main menu

Επιλέξτε ετικέτα για εμφάνιση των αντιστοιχων αναρτήσεων. Αρχική Σελίδα

Απενεργοποιημένη Λειτουργία

21 Ιουλ 2010

Εκεί που κάθε μετάνοια πρέπει να πονά ...

-->
Φτάσαμε στ Βατοπέδι τν ρα το πνου, στς δυ τ πόγεμα. μον συχάζει. Τ κμα το μεγάλου του κόλπου νανουρίζει τν πραξία της, σβήνοντας πάνω στ χαλίκια ρυθμικ κα ρεμο. Εμαστε μπροστ στ θολωτν πυλώνα, πο κρύβει στν κοιλότητά του ζωγραφισμένη τν Παρθένο, καθς λοι ο πυλνες τν μοναστηριν, κα περιμένομε ν προβάλη πορτάρης. ρχεται μ τν προθυμία κα τν περιέργεια—δυ χαρακτηριστικ το καλόγερου. Τ πρόσωπ του τραχύ, τ γένεια του σ μοσκλα σ δέντρο, τ πολλ μαλλιά του στενοχωρημένα μέσα στ στεν κυλινδρικ καλυμαύχι. Οτε μς κοιτάζει. πλώνει μόνο τ χέρι του γι τ διαμονητήριο. Τ διαβάζει μ προσοχ κα μ δυσπιστία, πειτα τ στέλνει στν ρχοντάρη γι τν λεγχο. ρχοντάρης τ πηγαίνει στν πιτροπή. πιτροπή μας δίνει τν δεια. νεβαίνουμε μι σκάλα λόρθη, σχεδν κάθετη, κα πέφτομε κατάκοποι στ ρχονταρίκι. Ατ τ ρχονταρίκι δ διαψεύδει καθόλου τν νομασία του. Δωμάτια πνου νετα, κρεβάτια πο κοιμίζουν, καναπέδες πο ξεκουράζουν, τ γαλάζιο τς θάλασσας κι έρας της μέσα στν ξενώνα, λεκτροφωτισμός,—ν νεωτεριστικ νορθογραφία πο κάνει τ Βατοπέδι μέσα στν παρελθοντικν ατ πολιτεία. Πς πρε τέτοιο χαρακτήρα, δν τ ξέρει κα τ διο τ μοναστήρι. νας πηρέτης λαϊκός, ξυρισμένος, μ τακουνάτες παντοφλες, σήκωσε τ πράγματά μας. νας νεαρς καλόγερος μ τν κοντ στρογγυλ θάμνο τς μαύρης του γενειάδας γύρω στ ροδαλ πρόσωπό του, μς καλημέρισεν γγλικ μ τέλεια προφορά. ταν εδε πς καμε λάθος, μεταχειρίστηκε τ λληνικά του. ταν καλόγερος πο ρίστηκε καμαριέρης μας. Δύσκολα στ ξενοδοχεα θ βρίσκαμε ναν τόσο γοργ κα ξασκημένον πάλληλο. Εχε κάμει στρατιώτης στος τελευταίους πολέμους, πηρέτησε πέντε χρόνια στ Λονδΐνο σ' να διπλωμάτη, κι στερα ρθε στ Βατοπέδι, ντύθηκε τ ράσο κι γινε κωδωνοκρούστης. Τ δεύτερη φορ πο ξαναπγα στ ρος, δν τν ξαναβρκα. Εχε ατοκτονήσει. Ποιός, θ τ ξηγήση ατά; λέξη μοναστήρι φέρνει σ' μς τος ρθόδοξους μιν ρισμένη ρχιτεκτονικν εκόνα: μεγάλο τετράγωνο π νωμένα κελλιά, αλ κλεισμένη μέσα στ κελλιά, κα στ μέση τς αλς κκλησία. ν σ' ατ προσθέσωμε τ θεμελιώδη μοτίβα το μοναστηριο, τν ξύλινο ξώστη πο πλώνεται π' κρη σ' κρη στ ξωτερικ τν κελλιν, τ τόξα κα τ κυπαρίσσι, χομε τ μοναστρι, τν κοιν ντικειμενικν εκόνα, τ ρωμαντικ σκιαγράφημα πο βρίσκεται μέσα στ νο τν λλήνων. Πόσα μως νέα σχήματα δημιουργε πάνω σ' ατν τ θεμελιώδη τύπο το μοναστηριο καιρός, ποιος πλουτισμος μπορε ν πάρη ρυθμός, τ βλέπομε στ Βατοπέδι. δ καιρς εχε φαντασία. Προσθέτοντας νάλογα μ τν νάγκη, φτιασε μία πόλη λόκληρη, που τίποτε δν εναι βαρύ, δυσαρμονικό, βιαστικ ξένο. Καμινάδες, μπαλκόνια, πύργοι, παρεκκλήσια, καμπαναριά, χαγιάτια, λιθόστρωτα, κολνες, χωνεύουν τ νώμαλα σχήματά τους μέσα σ μι γενικν ρμονία, σ' ναν, ς τν πομε τσι, γιορειτικ ρυθμό. Καιρς χει τν ασθητική του. Κα τν πιβάλλει. Πόσο ατ τ σχήματα βοηθονε τ να τ λλο! Πς βρίσκομε τν νότητα σ τόσο πλθος μορφν! Πόσο νετα, μέσα στν πέραντην αλή, ψώνεται τ πάμπυκνο τοτο δάσος τν κτιρίων, κα πς λ ξαφνα ζωντανεύει, ταν π τ ψος το ρχαίου καμπαναριο μελωδικ κωδωνοκρουσία καλε τος μοναχος στν προσευχή!
Εναι δειλινό. Κατεβαίνουν μέσα στν λιο νας-νας κα πηγαίνουν στ Καθολικό, πο στέκει μ τ βαθ κόκκινο χρμα του στν αλή. πυκν μοναστικ πόλη ξύπνησεν π τ νάρκη το μεσημεριο. σπερινός. Πρτα, φαίνονται ο γέροι. Τος χρειάζεται ρα ν φτάσουν, κα ξεκινον νωρίς. πειτα κούγεται τ στερε κα γρήγορο βμα τν νέων. Τ νιάτα τους δν ξεχνον τ λύγισμά τους μέσα στ ράσο. Μερικο π' ατος εναι νήσυχες σερπαντίνες, λλοι κρατον τ παράστημα λόϊσο, λεπτ κα σεμν κιονίσκο βυζαντινο τρούλλου. φορεσι τους περιποιημένη. Τ ράσο κατακαίνουργο. Τ πανωκαλύμαυχον ψογο. Εναι αστηρ τ πρωτόκολλο στ Βατοπέδι. ταν μπκα στ Καθολικ κι εδα τος μαύρους των σκιους ν γεμίζουν τ σωτερικ το ναο κρυμμένοι στ στασίδια, ντοιχισμένοι, θλεγε κανείς, δίστασα ν πάρω τ θέση πού μο δωκαν σ’ να στασίδι. κτελοσαν τν κολουθία το σπερινο μ σοβαρότητα, πως καλς τεχνίτης τ ργο του. νιωθα λοιπν πς κανένας λαϊκς δν χει δουλει κε. ζήτησα κάποια γωνιά. λες ο γωνις ταν πιασμένες. λα τ σκοτάδια εχαν καλόγερους. Μ δυσκολία βρκα να πόμακρο στασίδι γι ν παρακολουθήσω λην ατ τν τελετικν αστηρότητα. Ο καλόγεροι εναι τοποθετημένοι, πως πάντα, κατ τάξιν εραρχίας κα ξίας. Λάθη στ πρωτόκολλο δν πιτρέπονται. ρθιοι κρατον τ στασίδια τους. Τ κανονάρχημα γίνεται σύμφωνα μ τ μοναστηριακ παράδοσή του.
κανονάρχης, πο εναι πάντα καλόγερος, πηγαίνει διάκοπα π τ δεξι στν ριστερ ψάλτη, πειδ διος εναι ποχρεωμένος ν κανοναρχήση κα στος δυό. συχα νεμίζεται στς πλάτες του τ εδικό του νδυμα, μαρος αλακωτς μανδύας, προωρισμένος μόνο γι' ατ τν πηρεσία. Στν πρτο νάρθηκα, στ «λιτή», στέκουν ο κουρασμένοι, ο λιγώτερο χρήσιμοι γι τν κολουθία. Στν ξωνάρθηκα, ο ντελς γέροι. Δ θέλω ν κρίνω τν ψαλμδία. μουσικ ατή, μ τν νατολική της τεχνοτροπία, πο δν πακούει σ κανόνα, πως λς ο νατολικές, εναι μι παράδοση κα χει τν ξία τν παλιν πραγμάτων. ς μ ζητομε τ μουσικ ξία τς βυζαντινς ψαλμδίας, τουλάχιστον στ γιον ρος. Περιπλεγμένη μ τ λαττώματα πο βλασταίνουν φθονα μ τν καιρ γύρω στς καλλιέργητες παραδόσεις, γινε μι λαϊκ τέχνη, χωρς σχεδν μελωδικ γραμμή, φορτωμένη κεντήματα, κτελεσμένη μ τημελησία, πο τν κάνει πι μορφη κα σκοτεινή. Δν παύει μως ν εναι κάτι παλιό, κα σν παλι ν χη τ μοναστηριακό του χαρακτρα, ποος, μαζ μ τς μαρες σκις τν καλογέρων, μ τς σπρες γενειάδες, μ τ αστηρ τυπικό, συντελε γι ν διεγείρη τ μυστήριο. λα εναι μοναστηρήσια, λα αστηρ κα θλιβερ κε μέσα. Δειλινό. ς λάμπη ξω λιος, ς πρασινίζουν ο ράχες, ς πηδάη τ κμα. Τ μοναστήρι χει τν ργασία του. σπερινς κρατε ρα πολλή. ν ο καλόγεροι διαβάζουν κα ψέλνουν, μετέωρος Παντοκράτορας, π τ ψος που τν νέβασαν ο ρχιτέκτονες τν πεταχτν τρούλλων, γρυπνε σ λην ατ τν τυπικότητα, κούει, βλέπει, κα εναι αστηρς γι κάθε παράλειψη, γι κάθε μετάνοια πο δν ταν τόσο βαθει στε ν πονέσουν τ κόκκαλα τν γονάτων!
Ζαχαρίας Παπαντωνίου
Ζω το Μεγάλου Μοναστηριο
π τ «γιον ρος». θήνα, κδόσεις στία, 1934. Πηγή:http://ellas60.blogspot.com

20 Ιουλ 2010

Άγια φωτιά σε κάθε κορυφή ...

