main menu

Επιλέξτε ετικέτα για εμφάνιση των αντιστοιχων αναρτήσεων. Αρχική Σελίδα

Απενεργοποιημένη Λειτουργία

10 Αυγ 2009

Άκουσε παιδί μου να σου ειπώ....


Την εικοστήν τετάρτη του αυτού μηνός μνήμη του Εθνομάρτυρος Αγίου Κοσμά του Αιτωλού ...
Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός γεννήθηκε στο χωριό Μέγα Δέντρο της Αιτωλίας, όπου σώζεται έως σήμερα ο τόπος που βρισκόταν το σπίτι του! Τα πρώτα του γράμματα πιθανόν να τα έμαθε στο Μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής στη Μάνδρα του Θερμού Αιτωλοακαρνανίας (βόρεια της Ναυπάκτου), όπου λειτουργούσε Κρυφό Σχολειό, με δάσκαλο τον Ιερομόναχο Προκόπιο Γιαννέλο, ενώ όταν μεγάλωσε διδάχτηκε από τον Ιεροδιάκονο Ανανία Δερβισάνο. Αργότερα πήγε στο Άγιο Όρος στην (παλαιά) Αθωνιάδα Σχολή του Βατοπεδίου, όπου διδάχτηκε από τον Διδάσκαλο Παναγιώτη Παλαμά και τον Νικόλαο Τζαντζούλιο. [Από την ίδια εκείνη Σχολή - όπου δίδαξε και ο φημισμένος Ευγένιος Βούλγαρης - φαίνεται να πέρασε και ο Ρήγας Φεραίος. Η δε σημερινή Αθωνιάδα βρίσκεται στη Σκήτη Αγίου Ανδρέα δίπλα στις Καρυές] Ο Άγιος Κοσμάς, ήταν λοιπόν τότε ακόμη λαϊκός, με το όνομα Κώνστας, όταν πέρασε μετά τη φοίτησή του στην Αθωνιάδα, το κατώφλι της Ιεράς Μονής Φιλοθέου του Αγίου Όρους [απ΄ όπου βγήκαν και οι σύγχρονοι φωτισμένοι γέροντες Εφραίμ ο πρεσβύτερος, με τεράστιο ιεραποστολικό έργο στην Αμερική όπου έχει φτιάξει 16 ολόκληρα μοναστήρια και ο Εφραίμ ο νεότερος, τέως ηγούμενος της Μονής και νυν Δικαίος της Ιεράς Σκήτης Αγίου Ανδρέα (Σεράι, Καρυές)]. Στην Ι.Μ. Φιλοθέου, το Μοναστήρι όπου βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Γλυκοφιλούσας δέχεται το μοναχικό σχήμα και κατόπιν με προτροπή της Μονής χειροτονείται Ιερομόναχος. Όμως όλα αυτά τα χρόνια σιγόβραζε μέσα του η δίψα να ωφελήσει το γένος του, που ζούσε στην αμάθεια και την άγνοια, υπό τον βάρβαρο οθωμανικό ζυγό και λαμβάνοντας πληροφορία ότι αυτό ήταν ευάρεστο στο Θεό, παίρνοντας και τη σχετική προς τούτο ευλογία των πατέρων, αναχωρεί για την Κωνσταντινούπολη, ώστε να δει και τον δάσκαλο αδερφό του ονόματι Χρύσανθο, αλλά και να λάβει και άλλες σοφές γνώμες για το μεγάλο εγχείρημά του, που τελικά παίρνει την ευλογία και την έγγραφη άδεια του ίδιου του Πατριάρχη Σεραφείμ (από το Δέλβινο) Έτσι λοιπόν άρχισε να κηρύττει με την ψυχή του ο Άγιος και φλογερός Πατρο-Κοσμάς, τους υπόδουλους Έλληνες, που είχαν απολέσει σε πολλές περιπτώσεις την ευσέβεια, τη γνώση του Θείου θελήματος, την Ορθοδοξία και την Ορθοπραξία! Έλεγε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος πώς φτάνει και ένας μονάχα άνθρωπος, ζήλω πεπυρωμένος, για να αλλάξει όλη την κοινωνία! Αυτό ακριβώς έκανε ο Άγιος Κοσμάς ! Θείω ζήλω πεπυρωμένος ξανάφερνε την Πίστη στις ψυχές και στην καθημερινή ζωή και στάση ζωής των ραγιάδων! Τους θέριευε, τους φτέρωνε, τους έδειχνε το ορθό και τους κατηχούσε πώς να απαλλαγούν από το σάπιο! Τους στέριωνε με τρόπο μοναδικό και απλό, που μόνο η Χάρη του Θεού μπορεί να δώσει ως χάρισμα! Γύρισε όλη τη Ρωμιοσύνη από πάνω ως κάτω. Από την Πόλη ως τη Ρόδο και από την Κάρπαθο έως την Κέρκυρα. Από τη Βόρειο Ήπειρο ως το Αίγιο και από την Ικαρία έως την Κεφαλληνία και τη Ζάκυνθο! Οι μεγάλες και ιστορικές για το Γένος ιεραποστολικές του πορείες, άφησαν ανεξίτηλα θεία ίχνη έως τις ημέρες μας, περισσότερο δε κατά τις ημέρες του Ξεσηκωμού, τον οποίο είχε προφητεύσει, μαζί με την Ελευθερία ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός!!! Αλλά δεν ήταν μόνο τα λόγια του που επιβεβαιώθηκαν όπως εκ των υστέρων βλέπουμε κατά γράμμα. Ήταν και τα σημεία με τα οποία επιβεβαίωνε ο Θεός την ευλογία του νέου του Αποστόλου με τον οποίο επανευαγγέλιζε το δούλον γένος για την πνευματική και εθνική αυτού Ελευθερία! Έτσι, παράλυτους γιάτρευε, αρρώστους θεράπευε, νεκρούς ανάσταινε, με τη Χάρη του Θεού, δοξάζοντας το όνομα του Θεού και Σωτήρα μας, που είχε στο σχέδιό του την Ελευθερία των Ελλήνων. Κι όπου κήρυττε έστηνε πρωτύτερα έναν μεγάλο σταυρό και ύστερα τον άφηνε στον τόπο όπου μίλησε και έτσι σήμερα ξέρουμε πολλά από τα ευλογημένα αυτά μέρη. Τα λόγια του ΠατροΚοσμά μεγάλωσαν τα ελληνόπουλα, με την αμετάθετη και ακλόνητη βεβαιότητα της Ελευθερίας, του Ποθούμενου όπως έλεγε συνθηματικά. Για να μορφωθούν τα παιδιά, να μάθουν γράμματα, να μάθουν το Ευαγγέλιο και την Ιστορία τους, να μείνουν Ρωμιοί, να μην τουρκέψουν και πάει χαθεί το Γένος! Κατάφερε ακόμα μέσα στη σκλαβιά, την άγνοια και την ανέχεια των ραγιάδων: να χτιστούν 210 Ελληνικά Σχολεία (!!!) και να αρχίσουν τη λειτουργία τους άλλα 1.100 κατώτερα!!! να φτιάσει 4.000 κολυμβήθρες με χρήματα πλουσίων ώστε να μπορούν να Βαπτίζονται τα πάμφτωχα Ελληνόπουλα της σκλαβωμένης Πατρίδος να ελευθερώσει 1.500 Χριστιανές παραμάνες από τα παλάτια των πασάδων και των μπέηδων να μπολιαστούν με προτροπές του χιλιάδες άγρια δέντρα και να μετατραπούν σε καρποφόρα να δοθούν πάνω από 500.000 κομβοσχοίνια και σταυρουδάκια στους Χριστιανούς για τη στερέωση και την πνευματική τους ενίσχυση να στερεωθούν, να Εξομολογηθούν και να επανέλθουν στην ευσέβεια εκατομμύρια άνθρωποι! να θεριέψει η Πίστη στο Χριστό και η ελπίδα στην Ελευθερία του Γένους, για την οποία κήρυττε παντού...με λόγια αγάπης και αδιάλειπτης μετανοίας ...όπως τα παρακάτω :

