Πήγα στον Γέροντα τον Σεπτέμβριο του 1977, ήμερα Δευτέρα, παραμονή του Τιμίου Σταυρού.
Χτύπησα την πόρτα πολύ πρωΐ, ο Γέροντας μου άνοιξε. Ήταν πολύ χαρούμενος και ευδιάθετος. «Α, ευτυχώς πού ήρθες διάκο», μου λέγει, «και έχω πανήγυρη αύριο. Θάρθουν ψάλτες, παρήγγειλα ροφό και έλειπε ένας διάκος. Ήρθες εσύ, εντάξει η πανήγυρη». «Έλεγε και άλλα τέτοια αστεία. Ύστερα μου είπε: «Θα μείνης εδώ απόψε».
Ήξερα ότι ο Γέροντας δεν κρατούσε κανέναν τη νύχτα μαζί του. Μόλις μου το είπε πέταξα από την χαρά μου.
Πήγαμε στο Εκκλησάκι, με έβαλε και τακτοποίησα την Αγία Τράπεζα, ξεσκόνισα, σκούπισα τον διάδρομο, έκανα διάφορες δουλειές. Μέσα μου αισθανόμουν πολύ μεγάλη χαρά. Το μεσημέρι πήγαμε να φάμε. Έκανε τσάϊ, έφερε παξιμάδι και έβγαλε άγρια λάχανα από τον κήπο του.
Μου έκανε εντύπωση όταν κάναμε την προσευχή. Ο Γέροντας είπε το «Πάτερ ημών…» σήκωσε τα χέρια του και το είπε με τόσο πόθο και τόσην ευλάβεια πού ήταν σαν να μιλούσε πραγματικά με τον Θεό.
Μετά με πήγε στο Κελλί και ξεκουράστηκα καμμιά ώρα. Ύστερα κάναμε τον μικρό Εσπερινό με κομποσχοίνι.
Όταν τελειώσαμε μου είπε ο Γέροντας: «Κοίταξε, διάκο, τώρα θα κάνουμε αγρυπνία με κομποσχοίνι και το πρωΐ θα΄ρθεί ο παπάς να μας λειτουργήση. Ξέρεις να κάνης κομποσχοίνι; Θα σου πώ τί θα κάνεις», και μου έδωσε ένα πρόγραμμα. Ήταν ένα σοφό πρόγραμμα για να μην νυστάξω την νύχτα. Μου είπε να κάνω ένα κομποσχοίνι τριακοσάρι λέγοντας το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Έπειτα να κάνω ένα κομποσχοίνι εκατοστάρι στήν Παναγία. Ένα κομποσχοίνι τριακοσάρι στον Χριστό για τους ζώντες. Ένα κομποσχοίνι εκατοστάρι στην Παναγία για τους ζώντες. Ένα κομποσχοίνι τριακοσάρι στον Χριστό για τους κεκοιμημένους.
Ένα κομποσχοίνι εκατοστάρι στην Παναγία για τους κεκοιμημένους. Ένα κομποσχοίνι τριακοσάρι στον Τίμιο Σταυρό και μετά ένα τριακοσάρι «δόξα σοι, ο Θεός ημών, δόξα σοι». Πρώτη φορά άκουγα ότι γινόταν αυτό το πράγμα. Μου εξήγησε: «Αυτό το κομποσχοίνι είναι δοξολογία. Θα τα τελειώνεις και θ’ αρχίζεις από την αρχή».
Μου είπε, «αν ακούσης κανένα θόρυβο, μην τρομάξης. Κυκλοφορούν εδώ αγριογούρουνα, τσακάλια κ.ά.». Με έβαλε στο μικρό Αρχονταρίκι του και είπε ότι κοντά στα μεσάνυχτα θα με φωνάξει να πάμε στην Εκκλησία να διαβάσουμε την θεία Μετάληψη.»Άκουγα τον Γέροντα κατά διαστήματα ν’ αναστενάζη βαθειά. Κάπου-κάπου χτυπούσε τον τοίχο και ρωτούσε: «Ε, διάκο, κοιμάσαι; Είσαι καλά;»
Στις μία παρά, περασμένα μεσάνυχτα πήγαμε στο Εκκλησάκι. Με έβαλε στο μοναδικό στασίδι πού υπήρχε, και μου έδωσε ένα κερί να διαβάσω την Θεία Μετάληψη. Αυτός στεκόταν δίπλα μου, στ’ αριστερά και άρχισε να λέη τους στίχους: «Δόξα σοι, ο Θεός ημών, δόξα σοι». Κάθε φορά πού έλεγε τον στίχο έκανε τον σταυρό του και έσκυβε μέχρι κάτω.
Όταν φθάσαμε στο τροπάριο «Μαρία Μήτηρ Θεού…», θυμάμαι ότι τόσο μόνο διάβασα, μετά το «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς», πού είπε ο Γέροντας, αισθάνθηκα ένα πράγμα… δεν ξέρω, δεν μπορώ να το εκφράσω και σταμάτησα. Άρχισε τότε να κουνιέται το καντήλι της Παναγίας, όχι απότομα, αλλά σταθερά διέγραφε μια κίνηση όσο είναι το πλάτος της εικόνος και όλο το Εκκλησάκι πλημμύρισε από φως. “Εβλεπα χωρίς την λαμπάδα και σκέφθηκα προς στιγμήν να την σβήσω.
Γύρισα προς τον Γέροντα. Τον είδα να εχη τα χέρια του σταυρωμένα στο στήθος και σκυμμένον μέχρι κάτω. Κατάλαβε ότι ήθελα να τον ρωτήσω και μου έκανε νόημα να μην μιλήσω. Έμεινα στο στασίδι και ο Γέροντας σκυφτός δίπλα μου. Αισθανόμουν τόση αγάπη και ευλάβεια προς τον Γέροντα και ένιωθα ότι βρισκόμουν στον παράδεισο.
