main menu

Επιλέξτε ετικέτα για εμφάνιση των αντιστοιχων αναρτήσεων. Αρχική Σελίδα

Απενεργοποιημένη Λειτουργία

8 Ιαν 2010

Ευλόγησον Γέροντα ...


Το κομποσχοινάκι είναι θαυματουργό!
Η καλυτέρα προσευχή είναι ό,τι εσύ επινοείς εκείνην την ώρα. Δεν είναι μόνον, θέλω να διαβάσουμε Μετάληψη να μεταλάβουμε, τρόπον τινά, αύριο. Α, «από ρυπαρών χειλέων, από βδελυράς καρδίας...»· διαβάζουμε, ούτε καταλαμβάνουμε τι λέμε. Εσύ ο ίδιος να βρεις προσευχή, εσύ ο ίδιος· οπότε καταλαμβάνεις τι λες εις τον Θεό. Αυτό έχει μεγάλη δύναμη, να πούμε, μεγάλη δύναμη!
Ε, ας υποθέσουμε ότι αύριο θα μεταλάβουμε. Θα μεταλάβουμε. Θά 'ρθει ουσιωδώς ο Παράκλητος ν' αγιάσει τα Δώρα· πώς θα τον υποδεχθείς; «Στο έλεός Σου, στην ευσπλαχνία Σου, συγχώρεσέ με». Έχει δύναμη διότι το λες και το καταλαμβάνεις, από μέσα απ' την ψυχή σου βγαίνει αυτή η ευχή, να πούμε. Διότι πολλές φορές διαβάζουμε, αλλού τρέχει ο νους, αλλά αυτό που βγαίνει από μέσα σου, το καταλαμβάνεις τι λες.
Η ευχή (προσευχή) είναι ο καθρέφτης του Μοναχού.
Ο άγιος Χρυσόστομος λέει: Μπορεί ο άνθρωπος, ο οποίος από ανάγκη δεν πηγαίνει στην εκκλησία, να κάνει τον εαυτό του Θυσιαστήριο, λέει, προσευχόμενος.
Οι άνθρωποι στον κόσμο είναι και επιστήμονες, ούτε το Σάββατο δεν μπορούν να πάνε στην εκκλησία, την Κυριακή, έχουν την υπηρεσία αυτή την ώρα. Μπορείς αυτή την ώρα να κάνεις τον εαυτό σου Θυσιαστήριο λέγοντας την προσευχή.
Θέλεις να γίνεις ένας καλόγηρος πολύ καλός; Μην αφήνεις την ευχή. Κατά το μέτρο σου και η ευχή σου.
Έλεγα κι εγώ στον Γέροντα: «Γέροντα, και στην κόλαση να πάω δεν φοβάμαι, αρκεί την ευχή να λέω». Τόση γλυκύτητα, τόση χαρά σου παραδίδει μέσα αυτή η ευχούλα -μικρή είναι, αλλά πόση δύναμη έχει!- οπότε λες, και στην κόλαση να πάω δεν φοβάμαι, θα λέω την ευχή και στην κόλαση. Αυτά δέστε τα, γιατί τα περάσαμε και τα παραδίδομε και σε σας.
Εμείς είμαστε ραφτάδες στον Άγιο Παύλο, κι εγώ ως αρχάριος δεν είχα γνωρίσει ακόμη τον γερο-Ιωσήφ. Φεύγοντας από το σπίτι πήρα το κομποσχοίνι να πάω στον Άγιο Παύλο. Κατουνάκια - Άγιος Παύλος είναι δυόμιση ώρες. Πέρασα τη Μικρή Αγία Άννα, πέρασα την Αγία Άννα, κατηφορίζω λοιπόν για τη Νέα Σκήτη. Όταν έφτασα κοντά στο μύλο, εκεί από πάνω από τον Ευαγγελισμό, ξύπνησα! Βρε, λέω, πότε έφτασα εδώ πέρα; Είχα αφοσιωθεί τόσο πολύ στην ευχή που δεν έβλεπα το δρόμο!
Θα κάνεις εργόχειρο, κάνεις ένα διακόνημα, μην αφήνεις την ευχούλα, γιατί και η ευχή σε θεοποιεί. Το πρώτο-πρώτο, πατέρες, που θα αισθανθείτε, θα είναι η χαρά! Το πρώτο στάδιο, το πρώτο σημείο, το οποίο θα αισθανθείτε λέγοντας την ευχή, είναι η χαρά. Και η χαρά δεν είναι τίποτες άλλο, ένα πετραδάκι στην ακροθαλασσιά, είναι το πράγμα ότι μέσα αρχίζεις να φωτίζεσαι! Γι' αυτό λέγε την ευχούλα, λέγε την ευχούλα, λέγε την ευχούλα και αυτό θα σε φέρει σε άλλη κατάσταση πολύ καλύτερη, την οποία όσο και να σκεφθείς, δεν μπορείς να σκεφθείς.
Ο μαθητής του δημοτικού σχολείου δεν μπορεί να καταλάβει τα του γυμνασίου, ούτε του γυμνασίου του πανεπιστημίου. Αλλά όταν η χάρις θέλει να έρθει μέσα σου, θα το καταλάβεις ότι είσαι τώρα μαθητής του γυμνασίου, είσαι μαθητής του πανεπιστημίου, ο ίδιος θα το καταλάβεις.
Μία ψυχή πήγε στην τουαλέτα, κι έλεγε την ευχή. Α, και φανερώνεται ο διάβολος εκεί. Βρε 'συ, λέει, βρώμικη ευχή λες. Α, μα, και ο καλόγηρος: Άκουσε αποστάτα της θείας Μεγαλειότητος, λέει, η κένωσις του σώματος πηγαίνει κάτω, η κένωσις της ψυχής πηγαίνει απάνω, δεν έχει καμιά ένωση.
Στο σπίτι μας παραπάνω καθόταν ένας καλόγηρος και, κρίσις Θεού, ήτανε δαιμονισμένος. Οι γέροι δεν μπορούσαν να έρχονται κάτω στο σπίτι μας, να μεταλάβουν, και πήγαινα εγώ στο σπίτι τους απάνω, που είναι ο πάτερ-Γεδεών εκεί απάνω, και τους μετελάμβανα. Πήγαινα στο Ιερό, έβγαζα το Αρτοφόριο, ερχόντουσαν οι γέροι στην Ωραία Πύλη εκεί και τους μετελάμβανα. Αυτός μού 'λεγε: «Ο διάβολος εκεί κάθεται στην άκρη, στη Λιτή». Του λέω: «Τον βλέπεις;» «Τον βλέπω», λέει. Και ο ίδιος έλεγε ότι: «Όταν λέω την ευχή ταράττεται ο διάβολος, όταν λέω δεύτερη φορά αφρίζει· την τρίτη ευχή άφαντος γίνεται!» Να η δύναμις της ευχής. Αυτό που λένε τα βιβλία μας ότι:
-Παιδί μου, λέει ο Γέροντας, πες την ευχή.
-Μα λέω και δεν καταλαμβάνω τίποτες.
-Δεν καταλαμβάνεις, λέει, εσύ, αλλά ο διάβολος καταλαμβάνει και φεύγει.
Να, σ' αυτόν τον καλόγηρο.
Α, να πούμε και τον άλλο με το καλάθι.
Ένας υποτακτικός, σαν ο Γέροντας τώρα, λέει τον πατερ-Αρσένιο:
-Λέγε την ευχή.
-Λέω την ευχή, δεν καταλαμβάνω τίποτε.
-Ο διάβολος καταλαμβάνει και φεύγει.
-Ε, και πού θα καταλάβω εγώ;
-Ε, καλά, παιδί μου, θέλεις να δεις θαύμα;
-Ναί, θαύμα θέλω να δω, Γέροντα.