....Άκουσε παιδί μου να σου ειπώ. Η τελεία αγάπη είναι να πουλήσεις όλα σου τα πράγματα, να τα δώσεις ελεημοσύνη, και να πηγαίνεις και εσύ να βρεις κανέναν αυθέντη να πουληθείς σκλάβος. Και όσα πάρεις να τα δώσεις όλα. Να μην κρατήσεις ένα άσπρο. Ημπορείς να το καμεις αυτό να γίνεις τέλειος? Βαρύ σου φαίνεται.... Δεν ημπορείς να το καμεις αυτό? Κάμε άλλο: Μην πουληθείς εσύ σκλάβος. Μόνο πούλησε τα πράγματά σου. Δώσε τα ελεημοσύνη. Το κάμνεις? Ακόμη βαρύ σου φαίνεται και αυτό. Ας έρθουμε παρακάτω: Δεν μπορείς να δώσεις όλα σου τα πράγματα? Δώσε τα μισά. Δώσε από τα τρία ένα . Δώσε από τα πέντε ένα. Ακόμη βαρύ σου φαίνεται... Κάμε άλλο: Δώσε από τα δέκα ένα. Το κάμνεις? Ακόμη βαρύ σου φαίνεται. Κάμε άλλο: Μην κάμεις ελεημοσύνη. Μην πουληθείς σκλάβος. Ας έρθουμε παρακάτω: Μην πάρεις το ψωμί του αδελφού σου. Μην πάρεις το επανωφόρι του. Μην τον κατατρέχεις. ΜΗΝ ΤΟΝ ΤΡΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ. Μήτε και αυτό το κάμνεις? Ας έρθουμε παρακάτω. Κάμε άλλο: Τόνε βρήκες τον αδελφό σου μέσα εις την λάσπη και δεν θέλεις να τόνε βγάλεις? Καλά, δεν θέλεις να του κάμεις καλό. Μην του κάμεις κακό. Αφησέτονε... Πώς θέλομεν να σωθούμεν αδελφοί μου, το ένα μας φαίνεται βαρύ, το άλλο βαρύ. Πού να πάμε παρακάτω. Δεν έχομε να κατεβούμεν. Ο Θεός είναι εύσπλαχνος. Ναι. Μα είναι και δίκαιος. Έχει και ράβδαν σιδηράν. Λοιπόν αν θέλομεν να σωθούμε, πρέπει να έχομεν την αγάπην εις τον Θεόν και εις τους αδελφούς μας...

Αυτός που όλοι τον φώναζαν...Χαίρε Μαρία

Χρόνια πολλά και ευλογημένα παντού ...όπου κυλά ορθόδοξο χριστιανικό δάκρυ χαράς και ελπίδας για την δεύτερη Ανάσταση .... σταγμένο στα άχραντα πόδια της Κυρίας Θεοτόκου...

Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται. Ματθ. 5, 8)

"Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστί η βασιλεία των ουρανών" (Ματθ. 5, 3)

Υπήρχε κάποτε ένας άνθρωπος ονόματι Ιωάννης, κατά πολύ ευλαβής και πλούσιος, όμως είχε το νου δύσκολον τόσο, οπού δεν μπορούσε να μάθει γράμματα, ούτε και μια προσευχή, να την λέγει κατά την τάξη των Χριστιανών.

Γι' αυτό, πήγε σε Μοναστήρι, και αφιέρωσε σ' αυτό όλα τα υπάρχοντά του για να μαθαίνουν οι αδελφοί γράμματα, οι οποίοι τον εδέχθησαν για τον πολύ πλούτον, που τους έδωσε και όλοι του ερμήνευαν τους ψαλμούς και ευχές, αλλά δεν μπορούσε να μάθει τίποτα.

Τότε ένας αδελφός έμπειρος και ενάρετος, του ανάγνωσε όλες τις ευχές μία προς μία, τον ρώτησε, ποία από όλες του φαίνεται ωραιοτέρα να μάθει. Αυτός είπε ότι το, Χαίρε Μαρία, του άρεσε περισσότερο. Έβαλαν λοιπόν πολύ κόπο, και του έμαθαν τον Χαιρετισμό του Αγγέλου. Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία και τα υπόλοιπα, τον οποίον έμαθε με την πολυκαιρίαν και έλαβε τόση χαρά και ευφροσύνη, πως έμαθε αυτόν τον Αρχαγγελικόν Ασπασμόν, όπου του εφαίνετο ότι ηύρε θησαυρόν πολύτιμον και κάθε ώρα έλεγε: Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία. Όλοι οι αδελφοί του έβγαλαν την επωνυμία και τον έλεγαν όλοι 'Χαίρε Μαρία', το οποίον αυτός το είχε σε πολλή αγαλλίαση και πάντοτε προσηύχετο προς την Αειπάρθενον, λέγοντας αυτόν τον Ασπασμόν με χαρά και κατάνυξη και αυτό έλεγε ο αείμνηστος μέχρι την ώρα που βγήκε η ψυχή του.

Αφού λοιπόν τον έψαλλαν κατά την τάξη, τον εταφίασαν σε ένα τόπο ξεχωριστό, διότι ευωδίασε το ιερόν αυτού λείψανον, η ευωδία δεν λιγόστευε, αφού τον σκέπασαν αλλά περισσότερο ηύξανε και αισθάνοντο οι αδελφοί θυμίαμα εξαίσιον. Την ενάτη ημέρα, όταν τον εμνημόνευαν, βλέπουν ένα θαύμα παράδοξον και απόρησαν, διότι εφύτρωσε στον τάφο του ένας ωραιότατος κρίνος και σε κάθε φύλλο ήταν γραμμένα αυτά τα χρυσά γράμματα.

'Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία'.

Και η ευωδία του κρίνου ήταν τόση πολλή, όπου δεν έμοιαζε με κανένα άνθος επίγειον. Ο δε ηγούμενος είπε στους αδελφούς:

'Πατέρες μου, από το θαυμάσιο αυτό να γνωρίσουμε τι αγιωσύνη είχε αυτός ο μακάριος, και πόσο πόθον προς την Κυρία μας Θεοτόκον αλλά πρέπει να δούμε και τη ρίζα αυτού του κρίνου, για να καταλάβετε πόσο χαριτώνεται όποιος αγαπά με όλη την καρδιά του την Αειπάρθενον'.

Έσκαψαν τον τάφο και βλέπουν ότι έβγαινε κρίνος από το στόμα του Οσίου, και εξεπλάγησαν. Ο δε ηγούμενος πρόσταξε και έσχισαν το Ιερό λείψανον και είδαν ότι έβγαινε από την καρδιά του στην οποία ήταν ιστορισμένη η εικών της Υπεραγίας Θεοτόκου, και όλοι απόρησαν. Έλαβαν μετά λιτανείας και θυμιάματος εκείνον τον ιερώτατον κρίνον, τον εφύλαξαν με τα άγια Λείψανα και όλοι τον τιμούσαν, και εσέβοντο για την αγάπη της Θεομήτορος, με της οποίας τας πρεσβείας ας αξιωθούμε και ημείς της ουρανίας Μακαριότητας.

Από το βιβλίο 'Αμαρτωλών σωτηρία'

ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ

ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

"ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ"

5 Αυγ 2009

Η ντουφεκιά ...της Παναγιάς


Κάποια φορά ο π. Παϊσιος διηγήθηκε πως του παρουσιάστηκε η Παναγία μας, μέρα μεσημέρι, και τον βοήθησε σε μια ανάγκη που είχε. Συνομίλησαν μαζί για λίγα λεπτά. Πως αισθανθήκατε γέροντα; Ρώτησε κάποιος . Μεγάλη χαρά….όμως αισθανόμουν και ντροπή…..δυσκολεύομαι…Μητέρα του Θεού είναι….με τον άγιο Ιωακείμ και την αγία Άννα κινούμαι πιο άνετα!!!!....

