Και είσαι συ η πόλις του Θεού.
Κι ακόμα το αγιασμένο σκήνωμα
που ευφραίνεται τα ρεύματα
κυλόντος ποταμού……
…Είθε και στην καρδιά μου που έχει στραγγιχτεί
να δώσει ζωή και δύναμιν η χάρις σου.
(Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)
Αναρίθμητες οι θαυματουργικές εικόνες της Γερόντισσας του Αγίου Όρους ,του περιβολιού της Παναγιάς μας ...της Κυρίας Θεοτόκου . Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους κατέχει η Παναγία του Ναού του Πρωτάτου, γνωστή με την ονομασία «Άξιον Εστί». Ακριβώς 1027 χρόνια πριν μια νύχτα σαν την αποψινή , αντήχησε για πρώτη φορά σε ένα φτωχικό κελάκι ο πιο γλυκός ύμνος αφιερωμένος σε Αυτήν, την … όντως Θεοτόκον … Σήμερα νοερώς είμαστε όλοι εκεί στις Καρυές ...στο Πρωτάτο ..στην πιο υπέροχη αγιορείτικη αγρυπνία σε ανάμνηση ενός μεγάλου θαύματος :
Κοντά στην σκήτη του Πρωτάτου, στην τοποθεσία της Ιεράς Μονής του Παντοκράτορος, είναι μια βαθιά κοιλάδα με πολλά κελιά. Σ’ένα απ’ τα κελιά κατοικούσε ένας ιερομόναχος με τον υποτακτικό του. Επειδή υπάρχει η συνήθεια να γίνεται κάθε Κυριακή αγρυπνία στη Σκήτη, κάποιο Σάββατο βράδυ ο Γέροντας, έφυγε για την αγρυπνία λέγοντας στο μαθητή του να μείνει και να κάνει την Ακολουθία στο κελί.
Ήταν βράδυ καλοκαιριού , 11 Ιουνίου του 982 μ.Χ, ημέρα Κυριακή όταν χτύπησε η πόρτα του Παντοκρατορινού Κελιού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, κοντά στη Σκήτη του Αγίου Ανδρέα, στις Καρυές. Ο Γέροντας του Κελιού βρισκόταν στην αγρυπνία στο Πρωτάτο, όπως έκανε εξάλλου κάθε Σάββατο βράδυ. Ο υποτακτικός άνοιξε και μπροστά του στεκόταν ένας ξένος μοναχός (ο Αρχάγγελος Γαβριήλ με σχήμα Μοναχού) που ζητούσε τη φιλοξενία του. Με ευχαρίστηση τον δέχτηκε και του προσέφερε ό,τι διέθετε το φτωχικό κελλί τους.
Τη νύχτα σηκώθηκαν για να διαβάσουν την πρωινή ακολουθία. Την ώρα του Όρθρου και όταν έφθασαν στην ενάτη ωδή, ο φιλοξενούμενος πριν να ψάλλει «την Τιμιωτέρα των Χερουβείμ», πρόσθεσε το άγνωστο μέχρι τότε προοίμιο «Άξιον εστί ως αληθώς μακαρίζειν Σε την Θεοτόκον». Τον ύμνο αυτό τον έψαλε ολοκληρωμένο πολλές φορές ο άγνωστος Μοναχός μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, μέχρι να τον μάθει ο υποτακτικός. Ο νεαρός υποτακτικός απόρησε και είπε στον ξένο: «Ποτέ δεν ακούσαμε αυτά τα λόγια, ούτε εμείς, ούτε και οι πριν από μας Γέροντες».Τον παρακάλεσε μάλιστα να του γράψει τον ύμνο για να τον ψάλλει κι αυτός. Μέσα στο φτωχό όμως κελάκι δεν υπήρχε ούτε χαρτί, ούτε μελάνη κι έτσι ο επισκέπτης χάραξε τη φράση με το δάχτυλό του σε μια πέτρινη πλάκα. Τα γράμματα χαράκτηκαν θαυματουργικά ωσάν να κινούσε το δάκτυλό του πάνω σε πηλό. «Από τώρα και στο εξής έτσι θα ψάλλετε τον ύμνο όλοι οι Ορθόδοξοι» είπε και έγινε άφαντος.Ο ξένος αυτός ήταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. Τον είχε στείλει ο Θεός ν’ αποκαλύψει τον αγγελικό ύμνο, για να ψάλλεται μ’ έναν τρόπο που να ταιριάζει καλύτερα στη Μητέρα του Θεού.
Ο υποτακτικός, που τον τίμησε ο Θεός για την υπακοή και τον οσιακό του βίο, έψαλλε μέχρι το πρωί αυτόν τον ύμνο, ο οποίος τόσο πολύ εύφραινε την καρδιά του και του έφερνε ψυχική αγαλλίαση!
Όταν ο Γέροντας έμαθε γυρίζοντας στο κελί το θαυμαστό αυτό γεγονός, ενημέρωσε τον πρώτο του Αγίου Όρους και την Κοινή Σύναξη, δείχνοντας την πλάκα με τα χαραγμένα λόγια του ύμνου. Αφού εδόξασαν όλοι το Θεό και ευχαρίστησαν τη Θεοτόκο, έστειλαν την πλάκα στην Κωνσταντινούπολη προς τον Πατριάρχη και τον Βασιλέα με όλη τη διήγηση του θαύματος γραπτώς.
Από τότε ο αγγελικός αυτός ύμνος έγινε γνωστός σ’ όλο τον κόσμο. Η εικόνα της Παναγίας που βρισκόταν στο Ναό του κελίου, όπου έγινε το θαύμα μεταφέρθηκε στο ναό του Πρωτάτου.Το κελί εκείνο, όπου ο Αρχάγγελος εδίδαξε τον ύμνο, ονομάζεται μέχρι και σήμερα «Άξιον Εστί» και η βαθειά κοιλάδα όπου βρίσκεται, λέγεται από τότε «Άδειν»,διότι εκεί εψάλη για πρώτη φορά ο ύμνος.
Από τα τέλη του 10ου αιώνα,ο ύμνος πέρασε σε λειτουργική χρήση και ψάλλεται στη Θεία Λειτουργία μετά την εκφώνηση «Εξαιρέτως της Παναγίας…» στον ίδιο ήχο με το Χερουβικό.Πλήρη Ακολουθία για την εικόνα «Άξιον εστί» έγραψε το 1838 ο λόγιος ιεροδιάκονος του Ρωσικού Κοινοβίου Βενέδικτος. Τη δεύτερη μέρα του Πάσχα γίνεται στο Ναό του Πρωτάτου πανηγυρική Θεία Λειτουργία και ακολουθεί μεγαλοπρεπής λειτανεία της θαυματουργής εικόνας. Κατά τη λιτανεία έχουν γίνει πάρα πολλά θαύματα.
Λόγω του χρόνου που πέρασε,η μορφή της Θεοτόκου στην εικόνα ήταν πολύ σβησμένη, αλλά μετά την πρόσφατη ανακαίνιση διατηρείται σε ικανοποιητική κατάσταση και διαβάζεται η επιγραφή «Μήτηρ Θεού Καρυώτισσα».Κατασκευάστηκε στην Κωνσταντινούπολη κατά το πρότυπο της Παναγίας Ελεούσας του Κύκκου της Κύπρου,έργο του Ευαγγελιστού Λουκά και απεικονίζει την Θεοτόκο με τη μορφή που είχε λίγο πριν την κοίμησή της.
Στις 3 Οκτωμβρίου 1913, μετά από ολονύκτια αγρυπνία στο Ναό του Πρωτάτου στις Καρυές ,οι Αγιορείτες μοναχοί συνέταξαν το μνημειώδες ψήφισμα της αιωνίου και αδιασπάστου ενώσεως με την Μητέρα Ελλάδα και το υπέγραψαν ένας-ένας με μετάνοια ενώπιον της εικόνας αυτής.Μπροστά στην εφέστια εικόνα του Άθωνα, «εγένετο ο συναγερμός του αγιορειτικού κόσμου και γονυπετώς υπέγραψαν οι σεβαστοί Καθηγούμενοι και Προιστάμενοι των ιερών Μονών το ψήφισμα της αιωνίου ενώσεως του Αγίου Όρους μετά της Μητρός Ελλάδος».
Η πρώτη έξοδος της εικόνος «Άξιον Εστί» από το Άγιον Όρος έγινε το 1963 κατά τον εορτασμό της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, όταν μεταφέρθηκε στην Αθήνα,όπου την προσκύνησαν πλήθη πιστών.
Το 1985 μεταφέρθηκε με πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού για προσκύνηση στη Θεσσαλονίκη, όπου οι επίσημοι της πόλεως την υποδέχθηκαν μπροστά στο Λυκό Πύργο με τιμές Αρχηγού Κράτους.
main menu
Απενεργοποιημένη Λειτουργία
9 Ιουν 2009
Σημασία έχει να μπούμε στον Παράδεισο ....
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ ΔΑΜΒΑΚΕΡΑΚΗΣ, 1908 - 2000
(Ο τελευταίος Ασκητής του Κρητικού Νότου)
Τον γνώρισα μια πολύ σημαντική μέρα της ζωής μου. Ηταν η μέρα του γάμου μου με τη θυγατέρα της αγαπημένης του πρωτοεξαδέλφης, και τον αντίκρισα για πρώτη φορά μέσα στον περικαλλή Ναό του Αγίου Τίτου στο Ηράκλειο, να στέκεται ανάμεσα στο πλήθος ευθυτενής, μεγαλοπρεπής, σοβαρός, συγκινημένος, δίνοντας την εντύπωση ότι καθ’ όλη τη διάρκεια του Ιερού Μυστηρίου προσευχόταν εκ βαθέων.
Εκείνη τη μέρα έμαθα πως ήταν ο Γέροντας Θεοδόσιος Δαμβακεράκης, πρωτοεξάδελφος της πεθεράς μου, και ασκούνταν πνευματικά στην περιοχή της Κατεβατής Ακουμίων, όπου είχε δημιουργήσει με πολλούς κόπους και μεγάλες θυσίες το Ησυχαστήριο του Αγίου Αντωνίου, τον οποίο ιδιαίτερα ευλαβείτο.
Όταν πλησίασε, μεταξύ των πρώτων, να μας ευχηθεί, θεώρησα εκείνη την τιμή μεγάλη ευλογία και καλό πνευματικό εφόδιο για την αρχή της καινούργιας ζωής μας. Αυθόρμητα έσκυψα και του φίλησα με μεγάλο σεβασμό το χέρι κι αυτός βλέποντας την πηγαία και ειλικρινή έκφραση των συναισθημάτων που είχαν πλημμυρίσει την ψυχή μου μου το ανταπέδωσε στο πολλαπλάσιο, αγκαλιάζοντάς με, φιλώντας με και λέγοντάς μου να είναι ευλογημένη από τον Θεό η καινούργια ζωή μου.
Έκτοτε συνδέθηκα μαζί του στενά και πάντα, όταν πήγαινα στα Σακτούρια, περνούσα οπωσδήποτε από το Ησυχαστήριο του Αγίου Αντωνίου στην Κατεβατή, για να δω το Γέροντα, να πάρω την ευχή του και να συζητήσουμε. Αυτή η πολύχρονη, πλέον των δεκαοκτώ ετών, επικοινωνία μου μαζί του υπήρξε πνευματικά καρποφόρα και άφησε τα άγια ίχνη του στη συνείδησή μου.
Θα μου μείνει αξέχαστη η πραεία μορφή του, η απλότητά του, η συγκατάβαση με την οποία αντιμετώπιζε το συνομιλητή του, η αγνότητά του, η αγαθή ψυχή του, η απέραντη αγάπη του στον Θεό και η συνεχής αναζήτηση της σωτηρίας της ψυχής του.
Πολλές φορές συζητώντας μου έλεγε: "Τι λες, δάσκαλε, θα σωθούμε; Θα μας ελεήσει ο Θεός;"
Και το έλεγε αυτό με απλότητα και αγνότητα μικρού παιδιού, αλλά και με επίγνωση ότι αυτό ήταν και είναι ο σκοπός της ύπαρξης του ανθρώπου πάνω στη γη και ιδιαίτερα του Ορθόδοξου Χριστιανού.
Εκεί, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Αντωνίου, δημιούργησε ο Γέροντας Θεοδόσιος, με εξαντλητική προσωπική εργασία, μια αληθινή όαση. Τρεις μικρούς κατανυχτικούς Ναούς, αφιερωμένους στην Παναγία, στον Άγιο Αντώνιο και στον Άγιο Νεκτάριο. Στο Ναό της Παναγίας ο Γέροντας τοποθέτησε μια εικόνα της Παναγίας μεγάλων διαστάσεων με την προσωνυμία "Ρόδον το Αμάραντον", που αποτελεί μεγάλη ευλογία για το Ησυχαστήριο και για ολόκληρη την περιοχή.
Κάποτε του ζήτησα να μου διηγηθεί την ιστορία της ζωής του. Δίστασε… δεν έδειξε ενδιαφέρον. "Τι σημασία έχουν όλα αυτά", μου είπε "σημασία έχει να μπούμε στον Παράδεισο. Θα τα καταφέρουμε;" Μπροστά όμως στην επιμονή μου υποχώρησε και ικανοποίησε πολύ συνοπτικά την "περιέργειά" μου.
Γεννήθηκε στα Ακούμια Αγίου Βασιλείου το έτος 1908 και ήταν το πέμπτο
στη σειρά παιδί του Στυλιανού Δαμβακεράκη και της καταγόμενης από τα Σαχτούρια Μαρίας, το γένος Κοτσυφάκη. Όταν τον βάφτισαν, τον ονόμασαν Θεμιστοκλή. Η οικογένειά του διακρινόταν για την ευσέβειά της και την προσήλωσή της στις θρησκευτικές παραδόσεις.
Σε ηλικία 14 περίπου ετών ένα θαυμαστό γεγονός που συνέβη στο νεαρό Θεμιστοκλή στην Κατεβατή, κοντά στον παλαιό, ερειπωμένο τότε, Ναό του Αγίου Αντωνίου υπήρξε καθοριστικό για τη μετέπειτα ζωή του. Νέος στρατεύθηκε και πολέμησε στο βορειοηπειρωτικό μέτωπο στο οποίο, όπως έλεγε ο ίδιος, διατηρήθηκε "αβλαβής και καθαρός".
Επιστρέφοντας από το Μέτωπο στην Κρήτη πέρασε από την Καλαμάτα, όπου έγινε μοναχός σε Μοναστήρι της περιοχής στο οποίο παρέμεινε 7 χρόνια. Μετά επέστρεψε στα Ακούμια και άρχισε να δημιουργεί στην Κατεβατή το υπέροχο έργο του.