Μείναμε σ΄αυτήν την κατάσταση μισή, μια ώρα, δεν μπόρεσα ακριβώς να καταλάβω. Δεν ήξερα τί να κάνω. Ασυναίσθητα συνέχισα να διαβάζω από μόνος μου την Μετάληψη και όταν έφθασα στην ευχή «Από ρυπαρών χειλέων…», σιγά-σιγά έσβησε το φως πρώτα και μετά σταμάτησε να κουνιέται το καντήλι. Τελειώσαμε την Μετάληψη και βγήκαμε έξω στον διάδρομο. Με έβαλε να καθήσω σ’ ένα σκαμνάκι και αυτός κάθησε σ’ ένα μπαουλάκι σιωπηλός.
Μετά από ώρα, τον ρώτησα:
-Γέροντα, τί ήταν αυτό το πράγμα;
-Ποιό πράγμα;
-Το καντήλι. Πώς κουνιόταν το καντήλι τόση ώρα;
-Τί είδες;
-Κουνιόταν το καντήλι της Παναγίας δεξιά-άριστερά.
-Μόνο αυτό είδες;
-Και φως.
-Άλλο;
-Δεν είδα άλλο τίποτε. (Ο Γέροντας για να ρωτάει τί άλλο είδα, φαίνεται ότι είδε κάτι παραπάνω).
-Καλά, δεν ήταν τίποτε.
-Πώς δεν ήταν τίποτε, Γέροντα; Κουνιόταν το καντήλι και είχε φως!
-Ε, δεν άκουσες πού γράφουν τα βιβλία, ότι η Παναγία γυρνάει όλα τα Κελλιά των μοναχών και βλέπει τί κάνουν; Ε, πέρασε και από δώ και είδε δυο παλαβούς και είπε να μας χαιρετίσει και κούνησε το καντήλι της.
Ύστερα από μόνος του άρχισε να μου διηγήται διάφορες εμπειρίες του. Μου ανέφερε πώς είδε την αγία Ευφημία, και πολλά άλλα. Είχε αλλάξει όλη η διάθεση του. Μέχρι το πρωί μου μιλούσε πνευματικά. Μου τόνισε: «Σου τα λέω αυτά, διάκο, από αγάπη για να σε βοηθήσω, όχι να νομίσης ότι είμαι κάτι».
Στις 5.30′ ήρθε ο παπάς και ο Γέροντας ήθελε να λειτουργήσω, αλλά εγώ δεν είχα διακονικά άμφια. Μου έφερε ένα στιχάρι παλαιό, έφερε ένα πετραχήλι, το έκανε οράριο και το έπιασε με παραμάνα, βρήκε κάτι επιμάνικα, μου τα τύλιξε στα χέρια. Ήμουν σαν παλιάτσος, αλλά ήταν η ωραιότερη Λειτουργία της ζωής μου. Ήμασταν μόνο οί τρεις μας.
Με κράτησε μαζί του μέχρι το Σάββατο. Με έστειλε μια φορά στο Μπουραζέρι, να δώ τους πατριώτες μου και να μείνω το μεσημέρι για να φάω. Και άλλη μια φορά με έστειλε στην Σταυρονικήτα πάλι για να φάω, γιατί στο Κελλί του είχε μόνο τσάι και παξιμάδι.
Πηγή: Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου Έκδοση Καλύβης Αναστάσεως, Καψάλα, Άγιον Όρος, 2004
main menu
Απενεργοποιημένη Λειτουργία
30 Ιουλ 2012
13 Ιουλ 2012
Άγιοι του Θεού ...
Περνούν οι μέρες οι ζεστές , μαζί τους και οι Άγιοι που κάθε μια τους αγκαλιάζει προσφέροντας κάθε λεπτό της στην μνήμη τους , ανήκοντάς τους εις ολόκληρον ….
Και αυτοί που καρτερικά περίμεναν έναν ολάκερο χρόνο να λουλουδοστολιστούν και ν ακούσουν το απολυτίκιο τους , μετά το δι ευχών του πρωινού θα ξαναγυρίσουν στην θέση τους να συνεχίζουν να ικετεύουν ,να πρεσβεύουν υπέρ του σωθήναι ημάς …
Κάπως έτσι τους αγάπησε και ο ποιητής και έγραψε γι αυτούς λίγες γραμμές που φανερώνουν Αγιότητα και την ιερή μοναξιά αυτών που δεν κυλά μέρα χωρίς να τους αναζητήσουν …
( νώντας σκοπετέας )
Hμερολόγιο ήσυχο στον τοίχο, μια ημερομηνία κι οι άγιοι σιωπηλοί, χλωμοί κι αναμάρτητοι, σημειωμένοι μόνο με το μικρό τους όνομα, όπως τους φώναζε η μητέρα τους.
Kύριε, κανείς δεν ήθελε να μεγαλώσει.
Αγιότητα/Τάσος Λειβαδίτης
3 Ιουλ 2012
Ένα ελέησον ...μπορεί ν ΄αλλάξει τον κόσμο ...
Μακάρι να μπορούσα να πάρω μαζί μου στις διακοπές τα μυστικά του Κόντογλου ...να τις κάνω ευλογημένες και αξέχαστες ...Το καταφύγιο της ψυχής αναζητά θύμισες και μυρωδιές ….
Από ένα ψαραδοχώρι με ξένοιαστους και αμέριμνους για πάσαν την βιωτικήν...ντόπιους ,με την ξυπολισιά τους να φανερώνει στα μάτια σου την αληθινή καλοκαιρινή ευτυχία...Το"έχει ο Θεός", που συνεχώς ακούς να βγαίνει απ το στόμα τους σε κάνει να παίρνεις βαθιά ανακουφιστική ανάσα, μέσα στην οποία χωρά μόνο το σήμερα και ο επιούσιος ....