Μπροστά από μισό περίπου αιώνα ζούσε ένας αγροφύλακας, πού τον έλεγαν Αντώνη και ήταν γνωστός σε πολλά χωριά της Κόνιτσας, ιδίως για τη μεγάλη του οικογένεια Είχε εννιά παιδιά, από δύο έως δέκα-εφτά χρονών. Έξι ήταν κορίτσια και τρία αγόρια Ήταν άνθρωπος διαφορετικός, με ξεχωριστό ήθος και ασυνήθιστη συμπεριφορά. Όσοι τον γνώριζαν, τον περιέγραφαν με υπερβολικά λόγια Οι περισσότεροι τον επαινούσαν και τον συμπαθούσαν. Υπήρχαν, βέβαια, κι εκείνοι, πού τον αντιπαθούσαν, χωρίς αιτία και μιλούσαν περιφρονητικά Ό ίδιος, αδιαφορώντας για το τι λένε οι άλλοι, ήταν ορμητικός στη ζωή του. Απ' τους ανθρώπους δεν ζητούσε βοήθεια Προσπαθούσε με τις δικές τους δυνάμεις να καλύπτει τις βασικές ανάγκες της οικογένειας του. Είχε το μικρό μισθό του, τα χωράφια, το κυνήγι και μερικά ευκαιριακά μεροκάματα.
Ή γυναίκα του, ή Δέσπω, ήταν απλή και προσπαθούσε να μεγαλώσει τα παιδιά της με αξιοπρέπεια, χωρίς γογγυσμούς και θορύβους. Ήταν και απερίεργη. Δεν ήθελε να μαθαίνει τι συνέβαινε στους άλλους, στα ξένα σπίτια Απέφευγε το κουτσομπολιό και τις φιλονικίες. Ωστόσο, οί άλλοι ασχολούνταν καθημερινά με το σπίτι της. Τη σχολίαζαν με τρόπο σκληρό και τη χαρακτήριζαν καθυστερημένη, γιατί δεν έκανε εκτρώσεις. Ή Δέσπω δεν έβγαινε απ' το σπίτι. Είχε πάντα δουλειές και ήταν μόνιμα κουρασμένη. Ή φτώχεια της ήταν εμφανής και δικαιολογημένη. Άλλα και ή αδιαφορία των ευπόρων μεγάλη. Δεν θυμόταν ή Δέσπω ποτέ να της έχει συμπαρασταθεί κάποιος. Ούτε μια δραχμή ούτε μια καραμέλα για τα παιδιά της.
Ό Αντώνης, κάθε φορά, πού γυρνούσε απ' τα χωριά στα οποία υπηρετούσε, κάτι είχε στον τορβά του. Οί άνθρωποι πάντα του έδιναν, γιατί τον θαύμαζαν και τον αγαπούσαν. Τα παιδιά του άνοιγαν τον τορβά, για να δουν τι είχε μέσα Τα λουκούμια, οι καραμέλες και τα φρούτα εξαφανίζονταν αμέσως. Μερικές φορές, όταν έβρισκε ευκαιρία, τα καταβρόχθιζε μόνος του ό ζωηρός και σωματώδης Νικόλας, το τρίτο παιδί της οικογένειας.

Στο σχολείο τα παιδιά του Αντώνη και της Δέσπως ήταν καλοί μαθητές. Δεν αντιμετώπιζαν δυσκολίες και δεν δημιουργούσαν προβλήματα στ' αλλά παιδιά ήταν κοινωνικοποιημένα και δεν είχαν απαιτήσεις. Όχι πως υποχωρούσαν συνέχεια και δέχονταν να τους κοροϊδεύουν οί άλλοι, αλλά δεν είχαν εγωισμό και πονηριά.
Ό Αντώνης ήταν αγνός άνθρωπος. Ό χαρακτήρας του τραχύς, ντόμπρος και αποφασιστικός. Αγωνιζόταν αδιάκοπα για την οικογένεια του, γι` αυτό και βρισκόταν σε διαρκή κίνηση. Όλες τις εποχές. Και το χειμώνα, πού δεν υπήρχε κανένας λόγος να τρέχει από χωριό σε χωριό για τυχόν αγροτοζημιές. Ήθελε να γεμίζει καθημερινά τον τορβά του, γιατί καθημερινά έπρεπε να θρέφει δέκα στόματα Μια φορά το μήνα πήγαινε και στη χαράδρα του Αώου, οπού υπήρχαν πολλά γιδοπρόβατα Έφτανε μέχρι την τοποθεσία Μύγα Περνούσε πάντα απ' το μοναστήρι του Στομίου, οπού έκανε στάση, Ιδίως όταν γύριζε. Τότε βρισκόταν εκεί ό μοναχός Παΐσιος, νέος μοναχός, πού είχε έρθει απ' το Άγιο Όρος. Ό Αντώνης γνώριζε το μοναχό και συχνά του εκμυστηρευόταν ότι τον απασχολούσε. Εκείνος ήταν πρόθυμος πάντα και προσπαθούσε με πολλούς τρόπους να βοηθάει τον πολύτεκνο αγροφύλακα.
Στο μοναστήρι ό Αντώνης ήθελε να ανάβει μόνος του τα καντήλια και να προσεύχεται μπροστά στην εικόνα της Παναγίας για την οικογένεια του. Ό μοναχός Παΐσιος άφηνε τον Αντώνη ελεύθερο, γιατί γνώριζε την καλή του προαίρεση και τη βαθιά του πίστη. Δεν μπορούσε, όμως, να εξηγήσει τον πυροβολισμό, πού άκουγε κάθε φορά, πού απομακρυνόταν απ' το μοναστήρι ό Αντώνης. Ήξερε ότι είχε πάντα το δίκαννο κοντά του, άλλα δεν γνώριζε τι σημάδευε. Δεν τον είχε ρωτήσει, γιατί δεν ήθελε να φανεί περίεργος. Συνεχιζόταν αύτη ή τακτική για αρκετούς μήνες. Κάποτε, όμως, ό μοναχός, ετοιμάζοντας καφέ στον Αντώνη, βρήκε την κατάλληλη στιγμή και τον ρώτησε:
-Βρε Αντώνη, κάθε φορά, πού φεύγεις απ' το μοναστήρι, ακούω και μια ντουφέκια
Τι βρίσκεις και σημαδεύεις;
Ό Αντώνης, λίγο ανήσυχος, αποκάλυψε:
—Ξέρεις, παππούλη, εγώ έχω μεγάλη οικογένεια και τα οικονομικά μου είναι λιγοστά Δεν φτάνουν ν' αγοράσω κρέας νια τα παιδιά μου. Έτσι παίρνω κοντά και το δίκαννο κι όταν βρω κάτι στο βουνό, το σκοτώνω.
-Μα εσύ ντουφεκάς κάθε φορά, πού έρχεσαι εδώ.
-Πρέπει να στο φανερώσω, παππούλη, τι κάνω. Όταν ανάβω τα καντήλια, κάνω την προσευχή μου και ζητάω απ' την Παναγία να με βοηθήσει να πάω στα παιδιά μου λίγο κρέας. Κι εκείνη πάντα βοηθάει. Εγώ παίρνω λάδι απ' το καντήλι της και αλείφω κάθε φορά το στόχαστρο, πού είναι πάνω στην κάνη και όλο κάτι βρίσκω.
-Πιστεύεις ότι σε βοηθάει ή Παναγία σ' αυτό;

-Βέβαια, παππούλη. Σε μια συγκεκριμένη μεριά, εκεί κοντά στον Ασπρόλακκο, τις περισσότερες φορές με περιμένει κάποιο αγριοκάτσικο, σταλμένο απ' την Παναγία Το σκοτώνω και το παίρνω.
Ό μοναχός Παΐσιος είχε μείνει κατάπληκτος απ' αυτό, πού άκουσε. Ζήλευε τον Αντώνη για την πίστη του, αλλά και τον καθαρό του νου. Τον θαύμαζε, πού με την προσευχή εξασφάλιζε το κρέας των παιδιών του.
Ό Αντώνης, όταν σκότωνε το απαγορευμένο απ' το νόμο ζώο, το σήκωνε στην πλάτη του και κατηφόριζε από ένα δικό του μονοπάτι κοντά στη όχθη του ποταμού Αώου, σ' ένα κρυφό σημείο, οπού κανένας δεν μπορούσε να τον δει . Ήταν δύο μεγάλες πέτρες, πού είχαν σχηματίσει μια πυραμίδα κι ένα μικρό σπήλαιο, ενώ γύρω -γύρω υπήρχαν ιτιές και διάφοροι θάμνοι. εκεί ό Αντώνης έγδερνε το αγριοκάτσικο, το κομμάτιαζε και το έβαζε μέσα στους τορβάδες του. Κι όταν εκείνος έφευγε απ' το σπήλαιο, εμφανίζονταν οι αλεπούδες και τα τσακάλια, πού έτρωγαν ότι άφηνε ό λαθροκυνηγός. Συγχρόνως κατέβαιναν και τα κοράκια, πού ζητούσαν το δικό τους μερίδιο.
Ό Αντώνης, φορώντας την υπηρεσιακή του στολή, φορτώνονταν το κρέας, πού κάποτε έφτανε και τα είκοσι κιλά και οδοιπορούσε πολλές ώρες, για να φτάσει στο σπίτι του. Ή ικανοποίηση του ήταν βαθιά και ή ευχαριστία προς την Παναγία αδιάκοπη.
Όταν ό μοναχός Παΐσιος έφυγε απ' το μοναστήρι του Στομίου, ό Αντώνης συνέχισε για λίγα χρόνια την ίδια διαδρομή, όσο άντεχαν οι σωματικές του δυνάμεις. Πολύ αργότερα, συνταξιούχος πια, έμαθε ότι ό γνωστός του μοναχός Παΐσιος βρισκόταν στο Άγιο Όρος και θέλησε να τον επισκεφθεί. Ή συνάντηση υπήρξε συγκινητική. Ό φημισμένος πια μεγάλος Γέροντας θυμήθηκε τα παλιά και συμβούλεψε το γερασμένο Αντώνη:
—Να διατηρήσεις την εμπιστοσύνη σου στην πρόνοια του Θεού και να 'σαι σίγουρος ότι όλα θα πηγαίνουν καλά.
Με το λάδι της Παναγιάς
Του Πρεσβ.Διονυσίου Τάτση.
Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος

Να φωνάζεις ...Μαρία και Παναγιώτη ...


Κάποιες φορές αναρωτιέμαι ..πώς είναι δυνατόν …πώς μπορεί να συμβαίνει χιλιάδες να στιβάζονται στους αμέτρητους ναούς της …στο Πάσχα του καλοκαιριού …..στα αμέτρητά της Χαίρε και Σώσον …σε κάθε της γιορτή …Να μην υπάρχει τοίχος σε σπίτι ελληνικό χωρίς την δική Της μορφή χαραγμένη στο ξύλο ή στο ασήμι …Να έχει θέση παντού ακόμα και στην θήκη του πορτοφολιού του κάθε μικρού και μεγάλου Έλληνα …Να ..βρίσκεται κρεμασμένη στον καθρέφτη ….σε κάθε δρόμο αμαξωτό …Να φωνάζεις Μαρία και Παναγιώτη στο δρόμο και οι μισοί και παραπάνω να σου απαντούν ...

Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν όλα αυτά και την ίδια στιγμή οι ίδιοι άνθρωποι να Την βλαστημούν χυδαία επειδή κάποιος τους… σκούντηξε βγαίνοντας από τον ναό που στιβάζονταν … ή μπαίνοντας μέσα στο σπίτι τους επειδή τα παιδιά ...έσπασαν το ..πανάκριβο βάζο ...ή γιατί το πορτοφόλι πάλι έμεινε ..άδειο , ή επειδή κάποιος τους προσπέρασε στον δρόμο και τους κόρναρε …. Και αυτοί οι ίδιοι εξακολουθούν να έχουν τα τόσο αντιφατικά και καταστροφικά για την ψυχή στην συνύπαρξή τους πρόσωπα ,και αυτοί οι ίδιοι εξακολουθούν να σου απαντούν όταν φωνάζεις στον δρόμο … Παναγιώτη και …Μαρία ..ως πότε άραγε ….
Ο βλάσφημος ψαράς

Πίσω Λιβάδι της Πάρου, προπαραμονή Δεκα­πενταύγουστου 1931, βρίσκονταν τρεις ομάδες ψαράδων, πού ψάρευαν τίς νύχτες με τα γρι-γρι στο στενό μεταξύ Πάρου καί Νάξου.
Εκείνη τη νύχτα ή μία ομάδα έμεινε στο μικρό λιμάνι. Οι ψαράδες το έριξαν στο πιοτό, το πιοτό έφερε το κέφι, κι εκείνο παρεξηγήσεις καί βαρείες κουβέντες.
Ούτε την Παναγία δεν σεβάστηκαν οι βλάσφημοι. Του κάκου προσπαθούσαν ό λιμενοφύλακας καί ό μαγαζάτορας του μικρού λιμανιού να τους συγκρατήσουν.
Απότομα ό ουρανός βάρυνε. Ή θάλασσα άρχισε να μουγκρίζει. Σέ μισή ώρα το κύμα σηκώθηκε βουνό, παρασύροντας το ψαροκάικο καί τίς βάρκες με τίς λάμπες, μέχρι πού τίς πέταξε σπασμένες στη στεριά. Κατόπιν ή θάλασσα γαλήνεψε, κι ένα καΐκι από τη Νάξο φάνηκε να μπαίνει στο λιμανάκι. Ό καπετάνιος του απόρησε βλέποντας τα συντρίμμια στη στεριά.
- Πώς έγινε αυτό; ρώτησε. Εγώ ταξίδευα με θάλασσα γυαλί!
- Ήταν θαύμα της Παναγίας, εξήγησε ένας από τους ψαράδες του γρί-γρί.
Οί περισσότεροι συμφώνησαν. Δυό-τρεις όμως μίλησαν ειρωνικά κι έδωσαν άλλη εξήγηση:
- Ήταν ανεμοστρόβιλος. Καλά πού δεν μας σήκωσε στον ουρανό τίς βάρκες.
Ένας μάλιστα, ό Γρηγόρης Λιάκουρας, πρόσθεσε:
- "Αντε μωρέ, πού ήταν θαύμα! Όρεξη δεν είχε ή Παναγιά - να μην τη στολίσω καί τώρα - να καταπιάνεται με μας τους ψαράδες.
Αυτά είπε καί πήγε να δει τη ζημιά πού είχε πάθει ή δική του ψαρόβαρκα. Τη βρήκε σμπαραλιασμένη. Έφτυσε τότε έξαλλος πάνω στα συντρίμμια, βλαστήμησε πάλι την Παναγία καί αποσύρθηκε να κοιμηθεί.
Μόλις ξάπλωσε, είδε ολοζώντανη την Παναγία, - σαν σε όνειρο, σαν σε ξύπνιο - να τον πλησιάζει καί να τον ερωτά:
- Γιατί, παιδί μου, δεν με σέβεσαι;
- Τί εϊν' αυτά πού μου λες, κυρά μου; θύμωσε εκείνος. Δεν σε ξέρω καθόλου. Πότε δεν σε σεβάστηκα;
- Δεν με ξέρεις; Τότε γιατί όλο με βλαστημάς;
Στά λόγια αυτά τινάχτηκε όρθιος. Έκανε να φωνάξει, να τρέξει, αλλά δεν μπορούσε. Τα πόδια του είχαν βυθιστεί ως τα γόνατα στην άμμο. Έκανε τον σταυρό του. Καί τότε είδε πάλι, ξεκάθαρα πια, την Παναγία καί την άκουσε να του λέει:
— Έλα στο σπίτι μου, στην Έκατονταπυλιανή, στην Παροικία της Πάρου. Έλα εκεί να με προσκυνήσεις.
Ό Διάκουρας έφυγε την ίδια στιγμή σχεδόν τρέχοντας. Έφθασε στην Έκατονταπυλιανή λίγο μετά την ανατολή του ηλίου. Έτρεξε γρήγορα στο εικόνισμα της Θεοτόκου. Στή θεία της μορφή αναγνώρισε τη γυναίκα του οράματος του. Γονάτισε καί προσευχήθηκε ώρες ολόκληρες. Ύστερα γύρισε στο Πίσω Λιβάδι. Εκεί διαπίστωσε ένα καινούργιο θαύμα: Οι βάρκες καί το ψαροκάικο έστεκαν στη στεριά χωρίς καμιά ζημιά!