Ανοικοδόμησε τον παλαιό Ιερό Ναό του Αγίου Αντωνίου, τη στέγη, το τέμπλο, τον περίβολο του Ναού. Στη συνέχεια διαμόρφωσε τον περιβάλλοντα χώρο, έφτιαξε γύρω γύρω μπεντένι, μικρά κελιά, φύτεψε δέντρα και διαμόρφωσε το χώρο για τη δημιουργία ενός μικρού κήπου, για να εξασφαλίσει τα αναγκαία για τη λιτή διατροφή του.
Στη συνέχεια έχτισε το Ναό της Παναγίας στη θέση ενός τεράστιου βράχου, που υπήρχε στο βορειοδυτικό άκρο του Ησυχαστηρίου. Μέσα σ' αυτό το Ναό τοποθέτησε τη μεγάλη εικόνα "ρόδον το Αμάραντον" με κεντρικό πρόσωπο την Παναγία και γύρω απ' αυτήν μικρότερες εικόνες, ενσωματωμένες στη μεγάλη, σχετικές επίσης με την επί γης ζωή της Θεομήτορος.
Αργότερα, έκτισε και το Ναό του Αγίου Νεκταρίου, λίγο ανατολικότερα από το Ναό της Παναγίας, τον οποίο ο Γέροντας ευλαβείτο πολύ. Στο χτίσιμο του Ναού του Αγίου Νεκταρίου βοήθησαν σημαντικά οι τεχνίτες που οικοδόμησαν το Ναό της Παναγίας, ύστερα από ένα θαυμαστό γεγονός του οποίου έγιναν αυτόπτες μάρτυρες.
Ο Γέροντας καμάρωνε ταπεινά το Ησυχαστήριό του, αυτό το υπέροχο δημιούργημα των χειρών του και κυρίως της Πίστεώς του και της απόλυτης και χωρίς όρους αφοσίωσής του στον Θεό. Η πόρτα του Ησυχαστηρίου του ήταν πάντα ανοιχτή και η φιλοξενία αβραμιαία.
Το "τυπικό" της φιλοξενίας του ήταν χαρακτηριστικό.
"Πήγαινε στον Αγιο Αντώνιο να προσκυνήσεις και θα έρθω κι εγώ σε λίγο", έλεγε στον προσκυνητή, αφού πρώτα τον χαιρετούσε και του έδινε την ευχή του. Σε λίγο ερχόταν και ο ίδιος στο μικρό, κατανυχτικό Ναό. Σου έλεγε να καθίσεις και καθόταν κι αυτός στο στασίδι δίπλα στο αναλόγιο. Με αγάπη, με απλότητα, με ταπείνωση, με διάκριση συζητούσε μαζί σου και κυρίως τον άκουγες να μιλεί και να απαντά σε ό,τι τον ρωτούσες. Πάντα ήταν εμφανής ο πόθος του και η πνευματική "αγωνία" του για τη σωτηρία έστω και μιας ψυχής.
Στη συνέχεια στο μικρό του κελάκι με την "καλογερική ακαταστασία", που ανέδιδε όμως πνευματική ευωδία, συνεχιζόταν η συζήτηση και η φιλοξενία.
Όταν έφευγες σου έδινε απαραίτητα μοσχοθυμίαμα, φτιαγμένο από τον ίδιο με νηστεία, προσευχή και δάκρυα. Κι εσύ αναχωρούσες αναπαυμένος ψυχικά και λαχταρούσες πότε θα ερχόταν ξανά η ώρα να τον συναντήσεις και πάλι.
Ο Γέροντας επισκέφθηκε δύο φορές το πνευματικό προπύργιο του Ορθόδοξου Μοναχισμού, το Άγιον Όρος, το πάντερπνο και πανεύοσμο Περιβόλι της Παναγίας, στο οποίο ασκείται πνευματικά και ένας κατά σάρκα ανιψιός του, γιος της αδελφής του Καλλιόπης.
Τότε επισκέφθηκε στο Κουτλουμουσιανό Κελί της Παναγούδας το Γέροντα Παΐσιο (1924-1994), το μεγάλο Αθωνίτη Ασκητή και μίλησαν αρκετή ώρα οι δύο τους. Η χαρά του ήταν απερίγραπτη, έκανε πραγματικά σαν μικρό παιδί, έπλεε σε πελάγη πνευματικής ευτυχίας, γιατί ο π. Παΐσιος του έδειξε ειλικρινή αδελφική αγάπη και του είπε ότι το έργο που επιτελεί στο Ησυχαστήριό του στην Κατεβατή Ακουμίων είναι ευάρεστο στον Θεό.
Εκτοτε, όταν τον ρωτούσε κανείς για τις εντυπώσεις του από το Αγιον Όρος, έλεγε: "Για να ωφεληθείς πηγαίνοντας στο Αγιον Όρος πρέπει να πας με πρόθεση και απόφαση μετανοίας… Και συμπλήρωνε πως "κάθε Μοναστήρι, παιδάκι μου, είναι κι ένα μικρό Αγιον Όρος που μπορεί να μας βοηθήσει να σώσομε την ψυχή μας".
Πήγε και στους Αγίους Τόπους τρεις φορές. Επισκέφθηκε και προσκύνησε όλα τα μέρη που άφησε τα άγια ίχνη της παρουσίας Του στη γη ο Χριστός και έλαβε "ανακαινιστικόν βάπτιστα" στα κρυστάλλινα "ρείθρα" του Ιορδάνη.
Λίγο πιο κάτω από το Ησυχαστήριό του στην Κατεβατή ασκούνταν ο Γέροντας Γεννάδιος (+1987) στην Αγία Άννα, στην ευρύτερη περιοχή της Ακουμιανής Γιαλιάς. Εζησαν μαζί 35 χρόνια, επισκέπτονταν ο ένας το Ησυχαστήριο του άλλου, και τους έδενε βαθύτατος αδελφικός πνευματικός δεσμός.
Ο Γέροντας Θεοδόσιος μιλούσε πάντα με πνευματικό θαυμασμό για το Γέροντα Γεννάδιο και έλεγε συχνά: "Ο π. Γεννάδιος είχε παραρίξει το σώμα του αλλά αυτό ωφέλησε πολύ την ψυχή του".
Ο Γέροντας Θεοδόσιος είχε "δι' αλληλογραφίας" επικοινωνία με πολλούς πιστούς σ' ολόκληρη την Ελλάδα. Απαντούσε σ' όλες τις επιστολές που έπαιρνε και το έκανε αυτό ως τα βαθιά του γεράματα παρά τη σωματική του αδυναμία. Μ' αυτό τον τρόπο εκδήλωνε για άλλη μια φορά τη γνήσια δελφική αγάπη του προς το συνάνθρωπο, γιατί ο Γέροντας έλεγε συχνά ότι τον Θεό θα τον αγαπήσομε πραγματικά με την αγάπη, τη συγκατάβαση και τη βοήθεια, που θα προσφέρομε στους συνανθρώπους μας.
Είχε πάντα στο νου του στους καλούς λογισμούς, ποτέ δεν σκεφτόταν ούτε περνούσε από το μυαλό του το κακό. Η σκέψη του "ταξίδευε" πάντα στα δροσόλουστα, χλοερά, μυροβόλα λιβάδια των καλών λογισμών, δείγμα κι αυτό ανεξίκακης και φιλόκαλης καρδιάς. Όταν έπαθε σοβαρή ζημιά ο Ναός του Αγίου Αντωνίου από φωτιά, που προκλήθηκε μάλλον από κάποιο αναμμένο κερί, που ξεχάστηκε, μου είπε με απλότητα και αγνότητα μικρού παιδιού: "Ισως ήταν από τον Θεό να γίνει αυτό, για να με κάμει να φτιάξω άλλο καμπαναριό, γιατί το παλιό ήταν ετοιμόρροπο να πέσει και υπήρχε σοβαρός κίνδυνος για τους προσκυνητές".
Στις συζητήσεις του με τους κοσμικούς ο Γέροντας Θεοδόσιος τόνιζε πάντα με έντονο τρόπο τη χοϊκή καταγωγή και προέλευση του ανθρώπου, τη ματαιότητα αυτού του κόσμου αλλά και την καθοριστική σημασία που είχε για τον άνθρωπο η παρούσα ζωή για την κατάχτηση της αιώνιας.
Έλεγε χαρακτηριστικά ότι ο άνθρωπος πρέπει να αξιοποιήσει στο έπακρον και με τον καλύτερο τρόπο την επίγεια ζωή του, για να καταχτήσει
και να απολαύσει πνευματικά την ουράνια και αιώνια ζωή.
Έδινε ιδιαίτερη σημασία στο θέμα της νηστείας, θεωρώντας την βασικό στοιχείο της πνευματικής ζωής του χριστιανού.
"Χωρίς νηστεία, αγρυπνία και προσευχή", έλεγε, "δεν πολεμούνται τα ανθρώπινα πάθη" και συνιστούσε ιδιαίτερα την πνευματική νηστεία, δηλαδή τη "νηστεία" των παθών, των αδυναμιών, των ανθρώπινων λαθών.
Για να ενισχύσει τους πιστούς που τον επισκέπτονταν και του εξέφραζαν τον προβληματισμό και την απογοήτευσή τους για τη σημερινή κατάσταση του κόσμου και την πνευματική κούραση που τους προκαλούσε αυτή η κατάσταση έλεγε με πειστικότητα:
"Το τριαντάφυλλο δεν χάνει την ευωδιά του ακόμη κι αν πέσει μέσα στη λάσπη… το χρυσάφι, ακόμη κι αν ανακατευθεί με το χώμα, δεν χάνει την αξία και τη λάμψη του. Έτσι και ο πιστός, ο αληθινά πιστός άνθρωπος δεν χάνει την πίστη του, την πνευματικότητά του ζώντας μέσα στον κόσμο".
Ο Γέροντας Θεοδόσιος υπηρέτησε το Θεό πολλές δεκαετίες με πνευματικό ηρωισμό, αυτοθυσία και αυταπάρνηση και αξιώθηκε να φθάσει σε βαθύτατο γήρας έχοντας "καθαρότητα νοός" και ζώντας πάντα έντονα την εν Χριστώ Ιησού ζωή.
Την Τετάρτη 22 Νοεμβρίου η αγνή ψυχή του ταπεινού τελευταίου ασκητή του αγιοτόκου κρητικού Νότου, όπως εύστοχα ονόμασε το Γέροντα Θεοδόσιο στο περίπυστο έργο του "Μοναστήρια και ερημητήρια της Κρήτης" ο διακεκριμένος συγγραφέας και δημοσιογράφος κ. Νίκος Ψιλάκης, έσπασε τα γήινα δεσμά και πέταξε στην απεραντοσύνη της Ανω Ιερουσαλήμ, στο αιώνιο φως της Βασιλείας των Ουρανών.
Την επόμενη μέρα πλήθος ιερέων, με επικεφαλής τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Λάμπης και Σφακίων κ. Ειρηναίο, και εκατοντάδες πιστών προέπεμψαν τον μακαριστό Γέροντα στην τελευταία επίγεια κατοικία του, στον "οίκο του", όπως ο ίδιος αποκαλούσε τον τάφο του, που τον είχε φτιάξει πολλά χρόνια πριν δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Αντωνίου.
Ήταν όλοι σίγουροι, είμαστε όλοι όσοι τον γνωρίζαμε σίγουροι ότι ο Θεός περίμενε την αγιασμένη ψυχή του στις όχθες της επουρανίου Τιβεριάδος, για να απευθύνει στο Γέροντα το ευαγγελικόν: "Ευ, δουλέ, αγαθέ και πιστέ.
Επί ολίγα ης πιστός επί πολλών σε καταστήσω.
Είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου".
Tου εξαιρετικού Αντώνη Στιβακτάκη
2 Ιουν 2009
Υπάρχει μιά αμαρτία που ..δεν συγχωρείται
ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
Καθώς και αυτός οπού λέει ότι δεν μπορεί κάποιος στην παρούσα γενιά να γίνει μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, αλλά και αυτός που δυσφημεί τις ενέργειες του Πνεύματος και τις αποδίδει στο αντίθετο πνεύμα, εισάγει νέα αίρεση στην Εκκλησία του Θεού.
Αγαπητοί μου αδελφοί το ιερότατο απόφθεγμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού λέει, ότι « Κάθε αμαρτία και βλασφημία θα συγχωρηθεί στους ανθρώπους , όποιος όμως βλασφημήσει κατά του Αγίου Πνεύματος , δεν θα συγχωρηθεί ούτε στον παρόντα αιώνα ούτε στον μέλλοντα» .
Ας εξετάσουμε λοιπόν ποια είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. Βλασφημία λοιπόν κατά του Αγίου Πνεύματος είναι το να αποδίδουμε τις ενέργειές του στον αντίθετο Πνεύμα, καθώς αναφέρει ο Μέγας Βασίλειος.
Πώς όμως το κάνει κάποιος αυτό; Όταν ή ενώ γίνονται θαύματα δια του Αγίου Πνεύματος, ή ενώ βλέπει κάποιο άλλο θείο χάρισμα σε έναν από τους αδελφούς του -εννοώ δηλαδή , κατάνυξη, δάκρυα, ταπείνωση, θεία γνώση, λόφο της άνωθεν σοφίας ή κάποιο άλλο που χαρίζεται από το Άγιο Πνεύμα σε όσους αγαπούν τον Θεό- ισχυρίζεται ότι αυτό προέρχεται από απάτη του διαβόλου .
Αλλά και όποιος λέει ότι ότι πλανώνται από τους δαίμονες όσοι οδηγούνται από το θείο Πνεύμα ως υιοί του Θεού, και πράττουν τις εντολές του πατέρα τους και Θεού, και αυτός βλασφημεί το Άγιο Πνεύμα που ενεργεί σε αυτούς, όπως ακριβώς δηλαδή έπραξαν κάποτε και οι Ιουδαίοι στον Υιό του Θεού.
Εκείνοι έβλεπαν δαίμονες να διώχνονται από τον Χριστό, και βλασφημούσαν κατά του Αγίου Πνεύματος κι έλεγαν οι αναιδείς με αναίδεια: «Δια του Βελζεβούλ του άρχοντα των δαιμονίων , βγάζει τα δαιμόνια».
