« Φως μεν μοναχοίς, άγγελοι,
Φως δε κοσμικοίς, μοναχική πολιτεία»
( Κλίμαξ ΚΣΤ, 23 )
Κάθε φορά που συναντούσα κάποιον από την οικογένεια του Νίκου , ζητούσα νέα του .
Είχα την περιέργεια να δω μέχρι που μπορεί να φτάσει η αντοχή ενός τόσο δυνατού μυαλού σαν του Νίκου…
-Τελείωσε την Φυσική με άριστα …Τώρα σπουδάζει Αστροφυσική στην Αμερική . Έχει υποτροφία του Χάρβαρντ!!
Ύστερα από καιρό συναντώ τη θεία του . Άρχισα πάλι τις ερωτήσεις για τον Νίκο.
-Πήρε το πτυχίο της Κοινωνιολογίας και της Ιατρικής .Όλα αυτά με τα «Μάστερ» τους !! Τα μεγαλύτερα Πανεπιστήμια της Αμερικής ζητούν την συνεργασία του και οι πιο ξακουστές φαρμακοβιομηχανίες της Ελβετίας τον θέλουν για στέλεχος με όποιους όρους θέλει αυτός !!!
-Αυτός τι λέει;
-Αυτός θα γυρίσει στην Ελλάδα! Παίρνει ακόμα ένα πτυχίο και έρχεται .
-Κι άλλο πτυχίο;
-Λέει πως χωρίς αυτό το πτυχίο , όλα τα άλλα δεν αξίζουν τίποτα …Με το πτυχίο αυτό βρήκε τον δρόμο του . Το παίρνει στην Βοστώνη με δύο «Μάστερ» . Είναι ξέρεις το πτυχίο της Θεολογίας .
-Της Θεολογίας; Και τι σχέση έχει με όλα τα άλλα ;
-Πού να ακούσεις και τα παρακάτω …Σκέπτεται την ιερωσύνη και μάλιστα την Ασκητική !!!
-Ε , αυτός παιδί μου παραείναι Αναρχικός !!! Να έχεις δώσει τόσα χρόνια σε σπουδές και Επιστήμες ,να σε ζητούν τα καλλίτερα Πανεπιστήμια , να μπορείς να ζήσεις σαν άρχοντας στην Ελβετία και συ να σκέπτεσαι ασκητική ζωή και Άγιον όρος είναι ή δεν είναι αναρχία ; Είσαι ή δεν είσαι αναρχικός ;
Μάθαμε ότι η πρώτη χειροτονία θα γινόταν στην Κόνιτσα από τον Σεβαστιανό .όλες οι Αμερικανικές εφημερίδες έγραφαν : Ο καινούριος Αϊνστάιν γίνεται μοναχός…Πολλοί φίλοι του , συμφοιτητές του , πιστοί και άπιστοι , πολλοί μαρξιστές διέσχισαν τον Ωκεανό και πήγαν στην Κόνιτσα να παραβρεθούν στην Χειροτονία του. Σε διακόσια πενήντα άτομα , έστρωσε η μητρόπολη το Σαρακοστιανό τραπέζι …
23 Αυγούστου , παραμονή της γιορτής του Κοσμά του Αιτωλού βρέθηκα στην Κόνιτσα .Δεν είπα σε κανέναν τίποτα , δεν παρουσιάστηκα πουθενά .Ήθελα να δω αυτόν τον Αναρχικό την ώρα της Λατρείας .Ανέβηκα στον γυναικωνίτη και έπιασα μια καλή θέση . Νάτος ο πατήρ Νικόλαος ο Διάκονος ετοιμάζεται .Πρώτα φοράει το στιχάριο «έστη η χάρις του Θεού εν αυτώ». Μέσα σε αυτό λες και χώρεσαν όλες οι ψυχές που θα πλησίαζε με τις επιστήμες του . Πολλή ώρα πριν τα φορέσει , βλέπει τα επιμάνικα. Σκέπτεται φαίνεται πως με αυτά είναι αιχμάλωτος Χριστού .
Σε λίγο παίρνει το οράριο . Το πρόσωπό του λάμπει καθώς το φορά .Υψώνοντάς το καλεί τους πιστούς σε προσευχή .Χαμογελά που και που .Ίσως να σκέπτεται πως για αυτά τα άμφια πέταξε τόσες επιστήμες .Βλέπεις τόση ικανοποίηση στο πρόσωπό του με τις ευχές , που εκφωνεί .Πόσο γλυκά ακούγονται τα ειρηνικά !!Με πόση περηφάνεια κρατάει το θυμιατό και με πόση στοργή αγκαλιάζει όλο το εκκλησίασμα !!
Μα όταν τον είδα να πλησιάζει τον Μητροπολίτη με τα δικηροτρίκηρα στο ένα τα δύο και στο άλλο τα τρία αναμμένα κεριά , παρά λίγο να φωνάξω δυνατά :Να τα καλέ τα πέντε πτυχία του !!!Να τα ολόφωτα ,δυνατά ,πανίσχυρα .Πέντε ολόφωτες λαμπάδες : Φυσική , Αστροφυσική , Κοινωνιολογία ,Ιατρική , Θεολογία , φώτισαν την Εκκλησιά ολόκληρη .
Τι να τις κάνει τις έδρες στα Πανεπιστήμια ,όταν του δώσανε την καλλίτερη έδρα :την Ωραία Πύλη; Εδώ εύχεται για την Ειρήνη του κόσμου , για την Σωτηρία των ψυχών μας , ζει μέσα στον όμορφο και ανεπανάληπτο κόσμο της Θείας Λειτουργίας , εύχεται για γήινα και ουράνια σαν ..Υπουργός του Θεού , και γω ζητώ τα Μάστερ!!
Αυτός ζώσθηκε το οράριο σαν τα φτερά του Αγγέλου και πλησιάζει τον Θρόνο του Θεού .Αυτός μεταδίδει σώμα και αίμα Χριστού και γω ζητώ ιατρεία και νυστέρια και φάρμακα ; Ντρέπομαι για τις συγκρίσεις που βρήκα να κάνω . ‘Ήμαρτον , Κύριε .Να είχαμε κι άλλους τέτοιους αναρχικούς !!!!
Πέρασαν τα χρόνια …..Πρίν λίγες ημέρες σε μια κηδεία , συναντώ την μητέρα του , την Κυρία Χατζηνικολάου .Την πλησιάζω με χαρά και ανοίγω μαζί της συζήτηση .
-Πέστε μου από πότε προετοιμάζετε έναν πατέρα Νικόλαο ;
-Από τότε που τον ένοιωσα να σκιρτάει στα σωθικά μου , στα σπλάχνα μου λαχτάρισα να τον δω ιερέα!!! Κι όταν αυτός γυρνούσε σχολές και πολιτείες και μάζευε πτυχία ,εγώ γονάτιζα και έλεγα : Δεν γίνεται Θεέ μου να μην με άκουσες … «Πολλά ισχύει δέησις μητρός» δεν είπες ; Και πράγματι με άκουσε !!!! Τον είδα μπροστά στην Αγία Τράπεζα …
Να λοιπόν πως βγαίνουν οι άγιοι ιερείς της εκκλησίας μας .Αν εκείνος με συγκίνησε μια φορά , η μητέρα του με συγκίνησε δέκα .Σκέφτηκα να μπορούσαμε όλες οι μανάδες να λέγαμε «Άρατε πύλας οι άρχοντες ημών και επάρθητε πύλαι και εισελεύσονται οι παίδες ημών εις το θυσιαστήριον του Κυρίου , εις τας Αγίας Τράπεζας των εκκλησιών μας»
Αχ η δέηση των μητέρων !!!
