...Πρίν χρόνια ...πρίν καιρούς ....
...Κάποτε μου μίλησε ο πάππους μου για ένα Κρητικό παπά, αληθινό παληκάρι, πού το Γενάρη του 1919 λειτούργησε κάτω από τους χιλιόχρονους θόλους της Άγια-Σοφίας! Πρωταγωνιστής αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος, το όποιο δυστυχώς αγνοούν πολλοί Έλληνες, ήταν ένα αληθινό παληκάρι, ένα βλαστάρι της λεβεντογέννας Κρήτης, της οποίας τα ανδρεία παιδιά έδωσαν πάντα το μεγάλο παρόν σ' όλους τους αγώνες του Γένους, από τα πανάρχαια χρόνια ως τις μέρες μας. Αναφερόμαστε στον παπα-Λευτέρη Νουφράκη από τις Άλωνες Ρεθύμνου, ό οποίος υπηρετούσε ως στρατιωτικός ιερέας στη Β' Ελληνική Μεραρχία, μια από τις δυο Μεραρχίες πού συμμετείχαν στις αρχές του 1919 στο «συμμαχικό» εκστρατευτικό σώμα στην Ουκρανία. Ή Μεραρχία αύτη στο δρόμο προς την Ουκρανία στάθμευσε για λίγο στην Κωνσταντινούπολη, την Πόλη των ονείρων του Ελληνικού λαού, ή οποία βρισκόταν τότε υπό «συμμαχική επικυριαρχία», ύστερα από το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών με επικεφαλής 4ο γενναίο κρητικό και μαζί του τον ταξίαρχο Φραντζή, τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, τον Λοχαγό Σταματίου και τον Υπολοχαγό Νικολάου αγνάντευαν από το πλοίο την πόλη και την Άγια-Σοφιά, κρύβοντας βαθιά μέσα στην καρδιά τους το μεγάλο μυστικό τους, τη μεγάλη απόφαση πού είχαν πάρει το περασμένο βράδυ, ύστερα από πρόταση και έντονη επιμονή του λιονταρόψυχου Κρητικού παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Να βγουν δηλαδή στην πόλη και να λειτουργήσουν στην Άγια-Σοφιά.Όλοι τους ήταν διστακτικοί, όταν άκουσαν τον παπα-Λευτέρη να τους προτείνει το μεγάλο εγχείρημα. Ήξεραν ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Ή Άγια-Σοφιά ήταν ακόμη τζαμί και σίγουρα κάποιοι φύλακες θα ήταν εκεί, κάποιοι άλλοι θα πήγαιναν για προσευχή, δεν ήταν δύσκολο από τη μία στιγμή στην άλλη να γεμίσει ή εκκλησία. Ύστερα ήταν και οί ανώτεροι τους πού δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την ενέργεια, ή οποία σίγουρα θα προκαλούσε θύελλα αντιδράσεων από τους «συμμάχους» για την «προκλητικότητα» της. Ίσως μάλιστα να δημιουργείτο και διπλωματικό επεισόδιο πού θα έφερνε σε δύσκολη θέση την Ελληνική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Όμως ό παπα-Λευτέρης είχε πάρει την απόφαση του, ήταν αποφασιστικός και κατηγορηματικός. Αν δεν έρθετε εσείς, θα πάω μοναχός μου! Μόνο ένα ψάλτη θέλω. Εσύ, Κωνσταντίνε (Λιαρομάτη), θα μου κάνεις τον ψάλτη; Εντάξει, παππούλη, του απάντησε ό Ταγματάρχης, πού πήρε και αυτός την ίδια απόφαση, κι όλα πια είχαν μπει στο δρόμο τους. Τελικά, μαζί τους πήγαν και οί άλλοι. Το πλοίο πού μετέφερε τη Μεραρχία είχε αγκυροβολήσει στ' ανοιχτά, γι' αυτό επιβιβάστηκαν σε μία βάρκα στην οποία κωπηλατούσε ένας Ρωμιός της Πόλης και σε λίγο αποβιβάστηκαν στην προκυμαία.Ο Κοσμάς, ό ντόπιος βαρκάρης, έδεσε τη βάρκα και τους οδήγησε από το συντομότερο δρόμο στην Άγια-Σοφιά. Ή πόρτα ήταν ανοιχτή λες και τους περίμενε. Ό Τούρκος φύλακας κάτι πήγε να πει στη γλώσσα του, όμως τον καθήλωσε στη θέση του και τον άφησε άφωνο ένα άγριο κι αποφασιστικό βλέμμα του Ταξίαρχου Φραντζή. Όλοι μπήκαν μέσα με ευλάβεια και προχώρησαν κάνοντας το σταυρό τους.
Ό παπα-Λευτέρης ψιθύρισε με μεγάλη συγκίνηση: «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου, προσκυνήσω προς Ναόν Άγίον σου εν φόβω...». Προχωρεί γρήγορα, δεν χρονοτριβεί Εντοπίζει το χώρο στον όποιο βρισκόταν το Ιερό και ή Αγία Τράπεζα. Βρίσκει ένα τραπεζάκι, το τοποθετεί σ' αυτή τη θέση, ανοίγει την τσάντα του, βγάζει όλα τα απαραίτητα για τη Θεία Λειτουργία, βάζει το πετραχήλι του και αρχίζει.Ευλογημένη ή Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν, αποκρίνεται ό Ταγματάρχης Λιαρομάτης και ή Θεία Λειτουργία στην Άγια-Σοφιά έχει αρχίσει. Μακάρι να μας αξιώσει ό Θεός να την ολοκληρώσουμε, σκέφτονται όλοι, και σταυροκοπιούνται με κατάνυξη. Οί αξιωματικοί μοιάζουν να τα 'χουν χαμένα, όλα έγιναν τόσο ξαφνικά και φαίνονται απίστευτα Ή Θεία Λειτουργία προχωρεί κανονικά. Ή Άγια-Σοφιά ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια ξαναλειτουργείται!
Ό παπα-Λευτέρης συνεχίζει.Όλα γίνονται ιεροπρεπώς, σύμφωνα με το τυπικό της Εκκλησίας. Ακούγονται τα «ειρηνικά», το «Κύριε ελέησον», «ό Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού...», πού γράφτηκε από τον ίδιο τον Ιουστινιανό με την προσταγή και την φροντίδα του οποίου χτίστηκε και ή Άγια-Σοφιά. Ακολουθεί ή Μικρή Είσοδος, το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ...», ό Απόστολος από τον Ταξίαρχο Φραντζή και το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα από τον παπα-Λευτέρη. Χρέη νεωκόρου εκτελεί ό Υπολοχαγός Νικολάου. Στο μεταξύ ή Άγια-Σοφιά αρχίζει να γεμίζει με Τούρκους.Ό παπα-Νουφράκης δεν πτοείται και συνεχίζει. Οί άλλοι κοιτάζουν σαστισμένοι πότε τον ατρόμητο παπά και πότε τους Τούρκους, πού μέχρι εκείνη τη στιγμή παρακολουθούν σιωπηλοί μη μπορώντας ίσως να πιστέψουν στα μάτια τους, γιατί αυτό πού γινόταν εκείνη την ώρα μέσα στην Άγια-Σοφιά ήταν πραγματικά κάτι το απίστευτο. Μετά το Ευαγγέλιο ακολουθεί το Χερουβικό από τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, ενώ ό παπα-Λευτέρης τοποθετεί το αντιμήνσιο πάνω στο τραπεζάκι, για να κάνει την Προσκομιδή. Οί Τούρκοι συνεχώς πληθαίνουν. Οί ώρες είναι δύσκολες, αλλά και ανεπανάληπτες, επικές.Ό παπα-Νουφράκης συνεχίζει. Βγάζει από την τσάντα ένα μικρό Άγιο Ποτήριο, ένα δισκάριο, ένα μαχαιράκι, ένα μικρό πρόσφορο κι ένα μικρό μπουκαλάκι με νάμα. Με ιερή συγκίνηση και κατάνυξη κάνει την προσκομιδή, ενώ ό Λιαρομάτης συνεχίζει να ψάλει το Χερουβικό.
Όταν ολοκλήρωσε την Προσκομιδή, στρέφεται στον Υπολοχαγό Νικολάου, του λέει ν' ανάψει το κερί για να ακολουθήσει ή Μεγάλη Είσοδος. Ό νεαρός Υπολοχαγός προχωρεί μπροστά με το αναμμένο κερί και ακολουθεί ό παπάς βροντοφωνάζοντας: «Πάααντων ημών μνησθείη Κύριος ό Θεός...». Στη συνέχεια ακολουθούν οι «Αιτήσεις»» και το «Πιστεύω», το όποιο είπε ό Φρατζής .Στο μεταξύ ή Άγια-Σοφιά, έχει γεμίσει με Τούρκους κι ανάμεσα τους υπάρχουν και πολλοί Έλληνες της Πόλης, πού βρέθηκαν εκεί αυτή την ώρα και παρακολουθούν με συγκίνηση τη λειτουργία, χωρίς να τολμούν να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματα τους «δια τον φόβον των Ιουδαίων» δηλαδή των Τούρκων. Μόνο κάποιες στιγμές δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα δάκρυα, πού τρέχουν από τους οφθαλμούς τους και για να μην προδοθούν φροντίζουν και τα σκουπίζουν πριν γίνουν «πύρινο» ποτάμι και τότε ποιος θα μπορούσε να τα συγκρατήσει.Ή Λειτουργία στο μεταξύ φτάνει στο ιερότερο σημείο της, την Αναφορά. Ό παπα-Λευτέρης, με πάλλουσα από τη συγκίνηση φωνή, λέει: «Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα».Όλοι οί αξιωματικοί γονατίζουν και ή φωνή του Ταγματάρχη Λιαρομάτη ακούγεται να ψέλνει το «Σε υμνούμεν, Σε ευλογούμεν, Σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά Σου, ό Θεός ημών». Σε λίγη ώρα ή αναίμακτη θυσία του Κυρίου μας έχει τελειώσει στην Άγια-Σοφιά, ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια!!