Από μια κελαρυστή πηγή σε μακρινό ξωκκλήσι που προσμένει καρτερικά τις μέρες τις ζεστές για να λειτουργηθεί …
Και εκεί που πιστεύεις πως κόπηκε η αναπνοή σου από τον λίβα μιας ακόμα δύσκολης μέρας που μοιάζει να σε κυβερνά ολότελα , αυτές οι ιερές "ζωγραφιές" έρχονται να σε δροσίσουν στο μέσα σου και να σε κάνουν να υγραίνεσαι μόνο στα μάτια ...
Νοιώθω , για λίγο έστω , να μην αποζητώ τίποτα άλλο ...μου αρκεί αυτή η θεόπνευστη σταλαγματιά μιας ξεχασμένης ωραιότητας και ένας εσπερινός ήχος καμπάνας να μου θυμίζει πως έφτασε το θέρος με τους πολλούς μεγάλους του Αγίους και πως πλησιάζει το... δικό του …ξεχωριστό Πάσχα ....
Ακούω φωνές αγιασμένες να μιλούν για τα μελλούμενα ...για τον πόλεμο που έρχεται , την πείνα και την δυστυχία που παραμονεύουν και λέω πως ο Θεός θ αλλάξει τη βουλή του αν εμείς Του προσφέρουμε σαν σύγχρονοι Νινευίτες τις αμαρτίες μας και ένα διαμαντένιο δάκρυ ..μετανοίας ...αν χαρούμε αυτήν την σπάνιας ομορφιάς Χριστιανική Καλοκαιρινή ζωή , νηστέψουμε στην Χάρη Της Μητέρας μας ,ικετεύσουμε όρθρου βαθέως ....μακριά απο το προβεβλημένο ξεγύμνωμα της αθωότητας και τα αφόρητα ντεσιμπέλ του μισόκαλου ....ψάλλοντας με πίστη που παρασύρει τους γύρω μας το πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν , λίγο μετά το Θεοτόκε Παρθένε ....όσες φορές πανηγυρίσουμε φέτος το καλοκαίρι τους Αγίους που στη γη εθαυμάστωσε ο Κύριος ...όσες φορές ένα ελέησον ανέβει παρακλητικά στον θρόνο Του....Ίσως και να ναι αυτό που θ αλλάξει τον κόσμο ...
Νώντας Σκοπετέας
22 Ιουν 2012
Στον Αη Πέτρο ...στις 29 του Ιούνη
Τι κι αν τα καλοκαίρια καθημερινά περνούσα από μπροστά του …με την μεγάλη παρέα των παιδιών στον δρόμο για τη θάλασσα , από τα μανιάτικα κατηφορικά καλντερίμια … σχεδόν τρέχοντας κάναμε έναν βιαστικό σταυρό και προσπερνούσαμε το εκκλησάκι του Αη Πέτρου…Μου έκανε τότε εντύπωση που η πόρτα του ήταν αγκαλιασμένη από ξηραμένα λουλούδια…Αυτό μαρτυρούσε πως λίγες μέρες πριν κατεβούμε όλοι οι πρωτευουσιάνοι στο χωριό κάποιοι το γιόρταζαν στην χάρη τους …
Τα κατοπινά χρόνια το εκκλησάκι του Αη Πέτρου έγινε το σημείο που θα τελείωνε ένας απογευματινός περίπατος μέσα σε ήχους και μυρωδιές καλοκαιριού και μανιάτικης γης . Και έπειτα οι καλότυχοι εκείνοι άνθρωποι που αποφάσισαν στον απομακρυσμένο και δυσπρόσιτο τόπο να στήσουν ένα σπιτικό που σε γύριζε πίσω σε χρόνους αγνούς …με κήπους που το ευωδιαστό χώμα αγκάλιαζε λιόδεντρα,ροδιές και λουλούδια , βασιλικούς και βοκαμβίλιες , με ζώα πολύτιμα και ξεχασμένα για τους αστούς τους λεπτεπίλεπτους , γίδες και κότες και κουνέλια και όλα τα καλά που τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές με κάνουν να γελάω με τον εαυτό μου και κείνη την πρώτη την έκπληξη που ένιωσα μόλις τα αντίκρυσα όλα τούτα λέγοντας και από πάνω : τι θέλουν και παιδεύονται έτσι …
Μα το πιο σπουδαίο απ όλα είναι ότι στην αυλή τους έχουν και κείνο το καλοκαιρινό ξωκκλήσι του Αη Πέτρου να το περιποιούνται και να το φωτίζουν κατανυκτικά κάθε σουρούπωμα και κείνο να σκεπάζει τις μέρες τους και να ομορφαίνει ολότελα το όνειρο της ζωής τους…
Το ΄κανα τάμα λοιπόν και τα κατάφερα να βρίσκομαι παραμονή και ανήμερα στο μικρό μανιάτικο ξωκκλήσι στα τέλη του Ιούνη . Τι κι αν δεν είχε τίποτα από τη μεγαλοπρέπεια του εσπερινού της Πνύκας και της πανηγυρικής ολονυχτίας της Αγιορείτικης Καρακάλλου , εκείνος ο ταπεινός οίκος του Υψίστου με τις ξεθωριασμένες από το χρόνο σπάνιες αγιογραφίες των πρωτόθρονων των Αποστόλων ,έγινε για τους λιγοστούς πιστούς μια άλλη Δαμασκός και μια Πέτρα ακλόνητη , θεμέλιο αρραγές να στηρίξει τα ψήγματα της πίστης μας….