Ό βλάσφημος ανθυπασπιστής
Ο Χρήστος Βέργος, επιστρατευμένος στον πόλεμο της Κορέας, διηγείται:
«Ήμουν ανθυπασπιστής στο τάγμα της Κορέας. Δεν πίστευα πουθενά, παρά μόνο στη δύναμη των Βαρέων όπλων πού κατεύθυνα.
Επί πλέον ήμουν αδιόρθωτα βλάσφημος. Όλες οί βλασφημίες μου συγκεντρώνονταν στην Παναγία. Όσοι με άκουγαν ανατρίχιαζαν. Οι φαντάροι μου έκαναν τον σταυρό τους, για να μην τους βρει κακό. Οι ανώτεροι μου διαρκώς με παρατηρούσαν καί με τιμωρούσαν. "Ωσπου μια νύχτα έζησα ένα ολοφάνερο Θαύμα.
Ξημέρωνε ή 7η "Απριλίου 1951. Με τη διμοιρία μου είχα καταλάβει μια πλαγιά σε ύψωμα κοντά στον 38ο παράλληλο. Μέχρι τα ξημερώματα έμεινα άγρυπνος στο όρυγμα μου μαζί με τον στρατιώτη Σταύρο Άδαμάκο. Όταν ρόδιζε ή αυγή, οπότε δεν υπήρχε φόβος αιφνιδιασμού, αποκοιμήθηκα. Είδα τότε ένα όνειρο πού με συνετάραξε:

Μία γυναίκα στα μαύρα ντυμένη, με αγνή ομορφιά καί γλυκύτατη φωνή, με πλησιάζει καί με ρωτά ακουμπώντας το χέρι στον ώμο μου:
- θέλεις να βρίσκομαι κοντά σου Χρήστο; Ένοιωσα τότε μια βαθειά αγαλλίαση.
- Καί ποια είσαι συ; τη ρώτησα.
Τότε εκείνη άλλαξε έκφραση καί με παρατήρησε αυστηρά:
- Γιατί, Χρήστο, διαρκώς με βρίζεις;
— Πρώτη φορά σε βλέπω! διαμαρτυρήθηκα. Πώς είναι δυνατό να βρίζω μια άγνωστη μου;
- Ναί, Χρήστο, επέμεινε εκείνη πιο αυστηρά. Με βρίζεις. Εγώ όμως είμαι πάντα κοντά σε σένα καί σ' όλους τους στρατιώτες του τάγματος. Γιατί δεν πηγαίνετε στο Πουσάν, ν' ανάψετε κεριά στ' αδέλφια σας πού έχουν ταφεί εκεί;
Μ' αυτή τη φράση ξύπνησα τρομαγμένος. Ό Σταύρος δίπλα μου με κοίταζε σαστισμένος.
- Κύριε άνθυπασπιστά, κάτι έχεις, μου είπε. Βογκούσες καί παραμιλούσες στον ύπνο σου.
Του διηγήθηκα το όνειρο μου καί καταλήξαμε πώς ήταν αποτέλεσμα κοπώσεως καί συζητήσεων γύρω από τους νεκρούς του Πουσάν.
Ενώ όμως λέγαμε αυτά, ξαναβλέπω τη γυναίκα του ονείρου μου μπροστά μου. — Άδαμάκο! βάζω μια φωνή. Ή γυναίκα... Αυτή... Να... τη βλέπεις;
Εκείνος προσπαθούσε να με καθησυχάσει, αλλά που εγώ! Ή μαυροφορεμένη γυναίκα με την αγνή ομορφιά καί τη γλυκύτατη φωνή στάθηκε κοντά μου καί μου είπε:

— Μη φοβάσαι... Μη φοβάσαι, παιδί μου. Είμαι ή Παναγία. Σάς προστατεύω όλους παντού καί πάντοτε. 'Αλλά θέλω από σένα να μη με βρίσεις ούτε στίς δυσκολότερες στιγμές της ζωής σου.
Πέφτω αμέσως ταραγμένος να φιλήσω τα πόδια της. Εκείνη όμως είχε γίνει άφαντη. Έκλαψα τότε άπ' τα βάθη της καρδίας μου ένα κλάμα ανακουφίσεως καί χαράς, εγώ πού δεν είχα κλάψει ποτέ στη ζωή μου».
Πηγή Ιστοριών :Ι.Μ.Λεμεσού

4 Αυγ 2009

Η ωραιότερη γυναίκα του κόσμου ..




Του Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου
Η Παναγία, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, τον μεγαλύτερο δογματικό πατέρα της Εκκλησίας μας, “κατέχει τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος”.
Δηλαδή εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί μετά την Αγία Τριάδα τιμάμε την Παναγία. Μεγάλη όντως τιμή. Στο πρόσωπο της Παναγίας τιμάται το γυναικείο φύλο. Ο πιστός ελληνικός λαός τιμά ιδιαίτερα κι ευλαβείται πολύ την Παναγία.
Αυτό φαίνεται και στο ότι από τις 30.000 εκκλησίες, παρεκκλήσια κι εξωκλήσια όλης της Ελλάδος οι 6.000 είναι αφιερωμένες σε εορτές της Παναγίας και οι περισσότερες στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Μάλιστα από τα 1.000 μοναστήρια της Ελλάδος τα 300 τιμώνται σ’ εορτές της Παναγίας· Γέννηση, Ευαγγελισμός, Ζωοδόχος Πηγή, Τιμία Ζώνη, Κοίμηση. Τα στοιχεία αυτά λαμβάνουμε από τα επίσημα Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος του 2008.
Στο Άγιον Όρος, τo ωραία προσωνυμούμενο “Περιβόλι της Παναγίας”, από τον πολύπλαγκτο Σκοπελίτη Ξηροποταμηνό μοναχό Καισάριο Δαπόντε, ονομασία που επεκράτησε, η τιμή της Παναγίας πλησιάζει τα όρια της λατρείας. Από τις 20 μονές οι 5 τιμώνται στην Παναγία. Από τις 12 σκήτες οι 3 είναι αφιερωμένες στην Παναγία. Από τα 300 κελιά περίπου τα 50 πανηγυρίζουν σ’ εορτές της Παναγίας.
Κέντρο του θεομητορικού εορτασμού τον Αύγουστο στον ιερό Άθωνα είναι ο πάνσεπτος ναός του Πρωτάτου στις Καρυές. Αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η πολυπρόσωπη και κατανυκτική μεγάλη εικόνα του τέμπλου παρουσιάζει κατά τη βυζαντινή παράδοση τη σύνταξη των αποστόλων και πρώτων επισκόπων γύρω από τη νεκρική κλίνη της Θεοτόκου. Ο Χριστός ψηλά μετά αγγέλων να παραλαμβάνει την ψυχή της. Η ίδια εικόνα σε μικρό μέγεθος στο προσκυνητάρι. Μεγάλη και ωραιότατη ίδια παράσταση σε τοιχογραφία από τον χρωστήρα του Θεσσαλονικέως Πανσέληνου και της συνοδείας του στα τέλη του 13ου αιώνος.
Η θαυματουργή εικόνα του Άξιον Εστί δεσπόζει και λάμπει στο προσκυνητάρι της, με την κεντητή ποδιά, τα’ ασημένια καντήλια, τα άνθη, τα θυμιάματα, τα’ αφιερώματα, τις λαμπάδες, τις μετάνοιες, τους μύριους ασπασμούς. 15 Αυγούστου 2008 και όλο το Άγιον Όρος αγρυπνεί εκ βαθέων ψάλλοντας: “Και σε μεσίτριαν έχω προς τον φιλάνθρωπον Θεόν μη μου ελέγξη τας πράξεις ενώπιον των αγγέλων· παρακαλώ σε Παρθένε βοήθησόν μοι εν τάχει”.
Η θεοτοκοφιλία μοναχών και λαϊκών είναι δικαιολογημένη, δίκαιη, πηγαία, αυθόρμητη και ειλικρινής. Η Παναγία είναι το καλύτερο που είχε να δώσει όλη η ανθρωπότητα στη θεότητα. Είναι η ωραιότερη, σεμνότερη, ταπεινότερη και ιερότερη γυναίκα του κόσμου.