Ακολουθεί το «Άξιον εστίν», το «Πάτερ ημών», το «Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε» και όλοι οί αξιωματικοί πλησιάζουν και κοινωνούν τα Άχραντα Μυστήρια. Ό παπα-Λευτέρης λέει γρήγορα τις ευχές και ενώ ό Λιαρομάτης ψέλνει το «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον...» καταλύει το υπόλοιπων της Θείας Κοινωνίας και απευθυνόμενος στον Υπολοχαγό Νικολάου του λέει: «Μάζεψε τα γρήγορα όλα και βαλτά μέσα στην τσάντα»,Ύστερα κάνει την Απόλυση! Ή Θεία Λειτουργία στην Άγια-Σοφιά, έχει ολοκληρωθεί. Ένα όνειρο δεκάδων γενεών Ελλήνων έχει γίνει πραγματικότητα. Ό παπα-Νουφράκης και οι τέσσερις αξιωματικοί είναι έτοιμοι να αποχωρήσουν και να επιστρέψουν στο πλοίο. Ή Εκκλησία όμως είναι γεμάτη Τούρκους, οί όποιοι έχουν αρχίσει να γίνονται άγριοι, επιθετικοί συνειδητοποιώντας τι ακριβώς είχε συμβεί. Ή ζωή τους κινδυνεύει άμεσα.Όμως δε διστάζουν, πλησιάζει ό ένας τον άλλο, γίνονται «ένα σώμα», μια γροθιά και προχωρούν προς την έξοδο.Οί Τούρκοι είναι έτοιμοι να τους επιτεθούν, όταν ένας Τούρκος αξιωματούχος παρουσιάζεται με την ακολουθία του και τους λέει: «Ντουρούν χέμεν» (αφήστε τους να περάσουν). Το είπε με μίσος. Θα ήθελε να βάψει τα χέρια του στο αίμα τους, όμως εκείνη τη στιγμή έτσι έπρεπε να γίνει, αυτό επέβαλαν τα συμφέροντα της πατρίδας του, δεν ήταν χρήσιμο γι' αυτούς να σκοτώσουν τώρα πέντε Έλληνες αξιωματικούς μέσα στην άγια Σοφιά.
Δεν ξεχνά ότι στ' ανοιχτά της Πόλης βρίσκονται δυο ετοιμοπόλεμες Ελληνικές Μεραρχίες κι ακόμη ότι ή Κωνσταντινούπολη βρίσκεται ουσιαστικά υπό την επικυριαρχία των νικητών του Α' Παγκοσμίου Πολέμου στους οποίους βέβαια δεν συμπεριλαμβάνονται οι Τούρκοι. Στο άκουσμα αυτών των λόγων οι Τούρκοι υποχωρούν. Ό παπα-Νουφράκης και οί άλλοι αξιωματικοί βγαίνουν από την Άγια-Σοφιά κατευθυνόμενοι προς την προκυμαία, όπου τους περιμένει ή βάρκα. Ένας μεγαλόσωμος Τούρκος τους ακολουθεί, σηκώνει ένα ξύλο και ορμά για να χτυπήσει τον παπα-Νουφράκη. Διαισθάνεται, ξέρει ότι αυτός ό παπάς είναι ό εμπνευστής, ό δημιουργός αυτού του γεγονότος. Ό ηρωικός παπάς σκύβει για να προφυλαχθεί, αλλά ό Τούρκος καταφέρνει και τον χτυπά στον ώμο. Λυγίζει το σώμα του από τον αβάσταχτο πόνο, όμως μαζεύει τις δυνάμεις του, ανασηκώνεται και συνεχίζει να προχωρεί.
Στο μεταξύ ό Ταγματάρχης Λιαρομάτης και ό Λοχαγός Σταματίου αφοπλίζουν τον Τούρκο, πού είναι έτοιμος για να δώσει το πιο δυνατό κι ίσως το τελειωτικό χτύπημα στον παπά. Ήδη, πλησιάζουν στη βάρκα. Μπαίνουν όλοι μέσα.Ό Κοσμάς μαζεύει τα σχοινιά και αρχίζει γρήγορα να κωπηλατεί. Σε λίγο βρίσκονται πάνω στο ελληνικό πολεμικό πλοίο ασφαλείς .και θριαμβευτές. Βέβαια ακολούθησε διπλωματικό επεισόδιο και οί «σύμμαχοι» διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ό οποίος αναγκάστηκε να επιπλήξει τον παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Όμως κρυφά επικοινώνησε μαζί του και «τον επαίνεσε και συνεχάρη τον πατριώτη ιερέα, πού έστω και για λίγη ώρα ζωντάνεψε μέσα στην Άγια-Σοφιά τα πιο ιερά και ειρηνικά ....όνειρα του Έθνους μας». Αυτό ήταν σε γενικές γραμμές το ιστορικό της Θείας Λειτουργίας πού έγινε ύστερα από 446 χρόνια στην Άγια-Σοφιά από τον ηρωικό παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Σίγουρα οι περισσότεροι Νεοέλληνες το αγνοούμε.
Μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών με επικεφαλής 4ο γενναίο κρητικό και μαζί του τον ταξίαρχο Φραντζή, τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, τον Λοχαγό Σταματίου και τον Υπολοχαγό Νικολάου αγνάντευαν από το πλοίο την πόλη και την Άγια-Σοφιά, κρύβοντας βαθιά μέσα στην καρδιά τους το μεγάλο μυστικό τους, τη μεγάλη απόφαση πού είχαν πάρει το περασμένο βράδυ, ύστερα από πρόταση και έντονη επιμονή του λιονταρόψυχου Κρητικού παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Να βγουν δηλαδή στην πόλη και να λειτουργήσουν στην Άγια-Σοφιά.Όλοι τους ήταν διστακτικοί, όταν άκουσαν τον παπα-Λευτέρη να τους προτείνει το μεγάλο εγχείρημα. Ήξεραν ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Ή Άγια-Σοφιά ήταν ακόμη τζαμί και σίγουρα κάποιοι φύλακες θα ήταν εκεί, κάποιοι άλλοι θα πήγαιναν για προσευχή, δεν ήταν δύσκολο από τη μία στιγμή στην άλλη να γεμίσει ή εκκλησία. Ύστερα ήταν και οί ανώτεροι τους πού δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την ενέργεια, ή οποία σίγουρα θα προκαλούσε θύελλα αντιδράσεων από τους «συμμάχους» για την «προκλητικότητα» της. Ίσως μάλιστα να δημιουργείτο και διπλωματικό επεισόδιο πού θα έφερνε σε δύσκολη θέση την Ελληνική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Όμως ό παπα-Λευτέρης είχε πάρει την απόφαση του, ήταν αποφασιστικός και κατηγορηματικός. Αν δεν έρθετε εσείς, θα πάω μοναχός μου! Μόνο ένα ψάλτη θέλω. Εσύ, Κωνσταντίνε (Λιαρομάτη), θα μου κάνεις τον ψάλτη; Εντάξει, παππούλη, του απάντησε ό Ταγματάρχης, πού πήρε και αυτός την ίδια απόφαση, κι όλα πια είχαν μπει στο δρόμο τους. Τελικά, μαζί τους πήγαν και οί άλλοι. Το πλοίο πού μετέφερε τη Μεραρχία είχε αγκυροβολήσει στ' ανοιχτά, γι' αυτό επιβιβάστηκαν σε μία βάρκα στην οποία κωπηλατούσε ένας Ρωμιός της Πόλης και σε λίγο αποβιβάστηκαν στην προκυμαία.Ο Κοσμάς, ό ντόπιος βαρκάρης, έδεσε τη βάρκα και τους οδήγησε από το συντομότερο δρόμο στην Άγια-Σοφιά. Ή πόρτα ήταν ανοιχτή λες και τους περίμενε. Ό Τούρκος φύλακας κάτι πήγε να πει στη γλώσσα του, όμως τον καθήλωσε στη θέση του και τον άφησε άφωνο ένα άγριο κι αποφασιστικό βλέμμα του Ταξίαρχου Φραντζή. Όλοι μπήκαν μέσα με ευλάβεια και προχώρησαν κάνοντας το σταυρό τους.
Ό παπα-Λευτέρης ψιθύρισε με μεγάλη συγκίνηση: «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου, προσκυνήσω προς Ναόν Άγίον σου εν φόβω...». Προχωρεί γρήγορα, δεν χρονοτριβεί Εντοπίζει το χώρο στον όποιο βρισκόταν το Ιερό και ή Αγία Τράπεζα. Βρίσκει ένα τραπεζάκι, το τοποθετεί σ' αυτή τη θέση, ανοίγει την τσάντα του, βγάζει όλα τα απαραίτητα για τη Θεία Λειτουργία, βάζει το πετραχήλι του και αρχίζει.Ευλογημένη ή Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν, αποκρίνεται ό Ταγματάρχης Λιαρομάτης και ή Θεία Λειτουργία στην Άγια-Σοφιά έχει αρχίσει. Μακάρι να μας αξιώσει ό Θεός να την ολοκληρώσουμε, σκέφτονται όλοι, και σταυροκοπιούνται με κατάνυξη. Οί αξιωματικοί μοιάζουν να τα 'χουν χαμένα, όλα έγιναν τόσο ξαφνικά και φαίνονται απίστευτα Ή Θεία Λειτουργία προχωρεί κανονικά. Ή Άγια-Σοφιά ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια ξαναλειτουργείται!
