Ένας Άγιος λιγότερο γνωστός …Προστάτης μιάς πόλης από την οποία έλειψε για περίπου 600 χρόνια ..Βέβαια ήταν πάντα εκεί άγρυπνος φρουρός ,άοκνος βοηθός .. μοναδικό στήριγμα στις δυσκολίες ..δέκτης ολόθερμων προσευχών και παρακλήσεων ..Η πιο δυνατή προσευχή...αυτή που τον εκλιπαρούσε να γυρίσει σπίτι του για πάντα …
Ο ΑΓΙΟΣ ΠΕΤΡΟΣ ΤΟΥ ΑΡΓΟΥΣ (ΕΟΡΤΑΖΕΙ ΣΤΙΣ 3 ΤΟΥ ΜΑΗ )
Ο βίος και τα έργα του Αγίου Πέτρου, αποτελούν περίλαμπρο μνημείο που μαρτυρά την Εκκλησιαστική Δόξα της τότε Αγιωτάτης Επισκοπής Άργους. Είναι όντως πολύεδρος, πολύτιμος λίθος που εκπέμπει φως σωτηρίας και λαμπρύνει την όλη ιστορία της πόλης μας. Ο «από βρέφους Κυρίω ανατεθείς» Πέτρος, εγεννήθη εις το ένδοξο Βυζάντιο. Ιερός και άγιος πόθος να υπηρετήσει τον Κύριο και Θεό του, είχε κατακυριεύσει την ψυχή και την διάνοια του. Πρώτος ο Παύλος, ο πρωτότοκος της οικογένειας επιλέγει την οδό της ένθεης διαβίωσης. Την οδό των στερήσεων, των δοκιμασιών, της προσευχής και της προσφοράς. Ακολουθεί ο Διονύσιος και κατόπιν οι Γονείς και η νεαρή αδελφή τους, δεχθέντες το θείο κάλεσμα, επέλεξαν την οδό της θυσίας, της αυταπάρνησης, και « ήγαγον τον Σταυρόν της μοναχικής πολιτείας ακολουθήσαντες τον Χριστό». Λίγο αργότερα νεαρώτατος κατά την ηλικία ο Πέτρος μετά του μικρότερου αδελφού του Πλάτωνος « καταλιπόντες τον κόσμον και τον οίκον αυτών απήλθον εις ερημικούς τόπους, τη ασκήσει και τη νηστεία και ταις προσευχαίς δουλεύοντες τω Κυρίω». Εγκαταλείπουν την περιουσία τους και τις ανέσεις που αυτή τους διασφάλιζε, και επιλέγουν τον τραχύ αλλά ωραίο αγώνα της μοναστικής ζωής. Η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας του, τον καθιστούν πρότυπο στην μοναστική κοινότητα. Οι συνομήλικοι του τον αγαπούν και τον έχουν ως πρότυπο. Επιδιώκουν να τον μιμηθούν. Εκείνος, πάντοτε εύχαρις και μειλίχιος, αναλαμβάνει τις πιο σκληρές και ταπεινές εργασίες, ενισχύοντας την ταπεινοφροσύνη και την υπομονή του. Στις συγκεντρώσεις και τις συντροφιές εκφράζει με σοβαρότητα και ευφράδεια μοναδική, τις μεγάλες αλήθειες της πίστης επικαλούμενος ρητά ή αποφθέγματα των Πατέρων της Εκκλησίας αλλά και των Αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων. Η υπομονή, η καρτερικότητα, η αυστηρή ασκητική ζωή, η συνεχής προσευχή τον οπλίζουν με γαλήνη, δύναμη και εγκράτεια..
« το κάλλος και η λαμπρότης της ψυχής αυτού εγίγνοντο κατάδηλα και επί του σώματος, του οποίου η ωραιότης θαυμασίως απέστιλβε, διότι είχε, κατά τον αυτόπτην μαθητήν, και το σχήμα και το βάδισμα και το βλέμμα, και το μειδίαμα αξιοθαύμαστα.».
Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικόλαος Α΄ ο Μυστικός, Ιεράρχης σοφός και λόγιος, πληροφορείται τα χαρίσματα, την αξιοσύνη και την ευσέβεια του Μοναχού Πέτρου και επιθυμεί να τον τιμήσει με τον βαθμό της Αρχιερωσύνης. Ο κενός Αποστολικός θρόνος του Μητροπολίτη Κορίνθου θεωρείται από τον Πατριάρχη ως η κατάλληλη ευκαιρία. Καλεί τον Πέτρο και του εκφράζει την επιθυμία του αυτή.