Το κέρασμα το γλυκό και το δροσερό νερό απ τον Ταϋγετο μετά τους άρτους με το γλυκάνισο, ήρθαν σαν βάλσαμο να διώξουν ιδρώτα και βαρυγκόμια μακριά από την δασύσκιωτη αυλή των μακάριων εκείνων ανθρώπων , που θα συνέχιζαν μέχρι τον επόμενο Θεριστή να προετοιμάζουν την γιορτή των κορυφαίων και θεσπέσιων φίλων του Χριστού …Και του χρόνου! τους είπα …Μακάρι να αξιωθούμε να ξανανταμώσουμε στον Αη Πέτρο …στην χάρη τους …Και του χρόνου ! Τι ευχή κι αυτή ...πόσες και πόσες φορές ειπωμένη...γνήσια και ανόθευτη ευχή...σαν την πίστη μας την πάντα γλυκιά και γιορτασμένη ...σαν τους Αγίους του καλοκαιριού μα και όλους τους Αγίους, τους ταπεινούς και πάντα ευγνώμονες σε ένα θυμιάτισμα και μια αρτοκλασία ,την ημέρα της αιώνιας μνήμης τους !
Νώντας Σκοπετεας /Εν τω φωτί Σου οψόμεθα φώς
15 Ιουν 2012
Αυτή την Κυριακή ...
Αυτή την Κυριακή γράφεται Ιστορία ...Αυτή την Κυριακή ο λαός θα μιλήσει ...Αυτή την Κυριακή αλλάζει η ζωή μας ....Αυτή την Κυριακή ....Αυτή την Κυριακή ....
Αυτή την Κυριακή ας πάμε όλοι στην Εκκλησία να ακούσουμε τον Θεό να μιλά και να αλλάζει τις ζωές μας ...Αυτό είναι το πιο σημαντικό που θα γίνει αυτή την Κυριακή ...την ημέρα του Κυρίου και κανενός άλλου ....Θυμήθηκα ένα όμορφο ποιήμα γραμμένο στην σκιά του Ταϋγέτου , απο τον μεγάλο Νικηφόρο Βρεττάκο με τίτλο :"Η μητέρα μου στην εκκλησία"
Άλλαξε τη μπόλια της η μητέρα μου κι ετοιμάστηκε
να πάει στην εκκλησία.
Καθαρή σαν αστέρι,
παρόλα τα μαύρα της, κατεβαίνει τα πέτρινα
σκαλοπάτια κοιτάζοντας την ευγένεια του ήλιου
και τις άσπρες πορτοκαλιές. Δεν ξέρει η μητέρα μου
τι είναι ο ήλιος. Τον φαντάζεται αγάπη
που ανατέλλει στον ουρανό – δεν ξέρει η μητέρα μου.
Δεν ξέρει αν ήτανε Σάββατο χτες,
δεν ξέρει αν αύριο είναι Δευτέρα.
Ωστόσο τις μέρες τις γνωρίζει καλά.
Η Κυριακή μυρίζει βασιλικό
κι η φωνή της καμπάνας είναι γλυκιά.
Δεν ξέρει πώς γίνεται. Γύρω της όλα
φαίνονται φρέσκα, δείχνουν αλλιώς.
29 Μαΐ 2012
Πλάθωντας τον πλαστουργό ...( Αυτός που δεν ήξερε να βράζει ούτε νερό ...)
Μια ζωή μαζί …Ο Π. και η Μ. Το πιο αγαπημένο ζευγάρι …Από παιδιά σχεδόν ο ένας στο πλάι του άλλου . Εκεί στην μικρή τους πόλη πάντα τους έβλεπες αγαπημένους πιασμένους χέρι-χέρι να χαίρονται τη ζωή ν αγαπούν αληθινά ο ένας τον άλλο , να αλληλοσυμπληρώνονται ανεπιτήδευτα ,αστείρευτα …Πόσο φρόντιζε ο ένας τον άλλον …Και πόσο άρεσε στην Μ. να περιποιείται τον Π. που ώρες ατέλειωτες δούλευε σκληρά να μην λείψει τίποτα από το όμορφο σπιτικό τους …
-Αχ βρε ψυχή μου της έλεγε …-Κοντά σου ούτε νερό δεν έμαθα να βράζω ! όλα μου τα χεις πάντα έτοιμα… -Αυτό δα έλειπε ! του απαντούσε εκείνη …-Με τόσο ιδρώτα και κόπο κάθε μέρα να μην τα βρίσκεις όλα έτοιμα …Αυτά είναι όλα δική μου δουλειά !!
25 χρόνια παντρεμένοι …Από 19 χρονών εκείνη , λίγο μεγαλύτερος αυτός …Κι έφτιαξαν σπουδαία οικογένεια με τέσσερα παιδιά …τρία αγόρια και ένα κορίτσι .-Τα αγγελούδια μας !!έλεγαν και τα καμάρωναν …-Τα πειραχτήρια μας που δεν αφήνουν ήσυχα τον πατέρα τους …-Μα βρε μπαμπά τον πείραζε η μεγάλη τους …-Να μην ξέρεις να βράσεις ένα αβγό !!! Τίποτα δεν έμαθες τόσα χρόνια απ την μαμά ; Γέλαγε καλόκαρδα εκείνος και την απολάμβανε σωστή νοικοκυρούλα να βοηθά πρόθυμα την μάνα της και να καταπιάνεται με όλα …
Μα ήρθε εκείνο το ξημέρωμα που σκοτείνιασε την ζωή τους …Ο Μιχάλης ο μικρότερος ο γιός τους …Συνοδηγός σε αυτοκίνητο …Ξημέρωμα Κυριακής …Αξέχαστης , συννεφιασμένης, μαρτυρικής, βουβής και αβάσταχτα πονεμένης …Κι έγιναν από τότε έτσι όλα τα Κυριακάτικα ξημερώματα ..Τι κι αν όλοι τους έλεγαν ότι είναι πλέον άγγελος στον ουρανό ..Τι κι αν το πίστευαν κι οι ίδιοι πως το στερνοπούλι τους γίνηκε του Χριστού εκλεκτός …Το ξημέρωμα κάθε Κυριακής έβρισκε τον Π. και την Μ. άγρυπνους με τις ορθρινές καμπάνες να παρηγορούν το παράπονό τους .