Της Φανής Θεοδωρίδου από το περιοδικό «ΛΥΔΙΑ»
Πολλές κατηγορίες άκουσε μέχρι σήμερα ο Μοναχισμός…
Λυπάται γι' αυτό. Αλλά οι μοναχοί δεν επηρεάζονται απ' αυτές. Έχουν γραμμή πλεύσεως. Έχουν πυξίδα ορθήν. Έχουν χαραγμένη πορεία. Οι φωνές των σειρήνων τους αφήνουν αδιαφόρους. Και αυτοί βαδίζουν τον δρόμο τους. Δεν στρέφουν, προς τα οπίσω. Δεν ταλαντεύονται. Δεν ολιγωρούν. Μπροστά τους έχουν το μεγάλο τους σκοπό. Σ' αυτόν έχουν αφιερωθή. «Ηκολούθησαν Χριστώ ανεπιστρόφω λογισμώ». Οι συκοφαντίες δεν τους κλονίζουν. Γιατί στο δρόμο τους μπόρεσαν να χορτάσουν την ψυχική τους πείνα και να ικανοποιήσουν κάθε βαθύτερη της ψυχής τους επιταγή.
(Απόσπασμα από το βιβλίο του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου με τίτλο: «Το αγγελικό πολίτευμα – Γνωριμία με τον Ορθόδοξο Μοναχισμό»).
Εκτός αυτών και τα δύο μεγάλα Ψυχοσάββατα, το προ της Πεντηκοστής και το προ των Απόκρεω έχουν θεσμικό χαρακτήρα στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Αυτά δε καθιερώθησαν ως γενικά μνημόσυνα υπέρ των νεκρών, για όσους τυχόν δεν έχουν συγγενείς που να ενδιαφερθούν γι' αυτούς και γενικά υπέρ όλων των ευσεβώς κοιμηθέντων επ' ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου.
Τα μνημόσυνα, λοιπόν, συνδέονται αναπόσπαστος με τη Θ. Λειτουργία και πρέπει σε συνδυασμό με αυτήν να τελούνται. Το «αντί μνημόσυνου» που καμμιά φορά γράφεται δεν είναι σωστό. Το μνημόσυνο δεν αντικαθίσταται. Μπορείς να δώσεις μια δωρεά σε ένα ίδρυμα ή σε κάποιον φτωχό, όχι όμως αντικαθιστώντας την προσευχή με αυτήν, αλλά συμπληρώνοντάς την. Τα μνημόσυνα συνοδεύονται από κόλλυβα. Τα κόλλυβα είναι στάρι βρασμένο με διάφορα άλλα στοιχεία.
Το σιτάρι είναι το σύμβολο της Αναστάσεως. Την εικόνα του την εχρησιμοποίησεν ο ίδιος ο Κύριος για να υποδηλώσει την ανάσταση. Γι' αυτό και το χρησιμοποιούμε κι εμείς. Έπειτα όλοι οι χριστιανοί που μετέχουν στο μνημόσυνο δοκιμάζουν από το στάρι και εύχονται για την ανάπαυση της ψυχής του κεκοιμημένου. Όλα αυτά εντάσσονται στα πλαίσια των λειτουργικών πένθιμων εκδηλώσεων και των νεκρικών ορθοδόξων εθίμων του λαού μας. Τα κόλλυβα καθιερώθηκαν από τον 4ον αιώνα. Τα έτρωγαν οι χριστιανοί και ηύχονταν «Μακάρια η μνήμη αυτού». Και σήμερα εύχονται «Θεός σχωρέσ' τον».
Ανακεφαλαιώνοντες επαναλαμβάνουμε ότι οι προσευχές για τους κεκοιμημένους, τα μνημόσυνα, οι Θ. Λειτουργίες κ.λ.π. στηρίζονται στην ευσπλαχνία του Θεού και στην παράδοση της Εκκλησίας. Πιστεύουμε ότι ο Θεός ακούει ημών Α' Ιωάνν. ε' 14.
Πιστεύουμε ακόμη ότι ο Θεός «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν». Και μαζί με τον άγιον Κύριλλον Ιεροσολύμων διακηρύττουμε ότι «μεγίστη δέησις (ωφέλεια)» για τους νεκρούς μας είναι το μνημόσυνο. Και μαζί με τον ιερό Χρυσόστομο επαναλαμβάνουμε ότι οι προσευχές υπέρ των κεκοιμημένων προσφέρουν σ' αυτούς «τινά παραμυθίαν». Γι' αυτό στα μνημόσυνα πρέπει να παραμένουν όλοι και να προσεύχονται. Ο νεκρός υπέρ του οποίου γίνεται το μνημόσυνο δεν είναι ξένος.
Είναι μέλος της Εκκλησίας, μέλος δηλ. του ίδιου σώματος του Χριστού, και εμείς όλοι είμαστε «αλλήλων μέλη». Είναι γι' αυτό μεγάλη ωφέλεια η μνημόνευση του ονόματος κάποιου νεκρού στη διάρκεια της Θ. Λειτουργίας, γιατί ο Συμεών Θεσσαλονίκης παρατηρεί ότι ιδιαιτέρως ωφελούν τα μνημόσυνα που γίνονται κατά την ώραν «της φρικτότατης θυσίας».
Η Εκκλησία δεν μπορεί να υποσχεθεί ότι οι αμετανόητοι θα σωθούν με τα μνημόσυνα. Ο Κ. Καλλίνικος παρατηρεί σχετικά: «Γνωρίζω ότι υπάρχουν ηθικά πτώματα εις τα οποία ενέσεις δεν ισχύουν. Αλλά επίσης γνωρίζω ότι υπάρχουν αμαρτωλοί -κι αυτοί είναι οι την μεγάλην πλειονότητα αποτελούντες- οίτινες εμωλωπίσθησαν μεν, αλλά και δεν απέθανον, οίτινες έπεσον μεν, αλλά κρατούντες εις τας χείρας το ξίφος, οίτινες ενητένισαν κατά τας τελευταίας ώρας των την ασχημίαν των και ανέμιξαν υπόκωφόν τι «μνήσθητί μου Κύριε» με τους εσχάτους των παραληρισμούς. Και υπέρ των τοιούτων τις θα υποστήριξη πεισματωδώς ότι αι δεήσεις των επιζώντων δεν ωφελούν; Η μέση κατάστασις είναι κατάστασις απλώς εισαγωγική. Έχει μεν τελεσθή προσωρινή τις κρίσις κατά την εντεύθεν έξοδον της ψυχής, αλλ' η μεγάλη κρίσις, ήτις θα καθορίση εις το διηνεκές την θέσιν της δεν έχει λάβει ακόμη χώραν».
-Λοιπόν πόσες φορές έχεις ξαναέρθει στο Περιβόλι της Παναγιάς μας ;ρώτησα νιώθοντας σίγουρος πως θα μου απαντούσε ένα νούμερο απλησίαστο για εμένα …-Δεν έχω ξαναέρθει μου είπε χαμογελώντας γιατί κατάλαβε την έκπληξή μου …Ξέρεις εμένα στο Όρος με φέρνει ο Άγιος Γεώργιος…και έβγαλε από την τσέπη του μια μικρή εικονίτσα ..παρ την ευλογία μου είπε …Δεύτερο κύμα έκπληξης με κατέλαβε όταν αντίκρισα αντί του καβαλάρη τροπαιοφόρου έναν Άγιο με φουστανέλα και Σταυρό στο χέρι …Είναι ο Άγιος Γεώργιος ο Νεομάρτυρας εξ Ιωαννίνων …ο φουστανελάς μου είπε …
και μου διηγήθηκε την ιστορία του …Λίγους μόλις μήνες πριν η τρομακτική διάγνωση :Καρκίνος σε μια πολύ επιθετική μορφή …Εσπευσμένα στο χειρουργείο …Το ξημέρωμα της παραμονής ο Άγιος εμφανίστηκε στον ύπνο ενός συγγενούς του …αυτός τον ευλαβείται πολύ …-εγώ ήμουν τότε λίγο χλιαρός …καταλαβαίνεις μου είπε όπως δυστυχώς οι περισσότεροι σήμερα …. Του μήνυσε λοιπόν πως θα γίνω καλά ..πως λίγες ώρες μετά το χειρουργείο θα περπατήσω…και πως θα γίνω ιερέας και θα πάρω το όνομά του …τέλος είπε να έρθω στο Άγιο Όρος να επισκεφθώ τον Γέροντα Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό (τότε ήταν εν ζωή )ο οποίος είναι …άνωθεν διαπιστευμένος !!! σε θέματα ιεροσύνης …Όλα έγιναν όπως τα είπε …και να ’ μαι εδώ λοιπόν !!!…Ένοιωσα συγκλονισμένος και έστεκα μην μπορώντας να αρθρώσω λέξη …-Είχα γνωρίσει μόλις έναν μεγάλο σύγχρονο Άγιο με έναν τόσο συνταρακτικό τρόπο ….