Ό παπα-Λευτέρης συνεχίζει.Όλα γίνονται ιεροπρεπώς, σύμφωνα με το τυπικό της Εκκλησίας. Ακούγονται τα «ειρηνικά», το «Κύριε ελέησον», «ό Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού...», πού γράφτηκε από τον ίδιο τον Ιουστινιανό με την προσταγή και την φροντίδα του οποίου χτίστηκε και ή Άγια-Σοφιά. Ακολουθεί ή Μικρή Είσοδος, το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ...», ό Απόστολος από τον Ταξίαρχο Φραντζή και το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα από τον παπα-Λευτέρη. Χρέη νεωκόρου εκτελεί ό Υπολοχαγός Νικολάου. Στο μεταξύ ή Άγια-Σοφιά αρχίζει να γεμίζει με Τούρκους.Ό παπα-Νουφράκης δεν πτοείται και συνεχίζει. Οί άλλοι κοιτάζουν σαστισμένοι πότε τον ατρόμητο παπά και πότε τους Τούρκους, πού μέχρι εκείνη τη στιγμή παρακολουθούν σιωπηλοί μη μπορώντας ίσως να πιστέψουν στα μάτια τους, γιατί αυτό πού γινόταν εκείνη την ώρα μέσα στην Άγια-Σοφιά ήταν πραγματικά κάτι το απίστευτο. Μετά το Ευαγγέλιο ακολουθεί το Χερουβικό από τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, ενώ ό παπα-Λευτέρης τοποθετεί το αντιμήνσιο πάνω στο τραπεζάκι, για να κάνει την Προσκομιδή. Οί Τούρκοι συνεχώς πληθαίνουν. Οί ώρες είναι δύσκολες, αλλά και ανεπανάληπτες, επικές.Ό παπα-Νουφράκης συνεχίζει. Βγάζει από την τσάντα ένα μικρό Άγιο Ποτήριο, ένα δισκάριο, ένα μαχαιράκι, ένα μικρό πρόσφορο κι ένα μικρό μπουκαλάκι με νάμα. Με ιερή συγκίνηση και κατάνυξη κάνει την προσκομιδή, ενώ ό Λιαρομάτης συνεχίζει να ψάλει το Χερουβικό.
Όταν ολοκλήρωσε την Προσκομιδή, στρέφεται στον Υπολοχαγό Νικολάου, του λέει ν' ανάψει το κερί για να ακολουθήσει ή Μεγάλη Είσοδος. Ό νεαρός Υπολοχαγός προχωρεί μπροστά με το αναμμένο κερί και ακολουθεί ό παπάς βροντοφωνάζοντας: «Πάααντων ημών μνησθείη Κύριος ό Θεός...». Στη συνέχεια ακολουθούν οι «Αιτήσεις»» και το «Πιστεύω», το όποιο είπε ό Φρατζής .Στο μεταξύ ή Άγια-Σοφιά, έχει γεμίσει με Τούρκους κι ανάμεσα τους υπάρχουν και πολλοί Έλληνες της Πόλης, πού βρέθηκαν εκεί αυτή την ώρα και παρακολουθούν με συγκίνηση τη λειτουργία, χωρίς να τολμούν να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματα τους «δια τον φόβον των Ιουδαίων» δηλαδή των Τούρκων. Μόνο κάποιες στιγμές δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα δάκρυα, πού τρέχουν από τους οφθαλμούς τους και για να μην προδοθούν φροντίζουν και τα σκουπίζουν πριν γίνουν «πύρινο» ποτάμι και τότε ποιος θα μπορούσε να τα συγκρατήσει.Ή Λειτουργία στο μεταξύ φτάνει στο ιερότερο σημείο της, την Αναφορά. Ό παπα-Λευτέρης, με πάλλουσα από τη συγκίνηση φωνή, λέει: «Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα».Όλοι οί αξιωματικοί γονατίζουν και ή φωνή του Ταγματάρχη Λιαρομάτη ακούγεται να ψέλνει το «Σε υμνούμεν, Σε ευλογούμεν, Σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά Σου, ό Θεός ημών». Σε λίγη ώρα ή αναίμακτη θυσία του Κυρίου μας έχει τελειώσει στην Άγια-Σοφιά, ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια!!
Ακολουθεί το «Άξιον εστίν», το «Πάτερ ημών», το «Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε» και όλοι οί αξιωματικοί πλησιάζουν και κοινωνούν τα Άχραντα Μυστήρια. Ό παπα-Λευτέρης λέει γρήγορα τις ευχές και ενώ ό Λιαρομάτης ψέλνει το «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον...» καταλύει το υπόλοιπων της Θείας Κοινωνίας και απευθυνόμενος στον Υπολοχαγό Νικολάου του λέει: «Μάζεψε τα γρήγορα όλα και βαλτά μέσα στην τσάντα»,Ύστερα κάνει την Απόλυση! Ή Θεία Λειτουργία στην Άγια-Σοφιά, έχει ολοκληρωθεί. Ένα όνειρο δεκάδων γενεών Ελλήνων έχει γίνει πραγματικότητα. Ό παπα-Νουφράκης και οι τέσσερις αξιωματικοί είναι έτοιμοι να αποχωρήσουν και να επιστρέψουν στο πλοίο. Ή Εκκλησία όμως είναι γεμάτη Τούρκους, οί όποιοι έχουν αρχίσει να γίνονται άγριοι, επιθετικοί συνειδητοποιώντας τι ακριβώς είχε συμβεί. Ή ζωή τους κινδυνεύει άμεσα.Όμως δε διστάζουν, πλησιάζει ό ένας τον άλλο, γίνονται «ένα σώμα», μια γροθιά και προχωρούν προς την έξοδο.Οί Τούρκοι είναι έτοιμοι να τους επιτεθούν, όταν ένας Τούρκος αξιωματούχος παρουσιάζεται με την ακολουθία του και τους λέει: «Ντουρούν χέμεν» (αφήστε τους να περάσουν). Το είπε με μίσος. Θα ήθελε να βάψει τα χέρια του στο αίμα τους, όμως εκείνη τη στιγμή έτσι έπρεπε να γίνει, αυτό επέβαλαν τα συμφέροντα της πατρίδας του, δεν ήταν χρήσιμο γι' αυτούς να σκοτώσουν τώρα πέντε Έλληνες αξιωματικούς μέσα στην άγια Σοφιά.
Δεν ξεχνά ότι στ' ανοιχτά της Πόλης βρίσκονται δυο ετοιμοπόλεμες Ελληνικές Μεραρχίες κι ακόμη ότι ή Κωνσταντινούπολη βρίσκεται ουσιαστικά υπό την επικυριαρχία των νικητών του Α' Παγκοσμίου Πολέμου στους οποίους βέβαια δεν συμπεριλαμβάνονται οι Τούρκοι. Στο άκουσμα αυτών των λόγων οι Τούρκοι υποχωρούν. Ό παπα-Νουφράκης και οί άλλοι αξιωματικοί βγαίνουν από την Άγια-Σοφιά κατευθυνόμενοι προς την προκυμαία, όπου τους περιμένει ή βάρκα. Ένας μεγαλόσωμος Τούρκος τους ακολουθεί, σηκώνει ένα ξύλο και ορμά για να χτυπήσει τον παπα-Νουφράκη. Διαισθάνεται, ξέρει ότι αυτός ό παπάς είναι ό εμπνευστής, ό δημιουργός αυτού του γεγονότος. Ό ηρωικός παπάς σκύβει για να προφυλαχθεί, αλλά ό Τούρκος καταφέρνει και τον χτυπά στον ώμο. Λυγίζει το σώμα του από τον αβάσταχτο πόνο, όμως μαζεύει τις δυνάμεις του, ανασηκώνεται και συνεχίζει να προχωρεί.
Στο μεταξύ ό Ταγματάρχης Λιαρομάτης και ό Λοχαγός Σταματίου αφοπλίζουν τον Τούρκο, πού είναι έτοιμος για να δώσει το πιο δυνατό κι ίσως το τελειωτικό χτύπημα στον παπά. Ήδη, πλησιάζουν στη βάρκα. Μπαίνουν όλοι μέσα.Ό Κοσμάς μαζεύει τα σχοινιά και αρχίζει γρήγορα να κωπηλατεί. Σε λίγο βρίσκονται πάνω στο ελληνικό πολεμικό πλοίο ασφαλείς .και θριαμβευτές. Βέβαια ακολούθησε διπλωματικό επεισόδιο και οί «σύμμαχοι» διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ό οποίος αναγκάστηκε να επιπλήξει τον παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Όμως κρυφά επικοινώνησε μαζί του και «τον επαίνεσε και συνεχάρη τον πατριώτη ιερέα, πού έστω και για λίγη ώρα ζωντάνεψε μέσα στην Άγια-Σοφιά τα πιο ιερά και ειρηνικά ....όνειρα του Έθνους μας». Αυτό ήταν σε γενικές γραμμές το ιστορικό της Θείας Λειτουργίας πού έγινε ύστερα από 446 χρόνια στην Άγια-Σοφιά από τον ηρωικό παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Σίγουρα οι περισσότεροι Νεοέλληνες το αγνοούμε.
Του Αντώνη Στιβακτάκη . Το κείμενο πρωτοδημοσιευτηκε, στην εφημερίδα Ηρακλείου Κρητης "ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ" την 3/6/1998
…..Κάποια στιγμή τσακώθηκαν
και ο ένας από τους δύο έδωσε ένα χαστούκι στον άλλο.
Αυτός ο τελευταίος, πονεμένος, αλλά χωρίς να πει τίποτα, έγραψε στην άμμο:
Γιατί;
Ο άλλος φίλος απάντησε :
«όταν κάποιος μας πληγώνει, πρέπει να το γράφουμε στην άμμο όπου οι άνεμοι της συγνώμης μπορούν να το σβήσουν.
Αλλά όταν κάποιος κάνει κάτι καλό για μας, πρέπει να το χαράζουμε στην πέτρα, όπου κανένας άνεμος δεν μπορεί να το σβήσει».
Να μάθουμε να γράφουμε τα τραύματά μας στην άμμο ,και να χαράζουμε τις χαρές στην ..πέτρα !
«…Άφες Ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών…» (Ματθ. στ΄ 12).
Βλέπεις; Ο Θεός εσένα τον ίδιο έκανε κριτή της συγχωρήσεως των αμαρτημάτων σου. Αν συγχωρήσεις λίγα, λίγα θα σου συγχωρεθούν. Αν συγχωρήσεις πολλά, θα σου συγχωρηθούν πολλά. Αν τα συγχωρήσεις με ειλικρίνεια και με όλη σου την καρδιά, με τον ίδιο τρόπο θα συγχωρήσει και τα δικά σου ο Θεός.
Αν μετά την συγχώρηση, κάνεις φίλο σου τον εχθρό σου, έτσι θα διάκειται και ο Θεός απέναντί σου.