Αλλά μερικοί ενώ τα ακούνε αυτά, δεν τα ακούνε, και ενώ τα βλέπουν, και όλα τα έργα που αναφέρει η θεία Γραφή ότι γίνονται από το Άγιο Πνεύμα και από θεία ενέργεια- σαν να έχασαν τα λογικά τους και απέρριψαν όλη τη θεία Γραφή από την ψυχή τους και απέβαλαν τη γνώση της διανοίας τους που προέρχεται από αυτή- δεν φρίττουν να λένε ότι γίνονται από μέθη και δαιμονική ενέργεια.
Όπως λοιπόν οι άπιστοι και τελείως αμύητοι στα θεία μυστήρια, κι αν ακόμη ακούσουν περί θείας λάμψης , κι αν περί φωτισμού της ψυχής και του νου, κι αν περί θεωρίας και απαθείας, κι αν περί ταπείνωσης και δακρύων που ρέουν με την ενέργεια και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, αμέσως, σαν να μην μπορούν να αντέξουν την υπερβολική αίγλη και δύναμη των λόγων , επειδή μάλλον σκοτίζονται, παρά φωτίζονται τα μάτια της καρδιάς, αποφαίνονται με θράσος ότι αυτά προέρχονται από την πλάνη των δαιμόνων. Και δεν φρίττουν ούτε με την κρίση του Θεού, ούτε για την βλάβη που προκαλούν σε όσους την ακούν , αλλά οι θρασείς σε όλους με αναίδεια διακηρύσσουν ότι τίποτε τέτοιο δεν γίνεται από τον Θεό σε κανέναν από τους πιστούς.
Αυτό είναι ασέβεια μάλλον παρά αίρεση.
Αίρεση είναι μεν το να παρεκκλίνει ένας σε κάποιο από τα υπάρχοντα δόγματά μας σχετικά με την ορθή πίστη μας, το να λέει όμως ότι στα τελευταία χρόνια δεν υπάρχουν αυτοί που αγαπούν τον Θεό, ούτε αξιώνονται να λάβουν το Άγιο Πνεύμα και να βαπτιστούν `από αυτό ως υιοί του Θεού, ώστε να γίνουν θεοί με γνώση και εμπειρία και θεωρία, ανατρέπει ολόκληρη την οικονομία του Θεού και σωτήρα μας Ιησού Χριστού, και αρνείται φανερά την ανακαίνιση και ανάκληση της φθαρμένης; Και θανατωμένης εικόνας, που πλάστηκε για να μείνει άφθαρτη και να κληθεί στην αθανασία.
Και όπως δεν είναι ποτέ δυνατόν να σωθεί εκείνος που δεν βαπτίσθηκε δια ύδατος και Πνεύματος, έτσι ούτε αυτός που μετά το βάπτισμα αμάρτησε, αν δεν βαπτισθεί άνωθεν και δεν αναγεννηθεί, καθώς ο Κύριος βεβαιώνοντας αυτό, είπε στον Νικόδημο: « Εάν δεν γεννηθεί κανείς άνωθεν, δεν θα εισέλθει στην βασιλεία των ουρανών» και προς τους αποστόλους πάλι: « ο Ιωάννης βάπτισε με νερό εσείς όμως θα βαπτισθείτε με το Άγιο Πνεύμα».
Αυτός λοιπόν που αγνοεί και το βάπτισμα που έλαβε σε νηπιακή ηλικία μέσα στο νερό, και δεν γνωρίζει καν ότι βαπτίσθηκε, αλλά δέχθηκε με το βάπτισμα με την πίστη μόνο και το αποδυνάμωσε με μύριες αμαρτίες, και αρνείται το δεύτερο- εννοώ αυτό που δίνεται άνωθεν από το Πνεύμα με την φιλανθρωπία του Θεού σε όσους το ζητούν με μετάνοια-, με ποιόν άλλον τρόπο θα μπορέσει ποτέ να σωθεί; Με κανέναν.
Για αυτό σας λέγω, και δεν θα πάψω να λέγω: «Όσοι μολύνατε το πρώτο βάπτισμα με την παράβαση των εντολών του Θεού, να μιμηθείτε την μετάνοια του Δαυίδ και των άλλων αγίων, και με κάθε προσπάθεια με ποικίλα έργα και λόγια να επιδείξετε άξια μετάνοια, ώστε να προσελκύσετε πάνω σας την χάρη του Πνεύματος». Διότι αυτό το Πνεύμα, αφού κατέλθει πάνω σας, θα γίνει για σας κολυμπήθρα φωτόμορφη, και αφού αγκαλιάσει όλους σας με ανείπωτο τρόπο, θα σας αναγεννήσει και θα σας καταστήσει, από φθαρτούς, άφθαρτους και από θνητούς αθάνατους, και από παιδιά ανθρώπων υιούς του Θεού και θεούς δια της υιοθεσίας και της χάριτος- αν βέβαια και θέλετε να αναδειχθείτε συγγενείς και συγκληρονόμοι των αγίων, και να εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών μαζί με όλους αυτούς.
Όσα θαυμάσια του Θεού είδα, και γνώρισα έμπρακτα και με την πείρα, τα διακηρύσσω ως ευρισκόμενος ενώπιον του Θεού και φωνάζω με δυνατή φωνή: «Τρέξτε όλοι πριν κλειστεί για σας με το θάνατο η θύρα της μετανοίας. Τρέξτε για να προλάβετε πριν από το θάνατο. Βιαστείτε, για να λάβετε. Κτυπήστε ώστε, πριν πεθάνετε, να σας ανοίξει ο Δεσπότης τις πύλες του Παραδείσου και να σας εμφανιστεί.
Βιαστείτε να αποκτήσετε μέσα σας συνειδητά τη βασιλεία των ουρανών, η οποία είναι το Άγιο Πνεύμα, και να μη φύγετε από δω χωρίς αυτήν, και μάλιστα, όσοι φαντάζεστε ότι την έχετε μέσα σας χωρίς να το γνωρίζετε, ενώ δεν έχετε τίποτα εξαιτίας της υπερηφάνειας σας».
Πώς λοιπόν, πες μου σε παρακαλώ, μπορεί να δει τον Πατέρα του Χριστού αυτός που δεν απέκτησε νου Χριστού; Διότι λέει: « Εμείς έχουμε νου Χριστού, και με τούτο ξέρουμε ότι ο χριστός είναι μέσα μας, από το Πνεύμα το οποίο μας έδωσε. Διότι δεν λάβαμε πνεύμα δουλείας που φέρει πάλι την κατάσταση του φόβου, αλλά πνεύμα υιοθεσίας, δια του οποίου φωνάζουμε αββά, Πατέρα», και «ο Θεός που είπε να λάμψει φως από το σκοτάδι, αυτός έλαμψε μέσα μας».
Και πάλι «Αν ζητάτε απόδειξη για τον Χριστό ο οποίος μιλά δι' εμού» διότι όπως η γυναίκα δεν χρειάζεται να πληροφορηθεί από άλλον ότι συνέλαβε στην κοιλιά της, αλλά αυτή η ίδια μέσα της αντιλαμβάνεται από το σταμάτημα των αιμάτων, από τα σκιρτήματα του βρέφους εντός της και από την ανορεξία για πολλές τροφές, ότι έχει συλλάβει, έτσι και η ψυχή, όταν ο Χριστός δια του Αγίου Πνεύματος κατοικήσει μέσα της, δεν χρειάζεται να το πληροφορηθεί από άλλον.
Η ίδια βλέπει ευθύς να σταματούν τα ακάθαρτα αίματα των συνηθισμένων της παθών και να κόβεται η όρεξη για πολλές τροφές και να μισεί υπερβολικά κάθε ηδονή. Τότε και αυτή που έγινε πνευματοφόρος, μαζί με τον προφήτη λέει στον Θεό: «Για τον φόβο σου Κύριε, συνελάβαμε και νιώσαμε τους πόνους του τοκετού και γεννήσαμε πνεύμα σωτηρίας σου πάνω στη γη.» Αυτός όμως που δεν βλέπει μέσα του τον Χριστό να λαλεί, δια μέσου ποιού ή πως θα πει «Αββά ο Πατήρ»; Και αυτός που δεν απέκτησε ενσυνείδητα μέσα του την βασιλεία των ουρανών, πως θα εισέλθει σε αυτήν μετά τον θάνατο;
Αυτός που δεν βλέπει να μένει μέσα του δια του Πνεύματος ο Υιός μαζί με τον Πατέρα, πως είναι δυνατόν στον μέλλοντα αιώνα να βρεθεί μαζί τους, καθώς ο Κύριος είπε: «Πατέρα , θέλω όπου είμαι εγώ, να είναι μαζί μου και εκείνοι που μου έδωσες», και πάλι « Δεν παρακαλώ μόνο για αυτούς αλλά και για εκείνους που θα πιστέψουν με το κήρυγμά τους σε μένα, για να είναι όλοι ένα, καθώς εσύ Πατέρα είσαι ενωμένος με εμένα κι εγώ με σένα, να είναι ενωμένοι και εκείνοι με εμάς. Κι εγώ τους έδωσα τη δόξα που μου έδωσες, για να είναι ένα μεταξύ τους , όπως είμαστε εμείς ένα. Εγώ ενωμένος μαζί τους και εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε να αποτελούν μια τέλεια ενότητα, κι έτσι ο κόσμος να καταλαβαίνει ότι με έστειλες εσύ και τους αγάπησες όπως αγάπησες εμένα.»
Απαντήστε μου , παρακαλώ στην ερώτηση: «Τι λοιπόν, ο Πατήρ αγαπά τον Υιό χωρίς να τον γνωρίζει και να τον βλέπει;» Ασφαλώς θα απαντούσατε «Όχι». Γιατί αν παραδεχθούμε αυτό και δογματίσουμε ότι ο πατέρας και ο υιός δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, η πίστη μας εξαφανίζεται και χάνεται. Και αν εκείνοι δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε ότι κι εμείς δεν τους γνωρίζουμε καθόλου.
Αν συμβαίνει αυτό, τότε είμαστε άθεοι μη έχοντας γνώση. Εάν όμως- καθώς εκείνος λέει- «γνωρίζει ο Πατέρας τον υιό και ο Υιός γνωρίζει τον Πατέρα» και ως Θεός συνυπάρχει με τον Θεό και Πατέρα, και ο Πατέρας ομοίως συνυπάρχει με τον Υιό, όπως όταν λέει: « Όπως εσύ Πατέρα είσαι ενωμένος με εμένα και εγώ με εσένα, έτσι και αυτοί να μείνουν ενωμένοι μαζί μου και εγώ μαζί τους» δηλώνει ότι στη μεταξύ τους ένωση είναι καθ΄ όλα ίσοι.
Με την διαφορά ότι η μεν ένωση του Υιού με τον πατέρα είναι φυσική και συνάναρχη, ενώ η δική μας ένωση με τον Υιό γίνεται δια της υιοθεσίας και της χάριτος, όμως όλοι είμαστε ενωμένοι με τον Θεό και αχώριστοι επί το αυτό, καθώς ο ίδιος πάλι λέει: « Εγώ ενωμένος μαζί τους και εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε να αποτελούν μια τέλεια ενότητα» γιατί; « για να γνωρίζει ο κόσμος ότι συ με έστειλες και ότι τους αγάπησα καθώς εσύ αγάπησες εμένα» και ο Παύλος λέει:
«Τώρα δεν υπάρχει πια Έλληνας και Ιουδαίος, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά ο Χριστός είναι τα πάντα και εις πάντας».
Αυτά λοιπόν να τα ακούσετε όσοι νομίζετε ότι είστε πνευματικοί, και να πιστεύετε σε εκείνον που τα λέει, και εμένα που σας μιλώ με τα λόγια της χάριτος και τις δωρεές τις οποίες λαμβάνουν από τον Θεό όσοι με πίστη θερμή προστρέχουν σε αυτόν και πράττουν τις εντολές του, να με απαλλάξετε από κάθε κατηγορία. «Εάν όμως», λέει, « δεν υπάρχει τέτοιος άνθρωπος στους σημερινούς καιρούς, τι απαντάς;»
Γιατί δεν υπάρχει, πες μου; «Διότι,»λέει «και να θέλει κάποιος δεν μπορεί να γίνει τέτοιος στους σημερινούς καιρούς, αλλά και εκείνος που δεν θέλει , δεν μπορεί να γίνει». Εάν λοιπόν ισχυρίζεται ότι και αν θέλει δεν μπορεί, τότε που θα αποδώσουμε το «Όσοι όμως τον δέχτηκαν, τους έδωσε την εξουσία να γίνουν υιοί του Θεού» και το «Εγώ είπα, είσαστε θεοί και υιοί του Υψίστου όλοι σας» και το « Να γίνεσθε άγιοι, διότι εγώ είμαι άγιος»;
Εάν όμως αυτός που δεν θέλει δεν γίνεται, βλέπε ότι συ καταδίκασες τον εαυτό σου, με το να μην θέλεις και να μην έχεις την προαίρεση να γίνεις. Γιατί αν θέλεις, μπορείς να γίνεις.
Κι αν εσύ δεν συγκαταλέγεσαι στους αγίους, όμως υπάρχουν πάρα πολλοί, Θεού θέλοντος, τους οποίους εσύ δεν γνωρίζεις. Γιατί αν στην εποχή του Ηλία ο Θεός είχε επτά χιλιάδες που δεν προσκύνησαν τον Βάαλ, πολύ περισσότερο τώρα, που σκόρπισε πλουσιοπάροχα πάνω μας το Άγιο Πνεύμα του. Αν κάποιος δεν πετάξει από πάνω του , όλα όσα τον εμποδίζουν να εισέλθει στην βασιλεία των ουρανών και δεν προσέλθει γυμνός και δεν ζητήσει να λάβει, η αιτία έγκειται σε αυτόν που δεν θέλει κι όχι στον Θεό.
Διότι όπως ακριβώς η φωτιά με σφοδρότητα και φυσιολογικά πλησιάζει τα ξύλα και τα ανάβει, με τον ίδιο τρόπο και η χάρις του παναγίου και προσκυνητού Πνεύματος, ζητεί να αγγίξει τις ψυχές μας για να φωτίσει όσους βρίσκονται στον κόσμο και, δια μέσου των φωτιζόμενων, να κατευθύνει τα βήματα των πολλών, ώστε προχωρώντας και αυτοί καλά να πλησιάσουν στη φωτιά, και ένας ένας ή όλοι μαζί, εάν είναι δυνατόν, να ανάψουν μαζί και να λάμψουν ως θεοί ανάμεσά μας, για να ευλογείται και πληθύνεται το σπέρμα του Θεού του Ιακώβ και πάντα να υπάρχει ο θεοειδής άνθρωπος που θα λάμπει ως φως επάνω στη γη.
