Ούτε
το κατάλαβε πως έφτασε από το Πέραμα στο Κερατσίνι... Ελάχιστα του φάνηκε πως
περπάτησε …Δεν του κόλλαγε ύπνος με τίποτα …Προσπάθησε να ηρεμήσει από την
ένταση , από την κούραση από την θλίψη που ξαφνικά τον αντάμωσε …Δεν τα
κατάφερε και πάλι …Έτσι μόλις αχνοχάραξε βγήκε έξω και ξεκίνησε για την
αγαπημένη τους βόλτα …Αποζητούσε μόνο να ανασάνει για λίγο , να ξεπνεύσει το
γιατί που θρόνιασε μέσα του και δεν τον άφηνε σε ησυχία …Θύμισες , φωνές
παιδικές , αγκαλιές στοργικές με ένα γιατί μπλεγμένα …Σταματούσε ολοένα και
έστρεφε ψηλά το βλέμμα , όχι για να δει τον ουρανό τον καθαρό , τον ανοιξιάτικο
μα για να στείλει ξανά το γιατί του ψηλά …Σ ΄Εκείνον που αγάπησε από μικρό
παιδί , που ως τώρα μόνο δοξολογούσε ,
μόνο ευχαριστούσε για όλα …και τα καλά και τα δυσκολεμένα …Μα για αυτό εδώ ,
όσο κι αν προσπάθησε δεν τα κατάφερε να στείλει ευχαριστώ και δόξα Σοι ψηλά …Ένα
γιατί μονάχα έφευγε από μέσα του τούτες
τις ώρες , τούτες τις μέρες και πέταγε ψηλά …Έψαχνε να βρει μια απάντηση , να νιώσει πως υπήρχε λόγος και αιτία , σχέδιο σωτηρίας ,
πρόνοια πατρική …Και έπειτα έρχονταν εκείνες οι θύμισες που γλύκαιναν για λίγο
τον πόνο και ύστερα γίνονταν παράπονο και πάλι απορία …Μην ήτανε θυμός ; -Όχι
δεν είναι θυμός , δεν είναι !
Προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό του πως δεν ήταν θυμός μα δεν τα κατάφερνε
όποτε σήκωνε το βλέμμα …Κύριε ήταν μόνο
19 χρονώ ! Η Κατερίνα μας η μονάκριβη η ανεψιά μου ! Κόρη του αδελφού μου ,
δική μου κόρη …Εγώ την μεγάλωσα , την διάβαζα , την καμάρωνα …Έμεινα μόνος, μα είχα και εγώ ένα παιδί , ένιωθα του γονιού
την αγωνία , τη χαρά , τον ενθουσιασμό από τα νιάτα της …Να μην έμπαινε ποτέ σε
εκείνο το αμάξι …Να την προλάβαινα , να την έπαιρνα μαζί μου στην βόλτα μας την
αγαπημένη …Πέραμα –Κερατσίνι με τα πόδια …Να μου πει ξανά τα νέα της , τα
όνειρά της , να την ορμηνέψω, να την
παρακινήσω πάντα να κοιτά ψηλά και να δοξολογεί Εσένα για όλα !
-Πάντων ένεκεν έτσι θείε ; Η φωνή της ακούστηκε μέσα
του …
Ούτε το κατάλαβε πως έφτασε από το Πέραμα στο
Κερατσίνι …Στο λιμανάκι στάθηκε και πάλι …Έκλεισε τα μάτια , πήρε βαθιές αναπνοές… Τον διέκοψε μια χαρούμενη δυνατή
φωνή …
-Πατριώτη καλημέρα ! Τώρα
τα φερα ! Διάλεξε πριν εξαφανιστούν ! Μυλοκόπι που σαλεύει ,ζωντανό είν ακόμα ! Να διες τα μάτια του,
ολόφρεσκο ,πρωινό –πρωινό ! Για σούπα
για ψητό όπως θέλεις !