Ποιας, λοιπόν, τιμωρίας δεν είναι άξιος εκείνος, που ενώ πρόκειται να κερδίσει δέκα χιλιάδες τάλαντα, εάν χάσει εκατό μόνο δηνάρια, ούτε και τα λίγα δεν συγχωρεί, αλλά στρέφει εναντίον του τα ίδια τα λόγια της προσευχής;

«
Εκείνη την στιγμή, τη βοήθεια Του τη ζήτησε ένας τυφλός που δεν είχε δει ποτέ το φως της ημέρας. Το φως της ημέρας δε βοηθούσε τον τυφλό να δει. Ό,τι δεν κατάφερε αυτό το γήινο φως, το πέτυχε η αγάπη και το έλεος του Ιησού. Με το φως του Ιησού θεραπεύτηκε ο τυφλός και με την πίστη του μπόρεσε να ελέγξει την μωρία των σοφών, των σχολαστικών διδασκάλων, που κοιτούσαν τον τύπο και προσπερνούσαν την ουσία. Ο τυφλός διαφώτισε με την έλλαμψη του λόγου του τους διδασκάλους σκοτεινών γραμμάτων και κενών ουσίας. Η σχολαστική εμμονή στον τύπο (" Ην δε Σάββατον") δεν επέτρεψε στους νομοδιδασκάλους να αισθανθούν την παρουσία της ίδιας της ουσίας, του δημιουργού των νόμων, της μοναδικής αλήθειας. Η μεμψίμοιρη και σχολαστική έρευνα του Θείου λόγου γίνεται εμπόδιο για την βίωση της παρουσίας του Θεού.
Η συμπεριφορά αυτή είναι τυπική και παρουσιάζεται πανομοιότυπη στις μέρες μας, όπως και στην εποχή του Ιησού. Οι «διδάσκαλοι» των οιωνδήποτε ιερών κανόνων, οι σύγχρονοι Γραμματείς και Φαρισαίοι που παρουσιάζονται σαν τηρητές και θεσμοφύλακες, αυτοί οι άνθρωποι που αγνοούν την ύπαρξη της βίωσης του Χριστιανισμού και την αποδέχονται μόνο σαν γράμμα και τύπο νόμου, όλοι αυτοί, όλοι εμείς, πρέπει να εντάξουμε, μέσα στον καθημερινό αγώνα μας για τη βιωτή, τον Ιησού. Ο τυφλός είναι σε πλεονεκτικότερη θέση από εμάς γιατί, αν και δεν έβλεπε ποιος τον θεράπευσε, αναγνωρίζει τον Σωτήρα, δεν έχει διδαχθεί γι 'Αυτόν, αλλά πιστεύει στον Κύριο.
Όλοι μας, συνειδητά ή ασυνείδητα, απορούμε ποιος είναι ο πραγματικός μας εαυτός; Εκείνος που, όντας τυφλός, ξεπλένει τα μάτια της ψυχής του και βλέπει την ουσία του κόσμου, όπως την δίδαξε ο Ιησούς, με λόγο και έργα ή εκείνος που κρατά, σε όποια θέση και να βρίσκεται, όσο ψηλά ή χαμηλά, το γράμμα του νόμου και αγνοεί ηθελημένα πλέον ή βολεμένος με την τύφλωσή του, την ύπαρξη της αλήθειας;
'Ο Χριστός είναι το ανέσπερο φως, ο άδυτος ήλιος! Διότι ο φυσικός ήλιος θα σβήσει μια μέρα· και επιστημονικώς αποδεικνύεται αυτό. Και όλα τα αστέρια μια μέρα θα σβήσουν.
Ένας αστήρ όμως, ο Χριστός, εκείνος τον οποίον έφερε στον κόσμο η Παναγία, θα είναι φως ανέσπερο, αστέρι που δεν θα δύση ποτέ. Γι' αυτό ο ποιητής σήμερα λέει στην υπεραγία Θεοτόκο· "Χαίρε, αστέρος άδυτου Μητηρ". "Ολα στο Χριστό είναι φως. Φως ή διδασκαλία του, φως τα θαύματά του, φως τα σεπτά πάθη του -όπως θ' ακούσουμε τη Μεγάλη Εβδομάδα· "Τα πάθη τα σεπτά η παρούσα ημέρα ως φώτα σωστικά ανατέλλει τω κόσμω"-, φως όλη η ζωή του, ο σταυρός και προ πάντων η άνάστασίς του κατά την οποίαν ψάλλουμε· "Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός.,.".
Μέσα στο φως του Χριστού ζούμε τώρα.
Και αυτό το φως δημιούργησε μία νέα κατάσταση. Προηγουμένως ο κόσμος ήταν στο σκοτάδι και δεν έβλεπε. Και ο Πλάτων λέει, ότι ο άνθρωπος μοιάζει με κάποιον που βρίσκεται μέσα σε μια σπηλιά και μόλις διακρίνει μακριά το φέγγος, την αυγή, τη χαραυγή μιας λαμπρής ημέρας. Γι΄ αυτή την ημέρα λέει εν συνεχεία, ο Ακάθιστος Ύμνος·
"Χαίρε, αυγή μυστικής ημέρας". Αυγή είναι το ξημέρωμα, το γλυκοχάραμα. Ανεβείτε το πρωί ψηλά στα όρη, επάνω στην κορυφή του Αγίου Όρους. Είναι θαυμάσιο να βλέπεις από εκεί τον ήλιο να ανατέλλει. Έτσι αρχίζει η ημέρα. Είναι το ωραιότερο Θέαμα.
Άλλα ωραιότερο είναι το πνευματικό γλυκοχάραμα· όταν δηλαδή ο άνθρωπος πιστεύσει στο Χριστό και ακολουθήσει το δρόμο του Χριστού. Τότε αρχίζει γι΄ αυτόν μια νέα ημέρα, η "μυστική ημέρα", ή όντως νέα περίοδος της ζωής του….
Είθε, αγαπητοί μου, τα λίγα αυτά λόγια ….να τίξουν λίγες ακτίνες φωτός στις ψυχές μας, ώστε να μη ζούμε πλέον στο σκοτάδι.
Ένας μεγάλος πατέρας της Εκκλησίας, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, έκανε μία σπουδαία προσευχή.
Η προσευχή του αγίου Γρηγορίου ποια ήτανε; Ακούστε την προσευχή ενός Αγίου' "Κύριε, φώτισαν μον το σκότος".
"Κύριε, φώτισαν μου το σκότος". Μ' αυτή τη φωνή, μ' αυτή την σπουδαιότατη προσευχή, τελειώνω κ' εγώ. Να προσευχηθούμε απόψε, ο Θεός ν' ανοίξει τα μάτια της ψυχής μας, να βλέπουμε το ανέσπερο φως.
Το δε ανέσπερο φως είναι ο Χριστός· όν, παίδες , υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας. Αμήν.

Πόσους κόπους αλήθεια δεν κατέβαλε εδώ! Και πόσες νύχτες δεν πέρασε άγρυπνη ζητώντας τη βοήθεια του Θεού για την επιτυχία του σκοπού της.
Κι η εξήγηση απλή.
Μετά το Άγιο Πάθος της Μεγάλης Παρασκευής, οι σταυρωτές πέταξαν τον Τίμιο Σταυρό σε κάποιο λάκκωμα, εκεί κοντά στον Γολγοθά. Πάνω από αυτόν οι κάτοικοι της θεοκτόνου πόλεως πετούσαν κάθε μέρα τα σκουπίδια και τις ακαθαρσίες τους. Αυτός δε ο αυτοκράτορας της Ρώμης Αδριανός (118-138 μ.Χ.) με σκοπό να ματαιώσει μελλοντικά κάθε προσκυνηματική ευλάβεια στα άγια αυτά μέρη, φρόντισε να καλυφθεί ο Γολγοθάς κι έστησε επάνω σ' Αυτόν το άγαλμα της Αφροδίτης. Επάνω δε στον τάφο του Σωτήρος, που κι αυτός καλύφθηκε με χώματα, στήθηκε ένα άγαλμα του Διός. Εν τούτοις όμως, όπως μας λέγει η παράδοση, η αγία Ελένη με τον ζήλο και τις υπεράνθρωπες προσπάθειές της, κατώρθωσε τα φαινομενικά ακατόρθωτα. Το μέρος που πετάχθηκε ο Τίμιος Σταυρός αναγνωρίσθηκε με τη βοήθεια ενός λουλουδιού του γνωστού μας βασιλικού
Εκεί έβαλε κι έσκαψαν η αγία.
Κι οι κόποι της βραβεύθηκαν πολύ γρήγορα. Κάποια μέρα οι εργάτες ανέσυραν από τα χώματα το ιερό σύμβολο μαζί με τους σταυρούς των δύο ληστών. Τον γνήσιο Σταυρό τον διέκριναν από ένα θαύμα που έγινε με τη δύναμή Του. Μια νεκρή αναστήθηκε μόλις το ευλογημένο τούτο Ξύλο άγγιξε το κορμί της. Τότε η αγία πλημμυρισμένη από ανεκλάλητη χαρά κι αγαλλίαση κάλεσε τον επίσκοπο της Άγιας Πόλεως και ύψωσε τον Τίμιο Σταυρό, ενώ τα πλήθη των πιστών που συνέρρευσαν εκεί, με ευλάβεια μοναδική έψαλαν το «Κύριε ελέησον».
Θεία εύνοια και προς αυτήν και προς τον γιο της θεώρησε η αγία την αποκάλυψη αυτή. Γι' αυτό κι έσπευσε να χρηματοδοτήσει το κτίσιμο εκεί του ναού της Αναστάσεως, ενός άλλου ναού επάνω από το Σπήλαιο της Γεννήσεως του Σωτήρος μας στη Βηθλεέμ και άλλων επάνω στο Όρος της Αναλήψεως και στο ορός Θαβώρ.
Με τεμάχια από τον πολύτιμο θησαυρό της, τον Τίμιο Σταυρό φτιαγμένα σε μικρότερους σταυρούς και τους αγιασμένους ήλους και το ακάνθινο στεφάνι, ξεκίνησε ένα πρωί η μακαρία Ελένη με το βασιλικό της καράβι για την επιστροφή στον γιο της.
Το ταξίδι αυτό η αγάπη του Θεού ευδόκησε να μη γίνει ανώδυνο και χωρίς επεισόδια. Θαλασσοταραχή δυνατή παρά την προσπάθεια και τον αγώνα του πληρώματος οδήγησε το καράβι στα νότια παράλια της Κύπρου και το ανάγκασε ύστερα από πολλές δυσκολίες να προσορμισθεί σ' ένα μικρό όρμο, κοντά στον οποίο χυνόταν ένας χείμαρρος, που από τότε ονομάστηκε Βασιλοπόταμο, δίπλα στο σημερινό Ζύγι.