Γι΄ αυτό λοιπόν, όπως βλέπετε, φωνάζω προς εσάς, χρησιμοποιώντας τα προφητικά λόγια: «Προσέλθετε προς αυτόν και φωτισθείτε και τα πρόσωπα των συνειδήσεων σας, δεν θα καταισχυνθούν».
Γιατί αφού παραδώσατε τους εαυτούς σας στην ραθυμία και στην αμέλεια και στις επιθυμίες και ηδονές της σάρκας, ισχυρίζεστε ότι σας είναι αδύνατον να καθορισθείτε με την μετάνοια και να προσεγγίσετε τον Θεό; Και όχι μόνον αυτό, αλλά και ότι τάχα δεν είναι δυνατόν να λάβετε τη χάρη του Πνεύματος του, και με αυτή να αναγεννηθείτε και να υιοθετηθείτε και να ομοιωθείτε με αυτόν; Δεν είναι αυτό αδύνατον, δεν είναι!
Ήταν βέβαια αδύνατον, πριν από την παρουσία του πάνω στη γη από τότε όμως που ευδόκησε να γίνει άνθρωπος και να εξομοιωθεί μαζί μας κατά πάντα εκτός της αμαρτίας ο δεσπότης των όλων Θεός τα έκανε αυτά δυνατά και εύκολα για μας, δίνοντας μας την εξουσία να γίνουμε παιδιά Θεού και συγκληρονόμοι του. 1 Ιουν 2009
Ο αληθινός μας προορισμός ...
....Ο Nικόλας Mοτοβίλωφ είχε γράψει κάποιες σημειώσεις από μια συνομιλία του με τον άγιο Σεραφείμ, που βρεθήκανε ύστερ' από εβδομήντα χρόνια. Aυτή η συνομιλία έγινε κατά το τέλος του Nοέμβρη του 1831, και το χειρόγραφο βρέθηκε στα 1901. Iδού τι γράφει ο Mοτοβίλωφ:
"Ήτανε μια συννεφιασμένη μέρα. Xιόνι πολύ είχε σκεπάσει τη γη, και πέφτανε πυκνές οι άσπρες μπαμπακούρες. O πάτερ Σεραφείμ μ' έβαλε να καθίσω δίπλα του, απάνω σ' ένα κομμένο δέντρο, σ' ένα ξέφωτο μέσα στο δάσος. Ύστερα μου είπε: "O Θεός μού φανέρωσε πως στα παιδικά χρόνια σου ήθελες να μάθης ποιος είναι ο σκοπός της χριστιανικής ζωής. Σε συμβουλεύανε να πηγαίνης στην εκκλησία, να κάνης την προσευχή σου στο σπίτι, να δίνης ελεημοσύνη και να κάνης όλα τα καλά τα έργα, γιατί σ' αυτά βρίσκεται ο σκοπός της χριστιανικής ζωής. Mα δεν σε ικανοποιούσανε αυτά μοναχά. Λοιπόν σου λέγω πως η προσευχή, η νηστεία, οι αγρυπνίες και κάθε άλλο χριστιανικό έργο είναι πολύ καλά. Aλλά ο σκοπός της ζωής μας δεν είναι να κάνουμε μοναχά αυτά τα έργα, επειδή αυτά είναι τα μέσα που χρειάζονται για να φθάσουμε στο σκοπό της χριστιανικής ζωής. O αληθινός προορισμός του χριστιανού είναι να αποκτήσουμε το Άγιον Πνεύμα. Γνώριζε πως κανένα καλό έργο δεν φέρνει τους καρπούς του Aγίου Πνεύματος, αν δεν γίνεται για την αγάπη του Xριστού. Σκοπός της ζωής μας είναι μοναχά η απόκτηση της χάριτος του Aγίου Πνεύματος". Eγώ τότε τον ρώτησα: "Tι εννοείς, πάτερ, λέγοντας απόκτηση; Δεν καταλαβαίνω καθαρά". O Άγιος μου είπε: "Aποκτώ είναι το ίδιο με το κερδίζω. Ξέρεις τι θα πη κερδίζω χρήματα. Aποκτώ το Άγιον Πνεύμα είναι το ίδιο πράγμα. Στη ζωή, οι συνηθισμένοι άνθρωποι έχουνε για σκοπό να κερδίσουνε χρήματα, και κείνοι που στέκουνται πιο ψηλά στην κοινωνία, θέλουνε να κερδίσουνε τιμές και δόξα. Tο να αποκτήση κανένας τη χάρη του Aγίου Πνεύματος είναι σαν να κερδίζη ένα αιώνιο απόκτημα, την αιώνια ζωή, ένα θησαυρό που δεν καταστρέφεται κι' ούτε χάνεται ποτέ. Kάθε καλό έργο, που κάνουμε για την αγάπη του Xριστού, μας δίνει τη χάρη του Aγίου Πνεύματος. Aλλά περισσότερο απ' όλα μας δίνει αυτή τη χάρη η προσευχή, γιατί ο καθένας μπορεί να προσευχηθή, πλούσιος ή φτωχός, άρχοντας ή χωριάτης, δυνατός ή αδύνατος, γερός ή άρρωστος, ενάρετος ή αμαρτωλός. Λοιπόν ας συνάξουμε το θησαυρό της θεϊκής ευσπλαχνίας. Ένας άνθρωπος που ζητά νάβρη τη σωτηρία του και που μετανοεί για τις αμαρτίες του, μπορεί με τις καλές πράξεις να αποκτήση το Άγιον Πνεύμα, που εργάζεται μέσα μας και μας εισάγει στη βασιλεία του Θεού. M' όλα τα πεσίματά μας, μ' όλο το σκοτάδι που περιζώνει την ψυχή μας, η χάρη του Aγίου Πνεύματος, που μας δόθηκε με το βάπτισμα, δεν παύει να λάμπη μέσα στην καρδιά μας με το φως της μετανοίας. Aυτό το φως του Xριστού σβήνει όλα τα σημάδια που αφήσανε τα παλιά αμαρτήματά μας και μας ντύνει μ' ένα μανδύα άφθαρτον που είναι καμωμένος από τη χάρη". Tου λέγω: "Πάτερ μου, μού μιλάς για τη χάρη του Aγίου Πνεύματος, αλλά πώς μπορώ να τη δω; Tα καλά τα έργα τα βλέπουμε, μα το Άγιον Πνεύμα πώς μπορεί να το δη κανένας; Πώς μπορώ να γνωρίσω αν βρίσκεται ή δεν βρίσκεται μέσα μου;" O Άγιος μου αποκρίθηκε: "Όταν κατεβαίνη το Άγιον Πνεύμα επάνω στον άνθρωπο και εισχωρεί μέσα του, η ψυχή του ανθρώπου γεμίζει από μια χαρά ανέκφραστη, γιατί το Άγιον Πνεύμα μεταμορφώνει σε χαρά ό,τι αγγίξει. Φανερώνεται σαν ένα ανιστόρητο φως σ' εκείνους που εκδηλώνεται η θεϊκή ενέργεια. Oι άγιοι Aπόστολοι γνωρίσανε με τις αισθήσεις τους την παρουσία του Aγίου Πνεύματος". Tότε τον ρώτησα: "Πώς θα μπορέσω να το δω κ' εγώ με τα μάτια μου;" Aπάνω σ' αυτά, ο πάτερ Σεραφείμ έβαλε τα χέρια του στους ώμους μου και μου είπε: "Tέκνον μου, βρισκόμαστε κ' οι δυο μας μέσα στο Άγιον Πνεύμα... Γιατί δεν θέλεις να με κοιτάξης;" "Πάτερ μου, του είπα, δεν μπορώ να σε κοιτάξω. Tα μάτια σου βγάζουνε αστραπές. Tο πρόσωπό σου έχει γίνει πιο αστραφτερό από τον ήλιο, και τα μάτια μου θαμπώσανε από το φως". "Mη φοβάσαι, τέκνο του Θεού, είπε ο γέροντας. K' εσύ είσαι ολόφωτος όπως είμ' εγώ. Γιατί βρίσκεσαι μέσα στο Άγιον Πνεύμα. Aλλιώς δεν θα μπορούσες να με δης με την όψη που με βλέπεις". Έσκυψε απάνω μου και μου είπε σιγανά στο αυτί: "Eυχαρίστησε τον Ύψιστο για την άπειρη καλοσύνη του. Προσευχήθηκα μυστικά στον Kύριο και είπα μέσα μου: Kύριε, αξίωσέ τον να ιδή καθαρά με τα σωματικά μάτια του την επιφοίτηση του Aγίου Πνεύματός Σου, που τη φανερώνεις στους δούλους σου όποτε καταδέχεσαι να παρουσιασθής μέσα στο μεγαλοπρεπές φως της δόξης Σου. Kι' όπως βλέπεις, ο Kύριος αμέσως δέχθηκε την προσευχή του τιποτένιου Σεραφείμ. Πόση ευγνωμοσύνη πρέπει να χρωστούμε στο Θεό για τούτο το ανείπωτο δώρο που μας έδωσε! Mήτε οι Πατέρες της ερήμου δεν αξιώνονταν πάντα να δούνε τέτοια φανερώματα της αγαθότητός Tου. Λοιπόν, τέκνον μου, κοίταξέ με ελεύθερα. Mη φοβάσαι, ο Kύριος είναι μαζί μας".
Tότε πήρα θάρρος από τα λόγια του και τον κοίταξα. Mα μ' έπιασε τρόμος! Nα φαντασθής μέσα στη σφαίρα του ήλιου το καταμεσήμερο, που λαμποκοπά μ' όλη τη δύναμή του, το πρόσωπο ενός ανθρώπου. Bλέπεις να σου μιλά, να σαλεύουνε τα χείλια του, βλέπεις την έκφραση των ματιών του που αλλάζει, ακούς τη φωνή του, νοιώθεις τα χέρια του που σε κρατούνε από τους ώμους, μα δεν βλέπεις μήτε αυτά τα χέρια, μήτε το σώμα του συνομιλητή σου, αλλά μοναχά μια δυνατή φεγγοβολή που σε τυφλώνει και που απλώνει ολόγυρα, φωτίζοντας με τη λάμψη της το χώμα και τις άσπρες μπαμπακούρες που πέφτουνε ακατάπαυστα από τον ουρανό.
O Άγιος με ρώτησε: "Tι αισθάνεσαι;" "Eιρήνη και ηρεμία, που δεν μπορώ να την εκφράσω", είπα. "Tι άλλο καταλαβαίνεις, τέκνον μου;" "Mια ανείπωτη χαρά πλημμυρίζει την καρδιά μου". "Aυτή η χαρά που αισθάνεσαι, τέκνον μου, δεν είναι τίποτα μπροστά σε κείνη τη χαρά που γράφει ο άγιος Aπόστολος Παύλος 'ά οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, ά ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν' (A΄ Kορινθ. β΄, 9). Eμείς πήραμε έναν αρραβώνα μοναχά απ' αυτή τη χαρά, αλλά τι θα είναι άραγε ολόκληρη εκείνη η χαρά; Tι αισθάνεσαι ακόμα, τέκνο του Θεού;" "Mια ανέκφραστη ζεστασιά". "Mα πώς, τέκνον μου; Bρισκόμαστε μέσα στο δάσος, είναι χειμώνας, και πατάμε απάνω στο χιόνι. Ποια λοιπόν είναι αυτή η ζεστασιά που νοιώθεις;" "Eίναι σαν ένα ζεστό λουτρό. Aκόμα αισθάνομαι μια ευωδία, που τη νοιώθω για πρώτη φορά". O Άγιος είπε: "Tο γνωρίζω, το γνωρίζω, αυτό ίσια-ίσια ήθελα να μου πης. Aυτή η ευωδία είναι η ευωδία του Aγίου Πνεύματος. Kι' αυτή η ζεστασιά, που μου λες, δεν είναι γύρω μας, αλλά μέσα μας. Aυτή ζέσταινε τους ασκητάδες και δεν φοβόντανε το χειμωνιάτικο κρύο, γιατί η χάρις ήτανε το ρούχο που τους προστάτευε. H βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας. Aυτό φαίνεται από την κατάσταση που βρισκόμαστε τώρα. Nα, αυτό είναι να βρίσκεται κανένας μέσα στην ενέργεια του Aγίου Πνεύματος. Θα θυμάσαι τούτη τη χάρη που αξιώθηκες; O Kύριος θα σε βοηθήση να φυλάγης αυτά τα πράγματα στην καρδιά σου, γιατί δεν δόθηκε μοναχά σε σένα να τα γνωρίσης, αλλά, από σένα, σ' ολόκληρον τον κόσμο. Πήγαινε λοιπόν στην ευχή του Xριστού και της Παναγίας".
Έφυγα, και σαν μάκρυνα λίγο, έστρεψα κ' είδα πως εκείνο το εξαίσιο όραμα δεν είχε χαθή ακόμα. O γέροντας καθότανε όπως ήτανε στην αρχή, και το ανέκφραστο φως, που είχα δη με τα μάτια μου, τον έκανε να φεγγοβολά ολόκληρος".
O άγιος Σεραφείμ, μ' όλο το σεβασμό και τη μεγάλη αγάπη που είχε ο λαός γι' αυτόν, ωστόσο είχε πιη και πολλές πίκρες. Όχι μοναχά κάθε άγιος θα τραβήξη βάσανα, θλίψεις και διωγμούς, αλλά κι' ο κάθε χριστιανός δεν μπορεί να είναι αληθινά χριστιανός, αν δεν περάση από κάποιο μαρτύριο, αν δεν ακούση βρισιές και συκοφαντίες, αν δεν πάθη εξευτελισμούς και περιπαίγματα, κατά το λόγο που είπε ο Xριστός στους μαθητάδες του: "Eι εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν". Oι πονηροί και σαρκικοί άνθρωποι δεν τον χωνεύανε, γιατί ο κόσμος τον αγαπούσε και τον θαύμαζε. Tον κατηγορούσανε κι' από μέσα από το μοναστήρι του Σάρωφ. Aκόμα κ' οι μοναχές στο Nτιβεέβο είχανε χωριστή σε δυο κόμματα, και κομματάρχης στο ένα, που μισούσε τον Άγιο, ήτανε ένας νεαρός δόκιμος, ένα πνευματικό τέκνο του, που έκανε ψεύτικα πως αγαπούσε το γέροντά του, ενώ έσκαβε το λάκκο του.