Ο
Ο κλήρος και ο λαός των Ιωαννίνων μάταια προσπάθησαν να προλάβουν την άδικη απόφαση κατά του Γεωργίου και να τον πείσουν να δραπετεύσει από τη φυλακή και να φυγαδευτεί στην ελεύθερη Ελλάδα. Το μαρτύριο άρχισε. Του τρυπούσαν τα νύχια με βελόνες και έβαζαν στα στήθη του μεγάλες πέτρες. Εκείνος υπέμενε γενναία λέγοντας : «Είμαι Χριστιανός». Στις 17 Ιανουαρίου, ημέρα Δευτέρα, ο Άγιος απαγχονίστηκε στην αγορά και δέχθηκε από τον Σταυρωθέντα Κύριο το στέφανο του μαρτυρίου. Το ιερό λείψανό του παρέμεινε κρεμασμένο μέχρι τις 19 Ιανουαρίου και κατόπιν δωρίθηκε από τον Μουσταφά πασά στον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Ιωακείμ, ο οποίος τον ενταφίασε με τιμές στο ιερό βήμα του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Αθανασίου.
Επί του τάφου και στην οικία του Αγίου τελέσθηκαν και τελούνται ως σήμερα πλείστα θαύματα. Στις 26 Οκτωβρίου 1971 έγινε η ανακομοιδή των ιερών λειψάνων αυτού, τα οποία εναπετέθησαν στο φερώνυμο ναό των Ιωαννίνων.

«Των μειζόνων ανθρώπων πόρρωθεν προκαταβάλλονται αι αρχαί». Είναι αληθινή η πατερική αυτή ρήση και απόλυτα εφαρμόζεται στο πρόσωπο του οσίου Γέροντος. Από μικρό παιδάκι, στην Κόνιτσα όπου μεγάλωσε, έδειχνε τα θεϊκά σημάδια με την αγιασμένη ζωή του. Σαν άλλος παιδαριογέρων, όπως ο συμπατριώτης του όσιος Σάββας ο ηγιασμένος, κατέπληττε τους απλούς συγχωριανούς του, που καταλαβαίνοντας ή υποψιαζόμενοι την ουσία της κρυφής ζωής του, του απένειμαν την προσφώνηση «ο καλόγερος». «Και αυτό το πράγμα με βοήθησε», έλεγε ο Γέροντας. «Πάντοτε σκεφτόμουνα· Αφού ο κόσμος με λέγει καλόγερο, τι θέση έχω εγώ μέσα στον κόσμο; Πρέπει να πάω σε μοναστήρι». Αλλά και πριν αρχίσει τους μοναστικούς του αγώνες, ο μακάριος Γέροντας έκαμε πολλές «θείες τρέλλες» από την πλησμονή της αγάπης του για τον Θεό. Μπορεί πολλά πράγματα ως παιδί να μην τα ένοιωθε σε όλο το βάθος τους, όμως τα έκαμε σαν θεοδίδακτος, αφού από μικρή ηλικία συνήθισε τις συχνές αγιοφάνειες στην χαριτωμένη ζωή του. Τον κυνηγούσε η βαθειά επιθυμία και ευχή του βαπτιστού και συνωνύμου του πατρός Αρσενίου, που ήθελε να αφήσει πνευματικόν απόγονο στην θέση του. Και τον άφησε και τον χαρίτωσε με τις πατρικές του ευλογίες. Ο Άγιος τον Άγιο… Και τον έστειλε στο Περιβόλι της Πανάγιας μας, όπου και πρόκοψε και πλήθη πιστών βοήθησε να νοιώσουν κάτι από την γλυκύτητα της θείας ζωής.
Αλλά και ο βαπτιστικός «φιλότιμο παιδί του φιλότεκνου Πατέρα», με την συγγραφή και κυκλοφορία του θαυμαστού βίου του Καππαδόκου αγίου ιερέως, απέδωσε στο έπακρον την πνευματική οφειλή του. Σαν να συναγωνίσθηκαν οι δυο τους Άγιοι, ποιος θα ξεπεράσει τον άλλο στο φιλότιμο και στην ευγνωμονητική ανταπόδοση.
«Πρόβλημα εις διήγησιν» όσα αυτοψεί θεασάμεθα και αυτηκόως ακούσαμεν και κατά μεγίστη ευλογίαν Θεού εβιώσαμε κοντά στον άγιο αυτόν Άνθρωπο και μεγάλο Αγιορείτη ασκητή. Σαν μυθικό φαντάζει το όνομα του και η φωτεινή πορεία του θα σελαγίζει στο στερέωμα της Εκκλησίας μας και ο τάφος του στο Μοναστήρι του αγίου Θεολόγου στη Σουρωτή, θα γίνεται βρύση θαυματουργιών και παρακλητικής απαντήσεως των προβλημάτων των προσκυνητών, που τα εναποθέτουν με πόνο ψυχής και πίστη θερμή μπροστά στον απέριττο ξύλινο σταυρό του μνήματός του. Πιστεύομε δε πως ίσως και να αξιωθούμε να τον μνημονεύσουμε πολύ σύντομα μεταξύ των επισήμως ανεγνωρισμένων Αγίων της Εκκλησίας μας…
«Εξ ονύχων τον λέοντα”: Ομολογώ πως δεν θα μπορέσω για πολλούς λόγους να αναμνησθώ εδώ των πλέον σημαντικών εμπειριών μου από την πολυχρόνια γνωριμία μου με τον Γέροντα.
Καίτοι αυτός δεν έχει ανάγκη υστεροφημίας, ούτε κινδυνεύει από τις πτωχές ανθρώπινες κριτικές, όμως ζουν πρόσωπα που σχετίζονται με γεγονότα και δεν είναι φρόνιμο να βάλουμε σε πειρασμό αγαθούς αδελφούς. Θα αρκεσθώ γι’ αυτό σε ελάχιστα αλλά χαρακτηριστικά γεγονότα.
«Να σου πω ευλογημένη ψυχή: ας υποθέσουμε να πούμε. Διακόσια θεϊκά οράματα και οπτασίες βλέπω, αλλά πετώ τις εκατόν εννενήντα εννιά και κρατώ τη μία. Ξέρεις τι επικίνδυνο πράγμα είναι να ασχολούμαστε με οράματα και αποκαλύψεις; Δεν θα μας κατηγορήσει ο καλός Πατέρας για τη στάση μας αυτή, αντιθέτως θα μας επαινέσει κιόλας, γιατί δείχνομε πνευματική σωφροσύνη».