…Oι Iουδαίοι περιμένανε να ξανάρθει στον κόσμο, για τούτο θαρρούσανε πως ο άγιος Iωάννης ο Πρόδρομος ήτανε ο Hλίας. Kαι τότε που ρώτησε ο Xριστός τους μαθητές του “Ποιος, λένε, πως είμαι, οι άνθρωποι;”, του απαντήσανε πως λέγανε πως ήτανε ο Hλίας ή κάποιος άλλος από τους προφήτες. O προφήτης Mαλαχίας, που έζησε πολύ υστερώτερα από τον Hλία, λέγει: “Tάδε λέγει Kύριος Παντοκράτωρ. Iδού εγώ αποστελώ υμίν Hλίαν τον Θεσβίτην, πριν ή ελθείν την ημέραν Kυρίου την μεγάλην και επιφανή”, και πολλοί το εξηγήσανε πως ο Hλίας θάρθη πάλι στον κόσμο πριν από τη Δευτέρα Παρουσία και θα μαρτυρήσει. Σε όλα μοιάζει μ’ αυτόν ο Πρόδρομος, γι’ αυτό οι απόστολοι κ’ οι άλλοι Eβραίοι υποπτευόντανε μήπως ήτανε ο Hλίας ξαναγεννημένος. Ύστερα από τη Mεταμόρφωση, σαν κατεβήκανε από το βουνό οι τρεις μαθητάδες με τον Xριστό, τον ρωτήσανε: “Oι γραμματείς λένε πως ο Hλίας πρέπει νάρθει πρώτα. Eσύ τι λες;” Kι’ ο Xριστός τούς αποκρίθηκε: “O Hλίας έρχεται πρώτα και θα τ’ αποκαταστήσει όλα• αλλά σας λέγω πως ο Hλίας ήρθε κιόλας, και δεν τον γνωρίσανε, αλλά του κάνανε όσα θελήσανε• τα ίδια μέλλεται να πάθει και ο γυιος του ανθρώπου απ’ αυτούς”. Tότε καταλάβανε οι μαθητές πως για τον Iωάννη τον Bαπτιστή τούς είπε (Mατθ. ιστ΄, 10). Pωτήσανε οι μαθητές τον Xριστό για τον Hλία, επειδή τον είχανε δει πριν από λίγο, απάνω στο Θαβώρ, να φανερώνεται μαζί με τον Mωυσή, την ώρα που μεταμορφώθηκε ο Xριστός, και να μιλά μαζί του, με όλο που είχε ζήσει σ’ αυτόν τον κόσμο πριν από 800 χρόνια. Aλλά και κατά τη Σταύρωση, σαν φώναξε ο Xριστός “Hλί ηλί, λαμά σαβαχθανί”, κάποιοι από τους Eβραίους που στεκόντανε κοντά στο σταυρό λέγανε πως θα φώναζε τον Hλία να τον βοηθήσει: “Tινές δε των εκεί εστώτων ακούσαντες έλεγον ότι Hλίαν φωνεί ούτος” (Mατθ. κζ΄, 46). Παντού πλανιέται ο ίσκιος του. O προφήτης Hλίας γεννήθηκε προ 2767 χρόνια. Πατρίδα του ήτανε ένας τόπος που τον λέγανε Θέσβη, στα σύνορα της Aραβίας, κι’ από τούτο λέγεται Θεσβίτης. Tον πατέρα του τον λέγανε Σωβάκ, από το γένος του Aαρών. Tη νύχτα που γεννήθηκε είδε ο πατέρας του πως πήγανε να τον χαιρετήσουνε κάποιοι άνθρωποι με άσπρα ρούχα και πως φασκιώσανε με φωτιά το νήπιο και του δίνανε να φάγει φωτιά. Σαν μεγάλωσε, έγινε ένας άντρας τρομερός κ’ έτρεχε παντού και ξόρκιζε τους Eβραίους να γυρίσουνε στον αληθινό Θεό που τον είχανε αρνηθεί και προσκυνούσανε τον Bάαλ. Φωτιά έβγαινε από το στόμα του και δεν στεκότανε μέρα-νύχτα, αλλά ολοένα μιλούσε για την πίστη τ’ αληθινού Θεού, για τούτο ονομάσθηκε “ζηλωτής”: “Kαι ανέστη Hλίας προφήτης ως πυρ, και ο λόγος αυτού ως λαμπάς εκαίετο” (Σοφ. Σειράχ μη΄,1 )… O προφήτης Hλίας είναι πολύ τιμημένος από εμάς τους Έλληνες.Όπου να πας θα δεις ρημοκλήσια του απάνω στις κορφές των βουνών, από τα μικρά ως τα μεγάλα. O άγιος Nικόλας φυλάγει τη θάλασσα κι’ ο προφήτης Hλίας τα βουνά. Mέσα στα ρημοκλήσια του είναι ζωγραφισμένος από κείνους τους παληούς μαστόρους σαν τσομπάνος με τη φλοκάτα, με μαλλιά και γένια ανακατεμένα και στριφτά σαν αγριόπρινος, γερακομύτης σαν αητός, με μάτια φλογερά. Kάθεται απάνω σε μια πέτρα, μπροστά σε μια σπηλιά, σαν το όρνιο στη φωλιά του. Έχει ακουμπισμένο το κεφάλι του στην απαλάμη του, και κοιτάζει κατά πίσω, σαν να ακούγει τη φωνή του Θεού που του μιλά μέσα σε κείνα τα άσπλαχνα κράκουρα. Aπό πάνω του πετά ο κόρακας μ’ ένα κομμάτι κρέας, και χυμίζει κατά κάτω να του το δώσει. Όπως είναι ζωγραφισμένος μέσα στο ρημοκλήσι του, θαρρείς πως βρίσκεσαι αληθινά μέσα στη σπηλιά του, και ακούς τον αγέρα που βουΐζει στα χορτάρια και τα όρνια που κράζουνε κόβοντας γύρους από πάνω από το βουνό. Kανένα παμπάλαιο θυμιατήρι είναι κρεμασμένο δίπλα του απάνω στον καπνισμένον τοίχο, κανένα κερί σβηστό στέκεται μπηγμένο στον άμμο σ’ ένα μανουάλι βουνίσιο σαν τον άγιο που είναι ο νοικοκύρης εκείνου του ρημοκλησιού. Kάθε χρόνο, στις 20 Iουλίου, έρχουνται αποβραδύς οι χριστιανοί από το χωριό με τον παπά, και τον προσκυνάνε τον προφήτη Hλία, ανάβουνε τα καντήλια, θυμιάζουνε, και ψέλνει κανένας γέρος και λέγει τα στιχηρά της μνήμης του, και κείνος ακούγει με το άγριο κεφάλι του ακουμπισμένο στο χέρι του, κι’ ο κόρακας βαστά το ίσιο με τη βραχνή φωνή του: “Xαίροις επίγειε Άγγελε και ουράνιε άνθρωπε, Hλία μεγαλώνυμε. Xαίροις Hλία ζηλωτά, των παθών αυτοκράτωρ. Ω του θαύματος! O πήλινος άνθρωπος, ουρανούς του βρέχειν υετόν ουκ έδωκεν, και ουρανούς ανατρέχει εν πυρίνω άρματι”. Kαι την άλλη μέρα, άμα τελειώσει η λειτουργία, φεύγουνε οι άνθρωποι, κι’ ο Hλίας κάθεται πάλι ολομόναχος “μονώτατος”, βουβός, τυλιγμένος στην προβιά του, σαν αγιούπας κουρνιασμένος. Xιλιάδες χρόνια κάθεται έτσι, άλλες πολλές θα κάθεται, “έως του ελθείν την ημέραν Kυρίου την μεγάλην και επιφανή”. Από το βιβλίο Γίγαντες Ταπεινοί, Εκδόσεις Aκρίτας 2000

15 Ιουλ 2010

Λοιδορώντας και ...ικετεύοντας ....Το θαύμα της Αγίας Μαρίνας ...