Εκείνο το πρωινό Κυριακής …έκτης μετά την Ανάσταση και αμέτρητης …μετά από κείνη του χαμού …στέκονταν οι δυο τους μπροστά από τις πύλες της εκκλησιάς που φρουρούν οι Αρχάγγελοι . Και έγινε κάτι που άλλαξε τις Κυριακές τους …Με λευκή στολή είδε ο πατέρας τον Μιχάλη του να βγαίνει από του ιερού την δεξιά την πόρτα …Τον πλησίασε του χαμογέλασε με ένα χαμόγελο ξέχειλο από ευτυχία και αγαλλίαση …και έπειτα χάθηκε στον κόσμο …Μόνο εκείνος τον είδε και κατάλαβε τότε πως του θρήνου ο καιρός πέπαυται …
Ο Π. που ούτε νερό δεν ήξερε να βράζει έπιασε μια παραμονή Ψυχοσαββάτου Πεντηκοστής να φτιάξει το πρώτο του πρόσφορο …Είχε από μέρες παραγγείλει σφραγίδα φτιαγμένη σε κελί αγιασμένο , Αγιορείτικο …Κι έβαλε την μάνα και την κόρη του να του μάθουν τον τρόπο …Και τα κατάφερε καλά για πρώτη του φορά…Το σταύρωσε , το έβαλε στη φωτιά και έπειτα έγραψε στο ψυχοχάρτι πρώτο το όνομα του Αγγέλου του …Και γαλήνεψε απερίγραπτα .Κι όλες τις ορθρινές καμπάνες τις Αναστάσιμες , όλα τα Κυριακάτικα ξημερώματα αλλιώτικα πια τα πρόσμενε …Αυτός που …ούτε νερό δεν ήξερε να βράζει έγινε προσφοράρης και των ψυχών βοηθός , σώμα Θεού ζυμώνοντας , σκορπίζοντας χαμόγελα στον ουρανό και τους γύρω του …Έγινε αυτή η πιο αγαπημένη του συνήθεια …Να πλάθει τον Πλαστουργό…Και να πηγαίνει το δικό του πρόσφορο αχάραγα κάθε Κυριακή μέσα στο Ιερό στα χέρια του Παπά …Και έπειτα να αντικρίζει εκείνο το ευτυχισμένο χαμόγελο του λαμπροφορεμένου του γιού …
Αληθινή Ιστορία
νώντας σκοπετέας
11 Μαΐ 2012
Του Εγώ το βάρος το αβάσταχτο ...
Σε όσους στέλνουν μηνύματα με καλά λόγια για τις εκπομπές και το ιστολόγιο , ένα ευχαριστώ απο ψυχής ! Τους παρακαλώ όμως να διαβάσουν το κείμενο που ακολουθεί στο οποίο καθρεφτίζεται ο ...αληθινός εαυτός μου-μας ...Χαίρετε αγαπητοί συναμαρτωλοί αδερφοί μου ! (ν.σ)
Ἕνας ἱερεὺς ζηλωτὴς, μὲ πλούσια δράση, εἶδε κάποτε ἕνα ὄνειρο. Ὁ ἴδιος μᾶς τὸ ἔχει περιγράψει ὡς ἑξῆς:
«Καθόμουνα στὴν πολυθρόνα μου, κουρασμένος κι ἐξαντλημένος ἀπὸ τὴν ἐργασία. Τὸ σῶμα μου πονοῦσε ἀπ’ τὴ μεγάλη κόπωση.
Πολλοὶ στὴν ἐνορία μου ζητοῦσαν τὸν πολύτιμο «Μαργαρίτη». Καὶ πολλοὶ τὸν εἶχαν βρεῖ. Ἡ ἐνορία μου προόδευε ἀπὸ κάθε ἄποψη. Ἡ ψυχὴ μου πλημμύριζε ἀπὸ χαρά, ἐλπίδα καὶ θάρρος. Τὰ κηρύγματά μου ἔκαναν μεγάλη ἐντύπωση. Πολλοὶ προσήρχοντο στὴν Ἐξομολόγηση. Ἡ ἐκκλησία μου ἦταν πάντοτε ἀσφυκτικὰ γεμάτη. Εἶχα κατορθώσει νὰ κινητοποιήσω ὁλόκληρη τὴν ἐνορία.
Ἱκανοποιημένος ἀπ’ ὅλα, ἐργαζόμουνα κάθε μέρα μέχρις ἐξαντλήσεως. Ἐνῷ σκεπτόμουνα ὅλα αὐτὰ, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβω, μὲ πῆρε ὁ ὕπνος. Τότε συνέβη τὸ ἑξῆς, ποὺ θὰ σᾶς περιγράψω:
Ἕνας ξένος μπῆκε στὸ δωμάτιο χωρὶς νὰ χτυπήσει τὴν πόρτα. Τὸ πρόσωπό του ἦταν γλυκὸ κι εἶχε μεγάλη πνευματικότητα. Ἦταν καλὰ ντυμένος καὶ κρατοῦσε στὸ χέρι του μερικὰ ὄργανα χημικοῦ ἐργαστηρίου. Ἡ ὅλη του ἐμφάνιση προκαλοῦσε παράξενη ἐντύπωση. Ὁ ξένος μὲ πλησίασε. Κι ἐνῷ μοῦ ἅπλωνε τὸ χέρι του γιὰ νὰ μὲ χαιρετήσει, μὲ ρώτησε:
-Πῶς πάει ὁ ζῆλος σου;
Ἡ ἐρώτηση αὐτὴ μοῦ προξένησε μεγάλη χαρά. Γιατὶ ἤμουν πολὺ ἱκανοποιημένος μὲ τὸ ζήλο μου. Καὶ δὲν εἶχα καμία ἀμφιβολία, πὼς κι αὐτὸς ὁ ξένος θὰ ἦταν πολὺ χαρούμενος, ἄν τὸν γνώριζε.