-Συγγνώμη! δεν σε άκουσα …έχω αλλού τον νου μου …
-Και γω που νόμιζα πως έχω
φωνή καμπάνα ! Λέω έχω ψαράκι διαλεχτό που μοσχοβολάει θάλασσα ! Δεν θα ξαναβρεις
τέτοιο ψάρι …Πάρε αυτό και θα με θυμηθείς ! Να, ένα οχτακόσια , βαριά -βαριά ! Θα βγάλει μια σούπα αριστούργημα ! Πάρε το πατριώτη ! Να μου κάνεις και σεφτέ ! Άντε να
βγει το μεροκάματο …
Τι
να το κάνω το ψάρι σκέφτηκε μέσα του ! Αλλά και πάλι , αυτός ο άνθρωπος αγώνα
κάνει ! Ας το πάρω …για την ψυχή της Κατερινούλας ! Να το πάω στην Κυρά
–Βασιλικούλα με τα έξι παιδιά που μένει δίπλα μας …Θα το ευχαριστηθεί πολύ η καψερή ! Αυτοί κι αν δίνουν μάχη για να τα φέρουν βόλτα !
–Εντάξει βάλτο να το πάρω
αδελφέ !
-
Έτσι ντε να σε χαρώ ! Τέτοιο ψαράκι ολόφρεσκο να το αφήσεις ….αμαρτία απ το Θεό !
Έκανε
όντως μεγάλη χαρά η Κυρά –Βασιλικούλα !Δεν
της είπε κουβέντα ! Μόνο της άφησε το μεγάλο ψάρι και έφυγε !
Στάθηκε
εκείνη στην πόρτα και τον γέμισε με αμέτρητες
ευχές και γαλήνεψε έπειτα από τόσο καιρό
! Δεν φανταζόταν πως ένα ψάρι θα κατάφερνε να απαλύνει τον πόνο του τόσο …Μετά
από μέρες δεν έστειλε γιατί στον Ουρανό και δάκρυα απαράκλητα , μα ένα χαμόγελο
, έστω μελαγχολικό …
-Βοήθησε Κύριε να καταλάβουμε
το σχέδιό Σου ! Ανάπαυσε την Κατερίνα μας !
Άλλαξαν
μέσα του πολλά μετά την χθεσινή βόλτα…Σαν να νιωθε μια θαλπωρή συνέχεια , μια ξαφνική ζεστασιά που δεν τον άφηνε να απελπίζεται , μα μόνο με προσευχή και αγαλλίαση γέμιζε την καρδιά του …
Λίγες
μέρες ύστερα περπατώντας στις ανηφορικές γειτονιές με την πνοή και το χρώμα της θάλασσας κάπου στο βάθος να ομορφαίνουν τον κόσμο του , αναπολούσε τα χρόνια που κύλησαν κι αυτά που αγάπησε ...Μα ήταν
διαφορετικές τώρα οι θύμισες…αλλιώτικα
χαρούμενες …
-Ξάδελφε ! Βρε καλώς τον ! Πως απ τα λημέρια μας ;
-Γειά σου Θόδωρα αδελφέ μου
! Έτσι έναν περίπατο κάνω , να θυμηθώ τα παλιά , τα παιδικά μας , τα ανέμελα !
-Ωραίες εποχές ! Και τώρα
καλά είναι ! Ευτυχώς κρατήσαμε εμείς ! Δεν μας σκέπασαν κι ακόμα οι
πολυκατοικίες ! Είναι κι η θάλασσα που πάντα θα μας ομορφαίνει, έστω κι αν την
κατάντησαν έτσι !
-Ναι όμορφα είναι πάντα εδώ
!Με τις αυλές , τις λεμονίτσες σας ! Συνοικίες το όνειρο !
-Μακάρι να μπορούσαμε να το
βλέπαμε όλοι σαν όνειρο …μα είναι κι οι δυσκολίες , κι η ανεργία κι η φτώχεια που
το κάνουν καμιά φορά εφιάλτη… Αφού τα ξέρεις …Όλοι οι Περαμιώτες τα βλέπουμε
εκτός απ τα παιδιά …Αυτά μπορούν και ονειρεύονται …Δόξα τω Θεώ ! Γερά να ναι
μόνο ! Θα κάτσεις να σε κεράσω ένα τσίπουρο;
-Μετά χαράς Θόδωρά μου ! Μην σε βάζω σε φασαρία όμως !
Έχεις και τα κουτσούβελα !
-Σπουδαία τα λάχανα! Άλλωστε η Λένη και τα παιδιά έχουνε πάει σε κάτι γενέθλια μιανού συμμαθητή
της μικρής …Ευκαιρία να ηρεμήσει και λίγο η γειτονιά ! Δεν μπορείς να
φανταστείς τι γίνεται εδώ κάθε απόγευμα τώρα που καλοκαίριασε ! Δεν σταματάνε
ως που να νυχτώσει για τα καλά !Μήπως και μεις τα ίδια δεν κάναμε !