Ο Πέτρος, «το επικίνδυνον του πράγματος ευλαβούμενος», αρνείται κατηγορηματικά. Μετά την άρνηση του, ο Πατριάρχης προσφεύγει στον μεγαλύτερο αδελφό του Παύλο, το οποίον και καθιστά Μητροπολίτη Κορίνθου.
Παρά τις συνεχείς αρνήσεις του Αγίου Πέτρου, ο Πατριάρχης δεν σταματά να προσπαθεί να πείσει τον Πέτρο να αποδεχτεί την Αρχιερωσύνη, την οποία από ταπεινοφροσύνη αυτός μονίμως αρνείται.
Για να αποφύγει τις πιέσεις και να μην πικράνει «εν τη αγαθή και αγία προσπαθεία του» τον Πατριάρχη, μεταβαίνει στην Κόρινθο, κοντά στον αδελφό του. Αλλά η θεία χάρις καταδιώκει τον Πέτρο. Χηρεύει η θέση της επισκοπής Άργους και Αργείοι και Ναυπλιείς απευθύνονται προς τον Μητροπολίτη Κορίνθου Παύλο, ζητούντες επιμόνως ως επίσκοπο της περιοχής τους τον Πέτρο.
Επιμένουν, ικετεύουν και ισχυρίζονται ότι αρτιμελή νήπια πεθαίνουν αβάπτιστα και πολλοί πεθαμένοι θάβονται χωρίς να ψαλλεί η σχετική ακολουθία. Επιτυγχάνουν τελικά, καμφθέντος του Αγίου, να αποδεχτεί την θέση του επισκόπου.
Επίσκοπος Άργους
Ως επίσκοπος, υπήρξε «λύχνος επί την λυχνίαν φαίνων πάση τη οικία της περιοχής Αυτού ου μην αλλά και εις πάσαν την γήν εξήλθεν ο φθόγγος Αυτού και εις τα πέρατα της Οικουμένης τα ρήματα Αυτού».
Όταν, όπως αναφέρει ο Μητροπολίτης Νικαίας Θεόδωρος, «Λοιμός επίεζε την του Πέλοπος επί τοσούτω δε ταύτην επεβόσκετο και κατέτρυχεν, ως και τας οικίας, και στενωπούς και άμφοδα και πλατείας, έτι δε και το ύπαιθρον εμπλησθήναι νεκρών » ο Άγιος « περιήρχετο τας οδούς συλλέγων τους θνήσκοντας, ανορθών τους επιδεομένους, κηδεύων ως συγγενής και προστάτης, τους εις οίκους νεκρούς».
Στήριξε κλονιζομένους, έθρεψε πεινώντας, Λύτρωσε αιχμαλώτους από τους πειρατές, προστάτευσε αδυνάτους ως η διωκόμενη κόρη υπό τινος Στρατηγού, θεράπευσε δαιμονιζομένους, εβάπτισε απίστους, δίδαξε αδιαλείπτως λόγω και έργω.
Το έτος 920 και σε αρκετά προχωρημένη ηλικία, ασθενής κατά το σώμα αλλά ισχυρός κατά το πνεύμα και την πίστη, μετέβη στην Κωνσταντινούπολη και μετέσχε τοπικής Συνόδου, που είχε συγκαλέσει ο Πατριάρχης Νικόλαος ο Μυστικός επί Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου.
Το επίγειο τέλος φτάνει ...Εκείνος, επί τριήμερον νουθετεί γαλήνια και ήρεμα τα πνευματικά του τέκνα. Τα συμβουλεύει να επιζητούν την μέλλουσα ζωή, εκπληρώνοντας τα καθήκοντα τους προς τον Θεό και τους συνανθρώπους τους.
Η φωνή του εξασθενεί. Ευλογεί όσους βρίσκονται δίπλα του και με νεύματα τους παρακαλεί να αποχωρήσουν.
Γράφει ο μαθητής του:
Και ημάς δε τους περί αυτόν τω Θεώ αναθείς και μικρόν καθ΄εαυτόν υποψιθυρήσας και τον σταυρόν τω προσώπω περιγραψάμενος και ιλαρόν επιβλέψας, γεγανωμένω και χαίροντι εοικώς ώσπερ υπομειδιών, τα όμματα μύσας αταράχως διαφήκε το πνεύμα.