«Τρελλάθηκε ο κόσμος να πούμε. Μόνο εμένα και τον παπα Εφραίμ Κατουνακιώτη λένε άγιους. Ο παπα Έφραίμ, σύμφωνοι, είναι άγιος, αλλά εγώ δεν ξέρουν τι παλαιοτενεκές σκουριασμένος είμαι…Ο Θεός να με ελεήσει, να πούμε. Ξέρεις, ευλογημένη ψυχή; Σήμερα στο Άγιον Όρος πενήντα μεγάλοι άγιοι ζουν, αλλά είναι έξυπνοι και όχι σαν και μένα το βλάκα που βγήκε το όνομά μου και άιντε να το συμμαζέψω…
Παρακαλούν, να πούμε, τον Ουράνιο Πατέρα και του λένε: Μη μας φανερώσεις σ’ αυτή τη ζωή· κράτησε τη δόξα για τη μέλλουσα βασιλεία. Και ο φιλότεκνος Πατέρας ακούει τα φιλότιμα παιδιά Του και τους κάνει το χατήρι. Αλλά ξέρεις; Εμείς από εδώ στην ανατολική πλευρά, επειδή έχομε υγρασία και δεν ευδοκιμεί η αγιότητα, φιλοξενούμε μόνο δεκατέσσαρες, ενώ η άλλη πλευρά, η δυτική, που εχει περισσότερο ήλιο, μας ξεπερνά· έχει τριάντα έξι”.
Μετά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή τον επισκέφθηκα. «-Βρε καλώς τονε. Τι έγινε, ευλογημένη ψυχή, εκεί πέρα ας υποθέσουμε; Πως πέρασες τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή; Την κράτησες τη νηστεία; πώς πήγες με το τριήμερο της πρώτης εβδομάδος;» -Με την ευχή Σας, Γέροντα, ναι. Την πρώτη μέρα εντάξει. Τη δεύτερη είχα ένα πονοκέφαλο ενοχλητικό. Τη νύχτα όμως της Τρίτης προς την Τετάρτη, τα χρειάσθηκα. Έβλεπα μπροστά μου κάτι ταψιά με μπακλαβάδες και καταΐφια. Πήγαινα να φάω και άκουγα μια φωνή· «Μη! έχομε τριήμερο»! Μετά έβλεπα κάτι καταρράκτες νερό να πέφτουν. Πήγαινα να πιω, άκουγα πάλι τη φωνή: “Μη! έχομε τριήμερο”. Αφήστε…
Ο Γέροντας γέλασε με την καρδιά του και είπε:
-Σιγά τη νηστεία να πούμε. Να σου πω κάτι; Το Σάββατο του Ακάθιστου είπα να κάνω με τους γείτονες αγρυπνία στο εκκλησάκι μου προς τιμήν της Παναγίας μας. Μόλις τελείωσε η Λειτουργία, θέλησα να τους ετοιμάσω ένα καφεδάκι, ακούγοντας συγχρόνως και τις ευχές της ευχαριστίας της Θείας Μεταλήψεως. Ακόμη δεν είχε φέξει καλά. Μόλις μπήκα στο κουζινάκι να ανάψω φωτιά, βλέπω στην γωνία και έλαμπαν δυο ματάκια. Νόμισα πως θα είναι κάποιος από τους γάτους ή ο Μωάμεθ ή ο Αραφάτ. Φώναξα λοιπόν. “Ψιτ, ψιτ, Αραφάτ, Μωάμεθ”. Άκουσα μια φωνούλα εξασθενημένη: -Ποιος Αραφάτ και Μωάμεθ, ευλογημένε! Εγώ είμαι, ο τάδε μοναχός (δεν μου αποκάλυψε το όνομά του αν και επέμεινα· “Θα του κάνουμε κακό πνευματικά”, είπε ο Γέροντας). -Βρε ευλογημένη ψυχή, πως βρέθηκες εδώ; -Να, μπήκα την ώρα της αγρυπνίας που ψάλλατε, γιατί πεινώ. Έχεις τίποτε να μου δώσεις να φάω; -Από πότε έχεις να φας; -Από τις Απόκριες ούτε νερό δεν ήπια! -Τι λες βρε ευλογημένη ψυχή να πούμε εκεί πέρα, θα πάθουν τα νεφρά σου! (Ξέρεις, πάτερ, πολλές φορές νήστεψα από τροφή για σαράντα μέρες, αλλά από νερό είναι επικίνδυνο, γιατί χαλούν τα νεφρά. Και αυτός ο ευλογημένος εδώ είχε τριάντα έξι μέρες χωρίς φαγητό και νερό…) Ευτυχώς που μου έφεραν την προηγούμενη μέρα άπό το Κουτλουμούσι ένα τάπερ πλαστικό με πιλάφι και καλαμαράκια. Του το έδωσα και άρχισε να το τρώει με τα χέρια. -Σιγά, βρε ευλογημένη ψυχή. Τι κάνεις; Εσύ θα φας και το πλαστικό να πούμε, και δεν έχω και λεφτά να πληρώσω στο Κουτλουμούσι…-Ξέρεις, Γέροντα, πεινάω, έχεις τίποτε άλλο; Είχα κάτι ελιές που είχαν γίνει σαν πετραδάκια άπό την πολυκαιρία. Τις κατέβαζε με τα κουκούτσια…-Σιγά βρε ευλογημένη ψυχή, θα σπάσει το στομάχι σου…Που να μ’ ακούσει. -Έχεις τίποτε άλλο; Του έδωσα μια σακούλα παξιμάδια που είχα και του λέω· -Φύγε, γίνε καπνός για να μη μας καταλάβουν οι άλλοι, αφού ο εφημέριος άρχισε την απόλυση της Ευχαριστίας. Κατάλαβες, πάτερ μου, τι άγωνιστάς κρύβει το Άγιον Όρος; Και εμείς νομίζομε πως κάτι κάνομε νηστεύοντας το τριήμερο…
Ο εξομολόγος ιερεύς έχει ειδική ευλογία από τον επίσκοπο για το εξομολογητικό του έργο. Κανονικά όμως το χάρισμα του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες το λαμβάνει με τη χειροτονία του εις πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος των αγίων αποστόλων. Έτσι σημασία κύρια και μεγάλη έχει η εγκυρότητα και η κανονικότητα της αποστολικής διαδοχής διά των επισκόπων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως όπως και όλα τ' άγια μυστήρια της Εκκλησίας μας τελεσιουργούνται και χαριτώνουν τους πιστούς όχι κατά την αξία, ικανότητα, επιστημοσύνη, λογιοσύνη, ευφράδεια, δραστηριότητα και τέχνη του ιερέως, ακόμη και την αρετή και αγιότητά του, αλλά τη διά της κανονικότητος της ιερωσύνης και του Τελεταρχικού Παναγίου Πνεύματος. Οι τυχόν αμαρτίες του ιερέως δεν εμποδίζουν τη θεία Χάρη των μυστηρίων. Αλλοίμονο αν αμφιβάλλουμε αν κατά την αναξιότητα του ιερέως το ψωμί και το κρασί έγινε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη θεία Λειτουργία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ιερεύς δεν θα πρέπει μόνιμα ν' αγωνίζεται για την καθαρότητά του. Έτσι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί εξομολόγοι. Όλοι οι εξομολόγοι την ίδια άφεση δίνουν. Έχουμε όμως το δικαίωμα επιλογής του εξομολόγου. Μπορούμε να προστρέξουμε σε αυτόν που αληθινά μας αναπαύει. Δεν είναι σοβαρή όμως η συνεχής αλλαγή εξομολόγου. Δεν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ωριμότητα. Ούτε όμως και οι εξομολόγοι θα πρέπει να στενοχωρούνται παράφορα και να δημιουργούν μάλιστα και προβλήματα όταν αναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ίσως τούτο σημαίνει πως ήταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγώς, δεμένοι με το πρόσωπό του και όχι με τον Χριστό και την Εκκλησία, και θεωρούν την αναχώρηση προσβολή, μείωση, ότι δεν υπάρχει καλύτερος ή μία αίσθηση ότι οι άλλοι μας ανήκουν αποκλειστικά και μπορούμε να τους εξουσιάζουμε και να τους φερόμαστε μάλιστα εξαναγκαστικά ως καταπιεσμένους και ανελεύθερους υποτακτικούς. Είπαμε βέβαια πως ο εξομολόγος είναι πνευματικός πατέρας και ο πνευματικός τοκετός ενέχει οδύνη. Έτσι είναι φυσικό να λυπάται για την αναχώρηση του υιού του. Προτιμότερο όμως είναι να εύχεται για την πνευματική του πρόοδο και τη σύνδεσή του με την Εκκλησία, έστω και παρά την αποσύνδεσή του από τον ίδιο. Να εύχεται και όχι να απεύχεται.