Κουρασμένη και ζαλισμένη η Αυγούστα από τη θαλασσοταραχή, διέταξε τους υπηρέτες της να στήσουν εκεί στην ακρογιαλιά τη βασιλική της σκηνή για να ξεκουραστεί ολίγο. Η προσταγή εκτελέστηκε αμέσως.
Οι ναύτες μετέφεραν στην ξηρά όλες τις αποσκευές κι η κουρασμένη βασίλισσα από την τρικυμία και τα χρόνια — ήταν τότε 80 περίπου χρόνων - έγειρε στο κρεβάτι, έκλεισε τα μάτια και σε λίγο κοιμήθηκε. Στον ύπνο της τον ταραγμένο, ένα όνειρο παράδοξο την ξύπνησε τρομαγμένη. Ένας όμορφος νέος, ένας νέος με αγγελική μορφή, ήρθε και στάθηκε δίπλα στο κρεβάτι της και της είπε:
- Σεβαστή βασίλισσα, είμαι σταλμένος από τον Πανάγαθο Θεό να σου ειπώ το θέλημά Του. Όπως εκεί στα Ιεροσόλυμα έκτισες ναούς για να δοξάζεται και να υμνείται, έτσι κι εδώ, σε τούτο το νησί το ευλογημένο, πρέπει να κάμεις το ίδιο. Να κτίσεις κι εδώ ιερό ναό, τον οποίο μάλιστα να προικίσεις με το τίμιο Ξύλο του Σταυρού, για να προσκυνείται και να δοξάζεται τους αιώνες ο σεβάσμιος Σταυρός του Κυρίου από τους κατοίκους αυτού του τόπου. Εδώ θα ζουν χριστιανοί μέχρι τη συντέλεια του κόσμου.
Ήταν τόσο ζωντανό το όνειρο, που η βασίλισσα τινάχτηκε πάνω από το κρεβάτι της τρομαγμένη. Νόμιζε πως έβλεπε ακόμη μπροστά της τον αγγελόμορφο νέο να της μιλά.
Με θαυμαστή γρηγοράδα για την ηλικία της κατέβηκε από το στρώμα της κι έτρεξε στο μπαούλο μέσα στο όποιο είχε φυλάξει το Τίμιο ξύλο. Το άνοιξε με ευλάβεια και προσοχή και κοιτάζει να βρει και να πάρει το Άγιο Ξύλο. Τίποτα όμως δεν βρίσκει. Στις φωνές της τρέχουν κι οι υπηρέτες της και ψάχνουν κι αυτοί. Άκαρπες οι προσπάθειες όλων. Τρομαγμένη η μακαρία γυναίκα για τον χαμό, προσπαθεί με νεύματα να δείξει στους υπηρέτες της να συνεχίσουν την έρευνα κι έξω από τη σκηνή. Με νεύματα αγωνίζεται η βασίλισσα, γιατί από τη θλίψη και τη στενοχώρια, πάγωσαν τα χείλη και δεν μπορεί να μιλήσει. Με νεύματα συνιστά πως πρέπει οπωσδήποτε να ευρεθεί το σεπτό κειμήλιο.
Πέρασε αρκετή ώρα. Ξαφνικά λαχανιασμένος μπήκε στη σκηνή ένας υπηρέτης και κατασυγκινημένος απευθύνεται στην «Αυγούστα» και λέει: Κυρά Βασίλισσα, πέρα μακριά στην κορυφή ενός βουνού, φαίνεται μια παράξενη χρυσοκόκκινη φλόγα, που όσο πάει μεγαλώνει και λάμπει γύρω. Περίεργη η Βασίλισσα βγαίνει από τη σκηνή της και κοιτάζει προς τη μυτερή κορυφή του βουνού και βλέπει κι αυτή την παράξενη λάμψη. Είχε δίκαιο ο υπηρέτης. Σωστά μίλησε. Χωρίς να χάσει καιρό η βασίλισσα, καλεί τον υπηρέτη κοντά της και τον διατάζει με συντροφιά κάποιου άλλου, να πάν να εξετάσουν ποιο πράγμα ήταν εκείνο, που έδινε την ασυνήθιστη και παράξενη λάμψη.
Μετά από ώρες γύρισαν οι υπηρέτες έχοντας στα χέρια τον χαμένο θησαυρό της βασίλισσας, το Τίμιο Ξύλο.
Το βρήκαν, της είπαν, μέσα σε μια φλόγα, που σαν πύρινη στήλη ανέβαινε πάνω από πενήντα μέτρα υψηλά, χωρίς ξύλα η άλλη πηγή φωτιάς.
Συγκινημένη η ευσεβέστατη άνασσα για όσα άκουε και όσα έγιναν κατάλαβε αμέσως ποιο ήταν το θέλημα του Θεού.
Έπρεπε εκεί στο βουνό να κτισθεί ο ναός και να προικοδοτηθεί με το τίμιο Ξύλο, για να θυμούνται όλοι το θαύμα του Εσταυρωμένου.

Ο Τίμιος Σταυρός που ύψωσε εκεί στο μοναστήρι του Σταυρού και που έχει στη μέση ένα κομμάτι από τον πραγματικό Σταυρό του Κυρίου παρουσιάζει το έξης θαυμαστό: Είναι αιωρούμενος. Δεν στηρίζεται δηλαδή στη γη.
Πολλοί πιστοί αναφέρουν, πως πολλές φορές νόμισαν ότι έβλεπαν τον Σταυρό να κρέμεται από τον Ουρανό. Γι' αυτό και το όνομα Θεοκρέμμαστος. Αυτό το θαύμα πολλοί ευλαβείς χωρικοί από τα περίχωρα το είδαν. Είδαν δηλαδή «τον Σταυρόν υψούμενον εν μέσω λαμπρού και ακτίστου φωτός άνωθεν της Μονής και του Όρους».
Το 327, ο Μέγας Κωνσταντίνος, με συγκινητικότατα δείγματα στοργής και ευλάβειας, δέχθηκε την επιστροφή της αγίας του Μητέρας. Την ημέρα του ερχομού της, βγήκε σε προϋπάντησή της. Και σαν πλησίασε, έτρεξε κοντά της κι έπεσε κάτω και με ευλάβεια πολλή πήρε στα χέρια του και με χαρά προσκύνησε το Τίμιο Ξύλο και τη θήκη που περιείχε τους Ήλους (τα καρφιά), που είχαν εμπηχθεί στα άγια χέρια και πόδια του Κυρίου μας. Μετά κάλεσε κοντά του τον πατριάρχη Μακάριο και του τα παρέδωσε για να τα προσκυνούν οι πιστοί.
Το μεγαλύτερο μέρος του Τιμίου Σταυρού βρίσκεται σήμερα στο Άγιο Όρος, στη Μονή του Ξηροποτάμου. Από τους τέσσερις Ήλους, τους δύο τους τοποθέτησαν στο βασιλικό Στέμμα. Κι αυτό έφερε πάντα μαζί του ο Κωνσταντίνος και το φορούσε με την περικεφαλαία του.
Το έργο της η Ελένη δεν το περιόρισε μονάχα στο κτίσιμο εκκλησιών.
Ιδιαίτερη φροντίδα επέδειξε η μεγάλη αυτή γυναίκα και για τα έργα της χριστιανικής φιλανθρωπίας και αγάπης.
Η φιλανθρωπία απετέλεσε για την αγία βασικό στοιχείο της ζωής της. Την αρετή αυτή την θεωρούσε τόσο αναγκαία για τον άνθρωπο, όσο αναγκαία είναι κι η αναπνοή για το σώμα. Και τούτο, γιατί τον κάθε χριστιανό τον έβλεπε σαν ένα έμψυχο ναό του Θεού. Και σ' αυτό προσέφερε ό,τι ημπορούσε. Χρήματα, βοήθεια, προστασία.
Έτσι έζησε η αγία, μέχρι τη στιγμή που ο θάνατός της έκλεισε τα μάτια (329 μ.Χ.).
Πέθανε σε ηλικία 80-81 ετών.
Το λείψανό της το μετέφεραν αργότερα στην Κωνσταντινούπολη και το έθαψαν στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Τον ναό αυτό άρχισε να κτίζει ο Μ. Κωνσταντίνος και τον αποτελείωσε ο γιος του Κωνστάντιος.
Το όνομα της αγίας μαζί με το όνομα του παιδιού της θα το αναφέρουν με σεβασμό οι γενεές των ανθρώπων.
Τη μνήμη και των δύο συνεορτάζει η Εκκλησία μας όπως σημειώσαμε την 21η Μαΐου και τους ονομάζει ισαποστόλους.
Ισαπόστολος ο γιος. Ισαπόστολος και η μητέρα. Και πολύ δίκαια.
1ον. Γιατί ό,τι έκαμε ο γιος για τον χριστιανισμό, αυτό οφείλεται στην υπέροχή του μητέρα, την αγία Ελένη. Αυτή τον προπαρασκεύασε με την αγάπη και τη διαπαιδαγώγηση που του έδωκε.
2ον. Αγία υπήρξε η ίδια. Αγιασμένη ζωή έζησε. Παρά τις τιμές που απολάμβανε σαν αυτοκράτειρα δεν παρασύρθηκε απ' αυτές. Δεν περηφανεύτηκε από τις δόξες και τα μεγαλεία. Έμεινε πάντα η ταπεινή, η απλή, η καλόκαρδη, η πονετική, η πιστή. Πόθος της ένας. Πως να αρέσει στον Θεό και να κερδίσει τη βασιλεία Του. Τον Παράδεισο. Και το πέτυχε.
Το παράδειγμά της, ας γίνει για τον καθένα μας ένας οδοδείχτης. Από ανθρώπους έχει ανάγκη κι η εποχή μας, για να ορθοποδήσει. Από ανθρώπους καλοσύνης κι αρετής. Τους ανθρώπους όμως αυτούς θα μας τους δώσουν και σήμερα μόνο οι αληθινές χριστιανές μητέρες. Οι μητέρες του πνευματικού βάθους και ύψους της αγίας Ελένης.
