χαμόγελο που φώτισε το Σαββατόβραδό του …Αμίλητος το κοίταζε ως που ξημέρωσε Κυριακή και Ανάσταση …Στην ενορία του Αγίου Νικολάου εκκλησιάστηκε εκείνη  την ημέρα του Κυρίου  ο Στάθης  …
-Τα κατάφερα Σοφάκι ! μονολογούσε συνεχώς … 
Και όλοι ρωτούσαν να μάθουν ποιος ήταν ο άγνωστος , που συνέχεια  κοιτούσε μόνο την γελαστή φωτογραφία , ψέλνοντας βουρκωμένος  το Χριστός Ανέστη !

 
Νώντας Σκοπετέας .
Απόσπασμα από εκπομπή με τίτλο :
 Ξημερώνει Ανάσταση ( 4 μέρη)
Διασκευασμένη σε διήγημα Αληθινή Ιστορία , από ομιλία του π.Νίκωνος Αγιορείτου Νεοσκητιώτου  με θέμα : η ζωή μετά την ζωή .













Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...
Βαπτίστηκες και αναγεννήθηκες ... Μετανόησες κάτω από πετραχήλι και ξαναβαπτίστηκες ... Μετέλαβες τα άχραντα μυστήρια και ένιωσες ξανά βαπτισμένος εις το όνομα του τρισυπόστατου Θεού ... Υπάρχει ακόμα ένα βάπτισμα το τέταρτο κατά σειρά .. το βάπτισμα της ομολογίας ...στο αίμα της Πίστης ... Άραγε πόσοι από εμάς θα το αγαπήσουμε ; Τον Αναστάντα Θεό ας ομολογήσουμε ...Και ας πληρώσουμε το τίμημα της Ομολογίας ...όχι το αντίτιμο της απωλείας ...! Καλό Παράδεισο ! ( Νώντας Σκοπετέας. 2009)

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας Νεκταρία Καραντζή

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας  Νεκταρία Καραντζή
Τον θαυμάσιον μύστην Χριστού υμνήσωμεν , Μηλεσίου το κλέος και των Γερόντων φωνή , την βοήθειαν ημών και διόρασιν ˙ Τον αναπαύσαντα σοφώς τας ψυχάς των ασθενών , του πνεύματος συνεργεία . Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην ,επικαλέσωμεν άπαντες. // Nώντας Σκοπετέας 27-11-2013 Απολυτίκιο με την ευκαιρία της επισήμου Αγιοκατατάξεως του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου . Σημ: Το απολυτίκιο δεν περιέχεται σε αναγνωρισμένη ακολουθία , αλλά είναι προϊόν ευλαβείας και απέραντης ευγνωμοσύνης , προς τον Μεγάλο Άγιο του Θεού , στην μεγάλη η μέρα της Αγιοκατατάξεώς του .

Ουράνια Συντροφιά...

Ουράνια Συντροφιά...
Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...". Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε...". Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. "Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής", είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει. -Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ. Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω: -Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: "Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου". Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν: -Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό. Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...", διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές. Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα: -Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και "βρέχει επί δικαίους και αδίκους". Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσουμε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη. -Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! -Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα./Γ.Πορφύριος

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...
Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερ­μηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία. ~Φώτης Κόντογλου~