Τότε, ὅπως θυμᾶμαι ἀπ’ τὸ ὄνειρό μου, γιὰ νὰ τοῦ δείξω πόση ἀξία ἔχει ὁ ζῆλος μου, σὰν νὰ ἔβγαλα ἀπ’ τὸ στῆθος μου μιὰ συμπαγῆ μᾶζα, ποὺ ἀκτινοβολοῦσε σὰν χρυσάφι. Τοῦ τὴν ἔβαλα στὸ χέρι καὶ τοῦ λέω:
-Αὐτὸς εἶναι ὁ ζῆλος μου.
Ἐκεῖνος τὴν πῆρε καὶ τὴ ζύγισε προσεκτικὰ πάνω στὴ ζυγαριὰ του:
-Ζυγίζει πενῆντα κιλά, μοῦ λέει σοβαρά.
Ἐγὼ μόλις ποὺ μποροῦσα νὰ συγκρατήσω τὴ χαρὰ μου γιὰ τὸ βάρος αὐτό. Ἐκεῖνος ὅμως μὲ σοβαρότητα, σημείωσε τὸ βάρος σ’ ἕνα χαρτὶ καὶ συνέχισε τὴν ἐξέτασή του.
Ἔσπασε τὴ μᾶζα ἐκείνη σὲ κομμάτια καὶ τὴν ἔβαλε μέσα σ’ ἕνα χημικὸ τηγάνι πάνω στὴ φωτιά. Ὅταν ἡ μᾶζα ἔλειωσε καὶ καθαρίστηκε, τὴν ἔβγαλε ἀπ’ τὴ φωτιά. Ξεχώρισε τὰ διάφορα στοιχεῖα. Ὅταν αὐτὰ κρύωσαν, σχηματίσθηκαν διάφορα κομμάτια. Τὰ ἄγγιζε μ’ ἕνα σφυράκι καὶ ζύγιζε τὸ βάρος κάθε κομματιοῦ πάνω στὸ χαρτί.
Ὅταν τελείωσε, μοῦ ἔριξε μιὰ ματιὰ γεμάτη ἀπὸ συμπόνια καὶ μοῦ λέει:
-Εὔχομαι νὰ σὲ λυπηθεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ σωθεῖς.
Κι ἀμέσως, ἐγκατέλειψε τὸ δωμάτιο.
Στὸ χαρτὶ ποὺ μοῦ ἄφησε στὸ τραπέζι, ἦταν γραμμένα τὰ ἑξῆς:
Ἀνάλυσις τοῦ ζήλου τοῦ ἱερέως Χ.
Συνολικὸν βάρος: 50 κιλὰ
Ἡ προσεκτικὴ ἀνάλυσις παρουσιάζει τὰ ἑξῆς στοιχεῖα:
• Φανατισμός: 5 κιλά.
• Προσωπικὴ φιλοδοξία: 15 κιλά.
• Φιλοχρηματία: 12 κιλά.
• Ἐπίδειξις: 10 κιλὰ παρὰ 20 γραμμάρια.
• Ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό: 10 γραμμάρια.
• Ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους: 10 γραμμάρια.
Σύνολον: 50 κιλά.
Ἡ παράξενη συμπεριφορὰ τοῦ ξένου καὶ ἡ ματιὰ μὲ τὴν ὁποία μὲ ἀποχαιρέτησε, μοῦ μετέδωσαν κάποια ἀνησυχία. Μὰ ὅταν εἶδα τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἐξετάσεώς του, ἔνοιωσα τὰ γόνατά μου νὰ λυγίζουν.
Θέλησα στὴν ἀρχὴ ν’ ἀμφισβητήσω τὴν ὀρθότητα τῶν ἀριθμῶν. Μὰ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἄκουσα ἕναν ἀναστεναγμὸ τοῦ ξένου, ποὺ εἶχε φθάσει στὴν ἐξώπορτα. Ἠρέμησα κι ἄρχισα νὰ σκέπτομαι πιὸ ψύχραιμα. Μὰ καθὼς σκεπτόμουν, σκοτείνιασε μπροστὰ μου. Δὲν μποροῦσα νὰ διαβάσω τὸ χαρτί, ποὺ κρατοῦσα στὰ χέρια μου. Ἀγωνία καὶ φόβος μὲ κατέλαβαν. Στὰ χείλη μου ἦλθε ἡ κραυγή:
-Κύριε, σῶσον με…
Ἔριξα πάλι μιὰ ματιὰ στὸ χαρτί. Ξαφνικά, μεταμορφώθηκε αὐτὸ σ’ ἕναν ὁλοκάθαρο καθρέπτη, ποὺ καθρέπτιζε τὴν καρδιὰ μου. Ἔνοιωσα καὶ ἀνεγνώρισα τὴν κατάστασή μου. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια παρακαλοῦσα τὸν Κύριο νὰ μ’ ἐλευθερώσει ἀπ’ τὸ ΕΓΩ μου. Τέλος, ξύπνησα μὲ μιὰ κραυγὴ ἀγωνίας.