Kατά τα 1831, δυο μέρες πριν από του Eυαγγελισμού, ο Άγιος είχε πληροφορία άνωθεν πως θα του φανερωνότανε η Παναγία τη νύχτα της γιορτής της. Eκείνη τη νύχτα πιάσανε την προσευχή ο Άγιος μαζί με μια ευσεβέστατη μοναχή Eυπραξία. Άξαφνα, εκεί που προσευχότανε, άκουσε η Eυπραξία μια βουή και ψαλμωδίες που ερχόντανε από ψηλά. Ύστερα είδε ένα θαμπωτικό φως κ' ένοιωσε στον αγέρα μια γλυκειά ευωδία. Aνατρίχιασε σαν είδε τον Άγιο ν' απλώνη τα χέρια του και να φωνάζη "Θεομήτωρ Πανάχραντε!". H μοναχή είδε δυο Aγγέλους που προπορευόντανε από την Παναγία, κι' από πίσω της ακολουθούσανε ο άγιος Iωάννης ο Πρόδρομος, ο απόστολος Iωάννης και δώδεκα παρθενομάρτυρες. Tο κελλί άστραφτε από ένα φως ουράνιο, κι' οι τοίχοι είχανε χαθή. Tο φως έγινε τόσο δυνατό που ξεπερνούσε τη λάμψη του ήλιου. H Eυπραξία τυφλώθηκε από τη φωτοχυσία, κ' έπεσε χάμω σαν κεραυνόπληκτη. Tης φάνηκε σαν νάκουγε από μακριά την Παναγία να μιλά με τον Άγιο, χωρίς να καταλαβαίνη τι λέγανε. Mοναχά ξεχώρισε τα τελευταία λόγια που είπε η Παναγία στον άγιο Σεραφείμ: "Σύντομα, τέκνον μου, θα είσαι μαζί μας". Ύστερα η Θεοτόκος σήκωσε απάνω την Eυπραξία και της έδειξε τις άγιες μάρτυρες που ήτανε μαζί της και που μαρτυρήσανε για την αγάπη του Yιού της, λέγοντάς της: "Mαρτύριο δεν είναι μοναχά η θυσία του σώματος, αλλά κι' ο πόνος που υποφέρει η ψυχή για την αγάπη του Kυρίου". Tέσσαρες ώρες βάσταξε αυτή η όραση. O Άγιος είπε στην Eυπραξία πως ήτανε η δωδέκατη φορά που είδε την Παναγία.
Eκείνον τον καιρό ο άγιος Σεραφείμ ήτανε εβδομήντα τριών χρονών. Συχνά έλεγε μοναχός του: "Tο σώμα μου είναι πια νεκρό, μα η ψυχή μου είναι σαν να γεννήθηκα τώρα". Προαισθανότανε το τέλος της ζωής του σε τούτον τον κόσμο. Προσκάλεσε τον πνευματικό του μοναστηριού του Nτιβεέβο πάτερ Bασίλειο, και του παράδωσε τα επιμάνικά του και την κυβέρνηση του μοναστηριού.
Eτοιμάσθηκε για την αποδημία του. Eίπε να τον βάλουνε στη νεκρόκασα που είχε ετοιμασμένη και να θέσουνε στο στήθος του την εικόνα του αγίου Σεργίου που βλέπει να φανερώνεται η Παναγία. Έβαλε και μια πέτρα για σημάδι στο μέρος που ήθελε να τον θάψουνε, κοντά στην εκκλησία της Mεταστάσεως της Θεοτόκου. Tην πρωτοχρονιά του 1833, που έτυχε Kυριακή, πήγε στο παρεκκλήσι του νοσοκομείου, ανασπάσθηκε όλες τις εικόνες, κοινώνησε τα Άχραντα Mυστήρια, κι' αποχαιρέτησε όλους τους πατέρες που βρισκόντανε τότε στο μοναστήρι. Tο βράδυ ο πάτερ Παύλος, που καθότανε στο διπλανό κελλί, τον άκουσε να ψέλνη αναστάσιμα τροπάρια. Tην άλλη μέρα, κατά τις εξ το πρωί, πηγαίνοντας ο πάτερ Παύλος στην εκκλησία για τη λειτουργία, κατάλαβε μια μυρουδιά από καπνό να βγαίνη από την πόρτα του Aγίου. Xτύπησε την πόρτα, δεν επήρε απάντηση. Πήγε τότε και φώναξε τους γέροντες, κι' ανοίξανε την πόρτα, νομίζοντας πως ο Άγιος είχε φύγει στην έρημο, κατά τη συνήθειά του, κι' άφησε τα κεριά αναμμένα. Eπειδή ήτανε ακόμα σκοτεινά, στην αρχή δεν είδανε πως ο Άγιος ήτανε μέσα. Mα σαν ανάψανε φως, τον είδανε γονατισμένον μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας, με τα χέρια σταυρωμένα απάνω στο στήθος του και με κλειστά τα μάτια του. Mπροστά του ήτανε ένα Eυαγγέλιο ανοιχτό, με τα φύλλα καμένα στις γωνιές. Tρέξανε να πάρουνε χιόνι για να τα σβήσουνε. Στην αρχή νομίσανε πως ο Άγιος ήτανε αποκοιμισμένος από την κούραση κι' από την αγρυπνία, επειδή το σώμα του ήτανε ακόμα ζεστό. Aλλά, σαν θελήσανε να τον ξυπνήσουνε, είδανε πως εκείνη η αγιασμένη κι' αγγελική ψυχή είχε πετάξει από το σώμα που ήτανε φυλακωμένη, και πήγε στην αληθινή ζωή. Tότε θυμηθήκανε μια προφητεία του γέροντα, που είχε πη πως με τη φωτιά θα φανερωνότανε ο θάνατός του.
Bάλανε το σκήνωμα στη νεκρόκασα που την είχε ετοιμάσει ο ίδιος, και το πήγανε στη μεγάλη εκκλησία του μοναστηριού. Δεν πέρασε πολλή ώρα, κ' η εκκλησία γέμισε από προσκυνητές που φτάξανε από όλα τα μέρη, κι' όλο φθάνανε καινούριοι. Oχτώ μέρες έμεινε το άγιο λείψανο για να μπορέσουνε να το προσκυνήσουνε όλοι. Ένας ερημίτης είδε, τα χαράγματα της 2ας Iανουαρίου, την ψυχή του αγίου Σεραφείμ να ανεβαίνη με λάμψη στον ουρανό, και το είπε στον υποτακτικό του.
H Eκκλησία τον ανακήρυξε άγιο στα 1903, δηλαδή ύστερα από εβδομήντα χρόνια, στις 19 Iουλίου. Kείνη τη μέρα χτύπησε η μεγάλη καμπάνα της μονής του Σάρωφ, που καλούσε τους πιστούς στην τελετή. Παρεκτός από το καθολικό (τη μεγάλη εκκλησία), όλη η μεγάλη αυλή της μονής ήτανε γεμάτη κόσμο. Ήτανε βράδυ, κι' όλοι βαστούσανε αναμμένα κεριά, σαν να καιγόντανε εκείνες οι ψυχές από την αγάπη του αγίου Σεραφείμ. Όλα τα μάτια ήτανε δακρυσμένα σε κείνη τη μυσταγωγία. Tα άγια λείψανα που ευωδιάζανε, ήτανε βαλμένα σε μια λειψανοθήκη από κυπαρισσόξυλο, μέσα σ' ένα μαρμαρένιο κουβούκλιο που είχε στις γωνιές του τέσσερα Σεραφείμ. Πολλά θαύματα γινήκανε κατά την ακολουθία και κατά τις άλλες μέρες. Πριν να κοιμηθή είχε κάνει ζωντανός 94 θεραπείες.
Aυτός είναι ο βίος, οι αγώνες και η μακαρία κοίμηση του αγίου Σεραφείμ, που είναι ένας από τους μεγάλους αγίους της Pωσίας. H δόξα του δεν είναι επίγεια και πρόσκαιρη, αλλά ουράνια κ' αιώνια, μ' όλο που έλεγε τον εαυτό του "φτωχό Σεραφείμ και ταπεινό δούλο της Παναγίας". Όσα χρόνια κι' αν περάσουν, αυτός ο πολυαγαπημένος άγιος θα είναι ολοζώντανος μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Όλοι οι άγιοι είναι άγιοι κι' αγαπημένοι. Mα ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ είναι από εκείνους τους αγίους που ήτανε χαρούμενοι σαν τα παιδιά, κατά το λόγο του Kυρίου που είπε: "Eάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών".
(από το ''Γίγαντες ταπεινοί'', Aκρίτας 2000)
Ενας άφθαρτος άγιος ..
Καλό και ευλογημένο μήνα σε όλους .Αυτή η εβδομάδα με την ιερότατη κατάληξή της ξεκινά με έναν ιδιαίτερο και ... σπάνιο ..άγιο. Τον μόνο ο οποίος αξιώθηκε επισκέψεως της Αγίας Τριάδος με μορφή τριών Αγγέλων μετά τον Πατριάρχη Αβραάμ ...
Το μέγα αυτό θαύμα έγινε ως εξής. Το έτος 1508 σε ηλικία 60 ετών αφ` ότου ο όσιος Αλέξανδρος άρχισε τότε να ασκείται με αγώνες που υπερβαίνουν την ανθρώπινη δύναμη σε πείνα, δίψα και στην αντοχή του ψύχους, ελπίζοντας ότι με το πρόσκαιρο αυτό ψύχος του χειμώνα θα αποφύγει τη μέλλουσα αιώνια κόλαση. Οι δαίμονες όμως, βλέποντας να καταπολεμούνται απ' τον Όσιο και καταλαβαίνοντας ότι επρόκειτο να εξοστρακιστούν απ' αυτόν, προσπάθησαν απ' την αρχή να τον τρομοκρατήσουν. Εμφανίζονταν άλλοτε μεν σαν θηρία και άλλοτε σαν φίδια πού έτρεχαν κατεπάνω του με συριγμούς και θηριώδη αγριότητα και του προκαλούσαν πολλούς άλλους πειρασμούς.Μια νύχτα ό όσιος Αλέξανδρος πήγαινε προς το μοναχικό ερημητήριο του οπού συνήθιζε να προσεύχεται μόνος του, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά του ένα αναρίθμητο πλήθος δαιμόνων, σαν νάταν στρατός πολύς, και άρχισαν να πηδούν κατεπάνω του με μανία, να τρίζουν τα δόντια τους, ενώ απ' το στόμα τους φαινόταν έβγαινε μια μεγάλη φλόγα και με λύσσα να του φωνάζουν:-Φύγε, φύγε απ' αυτόν τον τόπο, αναχώρησε γρήγορα απ' εδώ, για να μην πεθάνεις με θάνατο κακό.Ό Όσιος όμως, σαν καλός μαχητής του Ιησού Χριστού οπλισμένος με προσευχή, δεν τρομοκρατήθηκε καθόλου απ' αυτούς, γιατί γνώριζε την ασθενική δύναμη τους. Και ή προσευχή ,του έβγαινε από το στόμα του σαν πύρινη φλόγα και κατέκαψε και αφάνισε όλες τις ανίσχυρες λεγεώνες των δαιμόνων.Ό όσιος Αλέξανδρος συνέχισε τότε το δρόμο του και ήρθε στο μοναχικό ερημητήριο του όπου έκανε τις συνηθισμένες προσευχές του στο Θεό, οπότε ξαφνικά ένας άγγελος με λαμπρά ενδύματα παρουσιάστηκε μπροστά του. Βλέποντας τον ό Όσιος αισθάνθηκε φόβο και τρόμο και πέφτοντας στο έδαφος έμεινε εκεί σαν νεκρός. Ό άγγελος τον έπιασε από το χέρι και του είπε:Είμαι άγγελος Κυρίου και ό Θεός με έστειλε να σε διαφυλάξω απ` όλες τις απάτες του πονηρού διαβόλου και να σου υπενθυμίσω τα θεια οράματα πού είχες δει σ' αυτόν τον τόπο πού έχεις εγκατασταθεί- γιατί οι εντολές Του πρέπει να εκτελεστούν- ό Κύριος σεεξέλεξε να γίνεις οδηγός σε πολλούς για τη σωτηρία τους. Σού δηλώνω ότι το θέλημα του Θεού είναι να χτίσεις σ' αυτόν τον τόπο μια εκκλησία στο όνομα της Αγίας Τριάδος, να συγκεντρώσεις αδελφούς και να ιδρύσεις μοναστήρι.Κι αφού είπε αυτά ό άγγελος έγινε άφαντος.Ό όσιος Αλέξανδρος όμως αγαπούσε την ησυχία και ήθελε να ζήσει σ' αύτη όλες τις μέρες της ζωής του- γι' αυτό προσευχόταν όλο και περισσότερο στο Θεό να τον ελευθερώσει από κάθε απάτη του εχθρού. Κάποτε πού είχε απομακρυνθεί απ' την καλύβα του και όπως το συνήθιζε προσευχόταν μερικές ώρες συνέχεια, ξαφνικά εμφανίστηκε πάλι ό άγγελος Κυρίου και του είπε:-Αλέξανδρε, όπως σου είπα την προηγούμενη φορά, φτιάξε μια εκκλησία, συγκέντρωσε αδελφούς και ίδρυσε μοναστήρι, γιατί πολλοί πού επιζητούν να σωθούν θα έρθουν σε σένα και πρέπει να τους οδηγήσεις «εις οδόν σωτηρίας».Και λέγοντας αυτά ό άγγελος έγινε και πάλι άφαντος.Κατά το 1508 πάλι, πού ό Όσιος συμπλήρωνε τον 23ο χρόνο σ' αυτή την έρημο κι ενώ ήταν στο ερημικό κελί του μια νύχτα και κατά τη συνήθεια του προσευχόταν, ξαφνικά στο σημείο πού βρισκόταν έλαμψε ένα μεγάλο φως. Ό Όσιος ξαφνιάστηκε και σκέφτηκε: «Τι να σημαίνει αυτό;» Και αμέσως είδε τρεις ανθρώπους να έρχονται προς αυτόν ντυμένοι με λαμπρά, λευκά ενδύματα. Ήταν ωραιότατοι και αγνοί, λάμποντας περισσότερο απ' τον ήλιο και αστράφτοντας με μια ανέκφραστη ουράνια δόξα.. Καθένας τους Κρατούσε στο χέρι κι ένα σκήπτρο. Όταν τους είδε ό Όσιος έτρεμε ολόκληρος, γιατί τον κατέλαβε φόβος και τρόμος Και μόλις συνήλθε λίγο προσπάθησε να τους προσκυνήσει μέχρι το έδαφος. Εκείνοι όμως τον έπιασαν απ' το χέρι, τον σήκωσαν και του είπαν:Έχε ελπίδα, μακάριε, και μη φοβάσαι.Και ό Άγιος είπε:-Κύριοι μου, εάν βρήκα κάποια χάρη ενώπιον σας, πέστε μου ποιοι είστε πού, ενώ έχετε τόση δόξα και λαμπρότητα, καταδεχθήκατε να έρθετε προς το δούλο σας, γιατί ποτέ μου δεν είδα κανένα με τέτοια δόξα Όπως εσείς.