Το έργο του εξομολόγου δεν είναι μόνο η απλή ακρόαση των αμαρτιών του εξομολογούμενου και η ανάγνωση στο τέλος της συγχωρητικής ευχής. Ούτε πάλι περιορίζεται μόνο στην ώρα της εξομολογήσεως. Ο εξομολόγος σαν καλός πατέρας φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, το κανονίζει μέτρια όταν πρέπει, το οικονομεί όταν απογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεί, αποκάμνει, το θεραπεύει ανάλογα, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό.
Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση. Ο εξομολογούμενος ανοίγει την καρδιά του στον εξομολόγο και του εκθέτει τα πιο κρύφια, τα πιο δόλια, τα πιο ακάθαρτα, όλα τα μυστικά του, πράξεις απόκρυφες και επιθυμίες βλαβερές, ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ομολογήσει στον ίδιο του τον εαυτό και δεν λέει στον πιο στενό συγγενή του και τον καλύτερο φίλο του. Έτσι ο εξομολόγος θα πρέπει απόλυτα να σεβασθεί αυτή την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εξομολογούμενου. Η εμπιστοσύνη αυτή επαυξάνεται οπωσδήποτε και από το γεγονός ότι ο εξομολόγος είναι αυστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, από τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας με το απόρρητο της εξομολογήσεως.
Στην ορθόδοξη εξομολογητική δεν υπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί η πνευματική καθοδήγηση της κάθε μοναδικής ψυχής γίνεται εξατομικευμένα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ανεπανάληπτος, με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση, άλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις και δυνατότητες, όρια, εφέσεις, αντοχές, γνώσεις, ανάγκες και διαθέσεις. Ο εξομολόγος με τη Χάρη του Θεού και τη θεία φώτιση θα πρέπει να διακρίνει όλ' αυτά, ώστε ν' αποφασίσει τί καλύτερα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τον εξομολογούμενο. Άλλοτε χρειάζεται η επιείκεια και άλλοτε η αυστηρότητα. Δεν είναι για όλους πάντοτε τα ίδια. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει νάναι πάντα αυστηρός, έτσι μόνο για να λέγεται αυστηρός και να εκτιμάται. Ούτε υπερβολικά επιεικής, για να προτιμάται και να λέγεται πνευματικός πατέρας πολλών. Χρειάζεται φόβος Θεού, διάκριση, τιμιότητα, ειλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση και προσευχή.
Η «οικονομία» δεν απαιτείται από τον εξομολογούμενο. Ούτε είναι ορθό να γίνει κανόνας από τον εξομολόγο. Η «οικονομία» θα πρέπει να παραμείνει εξαίρεση. Η «οικονομία» επίσης θα πρέπει να είναι πάντα προς καιρόν (Αρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Όταν εκλείψουν οι λόγοι που την επιβάλλουν ασφαλώς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται. Για την ίδια αμαρτία μπορούμε να έχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους προς αντιμετώπισή της.
Ο κανόνας δεν είναι πάντοτε απαραίτητος. Ο κανόνας δεν είναι τιμωρία. Είναι παιδαγωγία. Ο κανόνας δεν τίθεται προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού και εξιλέωση του αμαρτωλού ενώπιον της Θείας δικαιοσύνης. Αυτή είναι μια καθαρά αιρετική διδασκαλία. Ο κανόνας συνήθως τίθεται στην ανώριμη μετάνοια, προς συναίσθηση και συνειδητοποίηση του μεγέθους της αμαρτίας. Η αμαρτία κατά την ορθόδοξη διδασκαλία δεν είναι τόσο παράβαση του νόμου, όσο έλλειψη αγάπης στο Θεό. Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις, έλεγε ο ιερός Αυγουστίνος.
Ο κανόνας τίθεται προς ολοκλήρωση της μετάνοιας του εξομολογούμενου, γι' αυτό, καθώς ορθά λέγει ο π. Αθανάσιος Μετεωρίτης, όπως ο εξομολόγος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί τις αμαρτίες του εξομολογούμενου, έτσι κι ο εξομολογούμενος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί στους άλλους τον κανόνα που του έθεσε ιδιαίτερα ο εξομολόγος, που είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων.
Ο εξομολόγος λειτουργεί ως χορηγός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Κατά την ώρα του μυστηρίου δεν λειτουργεί ως ψυχολόγος και επιστήμονας. Λειτουργεί ως ιερεύς, ως έμπειρος ιατρός, ως φιλόστοργος πατέρας. Ακούγοντας τ' αμαρτήματα του εξομολογούμενου προσεύχεται να τον φωτίσει ο Θεός. να δώσει το καλύτερο φάρμακο προς θεραπεία, να σφυγμομετρήσει τον βαθμό και την ποιότητα της μετανοίας του. Ο εξομολόγος δεν στέκεται απέναντι στον εξομολογούμενο με περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, υπερβολική αυστηρότητα, εξουσιαστικότητα και αλαζονεία, αλλά ούτε και αδιάφορα, επιπόλαια, απρόσεκτα και κουρασμένα. Η ταπείνωση, η αγάπη και η προσοχή του εξομολόγου θα βοηθήσει πολύ τον εξομολογούμενο. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει να κάνει πολλές, περιττές και αδιάκριτες ερωτήσεις. Ιδιαίτερα θα πρέπει να διακόπτει τις λεπτομερείς περιγραφές διαφόρων αμαρτημάτων και ιδιαίτερα σαρκικών, ακόμη και τις αναφορές ονομάτων, ώστε ν' ασφαλίζεται περισσότερο. Ο εξομολογούμενος πάλι δεν θα πρέπει να φοβάται, να δειλιάζει και να ντρέπεται, αλλά να σέβεται, να εμπιστεύεται, να τιμά και να ευλαβείται τον εξομολόγο. Αυτό το κλίμα πάντως της ιερότητος, αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης κυρίως θα το καλλιεργήσει, εμπνεύσει και δημιουργήσει ο εξομολόγος.
Η αγία μητέρα μας Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το σώμα του Αναστημένου Χριστού, είναι ένα απέραντο θεραπευτήριο, αποθεραπείας των ασθενών αμαρτωλών πιστών, από τα τραύματα, τις πληγές και τις ασθένειες της αμαρτίας, των παθογόνων δαιμόνων και των ιοβόλων δαιμονικών παγίδων και επηρειών των δαιμονοκίνητων παθών.
Η Εκκλησία μας δεν είναι παράρτημα του υπουργείου κοινωνικής προνοίας, ούτε συναγωνίζεται να ξεπεράσει τους διάφορους συλλόγους κοινωνικής ευποιΐας, δίχως διόλου ν' αρνείται το σπουδαίο και αγαθό αυτό έργο και να μη το επιτελεί πλούσια, επαινετά και θαυμάσια, αλλά κυρίως είναι η χορηγός νοήματος της ζωής, λυτρώσεως και σωτηρίας των πιστών «υπέρ ων Χριστός απέθανεν» διά της συμμετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας. Το πετραχήλι του Ιερέως είναι πλάνη, όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, που λειαίνει και ισιάζει τους ανθρώπους, είναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας και όχι μιστρί εργασιομανίας ή σύμβολο εξουσίας. Είναι υπηρετική ποδιά διακονίας των ανθρώπων προς θεραπεία και σωτηρία.