Η Παναγιά του ...Κυρ Αλέξανδρου

Μια Παναγιά, μιαν αγάπη μου έχω κλείσει
σ’ ερημοκλήσι αλαργινό...
Κάθε βραδιά της καρδιάς την πόρτα ανοίγω ,
δακρύζω λίγο και προσκυνώ..(Ν.Γκάτσος)
Επάνω εις τον βράχον ήτο κτισμένον το παρεκκλήσιον, μαστιζόμενον από θυέλλας και λαίλαπας, λικνιζόμενον από το αειτάραχον και πολύρροιβδον κύμα, ναναριζόμενον από τα άσματα τα οποία ο άνεμος έψαλλε δι' αυτό εις τους σκληρούς βράχους και εις τα ηχώδη άντρα. Οι τέσσαρες τοίχοι ίσταντο ακόμη αρραγείς, πετροθεμελιωμένοι, σώζοντες μικρόν επίχρισμα από παλαιού καιρού περί την μεσημβρινοδυτικήν γωνίαν, χορταριασμένοι και μαυροπράσινοι περί την βορειανατολικήν. Η στέγη, φέρουσα ακόμη ολίγας κεράμους και πλάκας, εστηρίζετο επί δοκού με πολλάς ακτίνας εκ σκληράς καστανέας. Ολόγυρα εις τους τοίχους, υψηλά άνω των υπερθύρων και υπό τα γείσα της στέγης, ωραία μικρά πινάκια παλαιών χρόνων ήσαν εγκολλημένα, σχηματίζοντα μέγαν σταυρόν επί της χιβάδος του ιερού Βήματος προς ανατολάς, μετά υποποδίου εις σχήμα ανεστραμμένου Τ εκ πέντε άλλων πινακίων, και άλλους δύο σταυρούς δεξιόθεν και αριστερόθεν, ύπερθεν των δυο παραθύρων του χορού, και τέταρτον σταυρόν άνωθεν της φλιάς της εισόδου, δυσμόθεν. Και τα ωραία παλαιά πιατάκια ήσαν όλα χρωματιστά, γαλάζια και υποπράσινα και κιτρινωπά και λευκά, με κλαδάκια και με λούλουδα και με ανθρωπάκια και με πουλιά, φιλοκάλως και κομψώς διατεθειμένα, στίλβοντα εις τον ήλιον, χάρμα των οφθαλμών, κειμήλια υψηλά κείμενα, στερεά βαλμένα εις τας κόγχας των, αφελή αναθήματα, λείψανα παλαιών χρόνων, περισώσματα αρπαγών και δηώσεων παντοίων. [...] Και ο απλούς ούτος στολισμός παρείχε μεγάλην χάριν, μεμειγμένην με άρρητον τρυφερόν θέλγητρον, εις το μικρόν βραχοφυτευμένον παρεκκλήσιον, εμπνέων εις τον επισκέπτην μεγάλην επιθυμίαν να διασκελίση το κατώφλιον, να εισέλθη εις τον πενιχρόν ναΐσκον, ν' ανάψη κηρίον, να κάμη τον σταυρόν του, και ν' ασπασθή ευλαβώς την εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσης, της ζωγραφισμένης παρειάν με παρειάν με το πρόσωπον του υπερθέου και υπερηγαπημένου Βρέφους της [...]
Δεξιά, επί του τέμπλου, ήτο η εικών του Χριστού και η εικών του Προδρόμου. Αριστερά η Παναγία η Γλυκοφιλούσα, η προστάτις των μητέρων, και ο Άγιος Στυλιανός, ο φίλος και φρουρός των νηπίων.

Επί του δεξιού και του αριστερού τοίχου υπήρχον ακόμη ολίγοι Άγιοι, ζωγραφημένοι από παλαιού καιρού. Άλλων ήσαν εφθαρμένα τα πρόσωπα και τα στερνά, άλλων ασβεστωμένα τα σκέλη και οι πόδες, από ατελείς αποπείρας επιχρίσεως ή στολισμού υπό αμαθών ευλαβών γυναικών. Ήσαν ο Άγιος Ελευθέριος, ο ελευθερωτής των εγκύων, και η Αγία Μαρίνα, η προστάτις των ωδινουσών. Είτα ήσαν ο Άγιος Γεώργιος και ο Άγιος Δημήτριος, με τα χαντζάρια των, με τας ασπίδας, τους θώρακάς των και την άλλην πανοπλίαν των. Και η Αγία Βαρβάρα και η Αγία Κυριακή με τους σταυρούς και με τους κλάδους των φοινίκων εις τας χείρας. Ήσαν και οι όσιοι, με τα κουκούλια, με τας λευκάς γενειάδας των, με τα κομβοσχοίνια και τους ερυθρούς σταυρούς των, ο όσιος Αντώνιος και Ευθύμιος και Σάββας. [...]
Δεξιά δε τω εισερχομένω, και ευθύς μετά την θύραν, ίστατο, παρά την γωνίαν του μεσημβρινού τοίχου, η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια, κρατούσα με την αριστεράν χείρα το μικρόν της ληκύθιον, το περιέχον τα λυτήρια όλων των μαγγανειών και των επωδών και των φίλτρων [...]
Το παρεκκλήσιον εώρταζε, τη 26 Δεκεμβρίου, την Σύναξιν της Υπεραγίας Θεοτόκου, ήτοι τα Επιλόχια,
Λεχούς αμώμου, ανδρός μη γνούσης λέχος.

Κάτωθεν της εικόνος, επί λευκής μεταξοϋφούς ποδιάς, εφαίνοντο ανηρτημένα παιδάκια, και μόνον παιδάκια, ασημένια, εξαιρέσει ενός μόνου αργυρού τεμαχίου, το οποίον έφερεν άλλο σχήμα ζώου, ομοίου σχεδόν με άρνα κερασφόρον ή με έριφον. Επί τινος αφράκτου ερμαρίου, εις τον αριστερόν τοίχον, έβλεπε τις διάφορα αντικείμενα, οίον στεφάνους ανδρογύνων (νεκρών ίσως ανδρογύνων) τυλιγμένους εντός λευκής σκέπης, τεμάχια βαπτιστικών και κουκουλίων από το βάπτισμα βρεφών, ως και γυμνά κόκκαλα ακόμη, και τρυφερά λευκά κρανία μικρών παιδίων.

Τα παιδάκια τα ανηρτημένα επί της λευκής ποδιάς ήσαν ομοιώματα μικρών παιδίων, ταχθέντα από τας μητέρας, όταν τα μικρά των ήσαν άρρωστα, εις την Παναγίαν την Γλυκοφιλούσαν, την μητέρα του θείου Βρέφους, και προσφερθέντα εις τον ναόν της μετά την ίασιν των αρρώστων. Το ομοίωμα του μικρού ζώου ήτο και αυτό βεβαίως από τάξιμον. Και οι στέφανοι των ανδρογύνων ήσαν αφελή αποθέματα και μνημόσυνα ατυχών συνοικεσίων, γενόμενα υπό της μητρός, ήτις επέζησεν έρημη και άχαρη, εις ανάμνησιν θυγατρός, ήτις απέθανεν ίσως λεχώ, ευθύς μετά τον πρώτον τοκετόν, αφιερώματα και ταύτα εις την προστάτιδα των λεχών, την Παναγίαν την Γλυκοφιλούσαν. Και τα τεμάχια των βαπτιστικών και κουκουλίων ήσαν και ταύτα ενθύμια παιδίων, αποθανόντων ευθύς μετά το βάπτισμα, και τα λευκά κόκκαλα και τα κρανία τα τρυφερά ήσαν άσπιλα λείψανα παιδίων, τα οποία είχεν ευδοκήσει να καλέση ενωρίς εις τον Παράδεισον, πλησίον του υιού της του ειπόντος "Άφετε τα παιδία έρχεσθαι προς με, και μη κωλύετε αυτά", η Παναγία η Γλυκοφιλούσα. [...]