-->
Αναζητώντας υλικό για εκπομπές στο Πάσχα του Καλοκαιριού σήμερα στο διαδίκτυο "έπεσα" πάνω σε ένα άρθρο δημοσιευμένο προ τριετίας σε κάποια εφημερίδα ,στο οποίο ο συγγραφέας λοιδορούσε χλεύαζε και οίκτιρε όλους αυτούς που πιστεύουν στο θαύμα στο υπερφυσικό και στην υπερνίκηση της ..φυσικής τάξεως όπου ο Θεός βούλεται...Σκέφτηκα σήμερα οτι αυτό το άρθρο δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ακόμη μια φωνή ικεσίας ...ναι μην παραξενεύεστε ...Δεν υπάρχει κανείς που να μην πιστεύει ...απλά υπάρχουν εκατομμύρια ψυχές παραδωμένες στην χάρυβδη του εγωισμού ,αρνούμενες πεισματικά να παραδεχθούν την ύπαρξη της σύμφητής τους πίστεως ....πίστης ριζωμένης μέσα τους απο την πρώτη ανάσα τους ...ο καθένας περιμένει εναγωνίως να βιώσει το δικό του προσωπικό θαύμα ...άλλος γονατίζει και άλλος αρθρογραφεί προκαλώντας... και παρακαλώντας...αμφισβητώντας και ικετεύοντας ....λοιδορώντας και θαυμάζοντας ...Σ΄ αυτούς τους ...μη συγγνωστούς ..ικέτες είναι αφιερωμένη η σημερινή ανάρτηση η οποία αναφέρεται σε ένα συγκλονιστικό θαύμα ...κοντά στην χάρη της Αγίας που πάτησε τον Σατανά....
....Πολλές φορές στην ζωή μας, σαν συνειδητοί Χριστιανοί, επικαλούμεθα τον Θεό και τους Αγίους Του. Αυτό λοιπόν έκανε και μια οικογένεια από την Κύπρο, γνωστή από τις τηλεοπτικές εκκλήσεις της το 2004 για την εξεύρεση δότη, προκειμένου να βρεθεί μόσχευμα για εγχείρηση στο μικρό παιδί τους, τον Ανδρέα, που έπασχε από λευχαιμία. Μόσχευμα βρέθηκε και οι γονείς ετοιμάσθηκαν για να ταξιδεύσουν στις Η.Π.Α., όπου θα γινόταν η λεπτή χειρουργική επέμβαση μεταμόσχευσης μυελού. Στο σημείο αυτό να σημειωθεί πως το συγκεκριμένο μόσχευμα, καθώς επίσης και η μεταμόσχευση αυτή, δεν έχουν καμία σχέση με την απάτη της «δωρεάς οργάνων», αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση ο δότης που παραχώρησε το μόσχευμα παρέμεινε ζωντανός και υγιής, σε αντίθεση με τους δότες της «δωρεάς οργάνων», οι οποίοι καταδικάζονται και οδηγούνται από τους «γιατρούς» ζωντανοί σε θάνατο.Όλοι θυμόμαστε τότε την αγωνία της οικογένειας του Βάσου Βασιλείου από τη Λεμεσό και τις καθημερινές εκκλήσεις τους στον Χριστό μας για να σώσει το παιδί τους. Πριν λοιπόν ξεκινήσουν για την εγχείρηση, οι γονείς άκουσαν για τα Θαύματα της Αγίας Μαρίνας και πήραν την πρωτοβουλία να τηλεφωνήσουν στο Μοναστήρι της Αγίας Μαρίνας στην Άνδρο, για να ζητήσουν την Ευλογία Της. Στο τηλέφωνο ο Ηγούμενος της Ιεράς Μονής, Αρχιμανδρίτης Κυπριανός, υποσχέθηκε πως θα προσευχηθεί στην Αγία και ευχήθηκε στους γονείς να έχει το παιδί την Αγία Μαρίνα στο χειρουργείο για βοήθεια. Πράγματι με την ευχή του Ηγουμένου Κυπριανού στις αποσκευές τους και με ακράδαντη την πίστη για τη βοήθεια της Αγίας Μαρίνας, οι δύο γονείς και ο μικρός Ανδρέας μετέβησαν στις Η.Π.Α. Μετά τις καθιερωμένες προκαταρκτικές εξετάσεις προετοιμασίας, ο μικρός Ανδρέας εισήλθε για την πραγματικά πολύ σοβαρή και λεπτή εγχείρηση. Λίγη ώρα πριν το χειρουργείο, παρουσιάστηκε στον ιατρό που θα χειρουργούσε τον μικρό Ανδρέα μία γυναίκα. Είπε πως είναι γιατρός και παρακάλεσε να παρακολουθήσει την εγχείρηση, επειδή ήταν προσωπική ιατρός του μικρού Ανδρέα. Η συζήτηση της γυναίκας με τον χειρούργο, έδειχνε πως κατείχε την ιατρική επιστήμη και δεν άφηνε καμιά αμφιβολία στο χειρούργο να σκεφτεί πως δεν είναι ιατρός. Εκείνος πάντως της είπε πως δεν επιτρέπεται να βρίσκεται στο χειρουργείο ξένος ιατρός και πως αποτελούσε πρακτική της ιατρικής του ομάδας, να μην μετέχουν άλλοι στις λεπτές αυτές εγχειρήσεις. Η επιμονή όμως της γυναίκας έκαμψε την αρχική αδιαλλαξία του χειρούργου. Της ζήτησε να αφήσει τα στοιχεία της στη γραμματεία και να εισέλθει στη συνέχεια στο χειρουργείο μαζί του. Έτσι και έγινε. Η άγνωστη ιατρός εισήλθε στο χειρουργείο και όχι απλώς παρακολουθούσε, αλλά συμμετείχε ενεργά στην εγχείρηση του μικρού Ανδρέα. Αρκετές φορές μάλιστα έδωσε τις κατευθύνσεις για το πώς έπρεπε να προχωρήσει η επέμβαση. Όλα πήγαν καλά και ο γιατρός αφού την ευχαρίστησε εξήλθε του χειρουργείου. Το ζεύγος Βασιλείου έτρεξε να πληροφορηθεί για το πώς πήγε η εγχείρηση. «Όλα πήγαν πολύ καλά» τους είπε. Και πρόσθεσε: «Δεν μπορώ όμως να καταλάβω, πώς είχατε μια τέτοια γιατρό για το παιδί σας και ήλθατε σε μένα;». Οι γονείς έκπληκτοι του απάντησαν ότι δεν είχαν φέρει κάποια γιατρό και δεν γνωρίζουν κάτι σχετικό. Ο χειρούργος όμως επέμενε και τους είπε πως όταν εξήλθε από το χειρουργείο, η γιατρός του μικρού Ανδρέα παρέμεινε για λίγο μέσα με την υπόλοιπη ιατρική ομάδα. Ως εκ τούτου κάπου εκεί γύρω θα έπρεπε να είναι, γι’αυτό και τους προέτρεψε να τη συναντήσουν. Μάταια όμως έψαχναν να τη βρουν. Η γιατρός είχε εξαφανισθεί... Σκέφθηκαν πως θα έφυγε και πήγαν μετά την προτροπή του χειρούργου στη γραμματεία, για να ζητήσουν τα στοιχεία της προκειμένου να την ευχαριστήσουν. Πίστευαν πως ίσως κάποια γιατρός από την Ελλάδα ή την Κύπρο, ευαισθητοποιήθηκε και ταξίδευσε στις Η.Π.Α. για να συμβάλλει στην λεπτή χειρουργική επέμβαση. Με έκπληξη διαπίστωσαν πως η άγνωστη γυναίκα ιατρός, είχε υπογράψει με το όνομα «Μαρίνα από την Άνδρο» (Marina from Andros). Δεν πίστευαν αυτό που έβλεπαν. Στέκονταν επί αρκετή ώρα αμήχανοι μπροστά στο Θαύμα της Αγίας Μαρίνας. Τα δάκρυα ευγνωμοσύνης και χαράς πλημμύρισαν τα μάτια τους. Θυμήθηκαν αυτό που τους είχε πει ο σεβαστός Γέροντας και Ηγούμενος της ομώνυμης Ιεράς Μονής: "Πηγαίνετε στην Αμερική και εύχομαι η Αγία Μαρίνα να είναι μέσα στο χειρουργείο". Την απερίγραπτη χαρά τους για την επιτυχή έκβαση της εγχείρησης και την επαναφορά της υγείας του μικρού Ανδρέα, τη μετέφεραν στα Μ.Μ.Ε. μιλώντας για το αληθινό Θαύμα. Από τότε έβαλαν ως τάμα να βρίσκονται πάντοτε οικογενειακώς στην Άνδρο, την ημέρα της Μνήμης της Αγίας Μαρίνας. Έτσι και πράττουν, ενώ όπως ανέφερε Μοναχός της Ιεράς Μονής με τον οποίο συνομιλήσαμε δύο φορές, στα χρόνια που μεσολάβησαν από τότε, η οικογένεια Βασιλείου μεταβαίνει τακτικά από τη Λεμεσό κάθε καλοκαίρι στην Άνδρο, για να ευχαριστήσει την Αγία Μαρίνα που έσωσε τον μικρό Ανδρέα..
πηγή:http://www.pigizois.net

13 Ιουλ 2010

Το μόνο φάρμακο για όλα τα πάθη... ......