Ας γίνει λοιπόν το παράδειγμα της πρότυπο μιμήσεως.
Ας μιμηθούν οι γυναίκες την πίστη της. Την υπομονή της. Την πλατιά καρδιά της. Την κοινωνική δράση της. Την αρετή κι αγιοσύνη της. Το επιβάλλει η αποστολή τους. Το θέλει η αγία. Το απαιτεί ο Χριστός.
Με αφορμή ένα εξαιρετικό πρόσφατο αφιέρωμα του Ραδιοφώνου της Πειραϊκής Εκκλησίας πολλοί απο εμάς ανακαλύψαμε άλλον έναν σύγχρονο άγιο του Θεού...
Ό Ιερομόναχος Αμβρόσιος ( κατά κόσμον Σπυρίδων ) εκοιμήθη στις 2 Δεκεμβρίου 2006, σε ηλικία 92 ετών. Ο ίδιος διηγείτο ότι μετά την στρατιωτική του θητεία (Τσολιάς στην Ανακτορική φρουρά), ήθελε να πάει στο Άγιο Όρος. Δεν ήξερε, όμως, που και πώς να πάει...
Τότε, τού εμφανίστηκε ένας νέος περίπου 25 ετών και του είπε: Γνωρίζω τους τόπους, έλα μαζί μου. Έτσι και έγινε.
Ξεκίνησαν μαζί, Πήγαν στο λιμάνι, μπήκαν στο πλοίο, μου έδωσε μάλιστα και ψωμί και φάγαμε παρέα όλες τις ημέρες που ήταν μαζί μου, το όνομά του δεν μου το είπε, άλλά κι εγώ δεν τον ρώτησα.
Έτσι φθάσαμε στη Δάφνη και από κει περπατώντας στο Άγιο Όρος.
Όσο ήταν μαζί μου, αισθανόμουν μεγάλη ασφάλεια. Προχωρώντας μου έδειξε την Μονή Ξηροποτάμου όπου τιμούν τους Άγίους 40 μάρτυρες. Με ρώτησε, αν ήθελα να προσκυνήσουμε και εγώ δέχτηκα. Μπήκαμε στο Ναό (καθολικό τής Μονής) και ενώ ασπαζόμουν την εικόνα, μού έλεγε ο Γέροντας, μάς περικύκλωσαν 40 νέοι άνδρες. Τότε ο νέος μου είπε, αυτοί είναι οι 40 Άγιοι Μάρτυρες και χαίρονται, γιατί θα γίνεις μοναχός.
Από εκεί συνέχισαν στις Καρυές στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου.
Εδώ ο νέος σταμάτησε, μου έδειξε την Ιερά Μονή και μου είπε: Εδώ, θα μείνεις, Σπύρο, καί θα γίνεις μοναχός. Θα κάνεις υπομονή και υπακοή στο γέροντα ... κι εξαφανίστηκε.
Φαίνεται ότι αυτός, ήταν ο άγγελος φύλακας, ο άγγελος Κυρίου. Ο Δόκιμος Σπυρίδων γίνεται λοιπόν μοναχός με το όνομα Χαρίτων σε ηλικία 25 ετών.
Ένα βράδυ ο ηγούμενος λέει στον μοναχό Χαρίτωνα να διαβάσει την ακολουθία τής 9ης στο νάρθηκα, εκείνος, καθώς ήταν αγράμματος, προσπάθησε να διαβάσει, άλλά είχε μεγάλη δυσκολία. Εξαγριώθηκε ο ηγούμενος τον έδιωξε λέγοντάς του να πάει στο κελί του. Το ίδιο βράδυ εμφανίστηκε ή Παναγία και σε μία μόνο νύχτα έμαθε το ψαλτήριο καί μάλιστα από μνήμης!
Κατέστη Θεοδίδακτος και θυμίζει σε όλους τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, που είχε μεγάλη δυσκολία στη μάθηση όταν ήταν παιδάκι Ή οικογένειά του τον πήγε στη Μονή και προσευχήθηκαν στην Παναγία που του υπέδειξαν να κάνει κάθε βράδυ τρεις μετάνοιες στην Παναγία και να την παρακαλεί να τον κάνει καλό μαθητή. 'Έγινε έτσι ο πρώτος μαθητής, όποτε, όμως, ξεχνούσε τις μετάνοιές του, έπαιρνε κακό βαθμό.
Ένα άλλο τώρα περιστατικό από τη ζωή του Μοναχού Χαρίτωνα, του άνθρώπου του Θεού. Καλοκαίρι στο Άγιον Όρος και ο Χαρίτων βρισκόταν στον κήπο για εργασίες. Βλέποντας μία συκιά και επειδή πεινούσε, ανέβηκε στο δένδρο, για να φάει σύκα. Στο Άγιον Όρος οι μοναχοί δεν επιτρέπεται να τρώνε τίποτε έκτός τραπέζης, γιατί θεωρείται λαθροφαγία δηλαδή σοβαρό παράπτωμα.
Έφαγε μερικά σύκα και έπεσε από το δέντρο. Βογκούσε από τους πόνους, γιατί έσπασε το πόδι του, τον έψαχναν οι άλλοι μοναχοί από το πρωί και τον βρήκαν το απόγευμα να πονάει στο περιβόλι πεσμένο κάτω. Τον έβαλαν πάνω σε μια πόρτα και τέσσερα άτομα μαζί, γιατί ήταν και σωματώδης, τον μετέφεραν στο κελί του.
Διηγείται ο ίδιος ο γέροντας Αμβρόσιος, "ενώ βρισκόμουν στο κρεβάτι μου και πονούσα, απέναντι έβλεπα το παρεκκλήσι των Άγίων Αναργύρων και τους παρακάλεσα να με βοηθήσουν. Εμφανίζονται τότε δύο γιατροί με λευκές μπλούζες και προσπάθησαν να βάλουν το πόδι μου στην θέση του.
-Τράβα Κοσμά, έλεγε ο ένας, κράτα από εδώ Δαμιανέ, έλεγε ο άλλος, και σε πέντε λεπτά οι πόνοι εξαφανίστηκαν και έγινα καλά". 'Όταν οι συμμοναστές τον είδαν, δόξασαν το Θεό και τους Άγίους Αναργύρους.
Στη Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου βρίσκονταν πέντε νέοι μοναχοί και ένας ηλικιωμένος γέροντας. Κάποιοι από αυτούς σκέφτηκαν ότι θα ήταν καλό να αλλάξουν τον γέροντα. Το έμαθε ο γέροντας και αποφασίστηκε ή απομάκρυνση των πέντε μοναχών. Συνοδεία αστυνομίας εκδιώχτηκε στην Μονή Χιλανδαρίου καί ο Χαρίτων.
Εκεί είχε πάρα πολλές δυσκολίες και πέρασε αρρώστιες, που τον ανάγκασαν να έρθει στον κόσμο.
Πήγε, λοιπόν, στον Γέροντα Πορφύριο, ο οποίος τον συμβούλευσε να πάει στην ερειπωμένη Μονή Δαδιού στη Φθιώτιδα. Στην ερειπωμένη αύτη Μονή βρήκε μόνο αρουραίους, φίδια και άγρια ζώα. Ο Γέροντας Πορφύριος του υπέδειξε: Κάθισε εδώ, κάνε υπομονή και υπακοή, και ο Θεός θα σε βοηθήσει ...
Ανασύστησε την ερειπωμένη 'Ιερά Μονή, η όποία έγινε στη συνέχεια γυναικεία. Ο τότε Μητροπολίτης Φθιώτιδος Αμβρόσιος ξετίμησε τον γέροντα και τον έκανε ιερομόναχο, δίνοντάς του, μάλιστα, καί το δικό του όνομα.
Κάποτε χτύπησε το πόδι του, πήγε στο νοσοκομείο, όπου του έβαλαν πλατίνα στο γοφό. Πονούσε, όμως, πολύ...
Ο τότε Μητροπολίτης Ελβετίας Δαμασκηνός τον πήρε στην Ελβετία να τον δούνε εκεί οι γιατροί. Τον πήγε στο νοσοκομείο. Έκαναν πρώτη επέμβαση, άλλά του έβαλαν 1cm πλατίνα μεγαλύτερη με αποτέλεσμα να γίνει νέο χειρουργείο, για να μειώσουν την πλατίνα. Ενώ ετοιμαζόταν για εξιτήριο, του ζητήθηκαν γενικές εξετάσεις, τις οποίες έκανε. Βρέθηκε στον αριστερό νεφρό πέτρα μεγάλη όσο ένα πορτοκάλι, και έτσι παρέμεινε για νέα εγχείριση.
Διήγηση Γέροντα: " ενώ ήμουν μόνος στο δωμάτιο εμφανίστηκε ένας μοναχός. Βγήκαμε, λοιπόν, στο μπαλκόνι και καθίσαμε, για να μιλήσουμε. Κάπου 15 λεπτά μιλούσαμε και του είπα για τα χειρουργεία και για τον λίθο στο νεφρό. Τότε ο μοναχός μου είπε:
Είμαι ο Άγιος Νεκτάριος και ήρθα να σε δώ. Είμαι φιλάσθενος και παρέδωσα την ψυχή μου στο « Αρεταίειο", άντεξα τις συκοφαντίες και την ασθένεια κάνοντας υπομονή. Ο Θεός μου έδωσε χάρη μεγάλη για την υπομονή, που έκανα. Αυτά μού είπε ο Άγιος, με άγγιξε, και έφυγε...
Φεύγοντας ο Άγιος Νεκτάριος μού ήρθε διάθεση ούρησης και ούρησα σε ένα μικρό λεκανάκι. Τότε βγήκε μαζί με τα ούρα και πέτρα σε μέγεθος πορτοκαλιού. Τότε με μία χαρτοπετσέτα την πήρα και την έβαλα στο συρτάρι του κομοδίνου.Την επόμενη θα γινόταν ή εγχείριση.
Έρχεται ο Ελβετός γιατρός και μου λέει: Ετοιμάσου για το χειρουργείο. Εγώ του απάντησα ότι δεν χρειάζομαι χειρουργείο. "Άνοιξα το συρτάρι και του έδειξα την πέτρα.