-Καλά, του λέει, θα προσευχηθώ στο Θεό να σου δείξει θαύμα, να καταλάβεις πόση δύναμη έχει η ευχή. (Τα γράφουν τα πατερικά βιβλία).
-Καλά.
Έκανε προσευχή ο Γέροντας, έκανε και νηστεία, τριήμερο νηστεία.
-Έλα εδώ, παιδί μου, τώρα, πάρε το καλάθι, πήγαινε απάνω στη βρύση να το γιομίσεις νερό.
-Γέροντα, με συγχωρείς, εγώ, λέει, τα μυαλά μου τά 'χω, το καλάθι θα γιομώσω νερό έξω;
-Καλά, παιδί μου, δεν είπες ότι θέλεις να δεις θαύμα; Να δεις τι δύναμη έχει η ευχή; Δεν θέλεις;
-Ναί, λέει.
-Ε, κάνε αυτό που σου λέω, αλλά θα λες την ευχή, όλο την ευχή θα λες.
-Νά 'ναι ευλογημένο.
Πάει. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», βάζει το καλάθι στη βρύση από κάτω. Το νερό γιομίζει το καλάθι, δεν τρέχει το καλάθι, αλλά λέει την ευχή. Εννοείται ο Γέροντας στο δωμάτιο προσηύχετο να του δείξει ο Θεός θαύμα στον παραγυιό του. Το γιόμωσε το καλάθι.