Μελετώντας κανείς το βιβλίο του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου «Περί της συνεχούς θείας Μεταλήψεως» αντιλαμβάνεται ότι την εποχή που ο άγιος Νικόδημος το έγραφε (18ος αι.) υπήρχε η αντίληψη τόσο στους περισσοτέρους Κληρικούς όσο και στους λαϊκούς, ότι όχι μόνον δεν επιτρέπεται η συχνή θεία Μετάληψη, αλλά και ότι η συνήθεια αυτή αποτελεί μεγάλο αμάρτημα και αίρεση. Την εσφαλμένη αυτή θεώρηση ανασκευάζει στο εν λόγω πόνημα ο αγιορείτης άγιος ,η μνήμη του οποίου εορτάζεται στις 14 Ιουλίου . Αυτοί που αντιτάσσονταν στην συχνή θεία Μετάληψη έλεγαν ότι οι Χριστιανοί πρέπει να μεταλαμβάνουν ανά σαράντα μέρες, επικαλούμενοι το χωρίο του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: «Τίνος ουν ένεκεν νηστεύομεν τας τεσσαράκοντα ταύτας ημέρας; Πολλοί το παλαιόν τοις Μυστηρίοις προσίεσαν απλώς και ως έτυχε και μάλιστα κατά τον καιρόν τούτον καθ’ ον ο Χριστός αυτό παρέδωκε. Συνειδότες ουν οι Πατέρες την βλάβην την γινομένην εκ της ημελημένης προσόδου, συνελθόντες ετύπωσαν ημέρας τεσσαράκοντα νηστείας, ευχών, ακροάσεων, συνόδων, ίνα εν ταις ημέραις ταύταις καθαρθέντες, μετ’ ακριβείας άπαντες και δι’ ευχών, και δια ελεημοσύνης, δια νηστείας και δια παννυχίδων, και δια δακρύων, και δι’ εξομολογήσεως και δια των άλλων απάντων, ούτω κατά δύναμιν την ημετέραν μετά καθαρού συνειδότος προσίωμεν» (λογ. 28, τομ. 6, Προς τους τα πρώτα πάσχα νηστ.). Ο άγιος Νικόδημος απορρίπτει την επιχειρηματολογία, τονίζοντας ότι οι κατήγοροι της συχνής θείας Μεταλήψεως απομονώνουν το χωρίο του αγίου Ιωάννου από την συνάφεια του κειμένου χωρίς επιπλέον να λαμβάνουν υπόψη τους τα κίνητρα της ομιλίας και σε ποιούς ανθρώπους απευθύνεται, δημιουργώντας εσφαλμένες εντυπώσεις. Γιατί ο άγιος Ιωάννης τόσο στην ομιλία αυτή, όσο και σε άλλες ομιλίες και κείμενα, προτρέπει το πλήρωμα των πιστών να μεταλαμβάνουν συχνά το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Ακολουθούν, δηλαδή, κατά τον άγιο Νικόδημο, την τακτική των αιρετικών που παρερμηνεύουν χωρία της Αγίας Γραφής, αφού τα απομονώσουν από την όλη συνάφεια, προκειμένου να τεκμηριώσουν τις πλάνες τους. Επιπλέον, φαίνεται ότι την εποχή που η γραφίδα του αγίου Νικοδήμου προέτρεπε σε συχνή Μετάληψη, υπήρχε στις εκδόσεις του Ωρολογίου κολοβωμένη η Πράξη της Συνόδου του 992 μ.Χ., που είναι γνωστή ως «Τόμος Ενώσεως», η οποία έλεγε ότι οι τρίγαμοι των 40 ετών θα πρέπη να απέχουν πέντε χρόνια της θείας Μεταλήψεως, από την ημέρα της τέλεσης του τρίτου γάμου, και μετά την πάροδο της διορίας αυτής να κοινωνούν μόνον το Πάσχα, ενώ στους τρίγαμους των 30 ετών ο αποκλεισμός μειώνεται στα τέσσερα χρόνια μετά την τέλεση του τρίτου γάμου, ενώ μπορούν να μεταλαμβάνουν εκτός του Πάσχα, τα Χριστούγεννα και στην εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Αυτός, λοιπόν, που μετέφερε τον Κανόνα στο βιβλίο του Ωρολογίου, πιθανότατα εσκεμμένα και για να στηρίξη την άποψη περί μη συχνής θείας Μεταλήψεως, κολόβωσε τον Κανόνα αυτόν, αποσιωπώντας ότι αφορά συγκεκριμένες κατηγορίες πιστών και γενικεύοντάς τον σε όλους τους πιστούς. Η ουσία βρίσκεται στο γεγονός, σύμφωνα με τον άγιο Νικόδημο, ότι βάσει των Γραφών, των αποφάσεων των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων και των συγγραμμάτων των Πατέρων της Εκκλησίας, η προσέλευση στο Ποτήριο με την κατάλληλη προετοιμασία αποτελεί ρητή εντολή του Κυρίου. Επισημαίνει μάλιστα έναν λόγο του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ότι Πάσχα για τους Χριστιανούς δεν είναι το ημερολογιακό Πάσχα, αλλά η ημέρα εκείνη που θα μεταλάβουν, προετοιμασμένοι κατάλληλα, το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, ενώ η συχνή Μετάληψη, με την κατάλληλη προετοιμασία, είναι απαραίτητη για την ευόδωση του πνευματικού αγώνα στην πορεία προς το καθ’ ομοίωσιν, δηλαδή την θέωση.– Περί της συχνότητος της θείας Μεταλήψεως του Παναγιώτη Μελικίδη, Θεολόγου τα πάθη νικιούνται …. Και επειδή τα γράφω για σένα αγαπημένο μου, που μου λές ότι το πάθος το σεξουαλικό δεν μπορείς να το δαμάσεις και ότι σε σέρνει πέρα δώθε- όπως το αφηνιασμένο άλογο το μισολιπόθυμο αναβάτη του- θα προσθέσω ότι ναι, το πιστεύω πως δεν υπάρχει δεν μπορώ, μόνο υπάρχει δε θέλω! Αν θέλει ο άνθρωπος, μπορεί να νικήσει- με τη δύναμη του Κυρίου και τα όπλα της Ορθόδοξης Εκκλησίας- όλα ανεξαιρέτως τα πάθη που τον παιδεύουν. Οι νέοι από τα σεξουαλικά, σέρνονται στη δουλεία- κυρίως. Αυτά τα ισχυρά σαρκικά πάθη, όσο και να επιθυμεί ο νέος δεν μπορεί μόνος του, να τα φέρει κάτω από τον έλεγχο που ο Κύριος προστάζει. Με τη δύναμη όμως και την παρουσία του Κυρίου Ιησού, και