Η Παναγία η Γλυκοφιλούσα Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Η Χαρά των Χριστιανών

(Φώτης Κόντογλου, Ελληνική Δημιουργία, 1959)


Η Παναγία είναι το πνευματικό στόλισμα της ορθοδοξίας. Για μας τους Έλληνες είναι η πονεμένη μητέρα, η παρηγορήτρια κ’ η προστάτρια, που μας παραστέκεται σε κάθε περίσταση. Σε κάθε μέρος της Ελλάδας είναι χτισμένες αμέτρητες εκκλησιές και μοναστήρια, παλάτια αυτηνής της ταπεινής βασίλισσας, κι’ ένα σωρό ρημοκλήσια, μέσα στα βουνά, στους κάμπους και στα νησιά, μοσκοβολημένα από την παρθενική και πνευματική ευωδία της. Μέσα στο καθένα απ’ αυτά βρίσκεται το παληό και σεβάσμιο εικόνισμά της με το μελαχροινό και χρυσοκέρινο πρόσωπό της, που το βρέχουνε ολοένα τα δάκρυα του βασανισμένου λαού μας, γιατί δεν έχουμε άλλη να μας βοηθήσει, παρεκτός από την Παναγία, «άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν εν κινδύνοις και θλίψεσιν αεί μεσιτείαν, οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών». Το κάλλος της Παναγίας δεν είναι κάλλος σαρκικό, αλλά πνευματικό, γιατί εκεί που υπάρχει ο πόνος κ’ η αγιότητα, υπάρχει μονάχα κάλλος πνευματικό. Το σαρκικό κάλλος φέρνει τη σαρκική έξαψη, ενώ το πνευματικό κάλλος φέρνει κατυάνυξη, σεβασμό κι’ αγνή αγάπη. Αυτό το κάλλος έχει η Παναγία. Κι ‘ αυτό το κάλλος είναι αποτυπωμένο στα ελληνικά εικονίσματά της που τα κάνανε άνθρωποι ευσεβείς οπού νηστεύανε και ψέλνανε και βρισκόντανε σε συντριβή καρδίας και σε πνευματική καθαρότητα. Στην όψη της Παναγίας έχει τυπωθεί αυτό το μυστικό κάλλος που τραβά σαν μαγνήτης τις ευσεβείς ψυχές και τις ησυχάζει και τις παρηγορά. Κι’ αυτή η πνευματική ευωδία είναι το λεγόμενο Χαροποιόν Πένθος που μας χαρίζει η θρησκεία του Χριστού, ένα βότανο άγνωστο στους ανθρώπους που δεν πήγανε κοντά σ’ αυτόν τον καλόν ποιμένα. Τούτη τη χαροποιά λύπη την έχουνε όλα όσα έκανε η ορθόδοξη τέχνη, και τα ευωδιάζει σαν σμύρνα και σαν αλόη, καν εικόνισμα είναι, καν υμνωδία, καν ψαλμωδία, καν χειρόγραφο, καν άμφια, καν λόγος, καν κίνημα, καν ευλογία, καν χαιρετισμός, καν μοναστήρι, καν κελλί καν σκαλιστό ξύλο, καν κέντημα, καν καντήλι, καν αναλόγι, καν μανουάλι, ότι και νάναι αγιωτικό.
Από τα ονόματα και μόνο που έδωσε η ορθοδοξία στην Παναγία, και που μ’ αυτά την καταστόλισε, όχι σαν είδωλο θεατρικό, όπως γίνηκε αλλού που φορτώσανε μια κούκλα με δαχτυλίδια και σκουλαρήκια και με ένα σωρό άλλα ανίερα και ανόητα πράγματα, λοιπόν αυτά μοναχά, λέγω, φαίνεται πόσο πνευματική αληθινά είναι η λατρεία της Παναγίας στην ελληνική ορθοδοξία. Πρώτα-πρώτα το ένα αγιώτατο όνομά της: Παναγία. Ύστερα τα άλλα: Υπερευλογημένη, Θεοτόκος, Παναμώμητος, Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ, Ζώσα και Άφθονος, Πηγή, Έμψυχος Κιβωτός, Άχραντος, Αμόλυντος, Κεχαριτωμένη, Αειμακάριστος και Παναμώμητος, Προστασία, Επακούουσα, Γρηγορούσα, Γοργοεπήκοος, Ηγιασμένος Ναός, Παράδεισος λογικός, Ρόδον το Αμάραντον, Χρυσούν Θυμιατήριον, Χρυσή Λυχνία, Μαναδόχος Στάμνος, Κλίμαξ Επουράνιος, Πρεσβεία θερμή, Τείχος απροσμάχητον, Ελέους Πηγή, του Κόσμου Καταφύγιον, Βασιλέως Καθέδρα, Χρυσοπλοκώτατος Πύργος και Δωδεκάτειχος Πόλις, Ηλιοστάλακτος Θρόνος, Σκέπη του Κόσμου, Δένδρον αγλαόκαρπον, Ξύλον ευσκιόφυλλον, Ακτίς νοητού ηλίου, Σιών αγία, Θεού κατοικητήριον, Επουράνιος Πύλη, Αδικουμένων προστάτις, Βακτηρία τυφλών, Θλιβομένων η χαρά, και χίλια δυο άλλα, που βρίσκονται μέσα στα βιβλία της εκκλησίας. Κοντά σ’ αυτά είναι και τα ονόματα που γράφουνε απάνω στα άγια εικονίσματά της οι αγιογράφοι: Οδηγήτρια, Γλυκοφιλούσα, Πλατυτέρα των Ουρανών, η Ελπίς των απελπισμένων, η Ταχεία Επίσκεψις, η Αμόλυντος, η Ελπίς των Χριστιανών, η Παραμυθία, η Ελεούσα κι άλλα πολλά, που γράφουνται από κάτω από τη συντομογραφία: ΜΗΡ ΘΥ, που θα πεί Μήτηρ Θεού. Πόση αγάπη, πόσο σέβας και πόσα κατανυκτικά δάκρυα φανερώνουνε μοναχά αυτά τα ονάματα, που δεν ειπωθήκανε σαν τα λόγια οπού βγαίνουνε εύκολα από το στόμα, αλλά που χαραχτήκανε στις ψυχές με πόνο και με ταπείνωση και με πίστη.
Αμή οι ύμνοι της πού ναι αμέτρητοι σαν τα άστρα τ’ ουρανού κ’ εξαίσιοι στο κάλλος, και που τους συνθέσανε οι άγιοι υμνολόγοι, «θίασον συγκροτήσαντες πνευματικόν»! Σ’ αυτό το ευωδιασμένο περιβόλι βρίσκουνται όλα τα αμάραντα άνθη και τα ευωδιασμένα βότανα του λόγου. Αληθινά προφήτεψε η ίδια η Παναγία για τον εαυτό της, τότε που πήγε στο σπίτι του Ζαχαρία και την ασπάσθηκε η Ελισάβετ, πως θα τη μακαρίζουνε όλες οι γενεές: «Εκείνες τις μέρες, σηκώθηκε η Μαριάμ και πήγε στην Ορεινή με σπουδή στην πολιτεία του Ιούδα και μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. Και σαν άκουσε η Ελισάβετ τον χαιρετισμό της Μαρίας πήδηξε το παιδί μέσα στην κοιλιά της .

Και γέμισε Πνεύμα Άγιο η Ελισάβετ και φώναξε με φωνή μεγάλη κ’ είπε: Βλογημένη είσαι εσύ ανάμεσα στις γυναίκες και βλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Κι’ από πού μου ήρθε αυτό το καλό, νάρθει η μητέρα του κυρίου μου προς εμένα; γιατί μόλις ήρθε η φωνή του χαιρετισμού σου στ’ αυτιά μου, ξεπέταξε το παιδί στην κοιλιά μου, κι’ είναι μακάρια εκείνη που πίστεψε σε
όσα της είπεν ο Κύριος . Κ’ είπε η Μαριάμ: «Δοξολογά η ψυχή μου τον Κύριο κι’ αναγάλλιασε το πνεύμα μου για το Θεό τον σωτήρα μου, γιατί καταδέχθηκε να κυτάξει την ταπεινή τη δούλα του. Γιατί, να, από τώρα κ’ ύστερα θα με μακαρίζουνε όλες οι γενεές, επειδή έκανε σε μένα μεγαλεία ο Δυνατός, κ’ είναι αγιασμένο τ’ όνομά του, και το έλεός του πηγαίνει από γενεά σε γενεά σε κείνους που έχουνε τον φόβο του».

Αμέτρητες είναι οι υμνωδίες της Παναγίας, μα αμέτρητα είναι και τα σεμνόχρωμα εικονίσματά της, που καταστολίζουνε τις εκκλησιές μας, ζωγραφισμένα στο σανίδι είτε στον τοίχο. Σε κάθε ορθόδοξη εκκλησιά στέκεται το εικόνισμά της στο τέμπλο από τα δεξιά της άγιας Πόρτας. Σε άλλες εικόνες ζωγραφίζεται και μοναχή, μα στα εικονίσματα του τέμπλου κρατά πάντα τον Χριστό στην αγκαλιά της απ’ τ’ αριστερά, σπάνια απ’ τα δεξιά, (τότε λέγεται Δεξιοκρατούσα). Το κεφάλι της είναι σκεπασμένο σεμνά και σοβαρά με το μαφόριο, ένα φόρεμα φαρδύ κι’ ιερατικό σκούρο βυσσινί, που πέφτει στον ώμο της απλόχωρο, αφήνοντας να φαίνεται μοναχά το μακρουλό πρόσωπό της και τα χέρια της. Από μέσα από το σκέπασμα φαίνεται μια στενή λουρίδα από το δέσιμο του κεφαλιού της που σφίγγει το μέτωπό της και αφίνει να φανούνε μονάχα οι άκρες των αυτιών της. Το μέτωπό της είναι σαν μελαχροινό φίλντισι, αγνό, απλό και κατακάθαρο. Τα ματόφρυδά της είναι καμαρωτά, ζωηρά και μακρυά, φτάνοντας ίσαμε κοντά στ’ αυτιά της, τα μάτια της αμυγδαλωτά, ισκιωμένα, καστανά, βαθειά, σοβαρά μα γλυκύτατα, με τ’ ασπράδι καθαρό μα ισκιωμένο. Το βλέμμα της είναι μελαγχολικό απλό, ίσιο, ήσυχο, συμπαθητικό, αγαπητό, θλιμένο μα και μαζί χαροποιό, αυστηρό μα και μαζί συμπονετικό, αγιώτατο, πνευματικό, αθώο, σκεφτικό, άμωμο, ελπιδοφόρο, υπομονητικό, πράο, σεμνώτατο, μακρυά από κάθε σαρκικόν λογισμό, καθρέφτισμα μυστικό του παραδείσου, βασιλικό και ταπεινό, ανθρώπινο και θεϊκό, άκακο, αδελφικό, ευγενικό, ελεγκτικό, άγρυπνο, γαληνό, φιλάνθρωπο, μητρικό, παρθενικό, δροσερό, καυτερό για όσους έχουνε πονηρούς λογισμούς, τρυφερό,διαπεραστικό, ερευνητικό, απροσποίητο, ηγεμονικό, συγκαταβατικό, παρακαλεστικό, αμετασάλευτο. Η μύτη της είναι μακρυά και στενή, με μέτρο, ιουδαϊκή, άσαρκη, με λεπτά ρουθούνια, λίγο γυριστή, σεμνή. Το στόμα της μικρό, ντροπαλό, φρόνινμο, κλειστό, καθαρό, ισκιωμένο κατά το μάγουλο, σαν να χαμογελά ελαφρά. Το πηγούνι της γυριστό, σεβαστό, ανεπιτήδευτο, ταπεινό. Το μαγουλό της, παρθενικό, καθαρό, χνουδωτό, ευωδιασμένο, ντροπαλό, χλωμό με μιαν ελαφρότατη ροδοκοκκινάδα. Ο λαιμός της γυρτός ταπεινά, σμίγει με το πηγούνι μ’ ένα απαλό ίσκιασμα που το λέγανε οι παλαιοί γλυκασμό. Το όλο πρόσωπό της είναι ιερατικό και θρησκευτικό, και μαρτυρά αρχαία φυλή. Τα άχραντα χέρια της είναι μικρά, στενά μακροδάχτυλα, λεπτόνυχα. Με το αριστερό βαστά τον Χριστό, και το δεξί τόχει ακουμπισμένο σεμνά απάνω στο στήθος της, σε στάση παρακαλεστική, με το μεγάλο δάχτυλο μακρυά από τ’ άλλα. Στα πιο αρχαία εικονίσματα αυτό το χέρι είναι πιο όρθιο και πιο ψηλά, κοντά στο λαιμό.

Ο πιο αυστηρός τύπος της Παναγίας είναι η λεγόμενη Οδηγήτρια, που έχει όρθια την κεφαλή της, έκφραση απαθέστερη και το όλο σχήμα της είναι πιο ιερατικό. Ενώ η Γλυκοφιλούσα έχει το κεφάλι της γυρτό κατά το παιδί της, που τ’ αγκαλιάζει σφιχτότερα, κ’ η έκφρασή της είναι πιο αισθηματική. Η Πλατυτέρα παριστάνεται καθισμένη απάνω στο θρόνο, αυστηρή κι’ αλύγιστη, και βαστά τον Χριστό στα γόνατά της, ακουμπώντας τόνα χέρι της στον ώμο του και με τ’ άλλο βαστώντας το πόδι του ή ένα μαντήλι.
Στην Ελλάδα, οι περισσότερες εκκλησιές της Παναγίας γιορτάζουνε κατά την Κοίμηση της Θεοτόκου, δηλαδή στις 15 Αυγούστου. Τα τροπάρια που ψέλνουνε σ’ αυτή τη γιορτή είναι από τα πιο εξαίσια. Το δοξαστικό του Εσπερινού είναι το μονάχο τροπάρι που ψέλνεται με τους οχτώ ήχους, κάθε φράση κι’ άλλος ήχος· αρχίζει από τον πρώτον ήχο και τελειώνει πάλι στον πτώτον.

Μα ολάκερη η Ελλάδα δεν υμνολογά την Παναγία μονάχα με τους ψαλτάδες και με τους παπάδες στις εκκλησιές, αλλά και με το κάθε τι της, με τα χωριά, με τα βουνά, με τα νησιά, πούχουνε τ’ αγιασμένο τ’ όνομά της. Τα καράβια βολτατζάρουνε στη δροσερή θάλασσα, ανοιχτά από τους κάβους πούναι χτισμένα τα μοναστήρια της, έχοντας στη πρύμνη σκαλισμένο τ’αγαπημένο και προσκυνητό όνομά της. Όποιος ταξιδεύει στα ελληνικά νερά, σ’ όποιο μέρος κι’ αν βρεθεί τη μέρα της Παναγίας, θαν ακούσει απ’ ανοιχτά τις καμπάνες απάνω από το πέλαγο. Άλλες έρχουνται από τ’ Άγιον Όρος που το λένε Περιβόλι της Παναγίας, άλλες από την Τήνο πούχει το ξακουστό παλάτι της, άλλες από την Σαλαμίνα που γιορτάζει η Φανερωμένη, άλλες από τη Μυτιλήνη, από την Παναγιά της Αγιάσσος και της Πέτρας, άλλες από το Μοναστήρι της Σίφνου, άλλες από τη Σκιάθο, άλλες από τη Νάξο, από κάθε νησί, από κάθε κάβο, από κάθε στεριά.

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...
Βαπτίστηκες και αναγεννήθηκες ... Μετανόησες κάτω από πετραχήλι και ξαναβαπτίστηκες ... Μετέλαβες τα άχραντα μυστήρια και ένιωσες ξανά βαπτισμένος εις το όνομα του τρισυπόστατου Θεού ... Υπάρχει ακόμα ένα βάπτισμα το τέταρτο κατά σειρά .. το βάπτισμα της ομολογίας ...στο αίμα της Πίστης ... Άραγε πόσοι από εμάς θα το αγαπήσουμε ; Τον Αναστάντα Θεό ας ομολογήσουμε ...Και ας πληρώσουμε το τίμημα της Ομολογίας ...όχι το αντίτιμο της απωλείας ...! Καλό Παράδεισο ! ( Νώντας Σκοπετέας. 2009)

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας Νεκταρία Καραντζή

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας  Νεκταρία Καραντζή
Τον θαυμάσιον μύστην Χριστού υμνήσωμεν , Μηλεσίου το κλέος και των Γερόντων φωνή , την βοήθειαν ημών και διόρασιν ˙ Τον αναπαύσαντα σοφώς τας ψυχάς των ασθενών , του πνεύματος συνεργεία . Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην ,επικαλέσωμεν άπαντες. // Nώντας Σκοπετέας 27-11-2013 Απολυτίκιο με την ευκαιρία της επισήμου Αγιοκατατάξεως του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου . Σημ: Το απολυτίκιο δεν περιέχεται σε αναγνωρισμένη ακολουθία , αλλά είναι προϊόν ευλαβείας και απέραντης ευγνωμοσύνης , προς τον Μεγάλο Άγιο του Θεού , στην μεγάλη η μέρα της Αγιοκατατάξεώς του .

Ουράνια Συντροφιά...

Ουράνια Συντροφιά...
Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...". Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε...". Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. "Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής", είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει. -Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ. Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω: -Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: "Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου". Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν: -Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό. Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...", διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές. Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα: -Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και "βρέχει επί δικαίους και αδίκους". Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσουμε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη. -Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! -Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα./Γ.Πορφύριος

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...
Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερ­μηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία. ~Φώτης Κόντογλου~