Μόλις το είδε, τρέχει λοιπόν να το δείξει στον Γέροντα.
«Γέροντα, γιόμωσε το καλάθι νερό!» Στο δρόμο λοιπόν φανερώνεται ο διάβολος με μορφή ανθρώπινη, λέει:
-Καλόγερε, πού πας;
-Πάω στον Γέροντά μου.
-Πώς σε λένε;
-Γεώργιο.
-Πόσα χρόνια έχεις καλόγερος;
-Πέντε-έξι.
-Τι δουλειά κάνεις;
-Σφραγίδια.
Πάει, έφυγε το νερό κάτω! Έπιασε την αργολογία, άφησε την ευχή, πήγε στον Γέροντα με άδειο το καλάθι!
-Τι συμβαίνει, παιδί μου;
-Γέροντα, έτσι κι έτσι.
-Άφησες την ευχή, παιδί μου, γι' αυτό έφυγε το νερό. Βλέπεις όταν έλεγες την ευχή, το καλάθι κρατούσε το νερό, όταν σταμάτησες κι άρχισες την αργολογία, έφυγε το νερό.
Και ο Θεός μας δοκιμάζει καμιά φορά να μας ξυπνήσει, να πούμε. Σου στέλνει έναν πειρασμό ο Θεός, ο Θεός θέλει να σε ξυπνήσει, μην κοιμάσαι· μην κοιμάσαι, λέγε την ευχούλα.
Και ο άνθρωπος, όταν προσεύχεται εις το Θεό, απορροφά, τρόπον τινά, τις ιδιότητες του Θεού. Ο Θεός, να πούμε, είναι αγαθός, δεν οργίζεται, μακροθυμεί. Και 'συ μετά την προσευχή, σού 'ρχεται ένα τέτοιο πράγμα, μακρόθυμος, ό,τι να σου κάνει ο άλφα, ο βήτα, δεν πειράζει, ε, δεν πειράζει αυτό. Επειδή η χάρις σε χαρίτωσε. Θα σε κάνει κατόπιν, πώς να πούμε, πάντα προσευχόμενον. Ναι. Επήρες αυτή την ιδιότητα, προσευχόμενος εις το Θεό, την πήρες αυτή την ιδιότητα του Θεού...

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΥΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗ
(συνεχίζεται ...)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε τα σχόλιά σας εδώ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...
Βαπτίστηκες και αναγεννήθηκες ... Μετανόησες κάτω από πετραχήλι και ξαναβαπτίστηκες ... Μετέλαβες τα άχραντα μυστήρια και ένιωσες ξανά βαπτισμένος εις το όνομα του τρισυπόστατου Θεού ... Υπάρχει ακόμα ένα βάπτισμα το τέταρτο κατά σειρά .. το βάπτισμα της ομολογίας ...στο αίμα της Πίστης ... Άραγε πόσοι από εμάς θα το αγαπήσουμε ; Τον Αναστάντα Θεό ας ομολογήσουμε ...Και ας πληρώσουμε το τίμημα της Ομολογίας ...όχι το αντίτιμο της απωλείας ...! Καλό Παράδεισο ! ( Νώντας Σκοπετέας. 2009)

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας Νεκταρία Καραντζή

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας  Νεκταρία Καραντζή
Τον θαυμάσιον μύστην Χριστού υμνήσωμεν , Μηλεσίου το κλέος και των Γερόντων φωνή , την βοήθειαν ημών και διόρασιν ˙ Τον αναπαύσαντα σοφώς τας ψυχάς των ασθενών , του πνεύματος συνεργεία . Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην ,επικαλέσωμεν άπαντες. // Nώντας Σκοπετέας 27-11-2013 Απολυτίκιο με την ευκαιρία της επισήμου Αγιοκατατάξεως του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου . Σημ: Το απολυτίκιο δεν περιέχεται σε αναγνωρισμένη ακολουθία , αλλά είναι προϊόν ευλαβείας και απέραντης ευγνωμοσύνης , προς τον Μεγάλο Άγιο του Θεού , στην μεγάλη η μέρα της Αγιοκατατάξεώς του .

Ουράνια Συντροφιά...

Ουράνια Συντροφιά...
Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...". Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε...". Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. "Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής", είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει. -Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ. Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω: -Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: "Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου". Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν: -Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό. Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...", διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές. Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα: -Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και "βρέχει επί δικαίους και αδίκους". Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσουμε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη. -Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! -Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα./Γ.Πορφύριος

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...
Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερ­μηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία. ~Φώτης Κόντογλου~