αυτά τα πάθη νικιούνται… - Πώς νικιούνται; - Με τη συνεχή θεία Μετάληψη. Αυτή είναι η ΜΟΝΗ οδός βοηθείας την σήμερον, και αν σου ακούγεται σκληρός ο λόγος μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι είναι πάσης αποδοχής άξιος.... Στις αρχές του ΙΘ αιώνος, η Μονή του Αγίου Παντελεήμονος, το Ρωσικό, που την εποχή αυτή είχε Έλληνες μοναχούς, ήταν πλήρως εγκαταλελειμμένη. Η Ιερά Κοινότης, λοιπόν, το έτος 1803, αποφάσισε να διαγράψει το μοναστήρι από τον αριθμό των αγιορειτικών μονών, και απευθύνθηκε στον οικουμενικό πατριάρχη Καλλίνικο με ανάλογη αίτηση. Ο πατριάρχης απέρριψε αποφασιστικά τέτοια πρόταση και έδωσε εντολή να φροντίσουν αμέσως για την εξεύρεση εμπείρου και πνευματικού ηγουμένου, στου οποίου τα χέρια θα παρέδιδαν όσο το δυνατόν γρηγορώτερα το κοινόβιο για να το ανασυγκροτήση. Μόλις η Ιερά Κοινότης έλαβε γνώση της Πατριαρχικής αποφάσεως, επέλεξε και πρότεινε τον Έλληνα π. Σάββα, ηλικιωμένο ιερομόναχο της Σκήτης Ξενοφώντος, ο οποίος κατά τη γνώμη τους ήταν ικανός να αντεπεξέλθη στο έργο που επρόκειτο να του ανατεθή. (Ο π. Σάββας τελικά με εντολή του Πατριάρχη πάει στην Κωσταντινούπολη και το κείμενο συνεχίζει ως ακολούθως) : Μεταξύ των πιστών της Κωνσταντινουπόλεως, από τους οποίους πολλοί εγνώριζαν τκαι προσωπικώς το Γέροντα, γρήγορα διαδόθηκε η είδησις για τον ερχομό του… Ο π. Σάββας έμεινε τελικά τέσσερα χρόνια στην Κωνσταντινούπολη για τη συγκέντρωση δωρεών και γνωρίστηκε με πολλές ευλαβείς ελληνικές οικογένειες. Ο μαθητής του, ο αρχιμανδρίτης Προκόπιος(1848+) διηγήθηκε ως αυτόπτης μάρτυς το εξής γεγονός:Σε κάποια από τις ελληνικές οικογένειες, του ανέφεραν για ένα συγγενή τους νεαρό έμπορο, ο οποίος σχετιζόταν με τους αντιπροσώπους των σουλτανικών χαρεμιών και προμήθευε στο προσωπικό τους ποικίλα εμπορεύματα. Πέραν τούτου όμως, ο νεαρός έμπορος δημιούργησε και άλλου είδους σχέσεις με τις φυλακισμένες, τις οποίες επισκεπτόταν καθημερινώς. Οι συγγενείς του, μιλώντας περί αυτού στον π.Σάββα, είπαν ότι θα τιμωρηθή αυστηρά από τους Τούρκους σε περίπτωση που αυτό γίνη γνωστό. Ετσι, τον παρεκάλεσαν να λυτρώσει με τη μεσολάβησή του, το νεαρό από τέτοιο κίνδυνο. Ο π. Σάββας, με πίστι στη βοήθεια της Χάριτος του Θεού και τη συνεργία της Θείας Κοινωνίας, άρχισε το έργο. Μετά από μακρές και ανεπιτυχείς προτροπές προς τον φιλήδονο νέο να εγκαταλείψη τις αμαρτωλές σχέσεις με τις μουσουλμάνες, πρότεινε εν τέλει ευκολώτερους όρους από την πλευρά του, υποσχόμενος ότι δεν θα τον ενοχλήση πλέον για να τον αποτρέψη από την αμαρτία. Τον παρακάλεσε, λοιπόν, να μην πάη στο χαρέμι μία ημέρα και κατά τη διάρκειά της να νηστεύση, μετά να του αναγνωσθή η συγχωρητική ευχή, να κοινωνήση των αχράντων Μυστηρίων και κατόπιν ας κάνη ό,τι θέλει! Ο δυστυχής….ελκόμενος από την αμαρτία όπως ο σίδηρος από τον μαγνήτη δυσκολεύτηκε αλλά δέχθηκε τη συμβουλή. Ίσως εξ αιτίας ντροπής ενώπιον του Γέροντος και των συγγενών του, περισσότερο όμως επειδή ο σοφός Γέροντας δεν του ζητούσε παραίτηση από την αμαρτία, αλλά στέρηση μόνο για μία ημέρα. Ενήστευσε εκείνη την ημέρα, έλαβε τη συγχώρηση δια της ευχής και τη θεία Κοινωνία και μετά τη θεία Λειτουργία γευμάτισε με τον π.Σάββα και με τους συγγενείς. Κατά τη διάρκεια του γεύματος και δήθεν τυχαίως, ο Γέροντας πρότεινε να προσπαθήση εκείνη την ημέρα να μην πάη στο χαρέμι και να κοινωνήση πάλιν την επόμενη. Επειδή δεν έβλεπε καμία αντίδρασι, άρχισε εγκαρδίως να τον παρακαλή, υποσχόμενος εκ νέου ότι μετά τη Θεία Κοινωνία θα τον αφήση ελεύθερο να πράξη κατά την επιθυμία του. Αφού έλαβε την συγκατάθεσι τον κοινώνησε και την άλλη ημέρα. Πρότεινε να τον ξανακοινωνήση με τους ίδιους όρους,δηλαδή και εκείνη την ημέρα να μην πάει στο χαρέμι, και τον κοινώνησε και την τρίτη ημέρα. Τότε φάνηκε πώς ενήργησε σωτηριωδώς η χάρις του Θεού, κατά την ζώσαν πίστιν του Γέροντος και τις προσευχές των συγγενών. Η καρδιά του νέου μαλάκωσε και άρχισε σιγά σιγά μέσα του να αισθάνεται τη νέκρωσι των φλογισμένων παθών. Ο π. Σάββας συνέχισε να τον κοινωνή επί σαράντα ημέρες και την τελευταία φορά του είπε: - Πήγαινε τώρα όπου επιθυμείς, ακόμη και στο χαρέμι δεν σε εμποδίζω! Αλλά στην ψυχή του νέου είχε ήδη συντελεσθή η μεταστροφή. - Ας κάνουν μαζί μου, ό,τι θέλουν , είπε. Μπορούν και να με κατακόψουν. Για τίποτε στον κόσμο δεν θα δεχτώ να πηγαίνω εκεί όπου νωρίτερα έτσι ασυγκράτητα έτρεχα! Με αυτόν τον τρόπο ο φιλεύσπλαγχνος Κύριος….έσωσε το…πρόβατό Του. Όταν ο π. Σάββας συγκέντρωσε αρκετές δωρεές, επέστρεψε στο Αγιο Όρος και στην ακτή της θάλασσας άρχισε να κτίζει το μοναστήρι... πηγή : http://salograia.blogspot.com/