Εκείνοι του απάντησαν:-Μη φοβάσαι, άνθρωπε θείων επιθυμιών, γιατί το Άγιο Πνεύμα ευαρεστήθηκε να κατοικήσει σε σένα για την αγνότητα της καρδιάς σου και όπως σου προείπα πολλές φορές έτσι και τώρα σου λέω ότι πρέπει να φτιάξεις εκκλησία, να συγκεντρώσεις αδελφούς και να δημιουργήσεις μοναστήρι, γιατί με σένα ευδόκησα να σώσω πολλές ψυχές και να τους φέρω στην επίγνωση της αλήθειας.Ακούγοντας αυτά ό Όσιος γονάτισε και πλημμυρισμένος από δάκρυα είπε:- Κύριε μου, ποιος είμαι εγώ ό αμαρτωλός, ό χειρότερος απ' όλους τους ανθρώπους, πού θα ήμουν άξιος ν' αναλάβω τέτοιες ευθύνες, σαν κι αυτές για τις οποίες μου μίλησες; Είμαι αδύνατος για ν' αποδεχτώ τέτοια αποστολή. Γιατί εγώ ό ανάξιος δεν ήρθα σ' αυτόν τον τόπο για να κάνω αυτά πού με προστάζεις, αλλά μάλλον για να κλάψω τις αμαρτίες μου.Μόλις είπε αυτά ό Όσιος κειτόταν κάτω στο έδαφος και ό Κύριος τον έπιασε πάλι απ' το χέρι, τον σήκωσε και του είπε:-Σήκω όρθιος, πάρε θάρρος και δύναμη και κάνε όλα όσα σε πρόσταξα.Ό Όσιος απάντησε:- Κύριε μου, μη θυμώνεις μαζί μου πού τόλμησα να σου αντιμιλήσω- πες μου, σε τίνος το όνομα θέλεις να τιμάται ή εκκλησία πού ή αγάπη Σου για το ανθρώπινο γένος θέλει να χτιστεί σ' αυτόν τον τόπο;Και ό Κύριος είπε στον Όσιο:-Όπως βλέπεις τον ένα να σου μιλάει με τρία πρόσωπα, φτιάξε την εκκλησία στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, της Αγίας Τριάδος «εν μια τη ουσία». Σου αφήνω την ειρήνη Μου και ή ειρήνη Μου πού σου χαρίζω θα είναι μαζί σου.Και ξαφνικά ό Όσιος είδε τον Κύριο με απλωμένα φτερά να βαδίζει στο έδαφος, σαν να περπατούσε με τα πόδια, και μετά έγινε άφαντος.Ό όσιος Αλέξανδρος ήταν συνεπαρμένος από πολλή χαρά και φόβο και ευχαρίστησε θερμά γι' αυτό το Θεό, πού τόσο αγαπάει το ανθρώπινο γένος. Μετά άρχισε να σκέπτεται πώς και πού θα χτίσει την εκκλησία. Αφού σκέφτηκε πολύ και προσευχήθηκε γι' αυτό στο Θεό, άκουσε ξαφνικά μια μέρα μια φωνή να του μιλάει από ψηλά. Κοιτάζοντας προς τα πάνω ό Όσιος είδε έναν άγγελο του Θεού πού φορούσε μανδύα και κουκούλια να στέκεται στον αέρα με απλωμένα φτερά και με τον ίδιο τρόπο πού άλλοτε εμφανίστηκε στο μεγάλο Παχώμιο, με τα χέρια του τεντωμένα προς τον ουρανό να λέει: «Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός, Αμήν». Και μετά είπε στον Όσιο:- Αλέξανδρε, ας χτιστεί ή εκκλησία σ' αυτόν τον τόπο στο όνομα του Κυρίου πού εμφανίστηκε σε σένα με τρία πρόσωπα, του Πατρός και του Υιού και του Άγιου Πνεύματος, της αδιαιρέτου Τριάδος.Και λέγοντας αυτά σημείωσε στον τόπο εκείνο το σημείο του σταυρού με το χέρι του και έγινε άφαντος. Ό Όσιος ευφράνθηκε πολύ με το όραμα αυτό, δοξολόγησε το Θεό πού δεν παρείδε τη δέηση του και στο σημείο αυτό τοποθέτησε ένα σταυρό.
ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΦΘΑΡΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΒΙΡ.
Πιστεύεται λοιπόν , ότι για αυτόν το λόγο ο Θεός διατήρησε το Λείψανο σε τόσο θαυμαστή κατάσταση αφθαρσίας . Κατά την διάρκεια αυτής της επισκέψεως, ή Αγία Τριάς μέχρι που άγγιξε τον Άγιο, και αυτό το άγγιγμα προφανώς ήταν που έκανε το σώμα του απρόσβλητο στην φθορά. Θαυμαστός ο Τριαδικός Θεός, ο ενδοξαζόμενος εν τοις Άγίοις Αυτού!
Ό Άγιος Αλέξανδρος αναχώρησε για την Ουράνιο Βασιλεία την 30ή Αυγούστου του 1533, σε ηλικία 85 ετών.
Ό Άγιος Αλέξανδρος του Σβίρ εδοξάσθη με θαυμαστά σημεία και θαύματα κατά την διάρκεια της ζωής του και μετά την Κοίμηση του. Το 1545, ο μαθητής και διάδοχος του Ηγούμενος Ηρωδίων συνέθεσε τον Βίο του. Το 1547 άρχισε ο τοπικός εορτασμός της μνήμης του και συνετέθη ή Ακολουθία του. Στις 17 Απριλίου του 1641, κατά την διάρκεια της ανακαινίσεως του Ναού της Μεταμορφώσεως, όπου ο Άγιος είχε ταφή, αποκαλύφθηκε τα άγιο Λείψανο του σε κατάσταση πλήρους Αφθαρσίας· έκτοτε, ή Εκκλησία εορτάζει την μνήμη του δύο φορές: την ήμερα της Κοιμήσεως του, 30ή Αυγούστου, και την ήμερα της επισήμου Διακηρύξεως της Αγιότητας του και της ανακομιδής του Ιερού Λειψάνου του, 17η Απριλίου.
Ό Άγιος Αλέξανδρος, όπως του υποσχέθηκε ή Υπεραγία Θεοτόκος, άφησε πίσω του μεγάλο πλήθος μαθητών, πολλοί από τους οποίους ηγίασαν και τιμώνται μέχρι σήμερα από την Εκκλησία του Θεού επί γης ως Άγιοι.
Έκτοτε, το αδιάφθορο άγιο Λείψανο του Άγιου Αλεξάνδρου αποτελούσε πηγή αγιασμού, προσκυνήσεως και θεραπείας: οι τυφλοί ελάμβαναν το φως τους, οι παραλυτικοί ελάμβαναν την δύναμη των ποδών τους, και όσοι έπασχαν από οποιαδήποτε ασθένεια, ελάμβαναν την πλήρη ίαση. Οι δαίμονες έφευγαν από τους δαιμονισμένους και στείρες γυναίκες συνελάμβαναν...
Θαυμαστός είναι ο Πανάγαθος Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού, ο Όποιος δόξασε τον δούλων Αυτού σε αύτη την εφήμερη ζωή με θαύματα και σημεία, τα όποια εγίνοντο δια των χειρών του. Και μετά τον θάνατο του ακόμη αξίωσε να τοποθετηθεί το πάντιμο και ιερό Σκήνωμά του στην Εκκλησία Του, για να καταυγάζει από εκεί, ως μέγας φάρος, με τα πανένδοξα Θαύματα του!...
Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΤΟΥ ΖΒΙΡ
Την 30ή Ιουλίου του 1998, οι πιστοί της Ρωσίας έσπευσαν κατά χιλιάδες να προσκυνήσουν το νεωστί ανακαλυφθέν ιερό Λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ στον Ναό των Αγίων Σοφίας, Πίστεως, Αγάπης και Ελπίδος στην Αγία Πετρούπολη. Μετά απουσία περίπου 80 χρόνων, ένας από τους πλέον αγαπητούς Αγίους της Θηβαΐδος του Βορρά επέστρεψε στον τόπο των μοναχικών του αγώνων.
Οκτώ δεκαετίες ενωρίτερα, στις 5 Ιανουαρίου του 1918, οι Μπολσεβίκοι κατέλαβαν το μεγαλύτερο τμήμα της Ρωσικής Θηβαΐδος του Βορρά: την περιοχή γύρω από το Όλονετς και το Λοντέϊνογιε Πολιέ. Την αμέσως επομένη ήμερα οι Μπολσεβίκοι έκαναν την εμφάνιση τους στο Μοναστήρι του Σβίρ στην λειψανοθήκη του Αγίου Αλεξάνδρου. Ένα τέτοιο ταμείο αγιότητας αποτελούσε ένα προφανές εμπόδιο στον διάβολο και τα όργανα του, τα όποια είχαν καταλάβει τότε την γη της Ρωσίας. Όμως, στην περίπτωση εκείνη ήταν ανεξήγητα ανίκανοι να προκαλέσουν κάποια βλάβη στο Λείψανο του Αγίου ή να το μετακινήσουν. Έκαναν ακόμη κάποιες απόπειρες και μόνον στην έκτη τους προσπάθεια, στις 20 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους (1918), κατόρθωσαν να μετακινήσουν το αδιάφθορο Λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου. Τούτο εγκαινίασε την θλιβερή «εκστρατεία κατασχέσεως των λειψάνων», ή οποία συνεχίσθηκε από το 1919 ως το 1922, οπότε τα Λείψανα 63 Ρώσων Αγίων εκλάπησαν, υπεβλήθησαν σε «επιστημονικές εξετάσεις», παρουσιάσθηκαν ως «μούμιες», ή ακόμη και ως «κίβδηλα», σε αντιθρησκευτικά μουσεία ή κατεστράφησαν.
Κατά την περίοδο αυτήν, ολόκληρη ή βόρεια περιοχή της Ρωσίας μετεβλήθη σε ένα απέραντο στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Ή Θηβαΐδα του Βορρά βεβηλώθηκε και μολύνθηκε, αλλά ταυτοχρόνως και αγιάστηκε, γινομένη ένας Γολγοθάς από τους πολλούς στην Ρωσία. Ή Μονή του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ δοκίμασε την ίδια μοίρα των πολλών Μοναστηριών της περιοχής: έγινε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, γνωστό ως «Σβίρλαγκ» («Στρατόπεδο του Σβίρ»). Αργότερα, έγινε διαδοχικά οίκος αναπήρων πολέμου, οίκος παιδιών, τεχνική σχολή και στρατόπεδο. Τελικά, το τμήμα της Αγίας Τριάδος της Μονής μετατράπηκε σε ψυχιατρικό άσυλο, ένα μέρος του οποίου παραμένει τέτοιο μέχρι σήμερα.
Ή Μονή υπέστη άσχημες φθορές με την πάροδο των χρόνων. Όμως, ο Θεός δεν επέτρεψε να χαθεί το Λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου. Μετά την κατάσχεση του από τους Μπολσεβίκους, πρώτα εφέρθη στο Λοντέϊνογιε Πολιέ. Ή τοπική επιτροπή των Τσεκιστών ζήτησε να γίνει μία έρευνα για την αυθεντικότητα του Λειψάνου. Εξετάσθηκε από Σοβιετικούς επιστήμονες με την ελπίδα αποδείξεως ότι ήταν κίβδηλο - μία απάτη της Εκκλησίας για την αποβλάκωση των πιστών. Όμως, προς αμηχανία των Μπολσεβίκων, τα αποτελέσματα τους επιβεβαίωσαν όσα είχαν καταγραφή κατά την πρώτη ανακάλυψη του Λειψάνου του Αγίου το 1641· ότι δηλαδή επρόκειτο πράγματι περί του Αγίου Αλεξάνδρου και ότι το σώμα του ήταν, σε εκπληκτικό βαθμό, αδιάφθορο. Το δέρμα του ήταν λευκό και ελαστικό. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του ήσαν καθαρά διακρινόμενα και έφεραν μία εντυπωσιακή ομοιότητα με τις εικόνες του Αγίου, οι οποίες αγιογραφήθηκαν μεταξύ του 16ου και του 18ου αιώνος. Ένας ακαδημαϊκός, ο Πέτρος Πέτροβιτς Ποκρύσκιν, δεν φοβήθηκε σε εκείνη την εποχή των διωγμών να γράψει μία θαρραλέα απάντηση στην αίτηση των Τσεκιστών: «Αναγνωρίζοντας ότι το Λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ αποτελεί αναμφισβήτητα ιστορικό γεγονός, ή θέσης των οποίου πρέπει να είναι σε μία εκκλησία, ζητούμε να ληφθούν μέτρα για την διαφύλαξη Αυτού του εθνικού ιστορικοί θησαυρού».
Από το Λοντέϊνογιε Πολιέ το Λείψανο εφέρθη στην Αγία Πετρούπολη (τότε Πέτρογκραντ). Την εποχή εκείνη ήλθε εντολή από το Κομμισαριάτο της Δικαιοσύνης να τοποθετηθούν όλα τα Λείψανα σε μουσεία. Το Λείψανο του Άγιου Αλεξάνδρου έφέρθη στο ανατομικό μουσείο της πόλεως, το όποιο στεγαζόταν στην Στρατιωτική Ιατρική Ακαδημία. Εκεί το Λείψανο εξετέθη ως έκθεμα, αλλά έμεινε χωρίς εγγραφή -μία προφανής προσπάθεια από τους υπαλλήλους του μουσείου να αποκρυφθή. Ταυτόχρονα, έγιναν απόπειρες να επιδειχθούν ψεύτικα λείψανα του Αγίου στο κοινό, τα όποια δεν ομοίαζαν στην ιστορική του περιγραφή, ως μέρος σχεδίου των Κομμουνιστών να πλήξουν την Εκκλησία, άλλα αυτές οι απόπειρες απέτυχαν. Χάρις σε έναν από τους επιστήμονες, τον Β. Ν. Τόνκοβ, ο όποιος δεν ήταν «στρατευμένος αθεϊστής» όπως οι συνάδελφοι του, το Λείψανο παρέμεινε στην Στρατιωτική Ιατρική Ακαδημία της Αγίας Πετρουπολέως, εξορισμένο στην λήθη. Εκεί έμεινε για περίπου οκτώ δεκαετίες, με αναμονή της στιγμής, κατά την οποία, θεία πρόνοια, θα επέστρεφε στους πιστούς.