Ο Θεός χρησιμοποιεί τον ιερέα για τη συγχώρηση του πλάσματός του. Το λέγει χαρακτηριστικά η ευχή: «Ο Θεός συγχωρήσαι σοι δι' εμού του αμαρτωλού πάντα, και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. και ακατάκριτόν σε παραστήσαι εν τω φοβερώ αυτού Βήματι. περί δε των εξαγορευθέντων εγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα έχων, πορεύου εις ειρήνην». Ανεξομολόγητες αμαρτίες θα βαραίνουν τον άνθρωπο και στον μέλλοντα αιώνα. Εξομολογημένες αμαρτίες δεν εξομολογούνται. Είναι σαν να μη πιστεύει κανείς στην χάρη του μυστηρίου. Ο Θεός τα γνωρίζει, αλλά θα πρέπει προς άφεση, ταπείνωση και ίαση να εξαγορευθούν. Η ενίοτε επιτίμηση αμαρτιών δεν αναιρεί την αγάπη της Εκκλησίας, αλλά αποτελεί παιδαγωγική επίσκεψη προς καλύτερη συναίσθηση των πταισμάτων.
Κατά τον όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «η εξομολόγησις είναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις των πονηρών έργων και λόγων και λογισμών, κατανυκτική, κατηγορητική, ευθεία, χωρίς εντροπήν, αποφασιστική, προς νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ο θεοφόρος όσιος ευσύνοπτα, μεστά και σημαντικά αναφέρει πως η εξομολόγηση πρέπει να γίνεται θεληματικά, ελεύθερα, αβίαστα, ανεξανάγκαστα, δίχως ο εξομολόγος ν' άγχεται να εκμαιεύσει την ομολογία του εξομολογούμενου. Με κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή της λύπης που προκάλεσε ειλικρινά με την αμαρτία στον Θεό. Όχι συναισθηματικά, υποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια που σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος της αμαρτίας, αγάπη της αρετής, επίγνωση ευγνωμοσύνης στον Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει υπεύθυνη εξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, υπεκφυγές, στρεψοδικίες, ανευθυνότητες και μεταθέσεις, με ειλικρινή αυτομεμψία και γνήσια αυτοεξουθένωση, που φέρει τη χαρμολύπη και το χαροποιό πένθος της Εκκλησίας. Ευθεία σημαίνει εξομολόγηση με κάθε ειλικρίνεια, ευθύτητα και ακρίβεια, ανδρεία και θάρρος, αυστηρότητα και γενναιότητα. Συμβαίνει ακόμη και την ώρα αυτή ο άνθρωπος να μη παραδέχεται την ήττα του, την πτώση και την αδυναμία του και με ωραιολογίες και μακρυλογίες να μεταθέτει τα ποσοστά ευθύνης του, με περιστροφές και μισόλογα, κατηγορώντας και τους άλλους, προκειμένου να φυλάξει ακόμη και τώρα ατσαλάκωτο το εγώ του. Χωρίς εντροπή εξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση του πραγματικού οικτρού εαυτού μας. Η ντροπή είναι καλή προ της αμαρτίας και όχι μετά και μπροστά στον εξομολόγο. Η προ του εξομολόγου ντροπή λέγουν θα μας ελευθερώσει από τη ντροπή στην έσχατη κρίση, αφού ό,τι συγχωρήσει ο εξομολόγος δεν θα ξανακριθεί. Αποφασιστική εξομολόγηση σημαίνει να είναι καθαρή, συγκεκριμένη, ειλικρινής και με την απόφαση να μη επαναλάβει τα εξομολογηθέντα αμαρτήματα ο πιστός. Ακόμη η εξομολόγηση θα πρέπει να είναι συνεχής, ώστε τα φιλεπίστροφα, κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, πάθη να μη ισχυροποιούνται, αλλά αντίθετα σύντομα να θεραπεύονται. Έτσι δεν λησμονούνται οι αμαρτίες, υπάρχει τακτικός έλεγχος, αυτοπαρατήρηση, αυτοέλεγχος, αυτογνωσία και αυτομεμψία, δεν εγκαταλείπει η Θεία Χάρη και οι δαιμονικές παγίδες συντρίβονται ευκολότερα και η μνήμη του θανάτου δεν είναι φοβερή και τρομακτική.
Συμβαίνει συχνά-πυκνά και τ' ομολογούμε με πολύ πόνο και περισσή αγάπη το κήρυγμα να μην είναι τόσο ορθόδοξο. Δηλαδή να εξαντλείται σ' ένα ακόμη σχολιασμό της φθηνής επικαιρότητος και να μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ο ιερός άμβωνας σε τηλεοπτικό «παράθυρο», όπου λέμε και εμείς τη γνώμη μας για τα τρέχοντα και συμβαίνοντα. Όμως τ' ορθόδοξο κήρυγμα κυρίως είναι εκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, αγιολογικό και ψυχωφελές. Το κήρυγμα της μετανοίας από των Προφητών, του Τιμίου Προδρόμου, του Σωτήρος Χριστού και πάντων των αγίων παραμένει λίαν επίκαιρο και αναγκαίο. Βασική προϋπόθεση της μετοχής στ' άγια μυστήρια και της ανοδικής πνευματικής πορείας είναι η καθαρότητα της καρδιάς. Καθαρότητα από την ποικίλη αμαρτία, το πνεύμα της απληστίας και της ευδαιμονίας της σύγχρονης υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, το πνεύμα της αντίθεης υπερηφάνειας ενός κόσμου ναρκισσευόμενου, ατομικιστικού, αταπείνωτου, αφιλάνθρωπου, υπερφίαλου και παράδοξου, το δαιμονικό πνεύμα των πονηρών λογισμών, των φαντασιών και φαντασιώσεων, των καχυποψιών και ζηλοφθονιών, των ακάθαρτων και σκοτεινών.
Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα η καθαρότητα της καρδιάς, στις αδελφικές σχέσεις, τις συζυγίες, τις συναδελφικές υποχρεώσεις, τις φιλίες, τις συζητήσεις, τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις ιερατικές κλήσεις. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ξέπεσαν σε ρυπογόνες εστίες. Λησμονήθηκε η νηπτική εγρήγορση, η ασκητική νηφαλιότητα, η παραδοσιακή ολιγάρκεια, απλότητα και λεβεντιά. Έτσι μολύνεται το λογιστικό της ψυχής, διεγείρεται στην απληστία το επιθυμητικό και αμβλύνεται σοβαρά το βουλητικό, ώστε αδύναμος ο άνθρωπος να παρασύρεται στο κακό δίχως φραγμό και όρια.
Επικρατεί η αυτοδικαίωση, η δικαιολόγηση των παθών, η ωραιοποίηση της αμαρτίας, η κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικών ερεισμάτων. Θεωρείται μείωση, αδυναμία και λάθος η παραδοχή του λάθους, η ανάληψη της ευθύνης και η ταπεινή αποδοχή του σφάλματος. Η συνεχής δικαιολόγηση του εαυτού μας και η επιμελημένη μετάθεση ευθυνών δημιουργούν ένα άνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο και εγωπαθή, εμπαιζόμενο από τον δαίμονα, αιχμαλωτιζόμενο από αυτόν στ' άφωτα δίχτυα του.
Κυριαρχεί ένας ανόητος ορθολογισμός, ο οποίος επιλέγει ευαγγελικές αρετές και συνοδικούς κανόνες, κατά την αρέσκεια, προτίμηση και ευκολία, σε σοβαρά θέματα νηστειών, εγκράτειας, τεκνογονίας, ήθους, σεμνότητος, αιδούς, τιμιότητος και ακριβείας.