7 Ιουλ 2010

Ένα τόσο δα κομματάκι ..του Θεού

Η ιστορία, που θα σας αφηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή όσα απίστευτα στοιχεία και αν έχει…. ήταν αρχές Δεκέμβρη 2007. Οι έννοιες και οι φροντίδες της καθημερινότητας με είχαν καταβάλει εκείνο τον καιρό και ιδιαίτερα κάποιες οικογενειακές υποθέσεις μου είχαν προκαλέσει μεγάλη στεναχώρια. Τέλος πάντων σκεφτόμουν, τα έχει αυτά η ζωή. Αυτό, όμως, που ένοιωσα εκείνο το πρωί ήταν για μένα -έτσι σκεφτόμουν τότε- τελειωτικό. Από την προηγούμενη είχα κάποιες εκκρεμότητες να φέρω σε πέρας και μάλιστα οικονομικές, που με είχαν στεναχωρήσει και με είχαν αγχώσει πολύ. Είχα πάει στο ταμείο των υπαλλήλων της υπηρεσίας που εργάζομαι και είχα εισπράξει το ποσό ενός δανείου 20.000 ευρώ, προκειμένου να εξοφλήσω την τράπεζα η οποία μας έβγαλε το εξοχικό σπίτι σε πλειστηριασμό και προχώρησε σε κατάσχεση. Ήμουν πολύ στεναχωρημένη, γιατί αυτό το σπίτι είχε φτιαχτεί με πολύ μόχθο και κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε με τα παιδιά εκεί για διακοπές. Δεν ήθελα με κανένα τρόπο να το χάσω, αν και οικονομικά ήμουν σε πολύ δύσκολη κατάσταση, αφού βασιζόμουν μόνο στο μισθό μου. Τέλος πάντων ζήτησα από τη υπηρεσία δάνειο, για το οποίο μου κρατάνε κάθε μήνα 250 ευρώ από το μισθό. Μόλις το εισέπραξα σε μετρητά πήγα στην τράπεζα και έστειλα 6.000 ευρώ σε έναν θείο, που είχε καταβάλει εγγύηση για να μη γίνει η κατάσχεση και τα υπόλοιπα 14.000 θα τα έβαζα σε λογαριασμό της τράπεζας τον οποίο όμως δεν είχα και έπρεπε να τηλεφωνήσω να μου τον πουν. Και ώσπου να τελειώσω με όλα αυτά η τράπεζα έκλεισε. Έτσι σκέφθηκα να αφήσω τα χρήματα, μαζί με όλα τα χαρτιά, όπως ήταν, μέσα στο αυτοκίνητό μου, στο τσεπάκι της πόρτας του οδηγού. Εκεί ποιος να τα πειράξει. Άλλωστε πρωί-πρωί θα πήγαινα να τα καταθέσω. Ποτέ δεν είχα χάσει κάτι από το αυτοκίνητο. Μάλιστα τα έβαλα σε ένα φάκελο από αυτούς των δημοσίων υπηρεσιών καθώς τους φύλαγα, όταν η ταμίας μας πλήρωνε και μας έβαζε τα χρήματα στο φάκελο. Εγώ πάντα της γκρίνιαζα γι’ αυτό ότι ο τρόπος αυτός είναι απηρχαιωμένος, αλλά εκείνη εξακολουθούσε το σύστημά της. Έτσι κρατούσα τους φακέλους κι όλο και κάπου μου χρησίμευαν. Ίσως σας κουράζω με λεπτομέρειες αλλά θα δείτε παρακάτω γιατί σας τις αναφέρω. Εκείνο το πρωί λοιπόν ξεκίνησα να πάω στη τράπεζα για την κατάθεση των χρημάτων. Το αυτοκίνητο, ενώ συνήθως το παρκάρω στην πυλωτή της πολυκατοικίας, εκείνο το βράδυ το είχα παρκάρει λίγο παραπέρα από το σπίτι, γιατί κάποιος μου είχε πιάσει το πάρκιν. Πηγαίνω εκεί που το είχα παρκάρει, πολύ κοντά στο σπίτι και σε σίγουρο μέρος, αλλά το αυτοκίνητο πουθενά. Κοπήκανε τα πόδια μου. Δεν ήταν δυνατόν. Στη γειτονιά. Λίγα μέτρα από το σπίτι. Ποτέ κανείς δεν είχε παραπονεθεί για κλοπές. Είμαστε ήσυχη γειτονιά. Κόντεψα να τρελαθώ. Δεν ήταν μόνο το αυτοκίνητο που έχασα, κι αν το εύρισκα και πως θα το εύρισκα, και πως θα πηγαίνω στη δουλειά και πως θα πηγαίνει ο γιος μου στο σχολείο που τον πήγαινα εγώ κάθε πρωί, δεν ήταν που δεν είχα καθόλου χρήματα να αγοράσω άλλο, ήταν ότι είχα μέσα και τις 14.000 ευρώ. Πήγα να τρελαθώ πραγματικά. Και εκτός αυτού και το σπίτι θα έχανα, αφού δεν πρόλαβα να στείλω τα χρήματα στην τράπεζα. Και το αυτοκίνητο και τα χρήματα, αλλά και θα μου κρατούσαν κι από τον μισθό μου 250 ευρώ το μήνα γι’ αυτό το δάνειο. Τρελάθηκα. Ένοιωσα δύσπνοια, κιτρίνισα. Γύρισα στο σπίτι και κάθισα μουδιασμένη. Τώρα τι να κάνω. Παίρνω αμέσως το 100 και καταγγέλλω τη κλοπή. -Τι να σας πω κυρία μου, μου λέει στην άλλη άκρη της γραμμής ο αστυνομικός, στην Αθήνα κάθε μέρα κλέβονται 100 αυτοκίνητα. Θα δώσουμε τα στοιχεία στα περιπολικά κι αν τύχει και πέσουμε επάνω.. αν είστε τυχερή… πηγαίνετε και στο αστυνομικό τμήμα να κάνετε και μήνυση κατά αγνώστων. Όλα μαύρα…Πηγαίνω στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής μου, κι εκεί τα ίδια. Εκεί ένα παιδί, νέος αστυνομικός, μου φέρνει ένα μπουκαλάκι νερό -πως θα με είδε το παιδί- και μου λέει. -Ηρεμήστε μπορεί και να το βρείτε… Γυρίζω σπίτι και περιμένω…Στη στιγμή άρχισα να σκέφτομαι τα γεγονότα. Πως συνέβη αυτό, γιατί συνέβη αυτό, γιατί ο Θεός να μου δώσει αυτή τη δοκιμασία…Εκεί μου ήρθε τότε στο νου μια κουβέντα, που μου είχε πει ένα σεβάσμιος γέροντας κάποτε, που πήγα κοντά του να εξομολογηθώ. Ήμουν τότε πολύ στενοχωρημένη και ανήσυχη για τα παιδιά μου, για τη ζωή μου…έκλαιγα, μιλούσα κι έκλαιγα…τότε μου λέει. -Μην κλαις. Ο Θεός μας δίνει τις δοκιμασίες για κάποιο λόγο. Είναι, όμως, πατέρας μας και αγαπάει τα παιδιά του. Το καλό μας θέλει. Πρέπει να του έχουμε εμπιστοσύνη. Για κάποιο λόγο μας τα στέλνει όλα τούτα. Μην κλαις. Είναι αμαρτία, γιατί δείχνεις ότι δεν τον εμπιστεύεσαι…Να κάνεις την προσευχή σου και να αφήνεσαι με εμπιστοσύνη στο θέλημά του. Εγώ, όμως, είμαι ένας άνθρωπος κοσμικός. Ψάχνω βέβαια τα πνευματικά μονοπάτια, αλλά πολύ μικρή είναι η πίστη μου. Θυμήθηκα τα λόγια τούτα του γέροντα και σκέφτηκα ξανά τα γεγονότα κάτω από άλλη ματιά. Για πιο λόγο γίνονται όλα, για κάποιο λόγο μας στέλνει ο Θεός τις δοκιμασίες. Για λίγο όμως, γιατί ξανά με κυρίευσε η απελπισία, αλλά πάλι ξανασκέφτηκα τα λόγια του γέροντα.. Και τότε ξαφνικά θυμήθηκα ότι μου είχε δώσει μια προσευχή να διαβάζω στα δύσκολα αλλά… και στα εύκολα μου είχε πει. Έψαξα πού την είχα καταχωνιάσει εδώ και τόσα χρόνια -θα είχαν περάσει 8-9 χρόνια από τότε. Τη βρήκα όμως, δεν την είχα πετάξει. Την διάβασα πολλές φορές. Ήταν η προσευχή των πατέρων της Όπτινα.
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ ΚΥΡΙΕ, βοήθησε με να αντιμετωπίσω με ψυχική γαλήνη όλα όσα θα μου φέρει ή σημερινή ήμερα. Βοήθησέ με να παραδοθώ ολοκληρωτικά στο άγιο θέλημα Σου. Στην κάθε ώρα αυτής της ημέρας φώτιζε με και δυνάμωνε με για το κάθε τι. Όποιες ειδήσεις κι αν λάβω στο διάστημα της σημερινής ημέρας, δίδαξε με να τις δεχθώ με ηρεμία και με την πεποίθησι ότι προέρχονται από το άγιο θέλημα Σου. Καθοδήγησε τις σκέψεις και τα συναισθήματα μου σε όλα τα έργα μου και τα λόγια μου. Σ' όλες τις απρόοπτες περιστάσεις μη με αφήσεις να ξεχάσω, ότι τα πάντα προέρχονται από Σένα. Δίδαξε με να συμπεριφέρομαι σε κάθε μέλος της οικογενείας μου με ευθύτητα και σύνεση, ώστε να μην συγχύσω και στενοχωρήσω κανένα. ΚΥΡΙΕ, δος μου την δύναμη να υποφέρω τον κόπο και όλα τα γεγονότα της ημέρας αυτής καθ' όλη την διάρκεια της. Καθοδήγησε την θέλησή μου κα δίδαξε με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να υπομένω, να συγχωρώ και να αγαπώ. ΑΜΗΝ.