Στις 14 Ιουνίου 1997, περίπου έξι χρόνια μετά την κατάρρευση του ολοκληρωτισμού στην Ρωσία, το τμήμα της θείας Μεταμορφώσεως της Μονής του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ επεστράφη ολόκληρο στην Εκκλησία. Το τμήμα της Αγίας Τριάδος, το όποιο απέχει ένα τρίτο μιλίου από το έτερο τμήμα, επεστράφη μερικώς στην Εκκλησία στις 22 Σεπτεμβρίου 1998.
Ή έρευνα για τον Άγιο Αλέξανδρο άρχισε το 1997, με την ευλογία του Μητροπολίτου της Αγίας Πετρουπολέως Βλαδίμηρου. Τα περισσότερα ντοκουμέντα από την σοβιετική περίοδο είτε εχάθησαν είτε κατεστράφησαν, όμως οι προσευχητικές ερευνητικές προσπάθειες των Αδελφών της Γυναικείας Μονής της Αγίας Σκέπης Τερβενίτσι, υπό την καθοδήγηση του πνευματικού τους Πατρός, του Ηγουμένου Λουκιανού (Κουτσένκο), Προϊσταμένου τώρα της Μονής του Αγίου Αλεξάνδρου Σβίρ, ανταμείφθηκαν τελικά. Τον Δεκέμβριο Αυτού του έτους (1997) το Λείψανο του Αγίου ευρέθη! Όταν αυτό εξετάσθηκε, ήταν ακριβώς εφάμιλλο προς την αρχική περιγραφή της πρώτης ανακομιδής του Λειψάνου του 1641. Ήταν το ίδιο αδιάφθορο όσο και πριν από την κατάσχει του. Σύμφωνα με ανθρωπολόγους και εθνολόγους ειδικούς, το Λείψανο άνηκε σε άνδρα της φυλής των Βεπ-μιας πολύ μικρής ομάδος Φινλανδικής καταγωγής, ή οποία κατοικούσε στην περιοχή όπου ο Άγιος Αλέξανδρος γεννήθηκε και όπου αργότερα έκτισε την Μονή του.
Τελικά, μετά την έκτος πάσης αμφιβολίας απόδειξη της ταυτότητος του Αγίου, ο Μητροπολίτης Βλαδίμηρος έδωσε την ευλογία του, ώστε το πλήρες θείας Χάριτος Λείψανο να μεταφερθεί στον Ναό των Αγίων Μαρτύρων Σοφίας, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης για τέσσερις μήνες, προκειμένου να τεθεί σε δημόσια προσκύνηση προ της επιστροφής του στην Μονή του Αγίου. Πριν από την μεταφορά του Λειψάνου στον Ναό, έτελέσθη μία δέηση στην αίθουσα εξετάσεων της Ιατρικής Ακαδημίας. Προς έκπλησιν και πνευματική άγαλλίασιν των παρόντων, τα χέρια και τα πόδια του Αγίου άρχισαν να αναβλύζουν σταγόνες ευώδους μύρου, σαν ο Άγιος να έλεγε: «Ναι, σάς ακούω· εγώ είμαι»! Αυτή ή έκχυσης Χάριτος συνεχίσθηκε και όταν το Λείψανο μετεφέρθη στον Ναό. Ή ροή του ευώδους μύρου ήταν τόσο ισχυρή, ώστε πετούσαν μέλισσες κοντά στα πόδια του Αγίου.
Ό Κληρικός Αλέξιος Γιάνγκ (τώρα Ιερομόναχος Αμβρόσιος) ήταν στην Αγία Πετρούπολη όταν το Λείψανο ευρέθη. Περιγράφων την εμπειρία της προσκυνήσεώς του, γράφει αυτός ο αμερικανός προσκυνητής: «Με έκπληξη είδα, ότι ο Άγιος δεν ήταν μόνον αδιάφθορος, αλλά το δέρμα του δεν είχε καθόλου σκουρύνει από την πάροδο πέντε περίπου αιώνων ήταν τόσο λευκό όσο κάποιου πού ζει σήμερα. Ασπαζόμενος τα ακάλυπτα πόδια του, μπορούσα να ιδώ τον σχηματισμό του θαυματουργού μύρου, σαν σταγόνες πλουσίου μέλιτος, μεταξύ των δακτύλων».
Εικόνες του Αγίου, οι όποιες ευλογήθηκαν στην λειψανοθήκη, άρχισαν ομοίως να αναδίδουν είτε μύρο είτε εύωδία. Ό Δόκιμος Αλέξανδρος της Μονής του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ στεκόταν συνεχώς στην λειψανοθήκη, παρατηρώντας όχι μόνον την ποσότητα του ρέοντος μύρου, άλλα και τις θαυματουργικές θεραπείες, οι όποιες ελάμβαναν χώρα εκεί. θεραπεύθηκαν άνθρωποι με πολλές ασθένειες: παραλυτικοί, καρκινοπαθείς, πάσχοντες από δερματικές παθήσεις ή παθήσεις των οστών και δαιμονισμένοι.Μετά την μεταφορά του Λειψάνου στην Μονή του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ τον Νοέμβριο του 1998, οι θεραπείες συνέχισαν να συμβαίνουν ενώπιον του. Ή ροή του μύρου επίσης συνεχίσθηκε απαραμείωτα. Παρατηρήθηκε, ότι αυτό το θαύμα αυξάνει σε ένταση όταν καταφθάνουν στην Μονή ομάδες ανθρώπων, στις όποιες δεν συμπεριλαμβάνονται μόνον πιστοί, άλλα και αμφισβητίες επίσης. Μέχρι και σήμερα ή Μονή καταγράφει τα θαύματα, τα όποια τελούνται στο Λείψανο του Αγίου του Θεού.
28 Μαΐ 2009
Μια ευλογημένη ..μάνα
ΜΗΤΕΡΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΚΑΙ ΣΕΜΝΩΜΑ (μνήμη 30 Μάη )
Από τον καρπό ενός δένδρου μπορείς να γνωρίσης και την ρίζα του. Εάν ο καρπός είναι υγιής και γλυκύς, σημαίνει ότι και η ρίζα του δένδρου είναι υγιής. Έτσι και από τα παιδιά, από τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο ζουν και συμπεριφέρονται, μπορείς να καταλάβης και ποιοί είναι οι γονείς τους. Βέβαια, υπάρχουν και εξαιρέσεις, αλλά σίγουρα το παράδειγμα των γονέων παίζει καθοριστικό ρόλο στην όλη πορεία και την εξέλιξη της ζωής των παιδιών.
Η αγία Εμμέλεια, είναι η αγαθή ρίζα από την οποίαν εβλάστησαν γλυκύτατοι καρποί, τα παιδιά της, τα οποία ανεδείχθησαν εξέχοντα μέλη της κοινωνίας καί, τα περισσότερα, Άγιοι της Εκκλησίας, όπως ο Μ. Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Πέτρος Σεβαστείας, η Μακρίνα, ο Ναυκράτιος κ.λ.π. Από αγία ρίζα προήλθαν αγιασμένοι βλαστοί, δηλαδή από αγίους γονείς προήλθαν ευλογημένα και άγια παιδιά. Βέβαια, η ρίζα ήταν πολύ βαθειά. Περνούσε από τον πατέρα, την μητέρα και έφθανε στους ευσεβεστάτους παππούδες και γιαγιάδες.
Η οσία Εμμέλεια δοκίμασε στην ζωή της, όπως συμβαίνει συνήθως με τους εκλεκτούς, πολλές θλίψεις. Ο θάνατος των γονέων της πριν ακόμα παντρευτεί, ο θάνατος του συζύγου της μόλις γεννήθηκε ο γιός τους Πέτρος και ο πρόωρος θάνατος του γιού της Ναυκρατίου, αλλά και το να μεγάλώσει μόνη της, από ένα σημείο και μετά, τα παιδιά της, ήσαν μερικές από αυτές. Τις αντιμετώπισε όμως με υποδειγματική πίστη, ανδρεία και υπομονή. Δίδασκε τα παιδιά της κυρίως με το παράδειγμά της. Τους έδωσε, μαζί με το δικό της γάλα, το ανόθευτο γάλα της πίστης. Τα θήλασε, όπως θήλαζε και εκείνη, από τον ζωντανό μαστό της Εκκλησίας και γι’ αυτό πρόκοψαν και προόδευσαν στην ζωή τους.
Ετελείωσε την ζωή της ως μοναχή με ηγουμένη την θυγατέρα της οσία Μακρίνα.
Η αγία Εμμέλεια, με τον βίο και την πολιτεία της, μας δίνει την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα:
Πρώτον, ότι βασικό ρόλο στην ανατροφή και την εξέλιξη των παιδιών παίζει η ποιότητα της ζωής των γονέων. Από προσευχομένους γονείς, προήλθαν παιδιά που αγάπησαν την προσευχή και έγιναν φιλόθεοι και φιλάνθρωποι. Γιατί όποιος αγαπά τον Θεό και βιώνει τις εντολές Του, αυτός αγαπά και τους συνανθρώπους του και τους διακονεί ανιδιοτελώς. Η ατμόσφαιρα που δημιουργείται στο σπίτι από γονείς που έχουν αγάπη μεταξύ τους, αλλά και προς τους συνανθρώπους τους, έχει ευεργετική επίδραση στην ανάπτυξη των παιδιών και την διάπλαση του χαρακτήρα τους. Η αγωγή, επομένως, των παιδιών αρχίζει από τους γονείς. Την ώρα της συλλήψεως, εάν οι γονείς είναι ήρεμοι ή εάν είναι θυμωμένοι, εάν βλαστημούν ή εάν προσεύχονται, όλα αυτά το έμβρυο τα αντιλαμβάνεται και επηρεάζεται από αυτά. “Η αγωγή των παιδιών αρχίζει από την ώρα της συλλήψεώς τους. Το έμβρυο ακούει και αισθάνεται μέσα στην κοιλιά της μητέρας του. Ναί, ακούει και βλέπει με τα μάτια της μητέρας του. Αντιλαμβάνεται τις κινήσεις και τα συναισθήματά της, παρόλο που ο νούς του δεν έχει αναπτυχθεί. Σκοτεινιάζει το πρόσωπο της μάνας, σκοτεινιάζει κι’ αυτό. Νευριάζει η μάνα, νευριάζει κι’ αυτό. Ό,τι αισθάνεται η μητέρα, λύπη, πόνο, φόβο, άγχος κ.λ.π., τα ζεί κι’ αυτό. Αν η μάνα δεν το θέλει το έμβρυο, αν δεν το αγαπά, αυτό το αισθάνεται και δημιουργούνται τραύματα στην ψυχούλα του, που το συνοδεύουν σ’ όλη του τη ζωή. Το αντίθετο... όταν έχει χαρά, ειρήνη, αγάπη στο έμβρυο, τα μεταδίδει σ’ αυτό μυστικά, όπως συμβαίνει με τα γεννημένα παιδιά. Γι’ αυτό πρέπει η μητέρα να προσεύχεται πολύ...ν’ αγαπάει το έμβρυο, να διαβάζει ψαλμούς...νά ζεί ζωή αγία...γιά να γίνη και το παιδί πιο άγιο” (Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου Βίος και Λόγοι, σελ. 405,406, έκδ. Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής Χανίων).
Δεύτερον, ότι η αγωγή των παιδιών μετά την γέννησή τους πρέπει να γίνεται κυρίως με το παράδειγμα και λιγότερο με τα λόγια και τις συμβουλές. Να μιλούμε περισσότερο στον Θεό για τα παιδιά, παρά στα παιδιά για τον Θεό. Να τα μάθουμε να έχουν εμπιστοσύνη στην Πρόνοιά Του και να ζητούν την βοήθειά Του, ιδιαίτερα στις δύσκολες στιγμές της ζωής τους. Είναι σημαντικό να τους λέμε την αλήθεια όσο πικρή και αν είναι μερικές φορές. Να τα επαινούμε όταν είναι απαραίτητο, αλλά και να τα μαλώνουμε όταν χρειάζεται, γιατί οι συνεχείς έπαινοι δεν τα ωφελούν. “Στα παιδιά ο έπαινος κάνει κακό... στο μικρό παιδάκι λένε όλο επαινετικά λόγια. Μαθαίνει, όμως, έτσι και δεν μπορεί να αντιδράσει σωστά και στην πιο μικρή δυσκολία. Μόλις κάποιος του εναντιωθεί, τσακίζεται, δεν έχει σθένος”. Με τους συνεχείς επαίνους “γίνονται ατίθασα και σκληρά και άπονα...όταν τα επαινείς συνεχώς, χωρίς διάκριση, τα πειράζει ο αντίθετος. Τους ξεσηκώνει το μύλο του εγωϊσμού...έτσι μεγαλώνοντας μέσα στον εγωϊσμό, η πρώτη του δουλειά είναι ν’ αρνείται τον Θεό και να είναι ένας εγωϊστής απροσάρμοστος μέσα στην κοινωνία” (ένθ. ανωτ. σελ. 427,428,429). Βέβαια, τα παιδιά δεν είναι όλα ίδια, δεν έχουν την ίδια ιδιοσυγκρασία και τον ίδιο χαρακτήρα, γι’ αυτό, όπως τονίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, άλλους ωφελεί ο έπαινος και άλλους η επίπληξη, μερικούς δε και τα δύο. Ασφαλώς, χρειάζεται προσοχή, διάκριση και φόβος Θεού, γιατί η διαπαιδαγώγηση των παιδιών είναι πολύ σοβαρή υπόθεση.
Μητέρες, μιμηθείτε την αγία Εμμέλεια και θηλάστε τα παιδιά σας από τον ζωντανό μαστό της Εκκλησίας, για να σάς ευγνωμονούν παντοτεινά.
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
26 Μαΐ 2009
466 χρόνια μετά ...ο Παπά Λευτέρης
...Πρίν χρόνια ...πρίν καιρούς ....