Και φεύγει για τις αιώνιες πολιτείες του ανεσπέρου φωτός.
Τότε:
Και πάλιν ηθροίζετο τα πλήθη και συστήματα ιερά, και χοροί μοναστών περιστάντες το ιερόν εκείνο σώμα ύμνοις εγέραιρον και ψαλμοίς., και τον ιεροφόρον άραντες σκίμποδα υποβασταζόντων ιερέων δια μέσης της πόλεως υπό λάμπασιν ήεσαν άδοντες. Και περί δείλην οψίαν υποστρέφοντες το θείον της Θεοτόκου κατειλήφεσαν τέμενος και της ιεράς τελετής και μυσταγωγίας τελουμένης- ειωθός τούτο επι τοις ερχιεύσι γίνεσθαι- αθρόον φωτί το πρόσωπον περιλάμπετο του θείου ανδρός και λεπτός αυτώ περιερρείτο ιδρώς και τον χρώτα είχεν ερυθραινόμενον, ωσεί ζών και υπνών.
Επί 500 χρόνια, ο Άγιος αναπαύεται στην ιερή Αργειακή γη. Από τους Ουρανούς προστατεύει ως ο καλός ποιμήν το ποίμνιον του, « ο την Ψυχήν Αυτού θείς υπέρ των προβάτων».
Την 21η Ιανουαρίου του 1421 ξημερώνει αποφράς ημέρα για τους Αργείους. Ο Επίσκοπος των Καθολικών Secundus Nani ( Σιγουντονάνης ) δίδει εντολή να ανοίξουν τον τάφο του Αγίου. Η βάρβαρη ιεροσυλία πραγματοποιείται δυστυχώς από Χριστιανούς ( κατά το θρήσκευμα αλλά σκληρούς κατακτητές, κάτω από τους οποίους στενάζει η Πατρίδα. Οι Λατίνοι επίσκοποι είναι οι κρατούντες, εκδιωχθέντων των Ορθοδόξων.)
Όταν ήνοιξαν τον τάφον εκείνον, εγένετο σεισμός εν τω τόπω και εξήλθεν ευωδία πλείστη και ο τάφος πεπληρωμένος φωτός και τα τίμια λείψανα σεμνώς κατακείμενα, α και λαβόμενοι τινές των πιστών εγένοντο πολλαί ιάσεις.
Δαιμονισμένος επί χρόνια πλησιάζοντας, θεραπεύεται και άλλου το παράλυτο και στρεβλωμένο χέρι αποκαθίσταται αμέσως.
Όταν ανοίχτηκε ο τάφος έγινε σεισμός και αναδίνονταν αρώματα. Τότε πολλοί πιστοί πήραν μερικά από τα λείψανα που είχαν θαυματουργές ιδιότητες. Προφανώς αυτός είναι και ο λόγος που στο Βατικανό βρέθηκε μόνο ένα μικρό μέρος των λειψάνων του Αγίου Πέτρου. Μέχρι σήμερα ο νυν μητροπολίτης Ιάκωβος, προκειμένου να πετύχει την επιστροφή των λειψάνων, χρειάστηκε να ταξιδέψει πολλές φορές στην Ιταλία.
Ενα από τα χαρακτηριστικά θαύματα του Αγίου Πέτρου, που περιγράφεται στη βιογραφία του, είναι το εξής:
«Μεγάλη πείνα πέφτει στην Πελοπόννησο. Με ρίζες και χλόη προσπαθούν να σταθούν στη ζωή οι κάτοικοι. Δεν έχουν δύναμη ούτε να θάψουν τους νεκρούς των, που γεμίζουν δρόμους και μονοπάτια. Στη δύσκολη και τραγική αυτή στιγμή ο Αγιος μένει όρθιος. Γονατίζει και υψώνει τα χέρια του στον ουρανό. Ζητά έλεος και βοήθεια για το ποίμνιό του. Συγχρόνως συγκεντρώνει σιτάρι, το αλέθει, γεμίζει πιθάρια. Ορίζει αρτοποιούς που ψήνουν και μοιράζουν ψωμί στον λαό της πόλεως και των χωριών. Ω του θαύματος! Το αλεύρι με την προσευχή και την ευλογία του Αγιου δεν τελειώνει. Οι κατάπληκτοι αρτοποιοί θέλουν να διαλαλήσουν το γεγονός, όμως δεν τους το επιτρέπει εκείνος. Τα πιθάρια, όμως, που δεν αδειάζουν καθόλου διαλαλούν το θαύμα».