Όταν την είδε, είπε ο γιατρός.
"Εσείς οι Ορθόδοξοι έχετε ζωντανή πίστη, εμείς την νοθεύσαμε". Το χειρουργείο δεν έγινε και ή πέτρα παρέμεινε στο γραφείο του Ελβετού γιατρού, για πολλά χρόνια..."
Ό Γέροντας Αμβρόσιος κοιμήθηκε την ίδια μέρα, που κοιμήθηκε ο Γέροντας Πορφύριος.
Ας έχουμε την ευχή του!
Ενθουσιασμένος λοιπόν ο Σαουδάραβας και η γυναίκα του, του είπαν:
-----Πήγαινε μας του λέει εκεί στην Σεϊδανάγια ‘την Δέσποινα των Χριστιανών’ και αν γίνει το ποθούμενο, αν αποκτήσουμε παιδί, τότε θα ξαναρθώ και θα προσφέρω 80.000$ στο μοναστήρι!!!
Πήγαν λοιπόν στη Μονή, έκαναν ότι έπρεπε και γυρίζοντας αργότερα στη Χώρα τους η γυναίκα του βρέθηκε έγκυος.
Σε μερικούς μήνες γέννησε ένα χαριτωμένο αγοράκι υγιέστατο και πανέμορφο. Θαύμα της Παναγίας μας.
Μόλις γέννησε η σύζυγός του, ο Σαουδάραβας γύρισε αμέσως να εκπληρώσει, να πραγματοποιήσει, το τάμα που είχε κάνει.
Τηλεφώνησε λοιπόν στον οδηγό εκείνον να τον παραλάβει από το αεροδρόμιο της Δαμασκού.
Ο οδηγός όμως πανούργος και κακός ειδοποίησε άλλους δύο φίλους του για να πάνε μαζί στο αεροδρόμιο να παραλάβουν τον πλούσιο και κατόπιν δολίως να τον σκοτώσουν και να λάβουν όσα χρήματα θα είχε μαζί του ,για το τάξιμο στο μοναστήρι .
Πράγματι έτσι κι έγινε. Τον παρέλαβαν από το αεροδρόμιο.
Καθ’ οδόν, χωρίς ο άμοιρος να γνωρίζει τι θα συνέβαινε, τους είπε ότι από την χαρά του, θα έδινε και στους φίλους του οδηγού – ταξιτζή στον καθένα από 10.000 δολ.
Αυτοί άλλαξαν πορεία και αντί να πάνε στο Μοναστήρι, πήγαν σε ερημικό μέρος, τον έσφαξαν κόβοντας του πρώτα το κεφάλι καθώς και τα υπόλοιπα μέλη του σώματος του , χέρια και πόδια σε κομμάτια.
Τους τύφλωσε όμως το πάθος, από αυτή την φοβερή εγκληματική τους ενέργεια και αντί να τον πετάξουν εκεί, τον έβαλαν στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου, αφού του πήραν τα χρήματα, ρολόι και ό,τι είχε, ξεκίνησαν να πάνε σε άλλο χώρο ερημικό για να τον πετάξουν.
Στον εθνικό δρόμο όμως τους χάλασε το αυτοκίνητο και στάθηκαν να δουν τι συνέβαινε, γιατι σταμάτησε η μηχανή.
Ένας περαστικός τους είδε και από μόνος του, σταμάτησε να τους βοηθήσει.
Εκείνοι όμως φοβούμενοι μήπως και γίνουν αντιληπτοί για το φοβερό έγκλημα που είχαν διαπράξει, προσποιήθηκαν ότι δεν θέλουν βοήθεια.
Ο περαστικός οδηγός όμως , φεύγοντας παρατήρησε να στάζει αίμα πίσω από το κάτω μέρος του πορ μπαγκάζ και πιο κάτω ειδοποίησε την αστυνομία να πάει να εξιχνιάσει τι συνέβαινε, γιατί αυτοί οι τρεις του φάνηκαν ύποπτοι.
Έφτασε η αστυνομία, είδαν οι αστυνομικοί το αίμα στο οδόστρωμα και δίνουν διαταγή να ανοίξουν το καπό.
Μόλις άνοιξαν το πορ μπαγκαζ, σηκώνεται και βγαίνει έξω ο Σαουδάραβας, υγιής, ολοζώντανος, με αίματα βέβαια, αλλά ραμμένος!!!
-----Μόλις τώρα, τους είπε, η Παναγία τελείωσε και τις τελευταίες βελονιές, ραφές του λαιμού μου εδώ μπροστά….
Δείχνοντας ο ίδιος το σημείο μπροστά στο καρύδι του λαιμού του…..
-----” αφού μου έραψε όλο το σώμα πρώτα “
Ο κακοποιός εγκληματίας ταξιτζής και οι συνεργοί του, έχασαν τα λογικά τους, τρελάθηκαν και με χειροπέδες τους οδήγησαν στις Ψυχιατρικές φυλακές .
Φώναζαν ακατάπαυστα , σαν δαιμονισμένοι ….
---- Εμείς σε σκοτώσαμε , εμείς σε κομματιάσαμε, σου κόψαμε το κεφάλι, πώς εσύ ζείς;!!!
Ο Σαουδάραβας πήγε για πιστοποίηση του λαμπρού θαύματος.
Τον είδαν ιατροδικαστές, εμπειρογνώμονες, αστυνομικοί και πιστοποίησαν με υπογραφές το θαύμα.
Το ράψιμο ήταν και είναι φανερό. Φαινόταν φρεσκοσυναρμολογημένος.
Διεκήρυττε δε και ομολογούσε τρανώς….ότι :
-----η Παναγία με έραψε και με ανέστησε η δύναμη του Υιού της.
Κατόπιν ο αναστηθείς κάλεσε τηλεφωνικώς όλους τους δικούς του και ήλθαν στη Συρία.
Πήγαν στο Μοναστήρι, ευχαρίστησαν την Θεοτόκο και πρόσφεραν δεήσεις και δοξολογίες, και αντί του ποσού των 80.000 δολλαρίων που ήταν το τάξιμο, πρόσφεραν στη Μονή το ποσό των 800.000 δολλαρίων για τη μεγάλη ευεγερσία που του πρόσφερε η Παναγία μας.
Ο ίδιος σήμερα αφηγείται συνεχώς το συγκλονιστικό αυτό θαύμα και αρχίζει πάντοτε λέγοντας:
----“Όταν ...ήμουν μουσουλμάνος, μου συνέβει αυτό….κι αυτό, δηλώνοντας ότι δεν είναι πλέον μουσουλμάνος, ούτε αυτός, ούτε η οικογένειά του….”
Το θαύμα αυτό ετάραξε τις Αραβικές, μουσουλμανικές χώρες και όλη τη Μέση Ανατολή, δημιούργησε σάλο και φοβερή ενόχληση.
“ Ζεί, Κύριος ο Θεός ημών, ο Θεός των Δυνάμεων ”.
Ο Κύριος επιβεβαίωσε ότι αν γνώριζε θα γινόταν μέτοχος πραγματικά ζωντανού νερού, όπως έπραξε και απόλαυσε αργότερα όταν το έμαθε, ενώ το συνέδριο των Ιουδαίων που έμαθαν σαφώς, έπειτα εσταύρωσαν τον Κύριο της δόξης. Δωρεά του Θεού είναι, επειδή θεωρεί αγαπητούς όλους ακόμα και τους μισητούς από του Ιουδαίους εθνικούς και προσφέρει τον εαυτό του και καθιστά τους πιστούς σκεύη δεκτικά της Θεότητός του.
Η Σαμαρείτιδα δεν κατάλαβε το μεγαλείο του ζωντανού νερού, απορεί που θα βρει νερό χωρίς κουβά σε ένα βαθύ πηγάδι. Έπειτα επιχειρεί να τον συγκρίνει με τον Ιακώβ, που τον αποκαλεί πατέρα, εξυμνώντας το γένος από το τόπο και εξαίρει το νερό με τη σκέψη ότι δεν μπορεί να βρεθεί καλύτερο. Όταν όμως άκουσε ότι το ''νερό που θα σου δώσω'' θα γίνει πηγή που τρέχει προς αιώνια ζωή, άφησε λόγο ψυχής που ποθεί και οδηγείται προς τη πίστη και ζήτησε να το λάβει για να μη ξανά διψάσει. Ο Κύριος θέλοντας να αποκαλύπτεται λίγο - λίγο, της λέγει να φωνάξει τον άνδρα της, γνωρίζοντάς της πόσους άνδρες είχε και αυτόν που έχει τώρα δεν είναι δικός της. Εκείνη όμως δεν στενοχωρείται από τον έλεγχο, αλλά αμέσως καταλαβαίνει ότι ο Κύριος είναι προφήτης και του ζητά εξηγήσεις σε ψηλά ζητήματα.
Βλέπετε πόση είναι η μακροθυμία και η φιλομάθεια αυτής της γυναίκας; Πόση συλλογή και γνώση είχε στη διάνοιά της, πόση γνώση της θεόπνευστης Γραφής; Και αμέσως τον ρωτά που πρέπει να λατρεύεται σωστά ο Θεός, εδώ σ' αυτό το τόπο ή στα Ιεροσόλυμα; Και τότε παίρνει τη απάντηση, ότι έρχεται η ώρα οπότε ούτε στο όρος αυτό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνάτε τον Πατέρα. Της γνωρίζει μάλιστα ότι η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους, δεν είπε θα είναι, στο μέλλον, γιατί ήταν αυτός ο ίδιος. Έρχεται ώρα και είναι τώρα που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνούν το Πατέρα κατά Πνεύμα και αλήθεια.
Γιατί ο ύψιστος και προσκυνητός Πατέρας, είναι Πατέρας αυτοαληθείας, δηλαδή του μονογενούς Υιού και έχει Πνεύμα αληθείας, το Πνεύμα το άγιο και αυτοί που τον προσκυνούν, το πράττουν έτσι διότι ενεργούνται δι' αυτών. Ο Κύριος απομακρύνει κάθε σωματική έννοια τόπο και προσκύνηση, λέγοντας: «Πνεύμα ο Θεός και αυτοί που τον προσκυνούν πρέπει να τον προσκυνούν κατά Πνεύμα και αλήθεια».