...Κάποτε μου μίλησε ο πάππους μου για ένα Κρητικό παπά, αληθινό παληκάρι, πού το Γενάρη του 1919 λειτούργησε κάτω από τους χιλιόχρονους θόλους της Άγια-Σοφίας! Πρωταγωνιστής αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος, το όποιο δυστυχώς αγνοούν πολλοί Έλληνες, ήταν ένα αληθινό παληκάρι, ένα βλαστάρι της λεβεντογέννας Κρήτης, της οποίας τα ανδρεία παιδιά έδωσαν πάντα το μεγάλο παρόν σ' όλους τους αγώνες του Γένους, από τα πανάρχαια χρόνια ως τις μέρες μας. Αναφερόμαστε στον παπα-Λευτέρη Νουφράκη από τις Άλωνες Ρεθύμνου, ό οποίος υπηρετούσε ως στρατιωτικός ιερέας στη Β' Ελληνική Μεραρχία, μια από τις δυο Μεραρχίες πού συμμετείχαν στις αρχές του 1919 στο «συμμαχικό» εκστρατευτικό σώμα στην Ουκρανία. Ή Μεραρχία αύτη στο δρόμο προς την Ουκρανία στάθμευσε για λίγο στην Κωνσταντινούπολη, την Πόλη των ονείρων του Ελληνικού λαού, ή οποία βρισκόταν τότε υπό «συμμαχική επικυριαρχία», ύστερα από το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.Μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών με επικεφαλής 4ο γενναίο κρητικό και μαζί του τον ταξίαρχο Φραντζή, τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, τον Λοχαγό Σταματίου και τον Υπολοχαγό Νικολάου αγνάντευαν από το πλοίο την πόλη και την Άγια-Σοφιά, κρύβοντας βαθιά μέσα στην καρδιά τους το μεγάλο μυστικό τους, τη μεγάλη απόφαση πού είχαν πάρει το περασμένο βράδυ, ύστερα από πρόταση και έντονη επιμονή του λιονταρόψυχου Κρητικού παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Να βγουν δηλαδή στην πόλη και να λειτουργήσουν στην Άγια-Σοφιά.Όλοι τους ήταν διστακτικοί, όταν άκουσαν τον παπα-Λευτέρη να τους προτείνει το μεγάλο εγχείρημα. Ήξεραν ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Ή Άγια-Σοφιά ήταν ακόμη τζαμί και σίγουρα κάποιοι φύλακες θα ήταν εκεί, κάποιοι άλλοι θα πήγαιναν για προσευχή, δεν ήταν δύσκολο από τη μία στιγμή στην άλλη να γεμίσει ή εκκλησία. Ύστερα ήταν και οί ανώτεροι τους πού δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την ενέργεια, ή οποία σίγουρα θα προκαλούσε θύελλα αντιδράσεων από τους «συμμάχους» για την «προκλητικότητα» της. Ίσως μάλιστα να δημιουργείτο και διπλωματικό επεισόδιο πού θα έφερνε σε δύσκολη θέση την Ελληνική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Όμως ό παπα-Λευτέρης είχε πάρει την απόφαση του, ήταν αποφασιστικός και κατηγορηματικός. Αν δεν έρθετε εσείς, θα πάω μοναχός μου! Μόνο ένα ψάλτη θέλω. Εσύ, Κωνσταντίνε (Λιαρομάτη), θα μου κάνεις τον ψάλτη; Εντάξει, παππούλη, του απάντησε ό Ταγματάρχης, πού πήρε και αυτός την ίδια απόφαση, κι όλα πια είχαν μπει στο δρόμο τους. Τελικά, μαζί τους πήγαν και οί άλλοι. Το πλοίο πού μετέφερε τη Μεραρχία είχε αγκυροβολήσει στ' ανοιχτά, γι' αυτό επιβιβάστηκαν σε μία βάρκα στην οποία κωπηλατούσε ένας Ρωμιός της Πόλης και σε λίγο αποβιβάστηκαν στην προκυμαία.Ο Κοσμάς, ό ντόπιος βαρκάρης, έδεσε τη βάρκα και τους οδήγησε από το συντομότερο δρόμο στην Άγια-Σοφιά. Ή πόρτα ήταν ανοιχτή λες και τους περίμενε. Ό Τούρκος φύλακας κάτι πήγε να πει στη γλώσσα του, όμως τον καθήλωσε στη θέση του και τον άφησε άφωνο ένα άγριο κι αποφασιστικό βλέμμα του Ταξίαρχου Φραντζή. Όλοι μπήκαν μέσα με ευλάβεια και προχώρησαν κάνοντας το σταυρό τους.Ό παπα-Λευτέρης ψιθύρισε με μεγάλη συγκίνηση: «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου, προσκυνήσω προς Ναόν Άγίον σου εν φόβω...». Προχωρεί γρήγορα, δεν χρονοτριβεί Εντοπίζει το χώρο στον όποιο βρισκόταν το Ιερό και ή Αγία Τράπεζα. Βρίσκει ένα τραπεζάκι, το τοποθετεί σ' αυτή τη θέση, ανοίγει την τσάντα του, βγάζει όλα τα απαραίτητα για τη Θεία Λειτουργία, βάζει το πετραχήλι του και αρχίζει.Ευλογημένη ή Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν, αποκρίνεται ό Ταγματάρχης Λιαρομάτης και ή Θεία Λειτουργία στην Άγια-Σοφιά έχει αρχίσει. Μακάρι να μας αξιώσει ό Θεός να την ολοκληρώσουμε, σκέφτονται όλοι, και σταυροκοπιούνται με κατάνυξη. Οί αξιωματικοί μοιάζουν να τα 'χουν χαμένα, όλα έγιναν τόσο ξαφνικά και φαίνονται απίστευτα Ή Θεία Λειτουργία προχωρεί κανονικά. Ή Άγια-Σοφιά ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια ξαναλειτουργείται!Ό παπα-Λευτέρης συνεχίζει.Όλα γίνονται ιεροπρεπώς, σύμφωνα με το τυπικό της Εκκλησίας. Ακούγονται τα «ειρηνικά», το «Κύριε ελέησον», «ό Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού...», πού γράφτηκε από τον ίδιο τον Ιουστινιανό με την προσταγή και την φροντίδα του οποίου χτίστηκε και ή Άγια-Σοφιά. Ακολουθεί ή Μικρή Είσοδος, το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ...», ό Απόστολος από τον Ταξίαρχο Φραντζή και το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα από τον παπα-Λευτέρη. Χρέη νεωκόρου εκτελεί ό Υπολοχαγός Νικολάου. Στο μεταξύ ή Άγια-Σοφιά αρχίζει να γεμίζει με Τούρκους.Ό παπα-Νουφράκης δεν πτοείται και συνεχίζει. Οί άλλοι κοιτάζουν σαστισμένοι πότε τον ατρόμητο παπά και πότε τους Τούρκους, πού μέχρι εκείνη τη στιγμή παρακολουθούν σιωπηλοί μη μπορώντας ίσως να πιστέψουν στα μάτια τους, γιατί αυτό πού γινόταν εκείνη την ώρα μέσα στην Άγια-Σοφιά ήταν πραγματικά κάτι το απίστευτο. Μετά το Ευαγγέλιο ακολουθεί το Χερουβικό από τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, ενώ ό παπα-Λευτέρης τοποθετεί το αντιμήνσιο πάνω στο τραπεζάκι, για να κάνει την Προσκομιδή. Οί Τούρκοι συνεχώς πληθαίνουν. Οί ώρες είναι δύσκολες, αλλά και ανεπανάληπτες, επικές.Ό παπα-Νουφράκης συνεχίζει. Βγάζει από την τσάντα ένα μικρό Άγιο Ποτήριο, ένα δισκάριο, ένα μαχαιράκι, ένα μικρό πρόσφορο κι ένα μικρό μπουκαλάκι με νάμα. Με ιερή συγκίνηση και κατάνυξη κάνει την προσκομιδή, ενώ ό Λιαρομάτης συνεχίζει να ψάλει το Χερουβικό. Όταν ολοκλήρωσε την Προσκομιδή, στρέφεται στον Υπολοχαγό Νικολάου, του λέει ν' ανάψει το κερί για να ακολουθήσει ή Μεγάλη Είσοδος. Ό νεαρός Υπολοχαγός προχωρεί μπροστά με το αναμμένο κερί και ακολουθεί ό παπάς βροντοφωνάζοντας: «Πάααντων ημών μνησθείη Κύριος ό Θεός...». Στη συνέχεια ακολουθούν οι «Αιτήσεις»» και το «Πιστεύω», το όποιο είπε ό Φρατζής .Στο μεταξύ ή Άγια-Σοφιά, έχει γεμίσει με Τούρκους κι ανάμεσα τους υπάρχουν και πολλοί Έλληνες της Πόλης, πού βρέθηκαν εκεί αυτή την ώρα και παρακολουθούν με συγκίνηση τη λειτουργία, χωρίς να τολμούν να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματα τους «δια τον φόβον των Ιουδαίων» δηλαδή των Τούρκων. Μόνο κάποιες στιγμές δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα δάκρυα, πού τρέχουν από τους οφθαλμούς τους και για να μην προδοθούν φροντίζουν και τα σκουπίζουν πριν γίνουν «πύρινο» ποτάμι και τότε ποιος θα μπορούσε να τα συγκρατήσει.Ή Λειτουργία στο μεταξύ φτάνει στο ιερότερο σημείο της, την Αναφορά. Ό παπα-Λευτέρης, με πάλλουσα από τη συγκίνηση φωνή, λέει: «Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα».Όλοι οί αξιωματικοί γονατίζουν και ή φωνή του Ταγματάρχη Λιαρομάτη ακούγεται να ψέλνει το «Σε υμνούμεν, Σε ευλογούμεν, Σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά Σου, ό Θεός ημών». Σε λίγη ώρα ή αναίμακτη θυσία του Κυρίου μας έχει τελειώσει στην Άγια-Σοφιά, ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια!! Ακολουθεί το «Άξιον εστίν», το «Πάτερ ημών», το «Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε» και όλοι οί αξιωματικοί πλησιάζουν και κοινωνούν τα Άχραντα Μυστήρια. Ό παπα-Λευτέρης λέει γρήγορα τις ευχές και ενώ ό Λιαρομάτης ψέλνει το «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον...» καταλύει το υπόλοιπων της Θείας Κοινωνίας και απευθυνόμενος στον Υπολοχαγό Νικολάου του λέει: «Μάζεψε τα γρήγορα όλα και βαλτά μέσα στην τσάντα»,Ύστερα κάνει την Απόλυση! Ή Θεία Λειτουργία στην Άγια-Σοφιά, έχει ολοκληρωθεί. Ένα όνειρο δεκάδων γενεών Ελλήνων έχει γίνει πραγματικότητα. Ό παπα-Νουφράκης και οι τέσσερις αξιωματικοί είναι έτοιμοι να αποχωρήσουν και να επιστρέψουν στο πλοίο. Ή Εκκλησία όμως είναι γεμάτη Τούρκους, οί όποιοι έχουν αρχίσει να γίνονται άγριοι, επιθετικοί συνειδητοποιώντας τι ακριβώς είχε συμβεί. Ή ζωή τους κινδυνεύει άμεσα.Όμως δε διστάζουν, πλησιάζει ό ένας τον άλλο, γίνονται «ένα σώμα», μια γροθιά και προχωρούν προς την έξοδο.Οί Τούρκοι είναι έτοιμοι να τους επιτεθούν, όταν ένας Τούρκος αξιωματούχος παρουσιάζεται με την ακολουθία του και τους λέει: «Ντουρούν χέμεν» (αφήστε τους να περάσουν). Το είπε με μίσος. Θα ήθελε να βάψει τα χέρια του στο αίμα τους, όμως εκείνη τη στιγμή έτσι έπρεπε να γίνει, αυτό επέβαλαν τα συμφέροντα της πατρίδας του, δεν ήταν χρήσιμο γι' αυτούς να σκοτώσουν τώρα πέντε Έλληνες αξιωματικούς μέσα στην άγια Σοφιά. Δεν ξεχνά ότι στ' ανοιχτά της Πόλης βρίσκονται δυο ετοιμοπόλεμες Ελληνικές Μεραρχίες κι ακόμη ότι ή Κωνσταντινούπολη βρίσκεται ουσιαστικά υπό την επικυριαρχία των νικητών του Α' Παγκοσμίου Πολέμου στους οποίους βέβαια δεν συμπεριλαμβάνονται οι Τούρκοι. Στο άκουσμα αυτών των λόγων οι Τούρκοι υποχωρούν. Ό παπα-Νουφράκης και οί άλλοι αξιωματικοί βγαίνουν από την Άγια-Σοφιά κατευθυνόμενοι προς την προκυμαία, όπου τους περιμένει ή βάρκα. Ένας μεγαλόσωμος Τούρκος τους ακολουθεί, σηκώνει ένα ξύλο και ορμά για να χτυπήσει τον παπα-Νουφράκη. Διαισθάνεται, ξέρει ότι αυτός ό παπάς είναι ό εμπνευστής, ό δημιουργός αυτού του γεγονότος. Ό ηρωικός παπάς σκύβει για να προφυλαχθεί, αλλά ό Τούρκος καταφέρνει και τον χτυπά στον ώμο. Λυγίζει το σώμα του από τον αβάσταχτο πόνο, όμως μαζεύει τις δυνάμεις του, ανασηκώνεται και συνεχίζει να προχωρεί.Στο μεταξύ ό Ταγματάρχης Λιαρομάτης και ό Λοχαγός Σταματίου αφοπλίζουν τον Τούρκο, πού είναι έτοιμος για να δώσει το πιο δυνατό κι ίσως το τελειωτικό χτύπημα στον παπά. Ήδη, πλησιάζουν στη βάρκα. Μπαίνουν όλοι μέσα.Ό Κοσμάς μαζεύει τα σχοινιά και αρχίζει γρήγορα να κωπηλατεί. Σε λίγο βρίσκονται πάνω στο ελληνικό πολεμικό πλοίο ασφαλείς .και θριαμβευτές. Βέβαια ακολούθησε διπλωματικό επεισόδιο και οί «σύμμαχοι» διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ό οποίος αναγκάστηκε να επιπλήξει τον παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Όμως κρυφά επικοινώνησε μαζί του και «τον επαίνεσε και συνεχάρη τον πατριώτη ιερέα, πού έστω και για λίγη ώρα ζωντάνεψε μέσα στην Άγια-Σοφιά τα πιο ιερά και ειρηνικά ....όνειρα του Έθνους μας». Αυτό ήταν σε γενικές γραμμές το ιστορικό της Θείας Λειτουργίας πού έγινε ύστερα από 446 χρόνια στην Άγια-Σοφιά από τον ηρωικό παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Σίγουρα οι περισσότεροι Νεοέλληνες το αγνοούμε.
Του Αντώνη Στιβακτάκη . Το κείμενο πρωτοδημοσιευτηκε, στην εφημερίδα Ηρακλείου Κρητης "ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ" την 3/6/1998
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)