Στὰ περασμένα χρόνια, παρακαλοῦσα τὸν Θεὸ νὰ μὲ σώσει ἀπὸ διαφόρους κινδύνους. Μὰ ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ἄρχισα νὰ παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ μ’ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ δικὸ μου ΕΓΩ.
Γιὰ πολὺ καιρὸ ἔνοιωθα ταραγμένος. Τέλος, ὕστερα ἀπὸ ἐπίμονες προσευχές, ἔνοιωσα τὸ φῶς τοῦ Κυρίου νὰ πλημμυρίζει τὴν καρδιὰ μου καὶ νὰ καίει τ’ ἀγκάθια τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μου. Ὅταν ὁ Κύριος μὲ καλέσει κοντὰ Του, θὰ Τὸν εὐχαριστήσω ὁλόθερμα γιὰ τὴν ἀποκάλυψη ἐκείνης τῆς ἡμέρας, γιατὶ μοῦ φανέρωσε τότε τὸν ἀληθινὸ ἑαυτὸ μου καὶ ὁδήγησε τὰ πόδια μου στὸν πιὸ στενό, ἀλλὰ καὶ πιὸ ὄμορφο δρόμο. Ἀπὸ τότε κάθε μέρα ἀνανέωνα τὶς ἀποφάσεις μου.
Ἐκείνη ἡ ἐπίσκεψη ποὺ μοῦ ἔκανε Ἐκεῖνος ποὺ «ἐτάζει καρδίας καὶ νεφρούς» (πρβλ. Ψαλμ. 7:10), μὲ ἔκανε ἄλλον ἄνθρωπο καὶ ὠφέλησε πολὺ τὴν ἐργασία μου».
ἄρθρο ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ» (1-11-1956), τὸ ὁποῖο εἶχε φυλάξει στὸ ἀρχεῖο του ὁἀείμνηστος Γέροντας, πατὴρ Ἀρσένιος Κομπούγιας, τοῦ ἡσυχαστηρίου «Παναγία Γοργοεπήκοος» στἡὴ Ναύπακτο... όπως μας το παρουσίασε ο ευλογημένος π.Στέφανος Αναγνωστόπουλος σε ένα απο τα αμέτρητα ψυχωφελή πονήματά του .
πηγή : www.agiazoni.gr
4 Μαΐ 2012
Έχω άνθρωπο ( Του Παραλύτου )
Περνούν από δίπλα σου αδιάφοροι …Μοιάζουν για δυνατοί , μα δεν είναι…
Τόσο καιρό καρτεράς και το παράπονό σου το πνίγεις μέσα σου καλά …
Να είναι τόσο σιμά σου η πηγή της γιατρειάς και τα πόδια σου να μην σε κρατάνε …
Ν ακούς δίπλα σου να κυλά το ύδωρ το ζωήρυτον , του Θεού η ορμή , και να μην βρίσκεται ένας άνθρωπος να σου σταλάξει λίγο στα σφαλισμένα σου χείλη …
Ανήμπορος στέκεσαι και θωρείς τους άλλους με την παράλυτη ψυχή βιαστικά να πίνουν , να πίνουν μα να μην ξεδιψούν….Και έπειτα να αναρωτιούνται το γιατί …
Κι ήρθε αργά και στάθηκε δίπλα σου αδερφός …Ένοιωσες πως ήταν ο ίδιος ο Χριστός …
Σε βάσταξε με μια ματιά που έσταζε κουράγιο , με μια λέξη που έκανε την ξεχασμένη ελπίδα να σταθεί και πάλι ορθή…
Κι έκανες το πρώτο βήμα ! Και βγήκε από μέσα σου φωνή δοξαστική , ψηλά να φτάσει !
Κύριε Άνθρωπο έχω !
Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από το βιβλίο Πόσα χωράνε σε ένα Αμήν ( εκδ.Πρόμαχος Ορθοδοξίας)
21 Απρ 2012
Να ψηλαφάς την πίστη σου ( Κυριακή του Θωμά )
Να γεννιέσαι και να πιστεύεις πως είσαι εικόνα του Ποιητή Θεού….
Τα χρώματα που επέλεξε να πιστεύεις πως πρέπει να μένουν αναλλοίωτα …
Να ζεις και να πιστεύεις πως κάθε μέρα που περνά είναι δώρο δικό Του ….
Αν σκεφτείς πως αυτή η μία και μόνη μέρα μπορεί να σώσει την ψυχή σου , να πιστεύεις πως πρέπει για αυτό το ανεκτίμητο δώρο να Τον ευχαριστείς αδιαλείπτως…
Να πονάς και να πιστεύεις πως ο Χριστός σε επισκέπτεται ….
Να αγκαλιάζεις τον Σταυρό που σου προσφέρει και να πιστεύεις πως όλα σου τα δάκρυα κυλούν μπροστά στα ηλότρητα πόδια Του …
Να πεθαίνεις και να πιστεύεις πως και εσύ θα αναστηθείς και θα ζήσεις αιώνια ,ατενίζοντας το αληθινό Φως .
Να πιστεύεις πως δεν έχει περάσει ούτε μια στιγμή στην μέχρι τώρα ζήση σου , που να πίστεψες σε Αυτόν
και σε όλα αυτά της ψυχής τα αλυσσοδεμένα προστάγματα αληθινά και να Τον παρακαλάς να σε αξιώσει να την ζήσεις ….
Μια στιγμή αληθινής πίστης που θα φέρει στο στόμα της καρδιάς σου , την πιο υπέροχη προσφώνηση που ακούστηκε ποτέ …
Ο Κύριος μου και Θεός μου …
Να ψηλαφάς την πίστη σου …άμποτε να αισθανθείς και εσύ μακάριος …
νώντας σκοπετέας
20 Απρ 2012
Μην μελαγχολείς ....Το δικό μας Πάσχα δεν τελειώνει ποτέ !