Τα Άγια λείψανα παραλαμβάνει ο Λατίνος Επίσκοπος -διαβάζουμε στον Ιωάννη Ζεγκίνη- και τα μεταφέρει στο Ναύπλιο, γιατί όπως αναφέρει ο συγγραφέας του, « βραχέος χρονικού» στις 17 Δεκεμβρίου του 1420, ημέρα Τετάρτη, εγένετο χειμών φοβερός, πλήθος αστραπών και βροντών και εχάλασεν ο νάρθηκας του Αγίου Ανδρέως, και ηνεώχθησαν αι πύλαι της εκκλησίας, και μνημεία ηνεώχθησαν και η καμπάνα έπεσε και σημεία εγένοντο εις τους τοίχους και εις τας πύλας ως από ξίφους».
Αργότερα τα Άγια λείψανα μεταφέρθηκαν στην Ρώμη.
Βαθύτατη επιθυμία Κλήρου και Λαού, ήταν η επιστροφή του Αγίου στην πόλη του ...
Ο Αγιος επέστρεψε 587 χρόνια μετά... στις 19 Ιανουαρίου του 2008.
Θα παραμείνει πλέον στον Ιερό Ναό Αγίου Πέτρου, στο κέντρο της πόλης. Στις 4 το απόγευμα, όταν έγινε η υποδοχή των ιερών λειψάνων, χτυπούσαν οι καμπάνες σε όλες τις εκκλησίες της Αργολίδας. Χιλιάδες πιστοί, κληρικοί και μητροπολίτες από όλη την Ελλάδα συμμετείχαν στις εορταστικές εκδηλώσεις. Η συγκηνιτική υποδοχή έγινε στην είσοδο της πόλης. Μια υπέροχη μυρωδιά απο λιβάνι ήταν διάχυτη σε όλες τις γειτονιές του Άργους εκείνο το απόγευμα ,ενώ απο τα μπαλκόνια ροδοπέταλα έπεφταν ανθοστρώνοντας τους δρόμους που σε λίγο θα ...περιδιάβαινε ξανά ο Άγιος ...
Τα ιερά λείψανα , μετέφερε από τη Ρώμη αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τους πατέρες της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας Παύλο και Νικόλαο, τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Μπολόνια Ενρίκο Μορίνι και τον ορθόδοξο ιερέα από τη Ρώμη πατέρα Δημήτριο.
Οπως αναφέρει από το 1991 σε βιβλίο του ο τότε εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Πέτρου, Ευ. Στασινόπουλος: «Οι έρευνες για τον πολιούχο Αγιο του Αργους ξεκίνησαν το 1889 από τον θεολόγο Χρήστο Παπαοικονόμου. Από το 1894, όταν δημιουργήθηκε ο Σύλλογος Αργείων «Ο Δαναός», άρχισε να εορτάζεται ο Αγιος Πέτρος κάθε χρόνο στις 3 Μαϊου, την ημέρα της εορτής του. Και πέντε χρόνια αργότερα εκδόθηκε στη Ρώμη πραγματεία στα ιταλικά με τίτλο: «Ιστορία και έργα του Αγίου Πέτρου Αργους». Τα χρόνια περνούσαν και όλο και πιο πολλά στοιχεία έρχονταν στο φως για τη δράση του θαυματουργού Αγίου.
Από το 1985 ο νυν μητροπολίτης Αργολίδας Ιάκωβος έβαλε στόχο την επιστροφή των ιερών λειψάνων, τα οποία είχε πάρει από τον τάφο του στο Αργος ο Λατίνος επίσκοπος Σιγουντονάνι στις 21 Ιανουαρίου 1421 και τα μετέφερε στο Βατικανό. Και τα κατάφερε ...εκπληρώνοντας έτσι τον ιερό του πόθο ..γεμίζοντας με δάκρυα χαράς και αιώνιας ευγνωμοσύνης όλους μας ...
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι ο εικονιζόμενος στην φωτογραφία π. Παύλος ,σήμερα είναι πλέον ιερέας της Ορθοδόξου Εκκλησίας και μονάζει στην Ιταλία ….ένα σύγχρονο και άγνωστο σε πολλούς ...θαύμα του Αγίου !!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε τα σχόλιά σας εδώ...