Κατόπιν όλων τούτων, τα οποία δεν νομίζω ότι υπερβάλλουμε, θεωρούμε ότι οι εξομολόγοι δεν έχουν εύκολο έργο. Δεν αρκεί πλέον η χειραγωγία στη μετάνοια και η καλλιέργεια της ταπεινώσεως, αλλά χρειάζεται το ποίμνιο κατήχηση, επαναευαγγελισμό, κατάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό προς απόκτηση ισχυρών αντισωμάτων. Απαραίτητη η αντίσταση, αντίδραση και αντιμετώπιση του σφοδρού ρεύματος της αποϊεροποιήσεως, της εκκοσμικεύσεως, του αποηρωισμού, του ευδαιμονισμού, του πλουτισμού και κορεσμού. Ιδιαιτέρως προσοχής, διδαχής και αγάπης έχουν ανάγκη οι νέοι, που η αγωγή δεν τους βοηθά να συνειδητοποιήσουν το νόημα και το σκοπό της ζωής, το κενό, το άκοσμο, το άνομο, το άφωτο της αμαρτίας.
Σοβαρό πρόβλημα αποτελεί ακόμη και για τους χριστιανούς μας η αγχώδης συχνά αναζήτηση μιας άκοπης, άμοχθης και άλυπης ζωής. Αναζητούμε Κυρηναίους. Δεν αποδεχόμεθα την άρση του προσωπικού μας σταυρού. Δεν γνωρίζουμε το βάθος και το εύρος του σταυρού. Προσκυνούμε τον σταυρό στην εκκλησία, κάνουμε τον σταυρό μας, αλλά δεν ασπαζόμαστε τον προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ένα ασταύρωτο Χριστιανισμό. Δεν υπάρχει όμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή.
Τιμάμε τους μάρτυρες και τους οσίους, αλλά δεν θέλουμε εμείς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στη νηστεία, δυσανασχετούμε στην ασθένεια, δεν ανεχόμαστε πικρό λόγο, ακόμη και όταν φταίμε, οπότε πώς να υπομένουμε αδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό και εξορία, όπως οι άγιοί μας; Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως το σύγχρονο κοσμικό πνεύμα της ευκολίας, της ανέσεως και του υπερκαταναλωτισμού έχει επηρεάσει ισχυρά το μέτρο της πνευματικής ζωής. Θέλουμε γενικά ένα αντιασκητικό Χριστιανισμό. Η Ορθοδοξία όμως βάση έχει το ασκητικό Ευαγγέλιο.
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι η νοσηρή και υπερβολική εμπιστοσύνη του ανθρώπου στη λογική, τη διάνοια, τη γνώση και την κρίση του. Πρόκειται για τον παχυλό και κουραστικό εν τέλει ορθολογισμό. Η νηπτική ορθόδοξη θεολογία μας διδάσκει το νου να τον έχουμε εργαλείο και να τον κατεβάσουμε στην καρδιά. Η Εκκλησία μας δεν καλλιεργεί και παράγει διανοούμενους. Για μας ο ορθολογισμός δεν είναι φιλοσοφική νοοτροπία, αλλά μία καθαρά αμαρτητική βιοθεωρία, μία μορφή αθεΐας, αφού αντιβαίνει στην εντολή της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης και της εμπιστοσύνης στον Θεό. Ο ορθολογιστής κρίνει τα πάντα με την κρισάρα του μυαλού, μόνο με τον πεπερασμένο νου του, κέντρο είναι ο εαυτός του και το κυρίαρχο εγώ του και δεν εμπιστεύεται τη θεία Πρόνοια, τη θεία Χάρη και θεία Βοήθεια στη ζωή του.
Θεωρώντας συχνά τον εαυτό του αλάνθαστο ο ορθολογιστής δεν επιτρέπει στον Θεό να επέμβει στη ζωή του και να τον κρίνει. Έτσι δεν θεωρεί ότι έχει ανάγκη εξομολογήσεως. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος όμως λέγει πως το να νομίζει κάποιος πως δεν έπεσε σε αμαρτήματα, αυτό είναι η πιο μεγάλη πτώση και πλάνη και το πιο μεγάλο αμάρτημα. Παρασυρμένοι ορισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλούν γι' αστοχία και όχι για αμαρτία, θέλοντας ν' αμβλύνουν τη φυσική διαμαρτυρία της συνειδήσεως. Η αυτάρκεια ορισμένων εκκλησιαζομένων και νηστευόντων χριστιανών κρύβει ενίοτε ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ότι δεν είναι όπως οι λοιποί των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν χρήζουν εξομολογήσεως.
Κατά τους αγίους πατέρες της Εκκλησίας μας το μεγαλύτερο κακό είναι η υπερηφάνεια, η μητέρα όλων των παθών κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος. Πρόκειται για πολύτεκνη μητέρα με πρώτες θυγατέρες την κενοδοξία και την αυτοδικαίωση. Η υπερηφάνεια είναι μία μορφή άρνησης Θεού, είναι εφεύρεση των πονηρών δαιμόνων, αποτέλεσμα πολλών κολακειών και επαίνων, που επιφέρει την εξουδένωση και εξουθένωση των ανθρώπων, τη θεομίσητη κατάκριση, τον θυμό, την οργή, την υποκρισία, την ασπλαχνία, τη μισανθρωπία, τη βλασφημία. Η υπερηφάνεια είναι ένα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό και δυσθεράπευτο. Η υπερηφάνεια επίσης είναι πολυδύναμη και πολυπρόσωπη. Εκδηλώνεται ως ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οίηση, αλαζονεία, υπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ιταμότητα, έπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία και φιλονικία. Ακόμη ως αυταρέσκεια, προσωποληψία, αυθάδεια, αναίδεια, παρρησία, αναλγησία, αντιλογία, ισχυρογνωμοσύνη, ανυπακοή, ειρωνεία, πείσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία και υπερευαισθησία. Η υπερηφάνεια τελικά οδηγεί στην αμετανοησία.
Όργανο της υπερηφάνειας συχνά γίνεται η γλώσσα. Με την αργολογία, τη φλυαρία, την πολυλογία, το κουτσομπολιό, τη μωρολογία, τη ματαιολογία, την ανειλικρίνεια, την αδιακρισία, τη διγλωσσία, τη διπλωματία, την ευτραπελία, την προσποίηση και τον εμπαιγμό.
Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα προέρχονται πολλά άλλα πάθη. Αφού αναφέραμε τα της υπερηφάνειας, ερχόμαστε στη φιλαργυρία, που γεννά τη φιλοχρηματία, την πλεονεξία, την απληστία, την τσιγγουνιά, την ανελεημοσύνη, τη σκληροκαρδία, την απάτη, την τοκογλυφία, την αδικία, τη δολιότητα, τη σιμωνία, τη δωροληψία, τον τζόγο. Η πορνεία έχει μύριες εκφάνσεις όπως ο φθόνος με τις ύπουλες και πονηρές κακίες του, η αχόρταγη γαστριμαργία, ο θυμός και η ύποπτη ακηδία και αμέλεια.
Ιδιαιτέρως προσοχής χρήζουν πολλά ανορθόδοξα στοιχεία στην οικογενειακή ζωή και φρονούμε πως θα πρέπει να θεαθούν προσεκτικά από εξομολόγους και εξομολογουμένους. Η αποφυγή της τεκνογονίας, η ειδωλοποίηση των τέκνων, θεωρούμενα προέκταση του εγώ των γονέων, υπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχώς και εξουσιαζόμενα βάναυσα. Ο γάμος είναι στίβος ταπεινώσεως, αλληλοπεριχωρήσεως και αλληλοσεβασμού και όχι παράλληλη όδευση δύο εγωισμών, παρά την ισόβια σύζευξη και συνύπαρξη. Χορεύει ο δαίμονας όταν δεν υπάρχει συγχώρεση στις ανθρώπινες αδυναμίες και τα καθημερινά σφάλματα. Οι γονείς θα βοηθήσουν σημαντικά τα παιδιά τους όχι με την πλούσια ευγένεια έξω από το σπίτι αλλά με το ειρηνικό, νηφάλιο και αγαπητικό παράδειγμα καθημερινά μέσα στο σπίτι τους. Η συμμετοχή των παιδιών μαζί με τους γονείς τους στο μυστήριο της εξομολογήσεως θα τους ενδυναμώσει με τη θεία Χάρη και θα τους στερεώσει στη βιωματική εμπειρία με τον Χριστό. Ζητώντας οι σύζυγοι ειλικρινά συγγνώμην διδάσκουν τα παιδιά τους την ταπείνωση, που καίει τις δαιμονικές πλεκτάνες. Σ' ένα σπιτικό που ανθεί η αγάπη, η ομόνοια, η κατανόηση, η ταπείνωση και ειρήνη υπάρχει πλούσια η ευλογία του Θεού και γίνεται κάστρο απόρθητο στην κακία του κόσμου. Η με τη συγχωρητικότητα αγωγή των παιδιών δημιουργεί μία υγιά οικογενειακή εστία που τα εμπνέει και τα ενισχύει για το μέλλον τους.