Σε λίγο ξαναπήρα τηλέφωνο το 100. Τίποτα. Το αστυνομικό τμήμα τίποτα. Ήρθε μεσημέρι. Γύρισαν τα παιδιά από τα σχολεία τους. Του είπα τα καθέκαστα. Στεναχωρέθηκαν πολύ. Εγώ μουδιασμένη, αλλά κάπου άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει να αποδέχομαι αυτά που μου τυχαίνουν στην ζωή. Να έχω εμπιστοσύνη στο Θεό. Μάλλον, όμως, το ’κανα και αναγκαστικά, αφού δεν μπορούσα να κάνω και τίποτε άλλο. Όμως αυτή η κουβέντα του γέροντα όλο και μεγάλωνε στο μυαλό μου…Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό… Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό. Άρα πρέπει να σκεφτώ ποιος είναι ο σκοπός, είπα εγώ στον εαυτό μου, αφού αυτή είναι η πάγια τακτική μου, όλα να τα εξηγώ. Έλα, όμως, που ορισμένα είναι πάνω από τη δύναμη του νου μου. Έτσι πέρασε η μέρα. Κάνοντας τηλεφωνήματα, αγωνιώντας, ξανακάνοντας προσευχή. Κατά τις 11:30 η ώρα το βράδυ ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο. -Κυρία μου είμαστε από το αστυνομικό τμήμα Κάτω Πατησίων. Έχετε ένα αυτοκίνητο άσπρο, τάδε μάρκα με τάδε νούμερα. Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει. Ναι. Τι έγινε· Έχουμε εδώ δυο άτομα που είχαν το αυτοκίνητό σας· τους σταματήσαμε για έλεγχο και βρήκαμε το δίπλωμα και τα χαρτιά σας. Ελάτε αμέσως.Έτρεξα κατευθείαν εκεί. Ήταν δυο νεαροί -όχι κακά παιδιά- με σκυμμένο το κεφάλι. Κυρία μου, μού λέει ο διοικητής τι είχατε στο αυτοκίνητό σας εκτός από τα χαρτιά σας; Χρήματα κύριε διοικητά. Πόσα; 14.000 ευρώ. Καλά κυρία μου, αφήνουμε τόσα λεφτά στο αυτοκίνητο; Τι να του πω δίκιο είχε. Βγάζει τότε από το συρτάρι του ένα φάκελο, τον φάκελο της υπηρεσίας μου, που είχα βάλει μέσα τα χρήματα και μου λέει. Μετρήστε τα. Κοπήκανε τα πόδια μου. Μα ήταν δυνατόν; Αρχίζω και μετράω. Τα χρήματα ήταν όλα εκεί δεν έλειπε ούτε ένα ευρώ. Δεν είναι δυνατόν λέω. Πως έγινε αυτό; Ρωτάει τότε ο διοικητής τους νεαρούς. Τι έγινε παιδιά; Πως και δεν πειράξατε τα χρήματα; Δεν τα βρήκατε; Όχι απαντάει ο ένας. Δηλαδή βρήκαμε τον φάκελο, αλλά δεν τον ανοίξαμε. Γιατί τους ρωτά ο αστυνομικός. Να καθώς ψάχναμε το αυτοκίνητο, στο ντουλαπάκι μπροστά, του συνοδηγού βρήκαμε τα διπλώματα της κυρίας και των παιδιών της, την άδεια του αυτοκινήτου και βρήκαμε κι έναν φάκελο ίδιο που είχε μέσα ένα κομμάτι ψωμί από την εκκλησία, ξερό. -Αντίδωρο το λένε ρε βλάκα, του λέει ο άλλος.-Ναι αντίδωρο. Ε, και καθώς ψάχναμε βρήκαμε στο τσεπάκι στο πλάι του αυτοκινήτου και αυτό τον φάκελο και είπαμε ότι αντίδωρο θα ’χει πάλι μέσα αυτή, όπως είχε στο άλλο. Φαίνεται ότι θα ’ναι καμιά θρήσκα… Και έτσι δεν ανοίξαμε τον φάκελο.. Μείναμε όλοι άφωνοι. Μαζεύτηκαν όλοι οι αστυνομικοί γύρω-γύρω και κοιτούσαν παραξενεμένοι. Κανείς δε μιλούσε.Δεν θα σας κουράσω με άλλες λεπτομέρειες. Σε λίγο ήρθαν οι γονείς τους -καλοί άνθρωποι- απέσυρα τη μήνυση και γύρισα σπίτι. Εκεί έγινε πάλι άλλο σκηνικό. Τα παιδιά μου δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι το αυτοκίνητο βρέθηκε άθικτο, μόνο η βενζίνη είχε τελειώσει, και τα χρήματα όλα. Ήταν συγκλονιστικό. Δηλαδή ένα μικρό κομματάκι αντίδωρο μπόρεσε να ανατρέψει μια σειρά γεγονότων. Γιατί, αν είχαν βρει τα χρήματα, σίγουρα τα πράγματα θα έβαιναν αλλιώς. Και πότε το είχα βάλει εκεί το αντίδωρο ούτε που θυμόμουν. Εκείνο το ντουλαπάκι σπάνια το ανοίγω. Και το αντίδωρο θα το είχα από το καλοκαίρι ίσως, που πηγαίνω καμιά φορά σε κάποιο προσκύνημα. Αλλά πάλι πως το έβαλα μέσα στο φάκελο. Ούτε που μπορώ να θυμηθώ. Σημασία βέβαια έχει πως το γεγονός αυτό με έκανε να βλέπω τη ζωή αλλιώς. Να βλέπω με σεβασμό το καθετί και να αποδέχομαι με σεβασμό σχεδόν με ευγνωμοσύνη ακόμα και τα άσχημα, που μου συμβαίνουν στη ζωή. Το περιστατικό έγινε αιτία να επηρεαστούν αρκετοί άνθρωποι. Πρώτη εγώ. Μετά τα παιδιά μου, που συνήθως με κοντράρουν πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα, τώρα όλο και συζητούν θέματα πνευματικά και ο μικρός -τελειόφοιτος λυκείου- εφέτος για πρώτη φορά νήστεψε. Αυτό τον καιρό συμμετέχω σε κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα και επειδή εκείνη την ημέρα δεν πήγα στο μάθημα εξήγησα στον καθηγητή μου τι είχε συμβεί. Την άλλη μέρα, όταν του είπα την συνέχεια, κούνησε σκεφτικός το κεφάλι και με παρότρυνε να πάω να κοινωνήσω, πράγμα που έκανα καθώς πλησίαζε η γιορτή του αγίου Νικολάου. Περιττό να πω ότι ανέφερε το γεγονός σε όλο το τμήμα και έμειναν να με κοιτάζουν όλοι κατάπληκτοι. Η μητέρα του ενός από τα παιδιά, που είχαν πάρει το αυτοκίνητό μου τηλεφώνησε λίγο μετά τα Χριστούγεννα και μου είπε πως ο γιος της τής ζήτησε να νηστέψει και να πάει να κοινωνήσει, γιατί του έκανε λέει μεγάλη εντύπωση το γεγονός με το αντίδωρο και το ότι δεν είχε συνέπειες η κακή του αυτή πράξη για την οποία και είχε μετανιώσει πικρά… Οι συνάδελφοι στη δουλειά άκουσαν το γεγονός, ορισμένοι μπορεί να το ξέχασαν, ορισμένοι, όμως, που και μου το θυμίζουν και συχνά κουβεντιάζουμε για το αν υπάρχουν δυνάμεις πάνω από μας, που ρυθμίζουν τις ζωές μας. Και ακόμα η διήγηση του γεγονότος αυτού με έκανε να έρθω κοντά με μια φίλη, που με βοηθά να βαδίσω στον δρόμο τον πνευματικό με όλο και πιο σίγουρα βήματα. Τη λένε Αγγελική. Τα λόγια αυτά του γέροντα, τα λόγια της προσευχής, τα θυμάμαι πάντα στα δύσκολα, αλλά και στα εύκολα. Αυτή η προσευχή τυπώθηκε στο νου και στην καρδιά μου και τη ψιθυρίζω από τότε συχνά, σχεδόν κάθε μέρα… «Κύριε…Στις απρόοπτες καταστάσεις μη μ’ αφήσεις να ξεχάσω ότι όλα παραχωρούνται από σένα… Δίδαξε με να δέχομαι με ακλόνητη πεποίθηση ότι τίποτε δεν συμβαίνει, χωρίς να το επιτρέψεις εσύ… Κύριε, δος μου τη δύναμη να υποφέρω τον κόπο της ημέρας αυτής σε όλη τη διάρκειά της. Καθοδήγησε τη θέλησή μου και δίδαξε με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να υπομένω, να συγχωρώ και ν’ αγαπώ. ΑΜΗΝ». Και μέσα στο τρέξιμο της καθημερινότητας δεν βάζει ο νους του ανθρώπου τι μπορεί να του ξημερώσει και τι πράγματα μπορεί να του συμβούν.- «ΕΝΟΡΙΑΚΑ ΝΕΑ» Αγίου Γεωργίου Διονύσου Αττικής Ιούλιος – Αύγουστος 2008 Πηγή:http://www.pmeletios.com