Βραμπά 1980 . Ιερέας π.Επαμεινώνδας Κιτρινιάρης . ( Φωτο. από αρχείο Μιχαήλ Κιτρινιάρη ) |
Θυμάμαι πάντα Κυριακή του Πάσχα μετά την Αγάπη και το κάψιμο
του Ιούδα ένα μικρό παιδί μελαγχολικό σχεδόν δακρυσμένο να ρωτά τον πατέρα του
:
-Τελείωσε το Πάσχα πατέρα ;
Kαι εκείνον με ένα
πλατύ χαμόγελο να του απαντά :-Τελείωσε λέει ...ακόμα δεν άρχισε!
Κάθε μέρα της
Λαμπροβδομάδας παιδί μου είναι Πάσχα ! Έχουμε
και του Αη Γιωργιού τις περισσότερες φορές και τον νέο τον Άγιο Ραφαήλ απο την
Μυτιλήνη και την Παναγία της Βραμπάς που γιορτάζει την Παρασκευή και του Θωμά
...
Το πρόσωπο του παιδιού έλαμπε τότε ,κι ας έμενε μονάχο του
δίχως παρέα στο χωριό μιας και σχεδόν όλοι οι άλλοι Αθηναίοι και πρωτευουσιάνοι
μέχρι την Τρίτη του Πάσχα πάντα έφευγαν. Και ερχόταν η Πέμπτη το απόγευμα και
οι Νικοβιανοί Ξεχωρίτες γυναίκες και
άντρες με δρεπάνια καθάριζαν από το αγρίεμα το μονοπάτι που οδηγούσε από τον
αμαξωτό τον δρόμο ,στην Παναγιά την Ζωοδόχο Πηγή ,στο μανιάτικο λαγκάδι της
Βραμπάς. Και με ασβέστη που η μυρωδιά του σε τέτοια μέρη δεν ενοχλεί και
περισσότερο μοιάζει με λιβανιού το
μύρισμα , τα έκαναν όλα να λάμπουν λίγο πριν τον Εσπερινό , προσμένοντας
καρτερικά το ξημέρωμα της Παρασκευής .
Και ερχόταν η Παρασκευή του Πάσχα … Το εκκλησάκι ίσα που χώραγε τον Παπά, τα
παπαδάκια , τους ψάλτες και αυτούς του δυο –τρείς που πάντα τον ΄ χαν τάμα να
ακούνε τον εξάψαλμο της αχάραγης της μέρας …
Οι υπόλοιποι κάθονταν έξω , ησύχιοι στις ασβεστωμένες πέτρες συντηρώντας με τις παραδείσιες
μυρωδιές της άνοιξης και τους ήχους του
Θεού μνήμες αλλοτινών εποχών , μετρώντας ο καθένας τους πόσες τέτοιες χρονιές βρέθηκαν ξανά σε εκείνο
το ευλογημένο ξέφωτο , και προσευχόμενοι να αξιωθούν να ανταμώσουν την Παναγιά
της Βραμπάς άλλες τόσες και παραπάνω...
Ο Ταϋγετος , ακόμα χιονισμένος μανιάτικος ουρανός , έστελνε
τα τελευταία του υγροστόλιστα σεβάσματα να μπλεχτούν αγιαστικά με το
ύδωρ το ζωήρυτον της Πηγής …
Τα παιδιά ντυμένα με τις στολές τους τις πορφυρές , και μια
κατανυκτική ζωηράδα που κανέναν δεν ενοχλούσε μπαινόβγαιναν στο εκκλησάκι
, άλλοτε για να ανάψουν κάρβουνο για το
θυμιατό , άλλοτε για να κόψουν το αντίδωρο, άλλοτε για να χτυπήσουν την μικρή
καμπάνα κρεμασμένη απ την μουριά στην
ενάτη , για να κρατήσουν το κερί στο πλούσιοι επτώχευσαν , που γνώριζαν και το
ψαλαν όλοι μαζί , για να βράσουν το ζέον με μπαμπάκι και οινόπνευμα .
Με το δι ευχών του Παπά η ίδια πάντα ερώτηση
:- Τώρα τελείωσε το Πάσχα ; Απάντηση δεν έπαιρνε παρά μόνο ένα νεύμα που
κατηύθυνε το βλέμμα του στο λουλουδοστόλιστο εικονοστάσι με τις εικόνες του
Αναστάντος Χριστού και αυτήν της Ζωοδόχου Πηγής της δικής μας Παναγιάς της
Βραμπάς μαρτυρούσε πως το δικό μας ...Πάσχα δεν τελειώνει ποτέ!
Εις μνήμην των Ιερέων του Υψίστου που αξιώθηκαν να
λειτουργήσουν στην χάρη της Ζωοδόχου Μάνας την
Αγία Τράπεζα της Βραμπάς : Παναγιώτου , Επαμεινώνδα , Μιχαήλ , Αναστασίου
και
των Ιεροψαλτών που είχαν στο πλάι τους : Παναγιώτου (
εορτάζοντος ) Χρήστου , Δημητρίου , Σωκράτους , Χρήστου .... Αυτών που έζησα και
όσων δεν συνεόρτασα μα πάντα θα νοσταλγώ την φωνή τους στο Μεγαλυνάριο της
απόλυσης : Ύδωρ το ζωήρυτον της Πηγής, μάννα το προχέον, τον αθάνατον δροσισμόν το νέκταρ το Θείον την
ξένην άμβροσίαν το μέλι το εκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.
Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από το βιβλίο Πόσα χωράνε σε ένα Αμήν ( εκδ.Πρόμαχος Ορθοδοξίας /2019)
Απόσπασμα από το βιβλίο Πόσα χωράνε σε ένα Αμήν ( εκδ.Πρόμαχος Ορθοδοξίας /2019)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)