Ένα άλλο μεγάλο θέμα, που αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για τη μετάνοια και την εξομολόγηση είναι η αυτοδικαίωση, που μαστίζει και πολλούς ανθρώπους της Εκκλησίας. Βάση της έχει, όπως είπαμε, τη δαιμονική υπερηφάνεια. Κλασικό παράδειγμα ο Φαρισαίος της παραβολής του Ευαγγελίου.
Ο αυτοδικαιούμενος άνθρωπος έχει φαινομενικά καλά, για τα οποία υπεραίρεται και θέλει να τιμάται και επαινείται. Χαίρεται να τον κολακεύουν, να εξουθενώνει και ταπεινώνει τους άλλους. Αυτοεκτιμάται υπερβολικά, αυτοδικαιώνεται παράφορα και θεωρεί τον Θεό αναγκαστικά υποχρεωμένο να τον ανταμείψει. Πρόκειται τελικά για ταλαίπωρο άνθρωπο, όπου ταλαιπωρούμενος ταλαιπωρεί και τους άλλους. Διακατέχεται από νευρικότητα, ταραχή, απαιτητικότητα, που τον αυτοφυλακίζει και δεν τον αφήνει ν' ανοίξει τη θύρα του θείου ελέους, διά της μετανοίας.
Γέννημα της υπερηφάνειας είναι και η κατάκριση, που δυστυχώς αποτελεί συνήθεια και πολλών χριστιανών, που ασχολούνται περισσότερο με τους άλλους παρά με τον εαυτό τους. Φαινόμενο της εποχής μας και της κοινωνίας που ωθεί τον κόσμο στη συνεχή ετεροπαρατήρηση και όχι την αυτοπαρατήρηση. Οι μύριες ασχολίες και δραστηριότητες του σύγχρονου ανθρώπου δεν τον θέλουν να μείνει ποτέ μόνο προς μελέτη, περίσκεψη, προσευχή, αυτογνωσία, αυτομεμψία, αυτοέλεγχο και μνήμη θανάτου. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ασταμάτητα ασχολούνται σκανδαλοθηρικά, επίμονα και μακρόσυρτα με τα πάθη, τις αμαρτίες, τα παραπτώματα των άλλων. Όλ' αυτά προκαλούν, εντυπωσιάζουν και αν δεν σκανδαλίζουν πάντως φορτώνουν την ψυχή και το νου με τα βρωμερά και άσχημα και μάλιστα καθησυχάζουν, αφού εμείς είμαστε καλύτεροι. Έτσι ο άνθρωπος συνηθίζει στη μετριότητα, χλιαρότητα και εφημερότητα της φθηνής καθημερινότητος, μη συγκρινόμενος με τους αγίους και τους ήρωες.
Έτσι η κατάκριση κυριαρχεί στις μέρες μας, θεωρώντας ο άνθρωπος ότι ενεργεί δίκαιη κάθαρση, σπιλώνοντας άλλους και μολύνοντας τον εαυτό του, δημιουργώντας κακίες, μίση, έχθρες, μνησικακίες, ζηλοφθονίες και ψυχρότητες. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μάλιστα αναφέρει πως εκείνος που περιεργάζεται συνεχώς τις αμαρτίες των άλλων ή κρίνει τον αδελφό του από υποψία και μόνο, αυτός δεν έκανε ακόμη αρχή μετανοίας, ούτε άρχισε την έρευνα για να γνωρίσει τις αμαρτίες του.
Λέγονται πολλά και διάφορα. ένα τελικά είναι το καίριο, σημαντικό και εξέχον. η σωτηρία μας, για την οποία δεν πολυνοιαζόμαστε παντοτεινά. Η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο με ειλικρινή μετάνοια και καθαρή εξομολόγηση. Η μετάνοια δεν ανοίγει μόνο τον ουράνιο παράδεισο, αλλά και τον επίγειο με την πρόγευση, έστω εν μέρει, της ανεκλάλητης χαράς της ατελεύτητης βασιλείας των ουρανών και της υπέροχης ειρήνης από τώρα. Οι εξομολογημένοι άνθρωποι μπορούν νάναι οι αληθινά γνήσια χαρούμενοι, οι ειρηνικοί και ειρηνοφόροι, οι κήρυκες της μετανοίας, της αναστάσεως, της μεταμορφώσεως, της ελευθερίας, της χάριτος, της ευλογίας του Θεού στις ψυχές τους και τη ζωή τους. Η πλούσια χάρη του Θεού κάνει τον λύκο πρόβατο, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Καμιά αμαρτία δεν υπερβαίνει την αγάπη του Θεού. Κανείς αμαρτωλός αν θέλει δεν αδυνατεί ν' αγιάσει. Μας το αποδεικνύουν οι πολλοί μετανοημένοι άγιοι του Συναξαριστή.
Ο εξομολόγος εξομολογεί και συγχωρεί τους εξομολογούμενους με τ' άγιο πετραχήλι του. Δεν μπορεί όμως να αυτοεξομολογηθεί και να θέσει ο ίδιος το πετραχήλι του στο κεφάλι του για να συγχωρηθεί. Πρέπει απαραίτητα να σκύψει σε άλλο οπωσδήποτε πετραχήλι. Έτσι λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έτσι τα έθεσε η πανσοφία και η φιλευσπλαγχνία του Θεού.
Δεν μπορεί να εξομολογούμε και να μη εξομολογούμεθα. Να διδάσκουμε και να μη πράττουμε. Να μιλάμε για μετάνοια και να μη μετανοούμε οι ίδιοι. Να μιλάμε για εξομολόγηση και να μη εξομολογούμεθα τακτικά. Ουδείς αυτοκαθαίρεται και ουδείς αυτοσυγχωρείται ποτέ. Οι ασύμβουλοι, οι ανυπάκουοι, οι ανεξομολόγητοι αποτελούν σοβαρό πρόβλημα της Εκκλησίας μας.
Αδελφοί μου αγαπητοί, το πετραχήλι του πνευματικού δύναται να γίνει θαυματουργό νυστέρι αφαιρέσεως κακοήθων όγκων, ν' αναστήσει νεκρούς, ν' ανανεώσει και μεταμορφώσει τον άκοσμο κόσμο, να χαροποιήσει γη και ουρανό. Η Εκκλησία μας εμπιστεύθηκε το μέγα λειτούργημα, το ιερό υπούργημα, στους ιερείς μας και όχι στους αγγέλους, για να τους πλησιάζουμε άνετα και άφοβα ως ομοιοπαθείς και ομόσαρκους.
Όλα τα παραπάνω, ειλικρινά και διόλου ταπεινόσχημα, ειπώθηκαν από ένα συναμαρτωλό, που δεν θέλησε να κάνει τον δάσκαλο, αλλά τον συναγωνιζόμενο συμμαθητή σας. Θέλησε από αγάπη να σας θυμίσει με απλά και άτεχνα λόγια τη ζώσα παράδοση της αγίας μητέρας μας Εκκλησίας επί του πάντοτε επίκαιρου θέματος της θεοΰφαντης και θεομακάριστης μετάνοιας και της θεοπαράδοτης και θεαγάπητης ιεράς Εξομολογήσεως.