23 Ιουν 2010

Ο Ιερέας στην άκρη του περιβολιού ...

Τὰ χρόνια μετὰ τὸν πόλεμο ἦταν πολὺ δύσκολα κι οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονταν γιὰ νὰ ζήσουν. Ἐγώ, ὅπως σᾶς εἶπα, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἤμουν στὴν Πολυκλινική. Πολλὰ περιστατικὰ θυμᾶμαι ἀπ᾿ τὰ χρόνια ἐκεῖνα. Ἀκοῦστε ἕνα ἀπ᾿ αὐτά. Ἡ ῎Εφη ἦταν δεκαοκτὼ χρονῶν κι ἔμενε τὸ καλοκαίρι μὲ τοὺς γονεῖς της καὶ τὸν ἀδελφὸ της στὸ Μπογιάτι. Εἶχαν περιβόλι μὲ κηπευτικὰ καὶ τὰ πουλοῦσαν. Ἕνα βράδυ ἡ μητέρα τῆς ῎Εφης τὴν ἔστειλε σ’ ἕνα μαγαζάκι ἐκεῖ κοντά, ν’ ἀγοράσει πετρέλαιο γιὰ τὴ λάμπα. Σημειῶστε ὅτι δὲν εἶχαν τότε ρεῦμα. Ἐπιστρέφοντας πρὸς τὸ σπίτι, ἡ ῎Ἐφη συναντάει στὸ δρόμο ἕνα ἀγόρι, συμμαθητή της. Μιλοῦσαν γιὰ τὰ μαθήματα. Τὸ σημεῖο, ὅμως, ποὺ εἶχαν σταματήσει βρισκόταν πίσω ἀπὸ ἕνα φορτηγὸ αὐτοκίνητο. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη πέρασε ὁ ἀδελφὸς τῆς Ἔφης καὶ τοὺς εἶδε νὰ κουβεντιάζουν. Τὸ παρεξήγησε, γιατὶ πίστεψε ὅτι πονηρὰ κουβεντιάζουν καὶ τὸ εἶπε στὴ μητέρα τους. -῾Η Ἔφη μᾶς ντροπιάζει, εἶπε, κουβεντιάζει στὸ δρόμο μ’ ἕνα ἀγόρι. ΄Όταν ἔφτασε στὸ σπίτι ἡ Ἔφη, ἡ μητέρα της τὴ μάλωσε πολὺ καὶ τὴν ἔδειρε. Τότε οἱ ἀρχὲς ἦταν πολὺ αὐστηρές. Ἡ Ἔφη πικράθηκε πολύ. Ἐπαναστάτησε γιὰ τὴν ἀδικία καὶ τὴν καχυποψία τοῦ ἀδελφοῦ της. Τὴν ἄλλη μέρα γύρισε στὸ σπίτι ὁ πατέρας, ποὺ ἔλειπε. Ἐκεῖνος τῆς φέρθηκε διαφορετικά, δηλαδὴ μὲ κατανόηση καὶ καλὸ τρόπο. -᾿Εγώ, δὲν τὰ πιστεύω αὐτά, τῆς λέει. Ἔλα, πᾶμε νὰ ποτίσουμε τὸ περιβόλι. Ἐσὺ θὰ κάθεσαι καὶ ὅπου βλέπεις πὼς ποτίζεται μιὰ βραγιὰ θά μοῦ λὲς νὰ γυρίζω τὸ νερὸ σ’ ἄλλη βραγιά. ῎Ετσι ἔγινε. Ἡ Ἔφη, ὅμως, δὲν εἶχε κοιμηθεῖ καθόλου τὴν προηγούμενη νύχτα. Ἡ στενοχώρια καὶ ἡ ἀδικία τὴν πνίγανε. Ἀπελπίστηκε κι ἀποφάσισε νὰ θέσει τέρμα στὴ ζωή της. Τὴν ὥρα, λοιπόν, ποὺ ξεκινοῦσαν μὲ τὸν πατέρα της γιὰ τὸ περιβόλι ἔκανε ἕνα σχέδιο. Νὰ πάρει ἕνα γεωργικὸ φάρμακο καὶ τὸ βραδάκι, μετὰ τὸ πότισμα, κρυφὰ νὰ τὸ πιεῖ καὶ νὰ πεθάνει. Σκεφτόταν: «Νὰ δῶ τότε, θὰ μὲ ἀγαποῦν;» Πῆρε λοιπὸν τὸ φάρμακο, τὸ ἔβαλε στὴν τσέπη της καὶ περίμενε νὰ βραδιάσει γιὰ νὰ τὸ πάρει. Δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει ἡ δύσκολη ὥρα. Ὁ πατέρας ἀμέριμνος τῆς λέει: -Πήγαινε στὴν ἄκρη τοῦ περιβολιοῦ νὰ κλείσεις τὸ νερό. Πῆγε γρήγορα. Ἦταν ἀθέατη. Κανεὶς δὲν ὑπῆρχε γύρω της. Ὁ πατέρας ἀρκετὰ μέτρα μακριὰ κι ἐκείνη τρέχοντας ἔβαλε τὸ χέρι στὴν τσέπη. Ἐκείνη ἀκριβῶς τὴ στιγμὴ ἀκούει βήματα. Δὲν πρόλαβε νὰ κουνηθεῖ κι ἐμφανίζεται μπροστὰ της κάποιος ἄγνωστος ἱερέας. Τὴν χαιρετάει καὶ τῆς λέει: -῎Εφη μου, ξέρεις πόσο ὡραῖος εἶναι ὁ Παράδεισος! Φῶς, χαρά, ἀγαλλίαση. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὅλος φῶς καὶ σκορπάει τὴ χαρὰ καὶ τὴν ἀγαλλίαση σὲ ὅλους. Μᾶς περιμένει στὴν ἄλλη ζωή, γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὸν παράδεισο. ῾Υπάρχει ὅμως κι ἡ κόλαση, ποὺ εἶναι ὅλο σκοτάδι, λύπη, στενοχώρια, ἀγωνία, κατάθλιψη. Ἂν πάρεις αὐτὸ ποὺ ἔχεις στὴν τσέπη σου, θὰ πᾶς στὴν κόλαση. Πέταξέ το, λοιπόν, γιὰ νὰ μὴν χάσουμε τὴν ὀμορφιὰ τοῦ Παραδείσου. Ἡ Ἔφη τὰ ἔχασε στὴν ἀρχή, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο λέει στὸν ἱερέα, ἀφοῦ, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβει, εἶχε πετάξει τὸ φάρμακο: -Περιμένετε νὰ φωνάξω καὶ τὸν πατέρα μου νά σᾶς δεῖ. Τρέχει μὲς στὸ περιβόλι. Χάθηκε περνώντας τὶς ψηλὲς καλαμποκιές, γιὰ νὰ βρεῖ τὸν πατέρα της. Τὸν ηὗρε καὶ τοῦ λέει: -Πατέρα, ἔλα γρήγορα νὰ δεῖς ἕναν ἱερέα, ποὺ ἦλθε στὴν ἄκρη τοῦ περιβολιοῦ μας. Ὅταν, ὅμως, φτάσανε στὸ σημεῖο ποὺ ἔπρεπε νὰ περιμένει ὁ ἱερέας, δὲν ὑπῆρχε κανεὶς ἐκεῖ. Γιὰ πολὺ καιρὸ ἡ Ἔφη δὲν μποροῦσε νὰ ἐξηγήσει ὅλα ὅσα τῆς συνέβησαν ἐκεῖνο τὸ βράδυ. Δὲν μποροῦσε νὰ ἐξηγήσει τὴν ἐξαφάνιση τοῦ ἱερέα. Ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν ξαναβρεῖ. Τῆς εἶχε σώσει τὴ ζωή. ᾿Εν τῷ μεταξύ, κάθε χειμώνα κατέβαιναν στὴν Ἀθήνα ὅλη ἡ οἰκογένεια. Ἡ Ἔφη πήγαινε πολλὲς φορὲς στὴ νονά της, ποὺ ἦταν πολὺ θρῆσκα, κι ἔμενε μεγάλο διάστημα κοντά της. Ἡ νονὰ της συνήθιζε νὰ δέχεται στὸ σπίτι της καὶ νὰ φιλοξενεῖ θεολόγους, ἱερεῖς, μοναχούς. Κάποια φορά, λοιπόν, ποὺ ἡ Ἔφη πῆγε στὴ νονά της, στὸ σαλόνι εἶχε μιὰ ἐπίσκεψη. Ἡ Ἔφη δὲν γνώριζε ποιὸς ἦταν. Ἡ νονὰ σὲ μιὰ στιγμὴ ἔρχεται στὴν κουζίνα καὶ λέει τῆς Ἔφης: -῎Έφη, ἑτοίμασε γλυκὸ καὶ καφὲ καὶ φέρτα στὸ σαλόνι γιὰ τὸν ἐπισκέπτη. ῾Η Ἔφη τὰ ἑτοίμασε. Καθυστέρησε, ὅμως, λίγο καὶ τὴν ὥρα ποὺ τὰ πήγαινε, ἡ νονὰ τὴν πρόλαβε. Τῆς λέει λοιπόν: -῎Όχι αὐτὸ τὸ δίσκο. Βάλε τὸν ἀσημένιο, γιατί ἡ ἐπίσκεψη εἶναι ἐπίσημη. Γύρισε ἡ Ἔφη στὴν κουζίνα, ἄλλαξε τὸ δίσκο καὶ τὸν πῆγε στὸ σαλόνι. Ἀλλὰ τὶ νὰ δεῖ! Πῆγε νὰ τῆς πέσει ὁ δίσκος ἀπ᾿ τὰ χέρια. Βλέπει μπροστὰ της τὸν ἱερέα ποὺ εἶχε ἐμφανιστεῖ ἐκεῖνο τὸ δύσκολο γι᾿ αὐτὴν βράδυ στὸ περιβόλι τους. -Εἶμαι ὁ πατὴρ Πορφύριος, τῆς λέω χαμογελώντας. Ἔτσι γνωριστήκαμε μὲ τὴν Ἔφη κι ἀπὸ τότε ἔχουμε μεγάλη φιλία. Ἔκανε οἰκογένεια μὲ πολλὰ παιδιά. Τὴν εὐλόγησε ὁ Θεός. Βλέπετε τί τρόπους μπορεῖ νὰ μεταχειριστεῖ ὁ Θεός, ὅταν θέλει νὰ σώσει ἕναν ἄνθρωπο; Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ ( Ἔκδ. ῾Ι.Μ. Χρυσοπηγῆς, Χανιὰ 2003)

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...

Ας επιλέξουμε ...Το τίμημα ή το αντίτιμο ...
Βαπτίστηκες και αναγεννήθηκες ... Μετανόησες κάτω από πετραχήλι και ξαναβαπτίστηκες ... Μετέλαβες τα άχραντα μυστήρια και ένιωσες ξανά βαπτισμένος εις το όνομα του τρισυπόστατου Θεού ... Υπάρχει ακόμα ένα βάπτισμα το τέταρτο κατά σειρά .. το βάπτισμα της ομολογίας ...στο αίμα της Πίστης ... Άραγε πόσοι από εμάς θα το αγαπήσουμε ; Τον Αναστάντα Θεό ας ομολογήσουμε ...Και ας πληρώσουμε το τίμημα της Ομολογίας ...όχι το αντίτιμο της απωλείας ...! Καλό Παράδεισο ! ( Νώντας Σκοπετέας. 2009)

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας Νεκταρία Καραντζή

Απολυτίκιο Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. Ακούστε το από την αδελφή μας  Νεκταρία Καραντζή
Τον θαυμάσιον μύστην Χριστού υμνήσωμεν , Μηλεσίου το κλέος και των Γερόντων φωνή , την βοήθειαν ημών και διόρασιν ˙ Τον αναπαύσαντα σοφώς τας ψυχάς των ασθενών , του πνεύματος συνεργεία . Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην ,επικαλέσωμεν άπαντες. // Nώντας Σκοπετέας 27-11-2013 Απολυτίκιο με την ευκαιρία της επισήμου Αγιοκατατάξεως του Γέροντος Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου . Σημ: Το απολυτίκιο δεν περιέχεται σε αναγνωρισμένη ακολουθία , αλλά είναι προϊόν ευλαβείας και απέραντης ευγνωμοσύνης , προς τον Μεγάλο Άγιο του Θεού , στην μεγάλη η μέρα της Αγιοκατατάξεώς του .

Ουράνια Συντροφιά...

Ουράνια Συντροφιά...
Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...". Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε...". Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. "Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής", είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει. -Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ. Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω: -Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: "Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου". Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν: -Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό. Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε...", διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές. Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα: -Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και "βρέχει επί δικαίους και αδίκους". Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσουμε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη. -Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! -Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα./Γ.Πορφύριος

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...

η προσευχή του Κυρ -Φώτη...
Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερ­μηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία. ~Φώτης Κόντογλου~