Ως πνεύμα που είναι ο Θεός είναι ασώματος, το δε ασώματο δεν ευρίσκεται σε τόπο ούτε περιγράφεται με τοπικά όρια. Ως ασώματος ο Θεός δεν είναι πουθενά, ως Θεός δε είναι παντού, ως συνέχων και περιέχων το πάν.
Παντού είναι ο Θεός όχι μόνο εδώ στη γη αλλά και υπεράνω της γης, Πατήρ ασώματος και κατά τον χρόνο και σε τόπο αόριστος.
Βέβαια και η ψυχή και ο άγγελος είναι ασώματα, δεν είναι όμως σε τόπο, αλλά δεν είναι και παντού, γιατί δεν συνέχουν το σύμπαν αλλά αυτά έχουν ανάγκη του συνέχοντος.
Η Σαμαρείτιδα καθώς άκουσε από το Χριστό αυτά τα εξαίσια και θεοπρεπή λόγια, αναπτερωμένη, μνημονεύει τον προσδοκώμενο και ποθούμενο Μεσσία, τον λεγόμενο Χριστό που όταν έρθει θα μας τα διδάξει όλα. Βλέπετε πως ήταν ετοιμότατη για την πίστη; Από που θα γνώριζε τούτο, αν δεν είχε μελετήσει τα προφητικά βιβλία με πολλή σύνεση; Έτσι προλαβαίνει περί του Χριστού ότι θα διδάξει όλη την αλήθεια. Μόλις την είδε ο Κύριος τόσο θερμή της λέγει απροκάλυπτα: Εγώ είμαι ο Χριστός, που σου μιλώ. Εκείνη γίνεται αμέσως εκλεκτή ευαγγελίστρια και αφήνοντας τη υδρία και το σπίτι της τρέχει και παρασύρει όλους τους Σαμαρείτες προς το Χριστό και αργότερα με τον υπόλοιπο φωτοειδή βίο της (ως Αγία Φωτεινή) σφραγίζει με το μαρτύριο την αγάπη της προς τον Κύριο.
Ο Χριστός τής εμπιστεύεται ότι είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας. Η Σαμαρείτιδα σώθηκε, γέμισε από χαρά αληθινή για πρώτη φορά στην ταραγμένη ζωή της.
Η Σαμαρείτιδα δεν ήταν καμιά σπουδαία γυναίκα. Ήταν μια όχι και τόσο καλής φήμης γυναίκα και ως εκ τούτου καταφρονεμένη. Συγκαταβαίνει ο Σωτήρας στην ανθρώπινη αθλιότητα, τον ξεπεσμό, την αήθεια. Καθαρίζει, φωτίζει, υιοθετεί και διορθώνει την ανθρώπινη αδυναμία. Η συζήτηση με τον Ιησού θα λέγαμε ξεναρκώνει τη Σαμαρείτιδα και της θυμίζει την παιδική της αθωότητα. Της εμπιστεύεται μάλιστα ο Χριστός σπάνιες και υψηλές αλήθειες. Η Σαμαρείτιδα ήταν μια φεμινίστρια της εποχής της. Θα τη διευκόλυνε μάλιστα το πολυσυζητημένο συμβόλαιο ελεύθερης συμβίωσης. Η Σαμαρείτιδα όμως μετά την εξαίσια συζήτηση με τον Χριστό μετατρέπει το σαρκικό έρωτα σε θείο. Αναγεννάται, μεταμορφώνεται, ανίσταται.
Πέντε άνδρες δεν μπόρεσαν να της δώσουν χαρά. Κατέληξε σε ευαγγελίστρια, ισαπόστολο και μεγαλομάρτυρα. Μαρτύρησε με τις κόρες της για την αγάπη του Χριστού. Η Αγία Φωτεινή. Η ζωή της γέμισε χαρά και ειρήνη. Ο ιερός Χρυσόστομος λέει οτι με την μετάνοια γίνεται και ο λύκος αρνί….


Σε λίγους πιστούς είναι γνωστή η εορτή, με την οποία θα ασχοληθούμε
. Εκτός από τους ιερείς και μερικούς άλλους χριστιανούς, που έχουν ένα στενότερο σύνδεσμο με την Εκκλησία μας, οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν καν την ύπαρξί της.
Λίγοι είναι εκείνοι που εκκλησιάζονται κατ αυτή και περισσότεροι δεν υποπτεύονται καν ότι την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Και όμως κάποτε η εορτή της Μεσοπεντηκοστής ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού. Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξη την Έκθεσι της Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου για να ιδή το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 στον ναό του αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη, μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορος Λέοντος ΣΤ’ του Σοφού (11 Μαΐου 903). Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτωρ το πρωϊ της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτιο για να μεταβή στον ναό του αγίου Μωκίου, όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία. Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλεύς και πατριάρχης εισήρχοντο επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο παρεκάθητο και ο πατριάρχης. Και πάλι ο βασιλεύς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εις πολλούς και αγαθούς χρόνους ο Θεός αγάγει την βασιλείαν υμών» και με πολλούς ενδιαμέσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτιο.
Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητος. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδρασί της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράτασι του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.
Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτασίμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή.
Χωρίς δηλαδή να έχη δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ ενός και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος αφ ετέρου, και «προφαίνει» την δόξαν της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορτασθή μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσσίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον. Έτσι και στα τροπάρια και στο συναξάριο της ημέρας η παρετυμολογία αυτή γίνεται αφορμή να παρουσιασθή ο Χριστός σαν Μεσσίας – μεσίτης Θεού και ανθρώπων, «μεσίτης και διαλλάκτης ημών και του αιωνίου αυτού Πατρός». «Δια ταύτην την αιτίαν την παρούσαν εορτήν εορτάζοντες και Μεσοπεντηκοστήν ονομάζοντες τον Μεσσίαν τε ανυμνούμεν Χριστόν», σημειώνει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο συναξάριο. Σ αυτό βοήθησε και η ευαγγελική περικοπή, που εξελέγη για την ημέρα αυτή (Ιω. 7, 14-30). Μεσούσης της εορτής του Ιουδαϊκού Πάσχα ο Χριστός ανεβαίνει στο ιερό και διδάσκει. Η διδασκαλία Του προκαλεί τον θαυμασμό, αλλά και ζωηρά αντιδικία μεταξύ αυτού και του λαού και των διδασκάλων. Είναι Μεσσίας ο Ιησούς η δεν είναι; Είναι η διδασκαλία του Ιησού εκ Θεού η δεν είναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ο Χριστός είναι διδάσκαλος. Αυτός που ενώ δεν έμαθε γράμματα κατέχει το πλήρωμα της σοφίας, γιατί είναι η Σοφία του Θεού η κατασκευάσασα τον κόσμον. Ακριβώς από αυτόν τον διάλογο εμπνέεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής. Εκείνος που διδάσκει στον ναό, στο μέσον των διδασκάλων του Ιουδαϊκού λαού, στο μέσον της εορτής, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Αυτός που αποδοκιμάζεται από τους δήθεν σοφούς του λαού Του είναι η του Θεού Σοφία
Λίγες σειρές πιο κάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου, αμέσως μετά την περικοπή που περιλαμβάνει τον διάλογο του Κυρίου με τους Ιουδαίους «Της εορτής μεσούσης», έρχεται ένας παρόμοιος διάλογος, που έλαβε χώραν μεταξύ Χριστού και των Ιουδαίων «τη εσχάτη ημέρα τη μεγάλη της εορτής», δηλαδή κατά την Πεντηκοστή.
Αυτός αρχίζει με μία μεγαλήγορο φράσι του Κυρίου.«Εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω.ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος» (Ιω. 7, 37-38). Και σχολιάζει ο Ευαγγελιστής.«Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος, ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν» (Ιω. 7, 39). Δεν έχει σημασία ότι οι λόγοι αυτοί του Κυρίου δεν ελέχθησαν κατά την Μεσοπεντηκοστή, αλλά λίγες ημέρες αργότερα. Ποιητική αδεία μπήκαν στο στόμα του Κυρίου στην ομιλία Του κατά την Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν εξ άλλου τόσο πολύ με το θέμα της εορτής. Δεν μπορούσε να βρεθή πιο παραστατική εικόνα για να δειχθή ο χαρακτήρ του διδακτικού έργου του Χριστού. Στο διψασμένο ανθρώπινο γένος η διδασκαλία του Κυρίου ήλθε σαν ύδωρ ζων, σαν ποταμός χάριτος που εδρόσισε το πρόσωπο της γης. Ο Χριστός είναι η πηγή της χάριτος, του ύδατος του αλλομένου εις ζωήν αιώνιον, που ξεδιψά και αρδεύει τις συνεχόμενες από βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει τους πίνοντας σε πηγές.«Ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσι ύδατος ζώντος» (Ιω. 7, 38). «Και γενήσεται αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον», είπε στην Σαμαρείτιδα (Ιω. 4, 14). Που μετέτρεψε την έρημο του κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτευμένων παρά τας διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος.
Αυτή με λίγα λόγια είναι η εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Η έλλειψις ιστορικού υποβάθρου της στέρησε τον απαραίτητο εκείνο λαϊκό χαρακτήρα, που θα την έκανε προσφιλή στον πολύ κόσμο. Και το εντελώς θεωρητικό της θέμα δεν βοήθησε τους χριστιανούς, που δεν είχαν τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, να ξεπεράσουν την επιφάνεια και να εισδύσουν στην πανηγυριζόμενη δόξα του διδασκάλου Χριστού, της Σοφίας και Λόγου του Θεού, της πηγής του ακενώτου ύδατος. Συνέβη με αυτή κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη με τους περιφήμους ναούς της του Θεού Σοφίας, που αντί να τιμώνται στο όνομα του Χριστού ως Σοφίας του Θεού, προς τιμήν του οποίου ανηγέρθησαν, κατήντησαν, για τους ιδίους λόγους, να πανηγυρίζουν στην εορτή της Πεντηκοστής η του αγίου Πνεύματος η της αγίας Τριάδος η των Εισοδίων η της Κοιμήσεως της Θεοτόκου η και αυτής της μάρτυρος Σοφίας και των τριών θυγατέρων της Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.