Έφερε
το τσίπουρο και φιστίκια αράπικα ο Θοδωρής ! Μαζί από παιδάκια στο Πέραμα,
ξαδέλφια αγαπημένα …Τα μανιατάκια ! Έτσι τους λέγανε σαν γυρνούσαν όλες τις
γειτονιές παίζοντας κλέφτες και αστυνόμους !
-Θυμάσαι βρε ξάδελφε που μας είχανε χάσει ένα
Σαββατόβραδο ; Που μας ήρθε να πάμε Κερατσίνι με τα πόδια τόσο δα πιτσιρίκια ; Τι λαχτάρα που τους κάναμε !!
-Αν θυμάμαι ! Χθες είχα
πάει την βόλτα μας ! Είναι η αγαπημένη μου ! Την έκανα και με την Κατερινούλα
την συγχωρεμένη !
-Η Κατερινούλα μας ! είπε ο Θόδωρας και σώπασε ! Ήθελα να στο πω
…Ξέρεις πάνε κανα δυο βράδια που την είδα στον ύπνο μου την Κατερίνα μας !
-Αλήθεια ; Εγώ δεν έχω
αξιωθεί να την δω ! Πες μου Θόδωρα πως την είδες ;
-Χαρούμενη πολύ ήταν, και
όλο φως ! Συνέχεια χαμογελούσε ! Μα μου πε κάτι περίεργο για
σένα που δεν το κατάλαβα …Ήθελα μάλιστα
να ρθω να σε βρω για να στο πω …Ξέρεις πιστεύω πολύ στις ψυχούλες , πως είναι
εδώ μαζί μας , κοντά μας …απλά δεν μπορούμε να τις δούμε εμείς με τα μάτια μας
!
-Πες μου σε παρακαλώ τι σου
είπε ;
- Να , εκεί που την έβλεπε
έτσι να λάμπει και να γελά , γυρίζει και
μου λέει : Να πεις στον θείο μου τον Γιώργη ότι το έλαβα το ψαράκι του και τον
ευχαριστώ πολύ !
Δεν κατάλαβα τι ήθελε να πει με αυτό μα … Ξάδελφε τι έπαθες ; Είσαι καλά ; Τι συμβαίνει ; Δεν έπρεπε να στο πω ! Μα νόμισα πως θα χαρείς που είναι καλά η Κατερινούλα μας !
Δεν κατάλαβα τι ήθελε να πει με αυτό μα … Ξάδελφε τι έπαθες ; Είσαι καλά ; Τι συμβαίνει ; Δεν έπρεπε να στο πω ! Μα νόμισα πως θα χαρείς που είναι καλά η Κατερινούλα μας !
-Όχι ! δεν είναι …δεν είναι
στενοχώρια ! Σ ευχαριστώ Θόδωρα ! Να ξερες τι μου είπες ..να ξερες μόνο ! Ο
πανταχού παρών ! Η ελεημοσύνη ! Μια σκέψη έκανα , δεν την είπα σε κανέναν και πήγε πάνω !
Σκέψου τα τόσα γιατί μου , πόσο Τον έχουν πικράνει …
Δεν
πολυκαταλάβαινε ο Θοδωρής τον ξάδελφό του ! Μόνο όταν εκείνος ξεκίνησε να του
αφηγείται την ιστορία με το ψάρι , σείστηκε η ψυχή του , τον αγκάλιασε σφιχτά και ο Γιώργης έκλαψε πάνω του για ώρα πολύ …
Όχι
από λύπη μα από λύτρωση ευχαριστιακή που
ανέβηκε ψηλά και σκέπασε σαν νεφέλη φωτεινή όλα τα θλιμμένα γιατί που κάποτε σκοτείνιασαν τον Ουρανό του ! Σήκωσε τότε ξανά
το βλέμμα του και είπε δυνατά :
-Πάντων ένεκεν Κατερίνα μου
! Πάντων ένεκεν !
Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα απο εκπομπή με τίτλο : Από εμάς περιμένουν ...
Διασκευασμένη σε διήγημα αληθινή Ιστορία από προφορική διήγηση
Γέροντος
Νίκωνος Αγιορείτου Νεοσκητιώτου
(ομιλία
: η ζωή μετά την ζωή )
Απλά εξαιρετικό !!! Σε ευχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφή