main menu

Επιλέξτε ετικέτα για εμφάνιση των αντιστοιχων αναρτήσεων. Αρχική Σελίδα

Απενεργοποιημένη Λειτουργία

23 Ιουν 2010

Ο Ιερέας στην άκρη του περιβολιού ...

Τὰ χρόνια μετὰ τὸν πόλεμο ἦταν πολὺ δύσκολα κι οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονταν γιὰ νὰ ζήσουν. Ἐγώ, ὅπως σᾶς εἶπα, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἤμουν στὴν Πολυκλινική. Πολλὰ περιστατικὰ θυμᾶμαι ἀπ᾿ τὰ χρόνια ἐκεῖνα. Ἀκοῦστε ἕνα ἀπ᾿ αὐτά. Ἡ ῎Εφη ἦταν δεκαοκτὼ χρονῶν κι ἔμενε τὸ καλοκαίρι μὲ τοὺς γονεῖς της καὶ τὸν ἀδελφὸ της στὸ Μπογιάτι. Εἶχαν περιβόλι μὲ κηπευτικὰ καὶ τὰ πουλοῦσαν. Ἕνα βράδυ ἡ μητέρα τῆς ῎Εφης τὴν ἔστειλε σ’ ἕνα μαγαζάκι ἐκεῖ κοντά, ν’ ἀγοράσει πετρέλαιο γιὰ τὴ λάμπα. Σημειῶστε ὅτι δὲν εἶχαν τότε ρεῦμα. Ἐπιστρέφοντας πρὸς τὸ σπίτι, ἡ ῎Ἐφη συναντάει στὸ δρόμο ἕνα ἀγόρι, συμμαθητή της. Μιλοῦσαν γιὰ τὰ μαθήματα. Τὸ σημεῖο, ὅμως, ποὺ εἶχαν σταματήσει βρισκόταν πίσω ἀπὸ ἕνα φορτηγὸ αὐτοκίνητο. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη πέρασε ὁ ἀδελφὸς τῆς Ἔφης καὶ τοὺς εἶδε νὰ κουβεντιάζουν. Τὸ παρεξήγησε, γιατὶ πίστεψε ὅτι πονηρὰ κουβεντιάζουν καὶ τὸ εἶπε στὴ μητέρα τους. -῾Η Ἔφη μᾶς ντροπιάζει, εἶπε, κουβεντιάζει στὸ δρόμο μ’ ἕνα ἀγόρι. ΄Όταν ἔφτασε στὸ σπίτι ἡ Ἔφη, ἡ μητέρα της τὴ μάλωσε πολὺ καὶ τὴν ἔδειρε. Τότε οἱ ἀρχὲς ἦταν πολὺ αὐστηρές. Ἡ Ἔφη πικράθηκε πολύ. Ἐπαναστάτησε γιὰ τὴν ἀδικία καὶ τὴν καχυποψία τοῦ ἀδελφοῦ της. Τὴν ἄλλη μέρα γύρισε στὸ σπίτι ὁ πατέρας, ποὺ ἔλειπε. Ἐκεῖνος τῆς φέρθηκε διαφορετικά, δηλαδὴ μὲ κατανόηση καὶ καλὸ τρόπο. -᾿Εγώ, δὲν τὰ πιστεύω αὐτά, τῆς λέει. Ἔλα, πᾶμε νὰ ποτίσουμε τὸ περιβόλι. Ἐσὺ θὰ κάθεσαι καὶ ὅπου βλέπεις πὼς ποτίζεται μιὰ βραγιὰ θά μοῦ λὲς νὰ γυρίζω τὸ νερὸ σ’ ἄλλη βραγιά. ῎Ετσι ἔγινε. Ἡ Ἔφη, ὅμως, δὲν εἶχε κοιμηθεῖ καθόλου τὴν προηγούμενη νύχτα. Ἡ στενοχώρια καὶ ἡ ἀδικία τὴν πνίγανε. Ἀπελπίστηκε κι ἀποφάσισε νὰ θέσει τέρμα στὴ ζωή της. Τὴν ὥρα, λοιπόν, ποὺ ξεκινοῦσαν μὲ τὸν πατέρα της γιὰ τὸ περιβόλι ἔκανε ἕνα σχέδιο. Νὰ πάρει ἕνα γεωργικὸ φάρμακο καὶ τὸ βραδάκι, μετὰ τὸ πότισμα, κρυφὰ νὰ τὸ πιεῖ καὶ νὰ πεθάνει. Σκεφτόταν: «Νὰ δῶ τότε, θὰ μὲ ἀγαποῦν;» Πῆρε λοιπὸν τὸ φάρμακο, τὸ ἔβαλε στὴν τσέπη της καὶ περίμενε νὰ βραδιάσει γιὰ νὰ τὸ πάρει. Δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει ἡ δύσκολη ὥρα. Ὁ πατέρας ἀμέριμνος τῆς λέει: -Πήγαινε στὴν ἄκρη τοῦ περιβολιοῦ νὰ κλείσεις τὸ νερό. Πῆγε γρήγορα. Ἦταν ἀθέατη. Κανεὶς δὲν ὑπῆρχε γύρω της. Ὁ πατέρας ἀρκετὰ μέτρα μακριὰ κι ἐκείνη τρέχοντας ἔβαλε τὸ χέρι στὴν τσέπη. Ἐκείνη ἀκριβῶς τὴ στιγμὴ ἀκούει βήματα. Δὲν πρόλαβε νὰ κουνηθεῖ κι ἐμφανίζεται μπροστὰ της κάποιος ἄγνωστος ἱερέας. Τὴν χαιρετάει καὶ τῆς λέει: -῎Εφη μου, ξέρεις πόσο ὡραῖος εἶναι ὁ Παράδεισος! Φῶς, χαρά, ἀγαλλίαση. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὅλος φῶς καὶ σκορπάει τὴ χαρὰ καὶ τὴν ἀγαλλίαση σὲ ὅλους. Μᾶς περιμένει στὴν ἄλλη ζωή, γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὸν παράδεισο. ῾Υπάρχει ὅμως κι ἡ κόλαση, ποὺ εἶναι ὅλο σκοτάδι, λύπη, στενοχώρια, ἀγωνία, κατάθλιψη. Ἂν πάρεις αὐτὸ ποὺ ἔχεις στὴν τσέπη σου, θὰ πᾶς στὴν κόλαση. Πέταξέ το, λοιπόν, γιὰ νὰ μὴν χάσουμε τὴν ὀμορφιὰ τοῦ Παραδείσου. Ἡ Ἔφη τὰ ἔχασε στὴν ἀρχή, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο λέει στὸν ἱερέα, ἀφοῦ, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβει, εἶχε πετάξει τὸ φάρμακο: -Περιμένετε νὰ φωνάξω καὶ τὸν πατέρα μου νά σᾶς δεῖ. Τρέχει μὲς στὸ περιβόλι. Χάθηκε περνώντας τὶς ψηλὲς καλαμποκιές, γιὰ νὰ βρεῖ τὸν πατέρα της. Τὸν ηὗρε καὶ τοῦ λέει: -Πατέρα, ἔλα γρήγορα νὰ δεῖς ἕναν ἱερέα, ποὺ ἦλθε στὴν ἄκρη τοῦ περιβολιοῦ μας. Ὅταν, ὅμως, φτάσανε στὸ σημεῖο ποὺ ἔπρεπε νὰ περιμένει ὁ ἱερέας, δὲν ὑπῆρχε κανεὶς ἐκεῖ. Γιὰ πολὺ καιρὸ ἡ Ἔφη δὲν μποροῦσε νὰ ἐξηγήσει ὅλα ὅσα τῆς συνέβησαν ἐκεῖνο τὸ βράδυ. Δὲν μποροῦσε νὰ ἐξηγήσει τὴν ἐξαφάνιση τοῦ ἱερέα. Ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν ξαναβρεῖ. Τῆς εἶχε σώσει τὴ ζωή. ᾿Εν τῷ μεταξύ, κάθε χειμώνα κατέβαιναν στὴν Ἀθήνα ὅλη ἡ οἰκογένεια. Ἡ Ἔφη πήγαινε πολλὲς φορὲς στὴ νονά της, ποὺ ἦταν πολὺ θρῆσκα, κι ἔμενε μεγάλο διάστημα κοντά της. Ἡ νονὰ της συνήθιζε νὰ δέχεται στὸ σπίτι της καὶ νὰ φιλοξενεῖ θεολόγους, ἱερεῖς, μοναχούς. Κάποια φορά, λοιπόν, ποὺ ἡ Ἔφη πῆγε στὴ νονά της, στὸ σαλόνι εἶχε μιὰ ἐπίσκεψη. Ἡ Ἔφη δὲν γνώριζε ποιὸς ἦταν. Ἡ νονὰ σὲ μιὰ στιγμὴ ἔρχεται στὴν κουζίνα καὶ λέει τῆς Ἔφης: -῎Έφη, ἑτοίμασε γλυκὸ καὶ καφὲ καὶ φέρτα στὸ σαλόνι γιὰ τὸν ἐπισκέπτη. ῾Η Ἔφη τὰ ἑτοίμασε. Καθυστέρησε, ὅμως, λίγο καὶ τὴν ὥρα ποὺ τὰ πήγαινε, ἡ νονὰ τὴν πρόλαβε. Τῆς λέει λοιπόν: -῎Όχι αὐτὸ τὸ δίσκο. Βάλε τὸν ἀσημένιο, γιατί ἡ ἐπίσκεψη εἶναι ἐπίσημη. Γύρισε ἡ Ἔφη στὴν κουζίνα, ἄλλαξε τὸ δίσκο καὶ τὸν πῆγε στὸ σαλόνι. Ἀλλὰ τὶ νὰ δεῖ! Πῆγε νὰ τῆς πέσει ὁ δίσκος ἀπ᾿ τὰ χέρια. Βλέπει μπροστὰ της τὸν ἱερέα ποὺ εἶχε ἐμφανιστεῖ ἐκεῖνο τὸ δύσκολο γι᾿ αὐτὴν βράδυ στὸ περιβόλι τους. -Εἶμαι ὁ πατὴρ Πορφύριος, τῆς λέω χαμογελώντας. Ἔτσι γνωριστήκαμε μὲ τὴν Ἔφη κι ἀπὸ τότε ἔχουμε μεγάλη φιλία. Ἔκανε οἰκογένεια μὲ πολλὰ παιδιά. Τὴν εὐλόγησε ὁ Θεός. Βλέπετε τί τρόπους μπορεῖ νὰ μεταχειριστεῖ ὁ Θεός, ὅταν θέλει νὰ σώσει ἕναν ἄνθρωπο; Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ ( Ἔκδ. ῾Ι.Μ. Χρυσοπηγῆς, Χανιὰ 2003)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε τα σχόλιά σας εδώ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...
Βαπτίστηκες και αναγεννήθηκες ... Μετανόησες κάτω από πετραχήλι και ξαναβαπτίστηκες ... Μετέλαβες τα άχραντα μυστήρια και ένιωσες ξανά βαπτισμένος εις το όνομα του τρισυπόστατου Θεού ... Υπάρχει ακόμα ένα βάπτισμα το τέταρτο κατά σειρά .. το βάπτισμα της ομολογίας ...στο αίμα της Πίστης ... Άραγε πόσοι από εμάς θα το αγαπήσουμε ; Τον Αναστάντα Θεό ας ομολογήσουμε ...Και ας πληρώσουμε το τίμημα της Ομολογίας ...όχι το αντίτιμο της απωλείας ...! Καλό Παράδεισο ! ( Νώντας Σκοπετέας. 2009)

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας Νεκταρία Καραντζή

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας  Νεκταρία Καραντζή
Τον θαυμάσιον μύστην Χριστού υμνήσωμεν , Μηλεσίου το κλέος και των Γερόντων φωνή , την βοήθειαν ημών και διόρασιν ˙ Τον αναπαύσαντα σοφώς τας ψυχάς των ασθενών , του πνεύματος συνεργεία . Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην ,επικαλέσωμεν άπαντες. // Nώντας Σκοπετέας 27-11-2013 Απολυτίκιο με την ευκαιρία της επισήμου Αγιοκατατάξεως του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου . Σημ: Το απολυτίκιο δεν περιέχεται σε αναγνωρισμένη ακολουθία , αλλά είναι προϊόν ευλαβείας και απέραντης ευγνωμοσύνης , προς τον Μεγάλο Άγιο του Θεού , στην μεγάλη η μέρα της Αγιοκατατάξεώς του .

Ουράνια Συντροφιά...

Ουράνια Συντροφιά...
Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...". Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε...". Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. "Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής", είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει. -Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ. Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω: -Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: "Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου". Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν: -Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό. Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...", διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές. Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα: -Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και "βρέχει επί δικαίους και αδίκους". Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσουμε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη. -Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! -Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα./Γ.Πορφύριος

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...
Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερ­μηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία. ~Φώτης Κόντογλου~